Ποιός έκαψε τη Σμύρνη;

 

Ένα αφιέρωμα του Βλάση Αγτζίδη στο kars1918.wordpress.com

 

Η σφαγή και η πυρπόληση της Σμύρνης από τους νικητές του ελληνοτουρκικού πολέμου (1919-1922), είναι ένα από τα μεγάλα εγκλήματα του 20ου αιώνα κατά άμαχου πληθυσμού. Το ζήτημα αυτό, αποσιωπήθηκε εντέχνως στην Ελλάδα, της οποίας οι κυρίαρχες ελίτ είχαν μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την εξέλιξη αυτή….  Οι ιστορικές σελίδες της “Κυριακάτικης Ελευθεροτυπία” της 22ας Σεπτεμβρίου 2013,ήταν αφιερωμένες στο θέμα αυτό που ακόμα διχάζει την κοινότητα των Ελλήνων ιστορικών.

smirni-1[Για τη στάση μιας μερίδας ιστορικών, που έχει εκφραστεί με ένα ουκ ευκαταφρόνητο ρεύμα Αρνητών της Γενοκτονίας, μπορείτε να διαβάσετε το κείμενο «Η γενοκτονία και η άρνησή της». ]

Το αφιέρωμα της Κυριακής περιλάμβανε δύο θέματα:
Ποιός έκαψε τη Σμύρνη, μέσα από τουρκικές πηγές και
Πώς σταμάτησε η σφαγή και γιατί ο Μουσταφά Κεμάλ επέτρεψε την αναχώρηση των Μικρασιατών, μέσα από ένα κείμενο του Ιωάννη Θεοφανίδη, που πλαισιώνεται και από το ανέκδοτο σήμα προς την τότε κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου με το οποίο ζητείται η άδεια για αποστολή πλοίων στην φλεγόμενη Σμύρνη για να παραλάβουν τους πρόσφυγες….

Παρατίθεται στη συνέχεια το αφιέρωμα, όπως ακριβώς αναρτήθηκε στο enet.gr. Ο δημοσιευμένος τίτλος του άρθρου οφείλεται στον επιμελητή των σελίδων. Ο δικός μου τίτλος ήταν «Ποιός έκαψε τη Σμύρνη«

Στο τέλος της ανάρτησης παρατίθεται επίσης και πάλι το άρθρο του Hervé Georgelin, “Παραφωνίες στα γαλλικά αρχεία σχετικά με την καταστροφή της Σμύρνης”…

p+ch

  • ΤΟ  ΣΧΕΔΙΟ  ΤΩΝ  ΚΕΜΑΛΙΣΤΩΝ  ΓΙΑ

      ΤΗΝ  ΕΘΝΙΚΗ  ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ

    Η ΣΜΥΡΝΗ ΦΛΕΓΕΤΑΙ

  • Οταν οι χριστιανοί ξεριζώθηκαν από τους Τούρκους
  • ΤΟΥ ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ*
  • «Γιατί κάψαμε τη Σμύρνη; Γιατί φοβηθήκαμε ότι αν έμεναν τα κτήρια στη θέση τους, δεν θα μπορούσαμε
    να απαλλαγούμε από τις μειονότητες…»
    Falih Rifki Atay (1894-1971), «Cankaya» (α’ έκδοση), εκδ. Dunya Yayinlari, 1958, σελ. 212-213.Η Σμύρνη καίγετα. Ελληνες πρόσφυγες στο πλοίο για τον Πειραιά και δίπλα δεκάδες ορφανά Ελληνόπουλα. Η καταστροφή της Σμύρνης υπήρξε μια σκόπιμη πράξη των κεμαλιστών για να επιτύχουν την πλήρη εκδίωξη των ελληνικών πληθυσμών από τη Μικρά Ασία (φωτ. Αρχείο «Ε»)
  • Η Σμύρνη καίγεται….  Η καταστροφή της Σμύρνης υπήρξε μια σκόπιμη πράξη των κεμαλιστών για να επιτύχουν την πλήρη εκδίωξη των ελληνικών πληθυσμών από τη Μικρά Ασία
  • «Who burned down Izmir?» επιγράφει το άρθρο του στην εφημερίδα «Today’s Zaman», στις 19 Μαΐου του 2010, ο έγκριτος Τούρκος δημοσιογράφος Orhan Kemal Cengiz. Στο άρθρο αυτό επαναλαμβάνει τη διαπίστωση ότι η Σμύρνη πυρπολήθηκε συνειδητά από τους νικητές ως ένας μοναδικός τρόπος να επιτευχθεί ο κύριος στόχος που έθεσε με ξεκάθαρο τρόπο από το 1908 ο τουρκικός εθνικισμός: να πάψουν να υπάρχουν με οποιοδήποτε τρόπο οι χριστιανικές κοινότητες, ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες για την κατασκευή ενός αμιγώς τουρκικού έθνους-κράτους. Είναι πολύ ενδιαφέρον το σύγχρονο φαινόμενο ότι προκύπτει και από κείμενα κεμαλικών συγγραφέων -που φέρνουν στο φως Τούρκοι μελετητές- η διαπίστωση ότι η καταστροφή της Σμύρνης δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός, αλλά αποτέλεσμα επιλογής των νικητών για την ολοκλήρωση της εθνικής εκκαθάρισης. Ο Cengiz συμφωνεί και επαναλαμβάνει τη διαπίστωση ενός άλλου διακεκριμένου Τούρκου δημοσιογράφου, του Emre Akyoz, ο οποίος στο άρθρο του «Bir kemalist’in itiraflari: Izmir’Ι nicin yakiyorduk?» («Εξομολόγηση ενός κεμαλιστή: Γιατί κάψαμε τη Σμύρνη», εφημερίδα «Sabah», 8 Απριλίου 2010) θυμίζει την α’ έκδοση του βιβλίου.Κεμάλ: «Smyrna delenda est»

    Ο Emre Akyoz υποστηρίζει ότι η Σμύρνη κάηκε συνειδητά από το διοικητή Νουρεντίν πασά, σκληρό ανθέλληνα και Νεότουρκο, στον οποίο ο Μουσταφά Κεμάλ ανέθεσε την πλήρη ευθύνη για την κατειλημμένη πόλη. Ο Akyoz υποστηρίζει ότι η εξόντωση των Ελλήνων τον Σεπτέμβρη του 1922 είχε όλα τα χαρακτηριστικά της Γενοκτονίας των Αρμενίων, δηλαδή προγραμματισμό και άσκηση άμεσης βίας. Γράφει ότι «ήταν παρόμοιας έμπνευσης με τις εξορίες των Αρμενίων του 1915».

    Τις διαπιστώσεις του περί της τουρκικής ευθύνης τις βασίζει στη γραπτή ομολογία του Falih Rifki Atay, διακεκριμένου δημοσιογράφου και στελέχους του κεμαλικού εθνικιστικού κινήματος. Ο F. R. Atay, στο βιβλίο του «Cankaya» (α’ έκδοση, γιατί στις επόμενες θα απαλειφθεί το συγκεκριμένο σημείο), ρωτά σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο: «Γιατί κάψαμε τη Σμύρνη;». Και απαντά: «Γιατί φοβηθήκαμε ότι αν έμεναν τα κτήρια στη θέση τους, δεν θα μπορούσαμε να απαλλαγούμε από τις μειονότητες...».

    Εθνοκάθαρση

    Δεν ξεφεύγει από το σχολιασμό του Akyoz η στάση του Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος θα μπορούσε να σταματήσει τη διαδικασία, αλλά δεν το έκανε. Για τη σφαγή της Σμύρνης ο Akyoz καταλήγει: «Δεν ξέρω αν ήταν γενοκτονία, αλλά σίγουρα ήταν εθνοκάθαρση».

    Το ζήτημα της προσωπικής ευθύνης του Μουσταφά Κεμάλ φαίνεται να επιλύεται τόσο με τη δήλωσή του που έκανε γεμάτος ικανοποίηση και ανακούφιση ένα χρόνο μετά (13 Αυγούστου του 1923) «Επιτέλους, τους ξεριζώσαμε» όσο και με το περιστατικό που παρέθεσε τον περσινό Σεπτέμβρη η Τουρκάλα δημοσιογράφος Ayse Hur στην εφημερίδα «Ραντικάλ». Η Hur αναφέρθηκε σε άρθρο του υπασπιστή του Κεμάλ στην εφημερίδα «Τζουμχουριέτ» το 1939, όπου περιγράφονται οι συνθήκες της πυρκαγιάς της Σμύρνης. Ο Μουσταφά Κεμάλ με τη σύντροφό του Λατιφέ παρακολουθούσαν την πυρκαγιά, η οποία συνέχιζε να καίει με όλη της τη δύναμη. Ο Κεμάλ ρώτησε τη Λατιφέ εάν η οικογένειά της έχει περιουσιακά στοιχεία στην περιοχή που καιγόταν. Η Ayse Hur γράφει ότι η Λατιφέ του απάντησε: «Το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας μου είναι εκεί, αλλά, πασά μου, ας καούν όλα, εσείς να είστε καλά. Οταν υπάρχουν τέτοιες ευτυχισμένες μέρες, τι σημασία έχει η περιουσία; Σώθηκε η πατρίδα. Στο μέλλον μπορούμε να τα ξαναχτίσουμε». Η απάντηση άρεσε στον Κεμάλ, που της ανταπάντησε: «Ναι, ας καούν και ας καταρρεύσουν, όλα μπορούν να επουλωθούν».

    Η καταστροφή της Σμύρνης, όπως και η γενοκτονία των ελληνικών πληθυσμών στην Ανατολή (Ελλήνων, Αρμενίων, Ασσυροχαλδαίων) υπήρξε ένα πολύ σημαντικό ιστορικό γεγονός στη διαδικασία μετασχηματισμού της Εγγύς Ανατολής. Ο Βρετανός Giles Milton, στο βιβλίο του με τίτλο «Χαμένος παράδεισος: Σμύρνη 1922. Η καταστροφή της μητρόπολης του μικρασιατικού ελληνισμού», θεωρεί ότι η Σμύρνη ήταν μια «κοσμοπολίτικη ελληνική πόλη» και ότι η καταστροφή της «είναι από τις στιγμές που άλλαξαν τον ρουν της Ιστορίας της Ελλάδας, αλλά ήταν εξίσου σημαντική και για τη Δύση». Ξαφνιάζεται επίσης για το γεγονός ότι «οι Ευρωπαίοι δεν διδάσκονται στα σχολεία τους την Ιστορία της Μικράς Ασίας» και θεωρεί ότι είναι «άδικο να έχει παραλειφθεί τόσο σημαντικό κεφάλαιο από τη διδασκαλία». Τονίζει επίσης ότι «στη Μικρά Ασία είχαμε μια γενοκτονία, εθνική εκκαθάριση, τεράστιες μετακινήσεις πληθυσμού, ανάμειξη πολλών κυβερνήσεων».

    Ιστορικός εξοβελισμός

    Η προσέγγιση του G. Milton αναφέρεται με τελείως διαφορετικό τρόπο στη Σμύρνη απ’ ό,τι θέλει η κυρίαρχη ιστοριογραφική προσέγγιση στην Ελλάδα. Γιατί, παρά το ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια έντονη αναζήτηση της πραγματικής ιστορίας, εν τούτοις για επτά και πλέον δεκαετίες μετά την καταστροφή η τραυματική εμπειρία των προσφύγων στην Ελλάδα θα εξοβελιστεί από τη δημόσια αναπαράσταση της εθνικής ιστορίας, οι πρόσφυγες θα αντιμετωπιστούν εργαλειακά τόσο από τις δυνάμεις της εξουσίας όσο και απ’ αυτές της όποιας αντιπολίτευσης. Την ίδια στάση θα κρατήσουν και οι κυρίαρχες τάσεις της νεοελληνικής ιστοριογραφίας, δεξιάς και αριστερής. Μόλις στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 η προσφυγική μνήμη θα διεκδικήσει χώρο στο κοινό εθνικό συλλογικό αφήγημα μέσα από την κινητοποίηση των ίδιων των συλλογικών φορέων του μικρασιατικού και ποντιακού ελληνισμού.

    Ακόμα και σήμερα, στο χώρο της ακαδημαϊκής ιστορίας η κυρίαρχη στάση θα είναι ο αγνωστικισμός και η άρνηση σαφούς τοποθέτησης. Επιφανείς σύγχρονοι Νεοέλληνες ιστορικοί αναπαράγουν διαρκώς, άλλοτε ευθαρσώς και άλλοτε συγκεκαλυμμένα, την παραδοσιακή κρατική κεμαλική άποψη, ότι δηλαδή οι Τούρκοι εθνικιστές δεν είχαν κανένα λόγο να κάψουν τη Σμύρνη και ότι μάλλον η πυρκαγιά της Σμύρνης είναι ένα ασαφές ιστορικό ζήτημα το οποίο δεν έχει απάντηση.

    * Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός https://kars1918.wordpress.com/

  • Το σήμα και η αναφορά που έστειλε ο κυβερνήτης του θωρηκτού «Κιλκίς», πλοίαρχος Ι. Ε. Θεοφανίδης, στον υπουργό των Ναυτικών και τον πρωθυπουργό Νικόλαο Τριανταφυλλάκο, αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον πάστορα Asa Jennings (φωτ. Αρχείο «Ε»)

    Γιατί κάψαμε τη Σμύρνη;

    «Izmir’i nicin yakiyorduk?»
    Από το βιβλίο του Falih Rifki Atay

  • «…Ηταν η μέρα της Μεγάλης Φωτιάς. Καθώς οι φλόγες έκαιγαν τις γειτονιές, ο κόσμος έτρεχε προς την παραλία… Κάποιοι έπεφταν στη θάλασσα προσπαθώντας να κρατηθούν από τις βάρκες… Παρακολουθούσα αυτή τη μοναδική τραγωδία με βαριά καρδιά… 
  • Η Σμύρνη καιγόταν και μαζί της η ρωμιοσύνη της, οι άνθρωποι των πρώτων πολιτισμών, εκείνοι που έζησαν το Μεσαίωνα με τους μουσουλμάνους, εκείνοι που ζούσαν στην πατρίδα τους και στα σπίτια τους με άνεση, εκείνοι που κρατούσαν το εμπόριο και τη γεωργία της Σμύρνης και όλης της Δυτικής Ανατολίας, και ολόκληρη την οικονομία της, εκείνοι που ζούσαν σε παλάτια, κονάκια και τσιφλίκια, τώρα, τον εικοστό δεύτερο χρόνο του εικοστού αιώνα, πεθαίνουν για ένα κομμάτι βάρκας να τους μεταφέρει μακριά για πάντα…
  • Η Γκιαβούρ Ιζμίρ (άπιστη Σμύρνη) κάηκε ολοκληρωτικά με τις φλόγες το βράδυ και τον καπνό σαν ξημέρωσε. Ηταν υπεύθυνοι για τη φωτιά οι Αρμένιοι στ’ αλήθεια; Οπως ειπώθηκε τις μέρες εκείνες…Καθώς αποφάσισα να γράψω την αλήθεια όπως τη γνωρίζω, θέλω να αντιγράψω μια σελίδα από τις σημειώσεις που κρατούσα τότε: Οι κλέφτες που λεηλατούσαν τα σπίτια βοήθησαν στην εξάπλωση της φωτιάς…
  • Γιατί κάψαμε τη Σμύρνη; 
  • Γιατί φοβηθήκαμε ότι αν έμεναν τα κτήρια στη θέση τους, δεν θα μπορούσαμε να απαλλαγούμε από τις μειονότητες… Οταν εξορίζονταν κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Αρμένιοι, καίγαμε όλες τις κατοικημένες περιοχές γιατί είχαμε αυτόν ακριβώς το φόβο. Αυτό δεν σχετίζεται μόνο με τη διάθεση για καταστροφή. Υπάρχει και κάποιο αίσθημα κατωτερότητας μέσα του. Θεωρούσαμε ότι το καθετί που έμοιαζε με Ευρώπη ήταν μοιραίο να παραμείνει χριστιανικό και ξένο, γι’ αυτό και εμείς έπρεπε να το αποβάλουμε».
  • ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ Ι. ΘΕΟΦΑΝΙΔΗ*
  • Πώς σώθηκαν οι Ελληνες της Ιωνίας

  • ελευθεροτυπία 22-9-2013 αΟ πάστορας ναύλωσε ιταλικό εμπορικό με το όνομα «Κωνσταντινούπολις», που βρήκε στη Σμύρνη. Επιβίβασε δύο χιλιάδες εξαθλιωμένους Ελληνες και τους αποβίβασε στη ΜυτιλήνηΜετά την αναχώρηση των ελληνικών αρχών από τη Σμύρνη, καθώς και των ελληνικών πολεμικών πλοίων και την κατάληψη της πόλης από τον τουρκικό στρατό, ακολούθησε η προγραμματισμένη σφαγή του χριστιανικού πληθυσμού, ελληνικού και αρμενικού.Αποτελεί έως σήμερα άγνωστο πώς απεφεύχθη η ολοκληρωτική σφαγή του άμαχου πληθυσμού και πώς τελικά επετράπη από τον Μουσταφά Κεμάλ η άφιξη πλοίων για να παραλάβουν τους πρόσφυγες.

    Ο ελληνικός στόλος είχε ως αποστολή την υποστήριξη του υποχωρούντος ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία.

    Την 26η Αύγουστου/7η Σεπτεμβρίου η μοίρα του στόλου, αποτελούμενη από τα θωρηκτά «Λήμνος» και «Κιλκίς», το καταδρομικό «Ελλη», τα αντιτορπιλικά «Ασπίς» και «Σφενδόνη» και το εύδρομο «Νάξος» υπό τη διοίκηση του υποναύαρχου Καλαμίδα, εξέπλευσε της Σμύρνης και τη νύκτα αγκυροβόλησε έναντι της ακτής Βουρλά της Ερυθραίας, εντός του Κόλπου της Σμύρνης.

    Την αυτή νύκτα ο ναύαρχος του ελαφρού στόλου διέταξε το θωρηκτό «Κιλκίς», με κυβερνήτη τον πλοίαρχο Ι. Ε. Θεοφανίδη ΒΝ, όπως, έχων υπό την διοίκησή του το καταδρομικό «Ελλη» και τα αντιτορπιλικά «Ασπίς» και «Βέλος», υποστηρίξει την αποχώρηση του στρατού από Σμύρνη προς Τσεσμέ. Η επιχείρηση αυτή, που άρχισε στις 27 Αυγούστου/8 Σεπτεμβρίου (Ιουλιανό/Γρηγοριανό Ημερολόγιο), περατώθηκε στις 3/16 Σεπτεμβρίου. Τα υπόλοιπα πλοία του ελληνικού στόλου επιτέλεσαν την αυτή αποστολή σε άλλες περιοχές της Ιωνίας.

    Η εμπροσθοφυλακή του τουρκικού στρατού εισήλθε στη Σμύρνη την 28η Αυγούστου/9η Σεπτεμβρίου. Οι σφαγές και η μεγάλη πυρκαγιά είναι γνωστά. Η μικρή, άγνωστη όμως ιστορία έχει ως ακολούθως.

    Συνάντηση Jennings – Κεμάλ

    Ο πάστορας Asa Jennings από το αμερικανικό YMCA, υπό το κράτος της απελπισίας από τις σφαγές και της πυρκαγιάς και μετά από έγκριση του Αμερικανού αρμοστού στην Κωνσταντινούπολη υποναύαρχου Bristol (ιδιαίτερα φιλικά προσκείμενου προς τον Κεμάλ), αφού κατόρθωσε να συναντήσει τον Κεμάλ, του ζήτησε να του δοθεί η δυνατότητα να βρει τρόπο να αναχωρήσουν οι Ελληνες από τη Σμύρνη με πλοία και αν το επιτύχει, να σταματήσουν οι σφαγές. Ο Κεμάλ συμφώνησε, με την προϋπόθεση ότι αυτό θα υλοποιούνταν ΑΜΕΣΑ, συγκεκριμένα σε διάστημα μίας εβδομάδας. Μια δεύτερη προϋπόθεση ήταν ότι, αν η μεταφορά γινόταν με ελληνικά εμπορικά, τα τελευταία αυτά θα εισέρχονταν στον Κόλπο της Σμύρνης χωρίς σημαίες, και ότι δεν θα επιβιβάζονταν άνδρες σε ηλικία στρατεύσεως. Εάν όμως η προσπάθεια του πάστορα να διασφαλίσει εντός επτά ημερών τα συμφωνηθέντα αποτύγχανε, η σφαγή θα συνεχιζόταν μέχρι του τελευταίου νηπίου.

    Για να φέρει εις πέρας το εγχείρημα που είχε αναλάβει, ο πάστορας ναύλωσε ιταλικό εμπορικό με το όνομα «Κωνσταντινούπολις», που βρήκε στη Σμύρνη. Επιβίβασε δύο χιλιάδες εξαθλιωμένους Ελληνες και τους αποβίβασε στη Μυτιλήνη. Αποβιβαζόμενος δε στη Μυτιλήνη, συνάντησε τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή στρατηγό Φράγκο. Ο οποίος, όμως, του αρνήθηκε τη διάθεση πλοίων.

  • Το «Κιλκίς» στο λιμάνιΑπερχόμενος απελπισμένος από τη συνάντηση αυτή, ο Asa Jennings αντελήφθη ότι στο λιμένα πλησίαζε ένα θωρηκτό – το οποίο μετά από λίγο και αγκυροβόλησε: ήταν το «Κιλκίς». Διαπιστώνοντας δε ότι ήταν ελληνικό, ο πάστορας προσέτρεξε προς αυτό, με την ελπίδα κάποιος να τον ακούσει. Και αφού επιβιβάσθηκε, ζήτησε να τον δεχτεί ο κυβερνήτης.

    Ηταν η 10η/23η Σεπτεμβρίου, πρωί. Ο πλοίαρχος Ι. Ε. Θεοφανίδης τον εδέχθη αμέσως.

    Ο πάστορας τον ενημέρωσε επί της καταστάσεως στη Σμύρνη και του υπέβαλε την πρότασή του, ενημερώνοντάς τον συγχρόνως για τη συμφωνία του με τον Κεμάλ. Κατόπιν δε αυτού, ο κυβερνήτης επικοινώνησε διά σήματος με τον υπουργό των Ναυτικών και τον πρωθυπουργό Νικόλαο Τριανταφυλλάκο και ζήτησε την έγκρισή τους.

    Ακολούθησαν άλλα δύο σήματα. Μετά την αποστολή του τελευταίου σήματος, αργά το βράδυ της αυτής ημέρας, η κυβέρνηση απήντησε θετικά, αποδεχόμενη την πρόταση. Αφού δε έλαβε την έγγραφη έγκριση της κυβερνήσεως, ο κυβερνήτης του θωρηκτού διέταξε τους πλοιάρχους των εκεί αγκυροβολημένων εμπορικών να προσέλθουν στο «Κιλκίς». Ορισμένοι καπεταναίοι αρνήθηκαν να εκτελέσουν την εντολή, προφασιζόμενοι βλάβες. Τότε όμως ο πλοίαρχος Ι. Ε. Θεοφανίδης τους είπε χωρίς περιστροφές ότι θα τους περάσει ναυτοδικείο επί τόπου. Και κατόπιν αυτού πάσα αντίρρηση έπαυσε.

    Με το πρώτο φως της ημέρας τα 26 ατμόπλοια, με επικεφαλής τον πάστορα Jennings στο πρώτο εμπορικό πλοίο, ξεκίνησαν μαζί για τη διάσωση των εναπομενόντων ζωντανών Ιώνων της Σμύρνης.

    *Υποναύαρχος Π.Ν. ε.α.

  • cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1
  • ελευθεροτυπία 22-9-2013

cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

Hervé Georgelin,Παραφωνίες στα γαλλικά αρχεία σχετικά με την καταστροφή της Σμύρνης

Το ότι καταστράφηκε η Σμύρνη τέσσερις μέρες μετά την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων του εθνικιστή ηγέτη Μουσταφά Κεμάλ πασά και πέντε μέρες μετά το τέλος της ελληνικής διοίκησης της πόλης, πρέπει να είναι πασίγνωστο. Ξέρουμε επίσης ότι το ζήτημα της ευθύνης της πυρκαγιάς ήταν θέμα-ταμπού, το οποίο δεν ήθελαν οι δυνατοί εκείνης της εποχής να ερευνήσουν σοβαρά.

Η εγκληματική φύση της πυρκαγιάς ήταν αναμφισβήτητη και αναγνωρίστηκε από διάφορα δικαστήρια στη Δύση, γιατί οι μεγαλέμποροι και οι διεθνείς εταιρείες που έπαθαν ζημιές στην καταστροφή της πόλης κατέβαλαν κάθε δικαστική προσπάθεια να αποζημιωθούν από ασφαλιστικές εταιρείες, όπως το δείξαμε σε προηγούμενη ανακοίνωση σε συνέδριο που οργανώθηκε τις 9 Δεκεμβρίου 2012 στη Νέα Ερυθραία, από το «Κέντρο Μελέτης του Μικρασιατικού Ελληνισμού της Χερσονήσου της Ερυθραίας» του Δήμου Κηφισιάς.

Μόνο που κανείς δικαστής δεν ήθελε να ονομάσει τους εμπρηστές, παρουσιάζοντας το γεγονός ως αδιαφανή υπόθεση σε χαοτική κατάσταση. Ή ακόμα εμφάνιζαν την πυρκαγιά ως πολιτική υπόθεση, για την οποία τα δικαστήρια δεν ήταν αρμόδια να αποφανθούν. Εκείνες οι ηθικά δειλές δικαστικές κρίσεις προστάτευαν όμως επιδέξια τα συμφέροντα των δυτικών ασφαλιστικών εταιρειών, που δεν ήθελαν να αποζημιώσουν τους πελάτες τους.

Κακός οιωνός…

Λιγότερο γνωστό όμως είναι το γεγονός ότι και στα διπλωματικά αρχεία του γαλλικού κράτους δίνονται απαντήσεις για την ταυτότητα των εμπρηστών από πληροφορητές που θεωρούνται αξιόπιστοι. Τέτοιος είναι ο Γάλλος διπλωμάτης Michel Graillet, που διηύθυνε το γαλλικό προξενείο στις ασταθείς συνθήκες που δημιούργησαν οι δυτικές δυνάμεις στις συνεδρίες της Σύσκεψης Ειρήνης, απ’ όπου όμως επέλεξαν να απουσιάσουν οι Ιταλοί εκπρόσωποι (ήταν κακός οιωνός), μετά τη Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920).

Μετά τη σημαντική αλλαγή της πολιτικής της Ιταλίας και της Γαλλίας από τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 1921, δημιουργήθηκαν νέες διεθνείς σχέσεις και έγιναν συμφωνίες με την καινούργια εξουσία του Κεμάλ πασά. Ο Κεμάλ πασάς είχε καταφέρει να κερδίσει την υποστήριξη σε χρήματα και όπλα του καινούργιου σοβιετικού καθεστώτος του Λένιν τον Φεβρουάριο του 1921. Στις 20 Οκτωβρίου του 1921 η Γαλλία υπέγραψε κιόλας τη Συμφωνία της Αγκυρας με την κεμαλική εξουσία, με βάση την οποία εκκένωσε τη νότια Κιλικία (περιοχή γύρω από τα Αδανα) χωρίς να μεσολαβήσει κάποια αποφασιστική γαλλική στρατιωτική ήττα.

Οι διαδοχικές ανακωχές του 1920 (από τον Ιούλιο 1920) που δεν έγιναν σεβαστές εκ μέρους των κεμαλικών, όπως το δείχνει ο σημερινός Τούρκος ιστορικός Οσμάν Κιοκέρ, εξέφρασαν μάλλον την ατονία των γαλλικών αρχών μετά τον ευρωπαϊκό πόλεμο, ο οποίος είχε γίνει κατά μεγάλο βαθμό στο γαλλικό έδαφος που άφησε τη δήθεν Μεγάλη Δύναμη εξαντλημένη. Αυτή η ατονία υπήρξε πριν από την εκλογική ήττα του Ελ. Βενιζέλου και πριν από την επιστροφή στην εξουσία του γερμανόφιλου βασιλιά Κωνσταντίνου.

Η συμμαχία με τους κεμαλικούς

Η ριζική ανατροπή της φιλελληνικής πολιτικής της γαλλικής κυβέρνησης συνοδεύθηκε από την αποχώρηση από τη Σμύρνη του διπλωμάτη Lucien Laporte, ο οποίος εστάλη στην Κιλικία για να διαπραγματεθεί με τους κεμαλικούς την πρακτική παράδοση της νότιας Κιλικίας. Ο Laporte αντικαταστάθηκε από τον Michel Graillet, στον οποίο, δε, δόθηκε ο τίτλος του γενικού προξένου.

Η έλλειψη συνέπειας της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής με ανακωχές με τους κεμαλικούς πριν από τη Συνθήκη Σεβρών και η διπλωματική διγλωσσία που συνοδεύθηκε από τη στρατιωτική και διπλωματική ενίσχυση του κεμαλικού καθεστώτος, γίνονται σαφείς στα διπλωματικά αρχεία. Μικρή σημασία δινόταν σ’ ό,τι έγραφε ο Michel Graillet, παρ’ ότι ο ίδιος βρισκόταν στη Σμύρνη και κοντά στον πληθυσμό, μεταξύ του οποίου υπήρχε τότε σημαντικός αριθμός Γάλλων υπηκόων και Γάλλων προστατευομένων. Αντίθετα, δινόταν μεγάλη σημασία και προσοχή σε ό,τι και να έγραφαν ο στρατηγός Pelle στην Κωνσταντινούπολη, που είχε τον τίτλο «Υπατος Αρμοστής της Δημοκρατίας εν Ανατολή», και ο ναύαρχος Dumesnil, επικεφαλής του γαλλικού στόλου στον Κόλπο της Σμύρνης. Υπήρχε σαφής διχασμός μεταξύ των Γάλλων διπλωματών, ανάλογα με την εγγύτητά τους στο πολιτικό κέντρο στο Παρίσι.

Η πυρκαγιά…

Ο στρατηγός Pelle στάλθηκε από τον ίδιο τον Raymond  Poincare στη Σμύρνη για να συντάξει γραπτή έκθεση περί των υπευθύνων για την πυρκαγιά. Αυτή η έκθεση θα φτάσει στη Γαλλία μετά την άφιξη των Γάλλων προσφύγων, των ίδιων που ομόφωνα κατήγγελλαν το νέο καθεστώς για την καταστροφή της Σμύρνης. Εν τούτοις, η έκθεση του Pelle και οι υπηρεσιακές επιστολές του Dumesnil «εκμηδένισαν» τις μαρτυρίες που διαφωνούσαν με τη δική του ερμηνεία για τα γεγονότα. (Δείτε Αρχεία του Γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών, Σειρά: Levant, Υποσειρά: Turquie, Αρ. 55, φύλλο αρ. 96, Τηλεγράφημα του Υπάτου Αρμοδίου της Γαλλικής Δημοκρατίας στην Ανατολή, στρατηγού Pelle στον υπουργό Εξωτερικών, σταλμένη τις 23 Σεπτεμβρίου 1922.) Ο ναύαρχος και ο «Υπατος Αρμοστής της Δημοκρατίας εν Ανατολή» αθώωναν το καινούργιο εθνικό τουρκικό καθεστώς στη Σμύρνη, παρά τη μαρτυρία του προξένου στη Σμύρνη.

Τουρκικό απεταξάμην…

Ο Michel Graillet έγραψε τις 20 Σεπτεμβρίου 1922, ύστερα από μια επίσκεψή του στην ξηρά (είχε βρει καταφύγιο στο θωρηκτό «Edgar Quinet» γιατί το γαλλικό προξενείο κάηκε εντελώς): «Οι Τούρκοι περισσότερο από ποτέ επαναλαμβάνουν σε όποιον θέλει να ακούσει τέτοια ότι δεν είναι υπεύθυνοι για την πυρκαγιά και ότι δεν τους συνέφερε να διαλύσουν τη Σμύρνη. Μπορούμε να απαντήσουμε σ’ αυτό το επιχείρημα ότι τους συνέφερε και να σταματήσουν τη μάστιγα. Ομως, σ’ αυτή την κατεύθυνση καθόλου δεν προσπάθησαν. Ο στρατός ικανοποιήθηκε με τη σφαγή αβλαβών ανθρώπων, πρώτα με το τουφέκι και μετά με χτυπήματα κοντακιού για να αποφύγουν να ακουστούν, και με τη λεηλασία των εκκενωμένων σπιτιών». (Δείτε Αρχεία του Γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών, Σειρά: Levant, Υποσειρά: Turquie Αρ. 55, φύλλα αρ. 70 και ακ., επιστολή του Michel Graillet, πρόξενος της Γαλλικής Δημοκρατίας στον πρόεδρο Συμβουλίου και υπουργό Εξωτερικών, Raymond Poincare, σταλμένη τις 20 Σεπτεμβρίου 1922, Ελληνοτουρκικός πόλεμος, Πυρκαγιά της Σμύρνης.)

Εν κατακλείδι, πρέπει να υποσημειώσουμε ότι ο Michel Graillet έπαθε νευρική κατάθλιψη τον Οκτώβριο του 1922. Υποθέτω ότι η ίδια η εμπειρία της πυρκαγιάς ήταν βαριά, αλλά θεωρώ πιο σίγουρο ότι η διαστροφή των γεγονότων, η αδιαφορία των ανωτέρων του για τις δικές του επίσημες επιστολές και αναφορές, σαν να μην είχε σχέση με την ιστορία αυτή, τον πλήγωσε ακόμα πιο βαθιά. Αυτός ο έμπειρος διπλωμάτης ενός κράτους που παρουσιάζεται σαν παράδειγμα δημοκρατίας κατ’ αρχήν και συχνά ενσάρκωσης του Λόγου εν δράσει επί γης έπρεπε να αποδεχθεί την ανοησία της Raison d’Etat. Τελικά, παρ’ όλη τη φαινομενικά καιροσκοπική της διπλωματία, η Γαλλία δεν μπορούσε να κρατήσει τη θέση της στην ανατολική Μεσόγειο όπου παίζει σήμερα μηδενικό ρόλο. Ποιος τη λυπάται;

* Ο ιστορικός Herve Georgelin έγραψε το βιβλίο «La fin de Smyrne: du cosmopolitisme aux nationalismes», Παρίσι, εκδ. CNRS Editions, 2005. Το βιβλίο εκδόθηκε και στην Ελλάδα με τίτλο «Σμύρνη. Από τον κοσμοπολιτισμό έως τους εθνικισμούς», από τις εκδόσεις Κέδρος, 2007.

cf83ceaccf81cf89cf83ceb70005-1

72 Σχόλια

  1. Ενδιαφέρον έχει η απάντηση της μοναρχικής κυβέρνησης του Τριανταφυλλάκου στο πρώτο σήμα του Θοφανίδη από το «Κιλκίς». Έθετε 5 όρους για να αποδεχτεί την πρόταση του Asa Jenings. Η πρώτη -και σημαντικότερη εφόσον ιεραρχήθηκε από τους συντάκτες ως πρώτη- έθετε ως προϋπόθεση, το οικονομικό κόστος της επιχείρηση σωτηρίας των μικρασιατικων πληθυσμών της Σμύρνης να καλυφθεί από τους Αμερικανούς και όχι από τα κρατικά κονδύλια του Ελληνικού Βασιλείου. Δηλαδή για να γίνει αποδεκτό το σχέδιο σωτηρίας του άμαχου πληθυσμού που ήδη κατασφαζόταν από τα στρατεύματα και τους άτακτους του Μουσταφά Κεμάλ, έπρεπε να πληρώσουν άλλοι. Ουδόλως αφορούσε ο ελληνισμός της Ανατολής τους μοναρχικούς κυβερνήτες της «μικράς πλην εντίμου».

    «…Five conditions were laid down by the government reply.
    First, the American must assume financial responsibility for the ships. That was easy: out ot his salary of something like twenty-five hundred dollars a year, Jennings could readily accept personal responsibility for a few million dollars’ worth of shipping.

    Second, the American himself must assume the command of the fleet, and ride on the bridge of the first ship entering Smyrna—so that possible mines or bombardments would have a personal significance to him. Sure; where else would a Yankee be than in the front of an adventure? That trip on the bridge made Jennings a brevet “commodore,”

    Third, the American must secure the permission of the Turkish Government for the Greek ships to enter and leave the Smyrna harbor. Not so easy. By way of the American destroyer that had come for him, Jennings wireiessed the ranking naval officer in Smyrna to see the governor and get the permission demanded. Within an hour word came back that the Turks agreed to let the ships enter, but were non-committal about letting them leave. A wartime Y.M.C.A. conscience was equal to construing this as the necessary permission.

    Fourth, an American war-ship must meet the Greek passenger flotilla as it entered Smyrna harbor and escort it to dock. Clearly outside the functions of a neutral navy! Still, Jennings knew his compatriots in blue, and he could make sure that there would be a destroyer quite accidentally in the channel offing the next morning that the Greek ships could follow. So, watching his words, that condition could be met.

    Fifth, the American must take active charge of the evacuation and of the direction of the ships engaged in it. Naturally; what was the management of the embarkation of three hundred and fifty thousand panicky Greeks, mostly women and children, to an assistant secretary of the Y.M.C.A.?

    If these conditions were met, proceeded the Athens despatch, “the American” could have not only the twenty-five ships at Mitylene, but also twenty-five other ships from Pircus. “Done,” replied “the American.” To the admiral of the Greek navy the despatch was shown. Jennings was prepared to take over at once the Greek merchant fleet for immediate departure for Smyrna….»

  2. Μια ερώτηση on

    Ως απογονος σφαγιασθεντος στη Σμύρνη, εχω μια απορια αναπαντητη τοσα χρονια:

    Γιατι το Ελληνικο Πολεμικο Ναυτικο απουσιαζε απο την περιοχη της Σμύρνης τις μερες της καταστροφής. Δεν μπορουσαν να ριξουν 10 κανονιες να υποστηριξουν τον αμαχο πληθυσμο. Γιατι περιμεναμε τις ξενες δυναμεις να σωσουν τους προσφυγες? Η ελληνικη ναυτιλια (πολεμικο και εμπορικο) που βρισκότανε?

    Αν εχετε καποια εξηγηση, καποια βιβλιογραφία κλπ μου στελνετε μια απάντηση

    με εκτιμηση

    • Ευαγγελος Γαλουσης on

      Aν το ερωτημα δεν ειναι ρητορικο τοτε την απαντηση θα την βρειτε στη σκεψη οτι η Ελλαδα δαν βρηκε μονον την Δημοκρατια αλλα και την προδοσια. Η πρωτη κατα καιπους χανοτανε η δευτερη ποτε

  3. @ Η μοναρχική κυβέρνηση των Αθηνών δεν ενδιαφέρθηκε για τη μοίρα του μικρασιατικού ελληνισμού. Κατ’ αρχάς δεν επέτρεψε τους Ίωνες, μέσω της οργάνωσης Μικρασιατική Άμυνα, να συγκροτήσουν δικό τους στρατό απαλλαγμένο από τις συμμαχικές υποχρεώσεις που είχε ο στρατός του Ελληνικού Βασιλείου και να ανακηρύξουν την Ιωνία ως ανεξάρτητο κράτος δημιουργώντας έτσι τετελεσμένα.

    Η Μικρασιατική Άμυνα το ζήτησε την Άνοιξη του ’22 έχοντας τη σύμφωνη γνώμη του αρχιστράτηγου Αν. Παπούλα. Ο Γούναρης απέρριψε αυτή την πρόταση και αντιθέτως ζητήθηκε ο αφοπλισμός των ελληνικών πολιτοφυλακών που είχαν δημιουργηθεί. Παράλληλα είχε αποδεχτεί το σχέδιο των συμμάχων για αποχώρηση από τη Μικρά Ασία και ειρήνευση με τον Κεμάλ. Την ίδια στιγμή ψήφισε το νόμο με τον οποίο απαγορευόταν η άφιξη στην Ελλάδα πολιτών χωρίς βίζα. Ο νόμος αφορούσε ολοκληρωτικά τους Μικρασιάτες, οι οποίοι τυπικά ήταν οθωμανοί υπήκοοι.

    Τα σχέδια της κυβέρνησης για «ομαλή» αποχώρηση του ελλ. στρατού από τη Μικρά Ασία δεν υλοποιήθηκαν λόγω της κατάρρευσης του μετώπου. 4 ημέρες μετά την πρώτη νίκη των κεμαλικών στρατευμάτων η κυβέρνηση αποφασίζει την άμεση εκκένωση. Ούτε άμυνα στη Σμύρνη, έστω για την τιμή των όπλων, ούτε καν διατήρηση του ελέγχου της Χερσονήσου της Ερυθραίας, που στρατιωτικά -λόγω της τοπογραφίας και της ύπαρξης ενός ισχυρού ελλ. στόλου- ήταν εφικτή. Για τον πληθυσμό, ελληνικό και αρμενικό, δόθηκε η εντολή με τηλεγράφημα του Γούναρη προς τον Στεργιάδη να μην επιτραπεί η αναχώρησή του.

    Σας προτείνω δύο παλιότερα κείμενα:

    Eλλάς και Μικρά Ασία: μια ανεξερεύνητη σχέση

    O αντιπροσφυγικός αναθεωρητισμός σε μέρη τρία

    Επίσης όλα όσα έχω γράψει για τα μικρασιατικά και έχω αναρτήσει στο μπλογκ μου, βρίσκονται ΕΔΩ

  4. […] Πηγή: enet.gr, kars1918.wordpress.com pontos-news.gr […]
  5. » Young Turks’ Crime Against Humanity» και δύο κείμενα του Δρόμου!…
    ——————————————————————————————-

    Akcam receives MESA’s Prestigious Hourani Book Prize for a book on Armenian Genocide
    http://www.armradio.am/en/2013/10/15/akcam-receives-mesas-prestigious-hourani-book-prize-for-a-book-on-armenian-genocide/

    Taner Akçam’s work on Armenian Genocide recognized best book of year in U.S.
    http://armenpress.am/eng/print/736618/taner-ak%C3%A7ams-work-on-armenian-genocide-recognized-best-book-of-year-in-us.html

    Για τη συγκρότηση της ιστορικής μνήμης,Του Αντώνη Κάλφα.
    http://tinyurl.com/ltkjm8d

    91 χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Του Στέργιου Π. Θεοδωρίδη
    http://tinyurl.com/n7x63ys

  6. 31 Αυγούστου 2013

    Αφιέρωμα: Οι τελευταίες μέρες της Σμύρνης

    Ο Γάλλος δημοσιογράφος Rene Puaux,περιγράφει στο βιβλίο του “Οι τελευταίες μέρες της Σμύρνης”, την πυρπόληση της πόλης.

    Φτάνουμε έτσι στην τραγική μέρα της πυρκαγιάς. Εδώ πρέπει να καταθέσουμε πριν απ” όλα τη μαρτυρία ενός Ευρωπαίου (που επιθυμεί να μη δημοσιευθεί το όνομα του), ο οποίος δέχθηκε εκείνο το πρωί από το στόμα των γιων του Τούρκου δημάρχου της Σμύρνης, με τους οποίους είχε σχέσεις, τη διαβεβαίωση πως δεν υπήρχε φόβος για τίποτα, διότι η φωτιά, όπως του είπαν, δε θα έκαιγε παρά μόνο την Αρμενική συνοικία.

    Τη φωτιά την έβαλαν πράγματι μετά από ώριμη σκέψη και προμελέτη στην Αρμενική συνοικία την Τετάρτη, λίγο μετά το μεσημέρι.
    Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κ.κ. Γ. Αποσπέρη και Δ. Πετρόχειλου, αλλά και της κυρίας Μαργαρίτας Γκαβανά, τη φωτιά την έβαλαν διαδοχικά (ανά τέταρτο της ώρας) πρώτα στην Αρμενική περιοχή, μετά στη συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου, μετά στην Αρμενική εκκλησία, στη συνοικία των Μεγάλων Ταβερνών, στη συνοικία της Αγοράς, στις συνοικίες Άγιος Νικόλαος, Ελ-μάς σοκάκ, Άγιος Δημήτριος. Εκπυρσοκροτήσεις συνόδευαν το άναμμα κάθε εστίας της πυρκαγιάς.

    Οι κύριοι Γρηγόρης Αποσπέρης και Δημήτρης Πετρόχειλος και η κυρία Μαργαρίτα Γκαβανά δηλώνουν πως τις τρεις ημέρες πριν την πυρκαγιά AFIERVMA-SMYRNA-FOTIA (2)υπήρξε μια συνεχής παρέλαση αυτοκινήτων που μετέφεραν στην Τουρκική συνοικία και στους στρατώνες εμπορεύμα τα τα οποία είχαν κλαπεί από την Αρμενική συνοικία.

    Ο Γάλλος μάρτυρας που, όπως αναφέρθηκε από τη Revue de Paris αποβιβάστηκε στο Κορδελιό το πρωινό της 13ης του μηνός, είχε σημειώσει πως οι στρατιώτες που περνούσαν, γίνονταν όλο και πιο αλαζόνες. Δεν ήταν πια οι γενναίοι Τούρκοι της Σμύρνης που ξέραμε, αλλά ορεσίβιοι απ” την ενδοχώρα, που ο Κεμάλ είχε προσελκύσει με υποσχέσεις για λεηλασίες. Δεν έβλεπαν καμιά διαφορά μεταξύ Ελλήνων, Αρμενίων ή Ευρωπαίων. Γι΄ αυτούς όλοι ήταν «γκιαούρηδες» ή χριστιανοί. Χτυπούσαν ή σκότωναν όσους δύστυχους συναντούσαν στο δρόμο και απήγαν όλες τις γυναίκες.

    «Το πρωί της ημέρας που ξέσπασε η πυρκαγιά», λέει ο αιδεσιμότατος Dobson, «η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σε τέτοιο σημείο, που υπήρξε γενική επιβίβαση στα πλοία και αναχώρηση των Ευ ρωπαίων. Ο γενικός πρόξενος σερ Harry Lamb ήρθε αυτοπροσώπως στο βρετανικό μαιευτήριο να μας πει ότι έπρεπε επειγόντως να φύγουμε. Με παρακάλεσε να μεταδώσω το μήνυμα σε ορισμένα άλλα πρόσωπα τα οποία είχα καταχωρίσει σε κατάλογο για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αυτό μου πήρε όλη τη μέρα. Επειδή κάποιοι μου επεσήμαναν την απουσία ορισμένων ονομάτων από τη λίστα μου, χρειάστηκε να εισχωρήσω πιο βαθιά στην πόλη, απ” όσο υπολόγιζα σύμφωνα με το αρχικό μου σχέδιο. Στους δρόμους των κάτω συνοικιών παραβρέθηκα στο απεγνωσμένο φευγιό ενός πανικό βλητου πληθυσμού που ήταν φορτωμένος με παιδιά, κλινοσκεπάσματα και κάθε λογής αντικείμενα. Υπήρχαν τραυματίες. Βλέπω ακόμα έναν άνδρα με το στόμα γεμάτο αίματα. Ακούγονταν εκ πυρσοκροτήσεις πυροβόλων, ουρλιαχτά τρόμου. Ένας άνδρας με τους δύο του μηρούς διατρυπημένους και τη μία γάμπα σπασμένη φώναζε «βοήθεια», αλλά ο κόσμος έφευγε χωρίς να σταματά. Όσο για τους Τούρκους, εκείνοι λεηλατούσαν απροκάλυπτα τα σπίτια. Η ατμόσφαιρα ήταν σε τέτοιο βαθμό βαριά, που άρχισα να φοβάμαι πως η διαταγή για επιβίβαση θα έφτανε πολύ αργά». Και ο αιδεσιμότατος Dobson προσθέτει:

    «Έμεινα εμβρόντητος βλέποντας —τόσο στην Ιταλία, όσο και| στη Γαλλία— ορισμένους κύκλους να μην πιστεύουν πως τα τουρκικά AFIERVMA-SMYRNA-FOTIA (1)στρατεύματα ήταν υπεύθυνα για την πυρπόληση της Σμύρνης. Μέχρι τώρα δεν έχω συναντήσει κανέναν από εκείνους που ήταν σε θέση να ξέρουν, που να μην έχει διαψεύσει κατηγορηματικά τον ισχυρισμό ο οποίος επιδιώκει να ρίξει στους Αρμένιους την ευθύνη για την πυρκαγιά. Στη διάρκεια του μήνα που πέρασα στο | λοιμοκαθαρτήριο της Μάλτας, όσοι ανήκαμε στην προσφυγική μας ομάδα, διασταυρώσαμε τις μαρτυρίες μας και τις εμπειρίες μας και, όταν συνειδητοποιήσαμε ότι προσπαθούσαμε να απαλλάξουμε τους Τούρκους από τις ευθύνες τους, ζητήσαμε από τον επίσκοπο του Γιβραλτάρ, που μας έκανε επίσκεψη, να ευαρεστηθεί να δεχθεί τις καταγγελίες μας. Συγκεντρωθήκαμε στο σπίτι του υποδιοικη τή. Ήταν εκεί οι κύριοι Herbert Whittalο πρεσβύτερος, Robert Hadkinson και ο γιος του, I.Epstein και οι τρεις αγγλικανοί ιερείς της Σμύρνης, του Μπουρνόβα και του Μπουτζά. Η έκθεση | των καταθέσεων μας βρίσκεται στην Gibraltar Diocese Gazette (αρ. 2, τόμ. VI, Νοέμβριος 1922). Η εμπεριστατωμένη γνώμη των | επτά μαρτύρων αξίζει κάθε σεβασμού. Γνώμονας τους ήταν η αλή θεια και μόνο. Όλοι διέθεταν εξαιρετικά μέσα, ώστε να σχηματίσουν προσωπική γνώμη είτε εξ αυτοψίας είτε από πληροφορίες. Αποκλείοντας κάθε υστερία, κάθε αδυναμία, οφειλόμενη σε προ σωπικές απώλειες, κάθε ανθρώπινη τάση για υπερβολή, μέσα από τις μαρτυρίες προβάλλει ένα επίσημο κατηγορητήριο εναντίον των Τούρκων που δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν την πειθαρχία. Έτσι τα φανατικά στοιχεία, σ” ένα παραλήρημα ξενοφοβίας που συντηρή θηκε από την άδεια να πλιατσικολογούν επί τρεις μέρες, έβαλαν φωτιά στην πόλη, με σκοπό να ξεριζώσουν όλους τους μη μουσουλ μάνους.

    Οι φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν από τους Τούρκους, όσον αφορά τους Χριστιανούς, δεν είναι ένα απροσδόκητο φαινόμενο, αλλά το AFIERVMA-SMYRNA-FOTIA (7)αποτέλεσμα συνεπούς πολιτικής. Το μίσος πήρε όλες τις μορφές. Πυροβόλησαν παιδιά, βίασαν και δολοφόνησαν γυναίκες. Ό αδελφός του προξένου της Ρουμανίας στη Σμύρνη είδε με τα ίδια του τα μάτια τον Έλληνα ιερέα του Μπουτζά σταυρωμένο στην πόρτα του κ. Gordon. Οι Τούρκοι του είχαν καρφώσει πέταλα στα χέρια και στα πόδια. Ήταν νεκρός, όταν ο αδελφός τοy προαναφερθέντος προξένου του φίλησε το χέρι, εκφράζοντας για τε λευταία φορά το σεβασμό του».

    Ο κ.Joubert Γάλλος πολίτης, υπεύθυνος ενός τμήματος στο υποκατάστημα της Credit Foncier στη Σμύρνη, διηγήθηκε ενώπιον πολλών ατόμων, όταν έφθασε στη Μασσαλία, τα εξής:

    «Το βράδυ της μέρας που ξέσπασε η πυρκαγιά, είχα βγει από το σπίτι μου, που βρισκόταν σ” ένα δρόμο κάθετο στην οδό Χατζηστάμου πήγα στην οδό αυτή, για να πληροφορηθώ τι συνέβαινε. Πρέπει να σημειωθεί πως η πυρκαγιά δεν είχε ακόμα εξαπλωθεί σ” αυτή τη συνοικία. Εκεί συνάντησα μια ομάδα διακοσίων-τριακοσίων οπλισμένων Τούρκων. Αφού τους είπα ότι ήμουν Γάλ λος, τους ρώτησα τι έψαχναν. Μου απάντησαν απαθέστατα πως είχαν οδηγίες να ανατινάξουν και να κάψουν τα σπίτια της συνοικίας. Προσπάθησα τότε να τους μεταπείσω, αλλά μου απάντησαν: «Είναι ανώφελο, φύγετε, φύγετε!» Και πράγματι, λίγο χρόνο αφότου εγκατέλειψα το σπίτι μου, οι εμπρηστικές βόμβες άρχισαν να πέφτουν βροχή επάνω του».

    Η Αρμενική συνοικία είχε περικυκλωθεί πριν από την πυρκαγιά, για να εμποδιστούν οι κάτοικοι να διαφύγουν. Όσο για τη χρήση πετρελαίου, εμπρηστικών υλών και βομβών, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Ο Τσεχοσλοβάκος μάρτυρας τον οποίο έχω ήδη αναφέρει, βεβαιώνει πως είδε με τα ίδια του τα μάτια Τούρκους στρατιώτες και πολίτες να βάζουν φωτιά με τη βοήθεια βενζίνης, πετρελαίου και δυναμίτη. Είδε μάλιστα τα αυτοκίνητα στα οποία ήταν φορτωμένες αυτές οι εύφλεκτες και εκρηκτικές ύλες.

    Την ίδια καταγγελία κάνει και ένας άνθρωπος που ασχολείτο με το γαλλικό εμπόριο (του οποίου έχω το όνομα και τη διεύθυνση στη Γαλλία):

    «Είδα Τούρκους στρατιώτες να περιβρέχουν με πετρέλαιο σπίτια Χριστιανών και να βάζουν εμπρηστικές βόμβες. Τα μαγαζιά που βρίσκονταν AFIERVMA-SMYRNA-FOTIA (6)στην οδό Χατζηστάμου και ανήκαν σε Ευρω-παίους διαφόρων εθνικοτήτων, κάηκαν από τους Τούρκους. Μπορώ επίσης να σας διαβεβαιώσω ότι ο πρώην αρχηγός της τουρκικής αστυνομίας στο Κορδελιό, που είχε γυρίσει στη Σμύρνη μαζί με τα κεμαλικά στρατεύματα, οδηγούσε τους Τούρκους στρατιώτες». Έχω μπροστά μου την έκθεση του ηγουμένου, του επιτρόπου-οικονόμου και των άλλων μελών της Θρησκευτικής Ένωσης των Μεχιταριστών της Σμύρνης, των οποίων η έδρα είναι στη Βιέννη της Αυστρίας.

    Αυτή η Θρησκευτική Ένωση των Καθολικών έχασε στην πυρκαγιά το μοναστήρι της, την εκκλησία της και τα κτίρια. Τώρα είναι τελείως κατεστραμμένη.

    Οι Μεχιταριστές πατέρες γράφουν:
    «Σ” αυτή τη σύντομη έκθεση θα περιοριστούμε να πούμε αυτά που είδαμε εμείς, οι ιεραπόστολοι, οι εγκατεστημένοι στη Σμύρ νη, με τα ίδια μας τα μάτια:
    Στις 9 Σεπτεμβρίου, μόλις οι στρατιώτες του τουρκικού ιππικού έκαναν τη θριαμβευτική είσοδο τους στην Προκυμαία της Σμύρνης, ομάδες τουρκικές, οργανωμένες εκ των προτέρων, βγήκαν από τις κρυψώνες τους και αφού αναμείχθηκαν με τους Τούρκους στρατιώτες, κατευθύνθηκαν αρχικά προς την Αρμενική συνοικία, όπου παραβίασαν τις πόρτες, επιδόθηκαν σε σφαγές κι άρχισαν να λεηλατούν τα σπίτια. Μια άλλη τουρκική ομάδα και ιππείς, σταματημένοι στη γωνία των κυριοτέρων οδών, δολοφονούσαν τους περαστικούς, αφού πρώτα τους λήστευαν. Τότε ήταν που εκατοντάδες Αρμένιοι κατέφυγαν σ” εμάς, όπου βρήκαν στέγη και τροφή μέχρι την τελευταία μέρα. Μόλις άδειασαν τα αρμενικά σπίτια, οι Τούρκοι άρχισαν να κατευθύνονται προς την Ελληνική συνοικία που έτυχε της ίδιας μεταχείρισης με την Αρμενική. Όλοι οι δρόμοι στην Αρμενική και την Ελληνική συνοικία ήταν σπαρμένοι με πτώματα.
    Μια άλλη στρατιωτική ομάδα από κοινού με τον τουρκικό όχλο προέβαινε σε συστηματική λεηλασία των χριστιανικών μαγαζιών. Φορτηγά αυτοκίνητα του τουρκικού στρατού, φορτωμένα με λάφυ ρα, πηγαινοέρχονταν συνεχώς από την πόλη στην Τουρκική συνοικία. Πολλοί Τούρκοι στρατιώτες φορτωμένοι με μεγάλα δέματα περιφέρονταν στις Ευρωπαϊκές συνοικίες, για να τα πουλήσουν σ” οποιαδήποτε τιμή.

    Ήρθαν και σε μας, αναζητώντας αγοραστές. Μετά από τέσσερις μέρες λεηλασίας και σφαγών έβαλαν φωτιά στην Αρμενική και την Ελληνική συνοικία. Απειλούμενοι απ” όλες τις πλευρές από τη φωτιά, με τις φλόγες πυκνές να γλύφουν ήδη το κτίριο μας, που έγινε πράγματι παρανάλωμα, αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψουμε τη μονή μας και να καταφύγουμε μαζί με ό λους τους προσφυγές μας στον κήπο της Alliance Francaise, που είχε οριστεί εκ των προτέρων από το Προξενείο της Γαλλίας ως τόπος καταφυγής. Βγαίνοντας, ένας από τους πατέρες δέχθηκε ε πίθεση από τρεις στρατιώτες που με τα όπλα στραμμένα στο στήθος του απείλησαν να τον σκοτώσουν, αν δεν τους έδινε όλα του τα χρήματα και τη βαλίτσα του. Στο δρόμο που φεύγαμε, είδαμε άδεια μπιτόνια πετρελαίου και βενζίνης πεταμένα εδώ κι εκεί, κι ένα υγρό που κυλούσε στο δρόμο. Ήταν προφανώς πετρέλαιο ή βενζίνη, γιατί είχαμε δει Τούρκους στρατιώτες σ” ένα αυτοκίνητο με τη βοήθεια μιας αντλίας να καταβρέχουν μ” αυτά τα εύφλεκτα υλικά όλα τα σπίτια στο πέρασμα τους.

    Πριν καλά καλά αισθανθούν οι πρόσφυγες ασφαλείς από τις τουρκικές φρικαλεότητες στο μεγάλο κήπο της Alliance Francaise, οι φλόγες μας περιστοίχισαν απ” όλες τις πλευρές, απειλώντας να μας κάψουν ζωντανούς. Ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων βγήκε από εκεί, για να πάει στην Προκυμαία όπου θα έπρεπε να υπήρχε μεγαλύτερη ασφάλεια- τους θέρισαν, όμως, καθώς έφευγαν τα μυδραλιοβόλα που είχαν τοποθετηθεί από τις τουρκικές στρατιωτι κές αρχές στις γωνίες των παράλληλων δρόμων».
    Η δεσποινίς Θάλεια Βαλτζή καταθέτει ότι χάρη στο συνταγματάρχη Giordano, αξιωματικό-σύνδεσμο του Προξενείου της Ιταλίας, μπόρεσε να διασχίσει μαζί με τριάντα πέντε άλλα πρόσω πα, Ιταλούς και Έλληνες, με ένα φορτηγάκι και δυο αυτοκίνητα μάρκας Φορντ, το φράγμα που οι Τούρκοι είχαν στήσει γύρω από τη φλεγόμενη συνοικία του Καραγάτς. Τα αυτοκίνητα τα σταμά τησαν τέσσερις φορές Τούρκοι στρατιώτες, αλλά ο συνταγματάρχης Giordano, που ήταν επικεφαλής του μικρού μας καραβανιού, εξασφάλισε το δικαίωμα διέλευσης, βεβαιώνοντας πως εκείνοι κι εκείνες που τον συνόδευαν, ανήκαν στις οικογένειες του προσωπι κού του Ιταλικού Προξενείου.
    «Φθάνοντας στο Μπαϊρακλί», είπε η μάρτυς, «είδαμε πέντε κρεμασμένους, δύο άντρες και τρεις γυναίκες, τελείως γυμνούς». Η μάρτυς επικαλείται επίσης τη μαρτυρία του κ.Frank Dracopoli, Ιταλού, καθολικού το θρήσκευμα, που επιβεβαίωσε, παρουσία του συνταγματάρχη Giordano, πως είχε δει Τούρκους να χύνουν εύφλεκτες ύλες σε διάφορα κτίρια.

    Ο Γάλλος μάρτυρας που αναφέρεται από τη Revue de Paris, έγραψε:
    «Οι Τούρκοι πυροβολούσαν τους δύστυχους εκείνους ανθρώπους που ήθελαν να σωθούν από τις φλόγες. Το πλήθος συνέρρεε στις αποβάθρες, AFIERVMA-SMYRNA-FOTIA (4)σκόνταφτε κι έπεφτε μέσα στο νερό. Όσοι τα κατά φερναν, έβρισκαν άσυλο πάνω στα πλοία. Μια μηχανοκίνητη άκατος είχε γεμίσει τόσο, που αναποδογύρισε και πνίγηκαν όλοι όσους μετέφερε. Επιτέλους, τα πολεμικά πλοία έστειλαν βάρκες, για να σώσουν τον κόσμο. Προς τα μεσάνυχτα η φωτιά έφθασε στις απο βάθρες. Οι κραυγές του πλήθους έγιναν φοβερές. Έβλεπε κανείς φλεγόμενα ανθρώπινα σώματα να ρίχνονται στη θάλασσα. Ένο ένα τα σπίτια κατέρρεαν. Οι Τούρκοι κατάβρεχαν με πετρέλαιο το σπίτια που απέμεναν, και έρριχναν εμπρηστικές βόμβες, για νο προκαλέσουν νέες πυρκαγιές. Ήταν ένα θέαμα που θύμιζε την Κό λαση».

    Το πλήθος, διωγμένο εξαιτίας της φωτιάς από τα σπίτια, τα σχολεία, τα νοσοκομεία και τα διάφορα άλλα κτίρια όπου ο πληθυσμός έψαχνε να βρει καταφύγιο, είχε ορμήσει προς τις αποβάθρες με απερίγραπτο, χωρίς υπερβολή, πανικό. Η ζώνη που σχημάτιζε ο τουρκικός στρατός είχε καταφέρει να συγκρατήσει ένα μέρος και να το στρέψει και πάλι προς το μέρος της φωτιάς. Αυτή όμως η τεράστια μάζα των αλλοπαρμένων ατόμων έσπασε τα φράγματα και ξεχύθηκε προς το λιμάνι.

    Ο μητροπολίτης Εφέσου διηγείται:
    «Βρέθηκα κι εγώ μέσα στο πλήθος και κατέβηκα παρασυρμένος από το ρεύμα μέχρι την Προκυμαία. Εκεί παραβρέθηκα στις πιο τραγικές σκηνές. Άνδρες και γυναίκες προσπαθούσαν να φύγουν με τις βάρκες, για να βρουν καταφύγιο πάνω σε κάποιο ατμόπλοιο ή θωρηκτό από αυτά που βρίσκονταν μέσα στον κόλπο. Αλλά το πλάτος της Προκυμαίας ήταν σχετικά στενό, φρακαρισμένη καθώς ήταν από τις αποσκευές και τα ζώα. Έτσι, οι στρατιώτες του Κεμάλ, αφού απώθησαν αρχικά το πλήθος, άρπαξαν έπειτα τα νέα κορίτσια και τις γυναίκες, για να τις ατιμάσουν και τέλος να τις θανατώσουν ανελέητα. Στη συνέχεια έκαψαν τον κόσμο με τη βοήθεια πετρελαίου και βενζίνης που είχαν πετάξει προηγουμένως πά νω σε ανθρώπους και αποσκευές.

    Τότε ήταν, όπως είδαμε, που ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων ρίχτηκε στη θάλασσα, για να φτάσει κολυμπώντας στα αγκυ ροβολημένα πλοία. Στις βάρκες εισέβαλλαν μαζικά αυτοί που κα τάφερναν να γραπωθούν. Είδα να σέρνουν από τα μαλλιά γυναίκες, που προσπαθούσαν να τις σώσουν μ” αυτό τον τρόπο, γιατί δεν είχαν καταφέρει να ανέβουν πάνω στις βάρκες, ενώ τα κορμιά τους ακολουθούσαν μισοβυθισμένα στο νερό.

    Αιχμαλωτίστηκα από ένα τουρκικό απόσπασμα του οποίου ο αξιωματικός με κράτησε, για να με θανατώσει. Αλλά πεπεισμένος πως ήθελε χρήματα, για να με αφήσει να φύγω, του πρόσφερα το
    ρολόι μου και πέντε χρυσές λίρες έτσι με άφησε κι έφυγα. Στη συνέχεια ζήτησα βοήθεια από ένα αγγλικό απόσπασμα που στάθ μευε στην Προκυμαία- με δέχθηκαν από φιλανθρωπία και με επι βίβασαν σ” ένα αγγλικό εμπορικό πλοίο».
    Όταν η Προκυμαία πλημμύρισε, σε σημείο που μ” ένα μικρό σπρώξιμο οι άνθρωποι έπεφταν στο νερό, και η πυρκαγιά έφθασε στο ίδιο το λιμάνι, η μάζα των θυμάτων μεταφέρθηκε συμπαγής στην πλευρά του Μερσινλί (στο βόρειο μέρος της πόλης). Ας δούμε, όμως, τι αφηγούνται οι μάρτυρες:
    «Πολλοί διείσδυσαν στις σιταποθήκες του Δαραγάτς, άλλοι στο νεκροταφείο, άλλοι στον «Πανιώνιο», στο Ζυθοποιείο του Αϊδινίου, ενώ άλλοι έμεναν στο ύπαιθρο, στο Μερσινλί. Το α λαφιασμένο πλήθος που ξεχυνόταν ορμητικά από τα σπίτια του, το τσαλαπατούσαν οι καμήλες και τα αυτοκίνητα, και οι Τούρκοι στρατιώτες το ξέσχιζαν με ξιφολόγχες, το λήστευαν, το έκλεβαν, το απογύμνωναν. Τη νύχτα οι στρατιώτες ρίχτηκαν πάνω σ” αυ τούς που παρέμεναν στο ύπαιθρο χωρίς κατάλυμα- έκλεβαν τις νέες κοπέλες, τις έγδυναν, τις βίαζαν. Το πλήθος δεν είχε τροφή και έσβηνε τη δίψα του με το νερό από ένα μικρό ποταμάκι του οποίου οι όχθες ήταν στρωμένες με πτώματα».

    Ένας άλλος μάρτυρας, ο κ.Jacob Milios, πράκτορας μιας ασφαλιστικής εταιρείας, που έψαχνε για καταφύγιο στο ελληνικό νεκροταφείο στο Μερσινλί, υπολογίζει σε 12.000 τον αριθμό εκείνων που είχαν μαζευτεί εκεί. Αναγνώρισε μέσα στο πλήθος τον αρχιδιάκονο Σμυρνης με ρούχα εργάτη. Εκεί έγιναν πράγματα που με μεγάλη δυσκολία τολμάει κανείς να τα διηγηθεί! Κάποιοι δυστυχισμένοι γονείς είχαν κρύψει τις κόρες τους στο εσωτερικό οικογενειακών τάφων και είχαν καθήσει πάνω στην ταφόπετρα. Οι Τούρκοι στρατιώτες ανακάλυψαν αυτές τις κρύπτες, απομάκρυναν τους γονείς με χτυπήματα υποκόπανων και βίασαν τα νεαρά κορί τσια μέσα στους ίδιους τους τάφους, για να τα σφάξουν στη συνέχεια.

    Αυτά τα γεγονότα επιβεβαιώνονται και από έναν άλλο μάρτυρα, τον κ. Antoine Ε…, που έγραψε:
    «Οι πληγέντες, αναμεμειγμένοι με τους πρόσφυγες από την ενδοχώρα, οι οποίοι όταν έγινε η υποχώρηση του ελληνικού στρατού, είχαν AFIERVMA-SMYRNA-FOTIA (3)εισρεύσει στην πόλη, είχαν συγκεντρωθεί στο ύπαιθρο, στα πρόθυρα της Σμύρνης, στη ζώνη Δαραγάτς, Χαλκά Μπουνάρ, Μερσινλί, Αγίας Τριάδας. Η έξοδος από τη ζώνη είχε απαγο ρευτεί αυστηρά από τους Τούρκους ιππείς και στρατιώτες που επιτηρούσαν στενά τα περίχωρα. Η ζώνη περικυκλώθηκε τελείως από το Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου.
    Οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες του τουρκικού στρατού άρχι σαν να εισδύουν στους χριστιανικούς καταυλισμούς που βρίσκονταν στην εν λόγω ζώνη, για να απαγάγουν τις ωραίες γυναίκες και τα όμορφα κορίτσια.
    Η φρίκη από τις σκηνές που διαδραματίστηκαν, είναι πέρα από κάθε φαντασία- πολλές από αυτές τις άμοιρες παραμορφώνονταν, για να φαίνονται άσχημες- άλλες που αντιστέκονταν, θανατώθηκαν από αυτά τα τέρατα- άλλες κρύβονταν στους τάφους και στα μαυ σωλεία του νεκροταφείου των Ορθοδόξων άλλες τις πήραν μαζί τους αυτά τα κτήνη. Πολλοί άνδρες που θέλησαν να προστατέψουν τις γυναίκες τους, τις αδελφές ή τις συγγενείς τους από τις επιθέ σεις των Τούρκων, σκοτώθηκαν επί τόπου».

    Ο εφημέριος του Μερσινλί καταθέτει:
    «Αφού με αιχμαλώτισαν οι Τούρκοι, με οδήγησαν στο Μερσινλί πιστεύοντας πως είχα κρυμμένα τα χρήματα και τα ιερά σκεύη της εκκλησίας. Μέσα στην εκκλησία έγινα μάρτυρας μιας τρομερής σκηνής. Εκεί βρισκόταν ξαπλωμένο το πτώμα μιας νεαρής κοπέ λας που γνώριζα, της Ευλαμπίας από το Μερσινλί- προφανώς την είχαν βιάσει. Έφερε πληγές από ξιφολόγχη στο στήθος. Μπροστά στο εικονοστάσι βρισκόταν το πτώμα μιας άλλης κοπελίτσας, πολύ πιο νέας, μόλις δεκαπέντε ετών, που είχε υποστεί την ίδια κακοποίηση. Δεν μπόρεσα να την αναγνωρίσω, γιατί το κεφάλι της ήταν διογκωμένο. Οι Τούρκοι αντί να συγκινηθούν μπροστά σ” αυ ό το θέαμα, έλεγαν με περιφρόνηση: «Τι κάνουν ο Χριστός σου και η Παναγιά σου; Πού πήγαν οι επικλήσεις που έλεγες στο δρόμο; Πώς και δε βοήθησαν αυτά τα κορίτσια που τα… (εδώ παραλείπω μια λέξη που δε γράφεται) μπροστά τους;»
    Η εκκλησία είχε λεηλατηθεί και συληθεί, και οι άγιες εικόνες κείτονταν κομματιασμένες στο πάτωμα».

    http://mikrasiatis.gr/afieroma-i-teleytaies-meres-tis-smyrnis/

  7. diasporic on

    ……………………
    Η µεγάλη Ιστορία και τρεις προσωπικές ιστορίες

    Ως αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς περιγράφει η Μαρία Ηλιού το ντοκυμαντέρ «Σμύρνη: Η καταστροφή του κοσμοπολιτισμού (1900-1922)», με βασικούς ομιλητές ιστορικούς από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, καθώς και πρώτης, δεύτερης και τρίτης γενιάς Σμυρνιούς που μιλούν για τη μεγάλη Ιστορία αλλά και για τις προσωπικές τους ιστορίες.

    Τρεις από αυτούς ξεδιπλώνουν μια ελληνική, μια αρμενική και μια μουσουλμανική ιστορία σε σχέση με τα γεγονότα, από τα χρόνια του κοσμοπολιτισμού ως εκείνα της καταστροφής.

    Αυτόπτης μάρτυς των γεγονότων είναι ο υπερήλικος Αρμένης Τζακ Ναλμπαντιάν , ενώ από ελληνικής πλευράς η διήγηση είναι της Ελένης Μπαστέα και από μουσουλμανικής της Λεϊλά Νεϊζί, η οποία και «ανακρίνει» την Ιρέν Γκουλφέμ, μέλος μιας από τις μεγάλες μουσουλμανικές οικογένειες της Σμύρνης. «Αφήσαμε την πόλη να καεί» λέει η τελευταία σε μια σπάνια μαρτυρία σχετικά με το ποιος έβαλε τη φωτιά που κατέστρεψε απ’ άκρου εις άκρον την πόλη.

    http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=437741

  8. […] φτάνουν και τις 800.000 (Μικρά Ασία -δηλαδή Πόντος, Ιωνία,  Βιθυνία κ.α.- και Ανατολική Θράκη). . Ακριβώς με τον […]
  9. Το Σμυρναϊκό εμπόριο και η σε πλοία κίνηση του λιμένος της Σμύρνης σύμφωνα με δημοσίευμα σοβαρού οικονομικού περιοδικού το έτος 1876 .1
    10 Φεβρουαρίου 2014 • 0 Comments

    Καταχωρώ σήμερα στον «Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας και στην στήλη «Μικρασιατικές Σελίδες» ένα δημοσίευμα σοβαρού οικονομικού περιοδικού το έτος 1876 που αναφέρεται στο Σμυρναϊκό εμπόριο και στην σε πλοία κίνηση του λιμένος της Σμύρνης, το οποίο κατά την γνώμη μου παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, κατατοπίζοντας περί πολλά.

    Γι” αυτό σας καλώ, αμέσως κιόλας, να διαβάσουμε το πρώτο μέρος – αύριο, και πάλι στον «Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας», θα καταχωρήσω το δεύτερο μέρος:

    «Άνευ υπερβολής, δυνατόν ειπείν, η Σμύρνη είναι η κυριωτέρα επί της Μεσογείου θαλάσσης θύρα της Ασίας. Δι” αυτής απ” αρχαιοτάτων ημερών ο Ανατολικός και Δυτικός πολιτισμός συνεκοινώνησαν εις προβιβασμόν μεγάλης μερίδος της Ανθρωπότητος και κατά μακρότατα του χρόνου διαστήματα.

    Η ιστορία της μεγάλης ταύτης πόλεως του Ελληνισμού διαφεύγει τα όρια της προκειμένης μελέτης. Μια μόνη σελίς του βίου της, ο μέγας δηλαδή των αιώνων ποιητής, ηδύνατο να περιλάβη τόμους ολοκλήρους.

    Ό,τι (εν)διαφέρει νυν είναι η σπουδή της νεωτέρας οικονομικής αναπτύξεως της Σμύρνης, ήτις υπό την έποψιν των ανθρώπων κατά τα 2/5 σχεδόν είναι Ελληνική. Υπολογιζομένων των κατοίκων αυτής εις 130 χιλιάδας περίπου, αι 50 χιλιάδες είναι Έλληνες. Παραλείπω τους από των μεγάλων καταστροφών απωλέσαντας τα γλωσσικά και θρησκευτικά σημεία του Γένους. Ο λοιπός πληθυσμός αποτελείται εξ Οθωμανών, Αρμενίων, Φράγκων, Ιουδαίων και λοιπών.

    Το εξωτερικόν εμπόριον της Σμύρνης αποτελεί ευρύτατον σύμπλεγμα. Εξάγει φυσικά προ πάντων προϊόντα, βαφικά π.χ. ύλας μεταξύ των οποίων το ερυθρόδανον και αι βάλανοι κατά το 1858 ανέβησαν εις 21 εκατομμύρια φράγκων, βάμβακα, μέταξαν, οπώρας, έλαιον, δέρματα, έρια, και εισάγει βιομηχανικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων κατά το προμνησθέν έτος τα υφάσματα ανέβησαν εις 21,6 εκατομμύρια φράγκα.

    Εν γένει το εξωτερικόν εμπόριον της Σμύρνης ηκολούθησε κατά τα επόμενα έτη της εξής ανάπτυξιν εις εκατομμύρια φράγκων.

    Εξαγωγή Εισαγωγή Όλον
    1855 25,8 16,7 42,5
    1856 72,2 71,8 144
    1857 62,9 61,1 124
    1858 55,7 59,1 114,8
    – – – –
    1867 100,2 52,2 153,4
    Καταπληκτική είναι η ανάπτυξις του Σμυρναϊκού εμπορίου εν διαστήματι των ανωτέρω δέκα και τριών ετών, διότι σχεδόν ετετραπλασιάσθη. Ακριβέστερα δε ο προβιβασμός αυτού εκ της επόψεως της εξαγωγής ανέβη από 25 εις 100 και εκ της επόψεως της εισαγωγής από 16 εις 53.

    Το κυριώτερον της εξαγωγής κατά το 1867 ανάγεται εις βάμβακα (29.250.000 φρ.), ξηράς οπώρας (15.600.000 φρ.), παντός είδους δημητριακούς καρπούς (13.041.500 φρ.), φάρμακα (9.310.850 φρ.), βαλάνους (8.410.000 φρ., ερυθρόδανον (7.750.000 φρ.) κλπ.

    Το κυριώτερον της εισαγωγής κατά το αυτό έτος περιστρέφεται εις μέταλλα (10.065.850 φρ.), καφέν (7.359.200 φρ.), υφάσματα βαμβακερά και εριούχα (4.761.200 φρ.), πίλους και μεταξωτά (4.668.600 φρ.), βούτυρον και τυρόν (3.145.920 φρ.), πετρέλαιον και μεθυστικά ποτά (3.142.950 φρ.) κλπ.

    Εάν από της εμπορικής ύλης επισκεφθώμεν τας μεταφερούσας αυτήν από της θαλάσσης μηχανάς, η εις πλοία κίνησις του λιμένος της Σμύρνης από ολικής κατά τους απόπλους και κατάπλους χωρητικότητος 282 χιλιάδων τόννων τω 1845 ανέβη εις 960 χιλιάδας τω 1858, και υπερέβη το 1,5 εκατομμύριον κατά το 1874 και 1875.

    Η κατά την τελευταίαν διετίαν ναυτική κίνησις περιέλαβε τω μεν 1874 πλοία 7.991 (τω 1858 μόλις υπελογίζεντο εις 3.500) χωρητικότητος τόννων 1.546.457, τω δε 1875 πλοία 10.801 τόννων 1.574.351. Αξιοπαρατήρητος η αύξησις εκ της επόψεως των πλοίων, διότι ανεβιβάσθη ο αριθμός αυτών από του πρώτου έτους εις το δεύτερον κατά 2.810 πλοία. Όσον αφορά τους τόννους ηυξήθησαν ούτοι κατά 27.894. …»

  10. Μικρασιατική Καταστροφή. «Στρατόν σώσατε, πολίτας εγκαταλείψατε».

    Βρισκόμαστε λίγο πριν την είσοδο των τούρκων στις ελληνικές παράλιες πόλεις της Μικράς Ασίας.
    Ο ελληνικός στρατός υποχωρεί και σε πολλές περιπτώσεις έχει καταρρεύσει και η υποχώρηση μετατρέπεται σε άτακτη φυγή.
    Ακόμη πιο τραγική υπήρξε η τύχη του άμαχου ελληνικού πληθυσμού της εμπόλεμης ζώνης. Οι ελληνικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές όχι μόνο απέφυγαν να ενημερώσουν τους κατοίκους για την κατάρρευση του μετώπου και την επικείμενη αποχώρηση του ελληνικού στρατού, παραπλανώντας συνειδητά όσους επιχειρούσαν να πληροφορηθούν τι συμβαίνει, αλλά και απαγόρευσαν κάθε οικογενειακή αναχώρηση από χωριά και πόλεις της ενδοχώρας για τα παράλια. Η άρση αυτής της απαγόρευσης, όπου κι αν γνωστοποιήθηκε στον πληθυσμό, ήρθε κατά κανόνα πολύ αργά [1].
    Δεν έλειψαν και οι εντολές ή οι παροτρύνσεις προς τους κατοίκους να μη φύγουν [2], ακόμη και η διά της βίας παρεμπόδισή τους με το μαστίγιο από έλληνες αξιωματικούς που την επόμενη θα εγκατέλειπαν σιδηροδρομικώς την περιοχή [3].

    Τα λιμεναρχεία Χίου και Μυτιλήνης απαγόρευσαν ύστερα από διαταγή της Ελληνικής Κυβέρνησης, κάθε απόπλου για παραλαβή προσφύγων [4].

    Ακόμη πιο εύγλωττη υπήρξε η θεσμική απαγόρευση της φυγής των Μικρασιατών προς την Ελλάδα με νόμο που ψηφίστηκε ένα μήνα πριν από την κατάρρευση του μετώπου, ενώ αυτή η τελευταία ήταν ορατή πια στον ορίζοντα, και απαγόρευε κάθε «αποβίβασιν» στην Ελλάδα «προσώπων ομαδόν αφικνουμένων εκ της αλλοδαπής» (δηλαδή και από τη Μικρασία), «εφ’όσον ούτοι δεν είναι εφωδιασμένοι διά τακτικών διαβατηρίων νομίμως τεθεωρημένων» [5]

    Τα υπόλοιπα άρθρα του εν λόγω Νόμου προέβλεπαν δρακόντειες κυρώσεις για τους παραβάτες ναυτικούς (προσωρινή ή οριστική στέρηση των επαγγελματικών τους δικαιωμάτων).
    Σύμφωνα με μαρτυρίες επιζώντων, η απόκτηση διαβατηρίου (ή της ισοδύναμης με αυτό άδειας εισόδου στην Ελληνική Επικράτεια) προϋπέθετε κάποιο κοινωνικό status ή την ύπαρξη «γνωριμιών στη Διοίκηση» [6]

    Ακόμη και τις τελευταίες ώρες της ελληνικής κατοχής, οικογένειες Μικρασιατών που δεν ήταν εφοδιασμένες με τέτοια έγγραφα, εμποδίζονταν από τις (ελληνικές) λιμενικές αρχές να επιβιβαστούν στα πλοία που θα τις απομάκρυναν από τον όλεθρο [7].

    Μέχρι την τελευταία στιγμή εξέδιδαν διαταγές που απαγόρευαν στον ελληνικό πληθυσμό να επιβιβαστεί στα πλοία.

    Είναι χαρακτηριστικός –και απίστευτος- ο διάλογος του Γεωργίου Παπανδρέου με τον έλληνα αρμοστή Σμύρνης, Αριστείδη Στεργιάδη.
    Όταν ο Στεργιάδης ανακοίνωσε στον νεαρό τότε πολιτικό Γ.Παπανδρέου την επερχόμενη καταστροφή, δέχτηκε την ερώτηση:
    «Γιατί δεν ειδοποιείτε τον κόσμο να φύγει;»
    Η απάντηση του έλληνα αρμοστή της Σμύρνης ήταν η εξής:
    «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα» [8].

    Ανάλογα αισθήματα έτρεφαν άλλωστε για τους έλληνες της Ανατολίας όχι μόνο πολλοί ελλαδίτες φαντάροι [9] αλλά και ένα τμήμα της ανώτερης στρατιωτικής ηγεσίας.

    Γράφει ο πρίγκηπας Ανδρέας προς τον Ι.Μεταξά (Σμύρνη, 19.12.21):
    «Απαίσιοι πραγματικώς είναι οι εδώ Έλληνες, εκτός ελαχίστων.
    Θα άξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ διά να τους πετσοκόψει όλους αυτούς τους αχρείους, οι οποίοι φέρονται ούτω κατόπιν του φοβερού αίματος όπερ εχύσαμεν εδώ.
    Αίματος της Παλαιάς Ελλάδος δε, διότι όλα τα παιδιά των οπωσδήποτε καλυτέρων οικογενειών των ενταύθα υπηρετούν εις την Σμύρνην και τα μετώπισθεν, αλλοίμονον δε αν εν οιονδήποτε τμήμα ευρεθή σχηματισμένον μόνον από Μικρασιάτας και ενώπιον του εχθρού!
    [10].

    Στην ίδια επιστολή, γράφει ο πρίγκηπας Ανδρέας:
    «Πρέπει να γίνη κάτι το ταχύτερον δια ν’απαλλαχθώμεν του εφιάλτου της Μικράς Ασίας.
    Δεν γνωρίζω τι πρέπει να γίνη, πρέπει όμως να παύσωμεν μπλοφάροντες και ν’αντιμετωπίσωμεν την κατάστασιν οία πραγματικώς είναι.
    Διότι επιτέλους τι είναι καλύτερον;
    Να πέσωμεν εις την θάλασσαν ή να φύγωμεν προ του λουτρού;»
    [11]

    Ο Συνταγματάρχης Σκυρός, στρατιωτικός διοικητής Φιλαδελφείας (Αλά Σεχίρ) τις ώρες της κατάρρευσης του μετώπου, λέει για την Μικρά Ασία ότι είναι «γάγγραινα» και «σεσηπώς μέλος» που πρέπει –διά της εκκένωσής της- να «αποκοπεί» από τον υγιή εθνικό κορμό [12].

    Η αίσθηση εγκατάλειψης των Μικρασιατών θα αποτυπωθεί έτσι στις πικρές περιγραφές όσων επέζησαν (με ένα μόνιμο παράπονο για την απόλυτη προτεραιότητα που δόθηκε στην αποχώρηση στρατού, υπηρεσιών και αρχείων και το συνακόλουθο παραγκωνισμό των πολιτών), ενώ εξίσου αποκαλυπτικοί είναι οι –τερατώδεις πλην επαναλαμβανόμενοι- ισχυρισμοί ότι η κατάρρευση του μετώπου είχε γνωστοποιηθεί στους προεστούς των χωριών με «σφραγισμένα» διοικητικά έγγραφα, τα οποία (υποτίθεται ότι) απαγορεύονταν να διαβαστούν πριν από ορισμένη ημερομηνία ή να κοινοποιηθούν στον πληθυσμό [13].

    Ο επικεφαλής της ελληνικής φρουράς λαμβάνει την εξής τηλεγραφική εντολή από τους ανωτέρους του: «Στρατόν σώσατε, πολίτας εγκαταλείψατε» [14].

    Μέσα στην αλλοφροσύνη των γεγονότων κατά την είσοδο των τούρκων στις πόλεις της Ιωνίας, η απόλυτη προτεραιότητα στην αποχώρηση του στρατού και η αντίστοιχη εγκατάλειψη του αμάχου πληθυσμού αποτελούν την πιο τραγική εικόνα της Μικρασιατικής εκστρατείας και καταστροφής.

    Δειγματοληπτικά: σωτηρία πολίτη χάρη στον εφοδιασμό του με στρατιωτική στολή που του επιτρέπει να επιβιβαστεί σε πλοίο [15], είσοδος στα πλοία μόνο σε στρατιώτες [16], επίταξη καραβιού μόνο για τραυματίες αξιωματικούς [17], φόρτωση των επίπλων του φρουράρχου Σμύρνης σε πλοίο στο οποίο απαγορεύεται- με τις λόγχες- η επιβίβαση πολιτών [18].

    Εκτός από τη στάση της ελληνικής διοίκησης, μια σειρά εσωτερικοί παράγοντες θα οδηγήσουν επίσης στη μη έγκαιρη αποχώρηση των παράκτιων ελληνικών πληθυσμών.
    Κάποιες φορές, η παραμονή των κατοίκων στις εστίες τους υπήρξε το αποτέλεσμα της επιβολής των πλουσιότερων κι ισχυρότερων προυχόντων των ελληνικών κοινοτήτων, που σε ορισμένες περιπτώσεις έφτασαν μέχρι τη συγκρότηση ένοπλων ελληνοτουρκικών πολιτοφυλακών για να εμποδίσουν με τη βία όσους ήθελαν να φύγουν [19].

    Αλλού, πάλι, την αναχώρηση απέτρεψαν οι άσχημες μνήμες της πρώτης προσφυγιάς του 1914-1919, της ξαφνικής προλεταριοποίησης των πρώην νοικοκυραίων και της εχθρικής αντιμετώπισής τους από τους γηγενείς ελλαδίτες, με αποκορύφωμα τις αντιπροσφυγικές βιαιότητες στη διάρκεια των Νοεμβριανών και το αρνητικό για τους πρόσφυγες κλίμα μετά την εκλογική ήττα του Βενιζέλου [20].

    Οι βασιλικοί που διαδέχτηκαν τον Βενιζέλο στην εξουσία (Νοέμβριος 1920) κινούνταν περισσότερο από το μίσος για τους βενιζελικούς, ακόμα και για τους Μικρασιάτες, παρά από τη διάθεση για ολοκλήρωση του μεγάλου εγχειρήματος.

    Αποκαλυπτικές είναι οι επιστολές του αυτοεξόριστου στο Παρίσι Ίωνα Δραγούμη:
    “Ο μέγιστος εχθρός ήταν ο Βενιζέλος και οι συμπαραστάτες του, κρητικοί και μικρασιάτες” [21] .
    Η αχαλίνωτη κερδοσκοπία πολλών καπεταναίων, που ζητούσαν υπέρογκα ποσά ή προτιμούσαν να μεταφέρουν εμπορεύματα και κλοπιμαία παρά ανθρώπους, συνέβαλε κι αυτή στην εγκατάλειψη πολλών Μικρασιατών από τα φτωχότερα κυρίως κοινωνικά στρώματα [22].

    Ούτε η ένοπλη αντίσταση των ντόπιων πολιτοφυλακών (όπως στην Πέργαμο) [23], ούτε η συγκρότηση τοπικών «επιτροπών συμφιλίωσης» από χριστιανούς και μουσουλμάνους [24], ούτε οι ζητωκραυγές υπέρ του Κεμάλ [25] ή η πανηγυρική υποδοχή του τουρκικού στρατού από τις κοινοτικές αρχές και τους έλληνες κατοίκους (όπως στο Αϊβαλί και αλλού) [26] στάθηκαν ικανές να αποτρέψουν τη βία των νικητών.

    Ύστερα από ένα τριήμερο φρίκης, με δεκάδες χιλιάδες άστεγους να περιφέρονται τρομοκρατημένοι από το ένα σημείο της Σμύρνης στο άλλο, δεχόμενοι αλλεπάλληλες επιθέσεις από στρατιώτες, χωροφύλακες, αντάρτες κι ένοπλους ντόπιους μουσουλμάνους που επιδίδονται σε ληστείες, φόνους και –κυρίως- βιασμούς, ο στρατιωτικός διοικητής Σμύρνης Νουρεντίν Πασάς θα δώσει με επίσημη διαταγή του διορία 15 ημερών για την αποχώρηση όλων των μη μουσουλμάνων στο εξωτερικό, εκτός από τους άντρες ηλικίας 18-45 ετών, που θεωρούνταν «αιχμάλωτοι πολέμου.

    Τελικά, μεταξύ 11 και 17 Σεπτεμβρίου ένας στόλος από ελληνικά, αγγλικά, ιταλικά, γαλλικά κι αμερικανικά πλοία θα παραλάβει 204.600 πρόσφυγες από τη Σμύρνη, 7.000 απ’ τον Τσεσμέ, κι άλλους 10.000 από τα Βουρλά-συνολικά 221.600 άτομα [27].

    Έτσι πλήρωσε ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας την «Μεγάλη Ιδέα» και οδηγήθηκε στη σφαγή από τους τούρκους, αφού φρόντισε η «Μάνα Ελλάς» φεύγοντας να τον εγκαταλείψει στην τύχη του.

    «Άρχισε ο στρατός μας να φεύγει.
    Χτυπούσαν τις πόρτες μας και ζητούσαν ρούχα για να βγάλουν το χακί από πάνω τους. Πόσους δεν ντύσαμε!
    Οι μεγάλοι οι δικοί μας ξεκουμπίστηκαν και φύγανε κι αφήσαν τον κόσμο στο έλεος του Θεού. Έφταναν οι στρατιώτες ξυπόλητοι, γυμνοί, κουρελιασμένοι, πρησμένοι, νηστικοί.
    Οι Τούρκοι κατεβαίναν και σφάζαν τους Έλληνες.
    Το ίδιο έκαναν και οι δικοί μας.
    Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες…» [28]

    doctor

    Υ.Γ. Ευχαριστώ θερμά τον κ.Βλάση Αγτζίδη, δρ.Ιστορίας, για τα δύο ιστορικά ντοκουμέντα που μου έστειλε (τον νόμο περί απαγόρευσης εξόδου των ελλήνων της Ιωνίας και την προκήρυξη του Νουρεντίν Πασά).

    _____________________________________________________________

    Βιβλιογραφία:

    * Τάσος Κωστόπουλος, «Πόλεμος και Εθνοκάθαρση, η ξεχασμένη πλευρά μιας δεκαετούς εθνικής εξόρμησης», εκδόσεις Βιβλιόραμα (Main Source).
    * Βλάσης Αγτζίδης, «Έλληνες του Πόντου», ελληνικές εκδόσεις Α.Ε.
    * Ιστορία των Ελλήνων, τόμος 12 «Νεώτερος Ελληνισμός», εκδόσεις ΔΟΜΗ.

    Πηγές:

    [1] «Η Έξοδος» . Τόμος Α, Μαρτυρίες από τις επαρχίες των δυτικών παραλίων της Μικρασίας. Πρόλογος Γ. Τενεκίδη. Εισαγωγή, επιλογή κειμένων – επιμέλεια Φ. Δ. Αποστολόπουλου, σελ. 27,63,140, 132,139,158, 229-30,237, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, «Η Ελλάδα στη Μικράν Ασίαν», σελ.336, Ροδάς Μιχαήλ, Αθήναι 1950.
    [2] Έξοδος, σ.94 (Αϊβαλί), 102 (Γκομέτς), 119 (Ερίκιοϊ), 142 (Ατζανός), 337 (Πάνορμος).
    [3]Βλάχος Σπύρος, Απομνημονεύματα, σ.216-20, (Στρατ.Διοικητής Φιλαδέλφειας συνταγματάρχης Α.Σκυρός).
    [4] Έξοδος, σ.229 και 245, Ροδάς σ.366.
    [5] ΦΕΚ 1922/Α/119, Ν.2870 της 16.7.1922 «Περί της παρανόμου μεταφοράς προσώπων ομαδόν ερχομένων εις Ελληνικούς λιμένας εκ της αλλοδαπής», άρθρο 1.
    [6] Έξοδος, σ.229, Φωτιάδης Κωνσταντίνος, «Παραευξείνιος Ελληνισμός», σε ΥΠΕΠΘ-Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Θέματα Ιστορίας, Μάθημα επιλογής Β’Λυκείου, ΟΕΔΒ, Αθήνα 2005, σ.206-7. Για φωτοτυπία μιας τέτοιας άδειας αναχωρήσεως, που ισοδυναμούσε με διαβατήριο, βλ.Κουλιγκάς Βασίλειος, «Κίος 1912-1922, Αναμνήσεις ενός Μικρασιάτη», σ.257.
    [7] Κουλιγκάς, σ.15 και 211-2.
    [8] Γρηγόρης Δαφνής, «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», 2η εκδ., Αθήνα, εκδόσεις Ίκαρος, 1974, σ.16, Άλκης Ρήγος, «Η Β’ Ελληνική Δημοκρατία 1924-1935, Αθήνα, 1988,σ.257, Βλάσης Αγτζίδης, «Έλληνες του Πόντου, η Γενοκτονία από τον τουρκικό εθνικισμό», 2005,σ.219.
    [9] Για το «μίσος» πολλών «διεστραμμένων» στρατιωτών προς τους Μικρασιάτες, Τούρκους κι Έλληνες χωρίς διάκριση, «όχι για άλλο λόγο παρά γιατί…υπήρχαν και τους φέραν στη Μ.Ασία»,βλ. Βλάχος, σ.136. Για τις παρεμφερείς διαπιστώσεις ενός μικρασιάτη αξιωματικού: Μουμτζής Τάσος, «Η Μικρασιατική εκστρατεία και ο Μικρασιατικός Ελληνισμός, Αναμνήσεις,σκέψεις, στοχασμοί», σ.24-5. Για τη δυσφορία ελλαδιτών φαντάρων και αξιωματικών για την περιορισμένη συμβολή των Μικρασιατών στην πολεμική προσπάθεια: Ντούλας Κώστας, «Ένας φαντάρος θυμάται (τον Μικρασιατικό πόλεμο), σ.65, Αθανάσιος Αργυρόπουλος, «Μνήμες πολέμων 1917-1922», σ.79, Αθήνα, 1985, Στάμου Παναγιώτης, «Αναμνήσεις ενός πολεμιστού από το Μακεδονικό μέτωπο 1918 και την εκστρατεία στη Μικρά Ασία 1921», σ.27, Γιαλιράκης Ιωάννης, «Αναμνήσεις από την μικρασιατικήν εκστρατείαν», σ.42. Για τις μαζικές λιποταξίες Μικρασιατών και την εκ μέρους τους αποφυγή της στράτευσης: Pallis A.A., “Greece’s Anatolian venture-and after”, σ.61, Αξιώτης Μανώλης, «Ενωμένα Βαλκάνια», σ.144.
    [10] Μεταξάς Ιωάννης, «Το προσωπικό του ημερολόγιο» τ.Γ2 (1921-1932) επιμ.Π.Σιφναίος, Γκοβόστης, Αθήνα χ.χ. (α’ εκ.1960), σ.759.
    [11] «Η κατάσταση του ελληνικού στρατού τον χειμώνα του 1921-1922. Επιστολή του πρίγκιπα Ανδρέα στον Ιωάννη Μεταξά (Σμύρνη, 19/12/1921)», όπως παρατίθεται από τον Γ.Μαργαρίτη, καθηγητή νεότερης και σύγχρονης ιστορίας στο ΑΠΘ, «Η ιστορία των ελλήνων», ΔΟΜΗ, τ.12, σ.185.
    [12] Στέφανος Σαράφης, Ιστορικές Αναμνήσεις, Επικαιρότητα, Αθήνα 1980 (α’έκ.1952), σ.207 και Βλάχος ο.π., σ.189.
    [13] Για δείγματα αυτής της φημολογίας: Έξοδος, σ.109 και 119 και για έναν σχολιασμό αυτών των μαρτυριών: στο ίδιο, σελ.147.
    [14] Έξοδος, σ.240.
    [15] Έξοδος, σ.241
    [16] Έξοδος, σ.245
    [17] Έξοδος, σ.320
    [18] Βλάχος, σ.247-9.
    [19] Για τις πολιτοφυλακές που εμπόδισαν την αναχώρηση: Ντάμπος Κωνσταντίνος, Μικρά Ασία 1914-1922. Το χρονολόγιο του Ανθυπασπιστή Κωνσταντίνου Ντάμπου, σ.54-6 (Ρεϊς Ντερέ), «Έξοδος» σ.50 και 57-8 (Φώκιες), 139-141 (Πέργαμος) και 143 (Τσανταρλί), Χατζήμπεης Σταμάτης, «Μια ζωή γεμάτη αγώνες», σ.92 (Τσεσμές). Για την αντίστοιχη στάση του Χρυσοστόμου Σμύρνης, Νοταράς Μιχάλης,»Εις την Ιωνίαν, Αιολίαν και Λυδίαν. Πριν πενήντα χρόνια», σ.67.
    [20] Έξοδος, σ.78-9, 96, 141, 245 και 250. Χατζήμπεης σ.89-90. Για το αντιπροσφυγικό πογκρόμ των Νοεμβριανών βλ.: «Τα Νοεμβριανά του 1916», Ιωάννης Γ. Μουρέλος,αναπληρωτής καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και διευθυντής του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ). Επίσης, Βεντήρης Γεώργιος, «Η Ελλάς της δεκαετίας του 1910-1920, σ.277, Φωτιάδης Δημήτρης, «Σαγγάριος, Εποποιία και καταστροφή στη Μικρά Ασία», Φυτράκης [σειρά: Τα φοβερά Ντοκουμέντα],σ.147-8.
    [21] Ι.Δραγούμης, «Έθνος, Σοσιαλισμός, Ανατολή», Η Αριστερά και το Ανατολικό Ζήτημα, Αθήνα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 1998, σ.153-163, Βλάσης Αγτζίδης, ο.π. σελ.222.
    [22] Έξοδος, σ.57,71,76 και 238.
    [23] Έξοδος, σ.138 και 140-141.
    [24] Έξοδος, σ.75-6.
    [25] Ντάμπος, σ.55 (Αλάτσατα).
    [26] Έξοδος, σ.94-7 (Αϊβαλί) και 102 (Γκομέτς).
    [27] Αναλυτικός κατάλογος ανά ημέρα, με βάση σχετική αναφορά του αμερικανού ναυάρχου Μπρίστολ, σε Shaw Stanford, From Empire to Republic. The Turkish war of national liberation, 1919-1923. A documentary study, τ. ΙV, σ.1740.
    [28] Από τις αναμνήσεις της Ελένης Καραντώνη από το Μπουνάρμπασι της Σμύρνης, Δημοσιεύτηκε στο έργο «Έξοδος» του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών (παρατίθεται από Βλ.Αγτζίδης, σ.216).

    http://dimitrisdoctor2.blogspot.gr/2008/04/blog-post_2483.html

  11. Θ.Φ. on

    http://apogonoimikrasiaton.blogspot.gr/2014/05/1922.html

    O k. Θεοφανίδης αποδεικνύει ότι όντως ο ελληνικός στόλος είχε ως ΜΟΝΑΔΙΚΟ μέλημα την αποχωρηση των στρτευάτων και όχι τη διάσωση ή την υπεράσπιση του άμχαου ελληνικού και αρμενικού πληθυσμού που εγκαταλείπονταν στο έλεος των κεμαλικών. Έτσι έρχεται ως αθέλητος συνήγορος όσων δικαίως υποστηρίζουν ότι “ο Ελληνικός Στόλος απεχώρησε «χωρίς να προσφέρει την παραμικρή βοήθεια στον Ελληνικό, Αρμενικό και Εβραϊκό πληθυσμό στην Σμύρνη και στα περίχωρα της.»

    Αυτό δεν βαρύνει τις αρχές του στόλου, αλλά την μοναρχική κυβέρνηση των Αθηνών.

    Εξάλλου ο ίδιος ο κ. Θεοφανίδης αποκαλύπτει την στάση του Φράγκου του ανώτερου στρατιωτικού διοικητή του ελληνικού στρατού. Γράφει ότι: «Αποβιβαζόμενος ο αμερικανός πάστορ στην Μυτιλήνη συνάντησε τον στρατηγό Φράγκο που ήταν ο ανώτερος στρατιωτικός διοικητής. Ο στρατηγός του αρνήθηκε την διάθεση πλοίων….»

  12. Θ.Φ. on

    Γράφει ο ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΛΕΒΕΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

    Νεκρική σιγή. Ένας καυτός άνεμος σάρωνε την παραλία της Σμύρνης. Η μυρωδιά του καμένου ξύλου ήταν παντού. Πυκνός μαύρος καπνός γέμιζε τον ουρανό πάνω από το όρος Πάγο. Αποκαΐδια… Μικρά φλεγόμενα κομμάτια ξύλου, στροβιλίζονταν στον αέρα και έπεφταν στην πάλαι ποτέ κοσμοπολίτικη προκυμαία της Σμύρνης. Το νερό εκεί που σκάει το κύμα στο μώλο, είχε πάρει ένα βαθύ κόκκινο χρώμα. Το αίμα στο λιθόστρωτο έτρεχε σαν ποτάμι και χυνόταν στη θάλασσα. Μια βρωμερή μυρωδιά δεν επέτρεπε σε κανένα να αναπνεύσει. Στην επιφάνεια δεκάδες πτώματα. Παραμορφωμένα, αφύσικα φουσκωμένα, “χόρευαν” στο ρυθμό του κύματος. Στην παραλία 300.000 άνθρωποι εξουθενωμένοι, φοβισμένοι, στριμωγμένοι, εγκλωβισμένοι κρατούσαν την αναπνοή τους. Δεν ήθελαν καν να ανασάνουν. Δεν ήθελαν να τους ακούσει ο θάνατος που πλησίαζε. Τα πρόσωπα τους μαύρα από τη φωτιά και τη στάχτη, ήταν γεμάτα δάκρυα. Τα μάτια τους ήταν ανέκφραστα, ήταν τα μάτια του ανθρώπου που έχασε τα πάντα. Που τον κορόιδεψαν που τον σκότωσαν που τον βίασαν που έχασε τα παιδιά του, και τώρα δεν τον ενδιαφέρει τίποτε. ..

    Από τα βρώμικα ανήλεα σοκάκια που οδηγούσαν στην προκυμαία, κάπου κάπου ακουγόταν μια κραυγή από κάποιο κορίτσι που βιάζονταν. Ύστερα πάλι σιγή. Κάποια μάνα ούρλιαζε τραβώντας από το στεγνό της στήθος το νεκρό μωρό της που κουβαλούσε μέρες τώρα, στο ταξίδι του θανάτου. Είχε χάσει τα μυαλά της… Ύστερα πάλι σιγή… Αίμα… θάνατος…αγωνία… Ουρλιαχτά , εκκλήσεις , παρακλήσεις… Τίποτε από αυτά δεν μετέφερε ο αέρας στα “συμμαχικά” πλοία που περίμεναν αδιάφορα στο κέντρο του λιμανιού. Ένας κανονιοβολισμός στον αέρα και όλη η σφαγή θα σταματούσε. Μάταια.
    Η Ιωνία χάθηκε. Ο αέρας ύπουλος και αυτός δεν μετέφερε τις κραυγές ούτε καν στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Στην Αθήνα…
    Η Σμύρνη, καιγόταν. Η Σμύρνη πέθαινε αργά, αφημένη στην μοίρα της. Ο Ελληνισμός της Ιωνίας, έσβηνε για πάντα από τον χάρτη…

    1922 το όνειρο έγινε εφιάλτης… Οι αναλύσεις ένα αιώνα σχεδόν τώρα που έχουν γραφτεί για τα αίτια της καταστροφής, είναι άπειρες. Φταίει ο Βασιλιάς και η μανία του να γίνει κάποτε ηγέτης χωρίς να μπορεί. Φταίει ο Βενιζέλος που μας έμπλεξε. Φταίει ο Γούναρης που αποδείχτηκε νάνος, ανίκανος να διαχειριστεί μια κρίση. Φταίει η …μαϊμού. Φταίνε οι κομμουνιστές οι οποίοι για να μην χαλάσουν τη γραμμή του Λένιν, σαμπόταραν εκ των έσω την εκστρατεία. Φταίνε οι σύμμαχοι που μας “πούλησαν”. Φταίει ο στρατός που γύρισε τα νώτα του και άρχισε να τρέχει προς τη θάλασσα. Φταίνε οι Τούρκοι…

    Μια ψυχρή ματιά στα γεγονότα δίχως μικροκομματικές και κοντόφθαλμες ερμηνείες αποδεικνύει εύκολα ποιος έφταιξε. Δυστυχώς για κάποιους δεν έφταιξε ο Βενιζέλος. Δυστυχώς για κάποιους η στάση των κομμουνιστών δεν ήταν εκείνη που άλλαξε τα γεγονότα εις βάρος μας. Δυστυχώς για κάποιους δεν έφταιξε η μαϊμού που δάγκωσε τον Βασιλιά Αλέξανδρο, τον πιο αγαπητό βασιλιά στην ιστορία του Ελληνικού κράτους. Δυστυχώς για κάποιους φυσικά και δεν έφταιξε ο Στρατός.

    1920 Παρίσι. Σιδηροδρομικός σταθμός ΛΥΩΝ.
    Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επικεφαλής της Ελληνικής αποστολής, ετοιμάζεται να επιβιβαστεί στο τρένο για να επιστρέψει νικητής στην Ελλάδα. Σε μια Ελλάδα που πλέον δεν είναι “μικρά πλην όμως τιμία” αλλά στην Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. Πριν το τρένο ξεκινήσει είχε τηλεγραφήσει: “ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΟΝ. Είμαι ευτυχής αγγέλων προς υμάς, ότι σήμερον υπεγράφη η συνθήκη ειρήνης μετά της Τουρκίας. Η συνθήκη δι’ ης αι κυριώταται σύμμαχοι δυνάμεις, μεταβιβάζουσι εις την Ελλάδα, την κυριαρχίαν επί της Δυτικής Θράκης, (…) και η συνθήκη μετά της Ιταλίας δι’ ης αυτή μεταβιβάζει εις ημάς τα Δωδεκάνησα. Καθ’ ην στιγμήν , το έργον όπερ διαξάγομεν, εν μέσω τοσούτων δυσχερειών, στεφανούται δια τοιάυτης επιτυχίας. Αισθάνομαι το καθήκον όπως εκφράσω προς τους συμπολίτας μου τη βαθιά ευγνωμοσύνη μου δια την σταθεράν εμπιστοσύνην με την οποίαν με περιέβαλον τόσα έτη…”

    Η συνθήκη των Σεβρών ήταν θεωρητικά για την Ελλάδα η μεγαλύτερη διπλωματική νίκη στην ιστορία της. Εκτός των άλλων παραχωρήσεων, η χώρα θα αναλάμβανε τη διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης και της ενδοχώρας, για πέντε χρόνια. Στη συνέχεια με δημοψήφισμα ο λαός της Ιωνίας θα αποφάσιζε για το μέλλον της περιοχής του. Επίσης στην Ελλάδα δόθηκαν, η Ίμβρος, η Τένεδος και η Ανατολική Θράκη. Η Ελλάδα του 1910 των 64.679 τ.χλμ και των 2.632.000 κατοίκων μέσα σε 10 χρόνια είχε γίνει μια Ελλάδα των 173.779 τ.χλμ και των 7.156.000 κατοίκων. Όλα αυτά αποκλειστικά χάρη στον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Ελληνικό λαό που αγόγγυστα τροφοδοτούσε ένα ισχυρότατο αήττητο στρατό που “υπολόγιζαν οι φίλοι και έτρεμαν οι εχθροί.”

    Και ενώ όπως πολλοί ιστορικοί έχουν γράψει “το μελάνι των υπογραφών δεν είχε ακόμη στεγνώσει”, 2 απότακτοι βασιλόφρονες αξιωματικοί πυροβολούν για να δολοφονήσουν, 10 φορές τον Βενιζέλο μέσα στον σταθμό. Ο Έλληνας πρωθυπουργός τραυματίζεται ελαφρά αλλά η χώρα μπαίνει στο τούνελ ενός νέου εθνικού διχασμού. Στην Αθήνα όχλος Βενιζελικών δολοφονεί σαν αντίποινα, τον Ίωνα Δραγούμη, λίγο πιο κάτω από εκεί που χρόνια μετά θα χτιστεί το Μέγαρο Μουσικής στη Β. Σοφίας.

    Με την επιστροφή του με το θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ ο Βενιζέλος είναι αναγκασμένος να προκηρύξει εκλογές. Η Βουλή που με 4 αναγκαστικά διατάγματα από το 1915, (λόγω των πολέμων) συνέχιζε να υφίσταται έπρεπε να διαλυθεί. Στην Ελλάδα οι Βασιλόφρονες συμπράττουν με τους κομμουνιστές και αποκαλούν τον Βενιζέλο “τύραννο”. Οι εφημερίδες με πύρινα άρθρα ομιλούν για το “ΟΙΚΑΔΕ” για τον “άθλιο Βενιζέλο που έχει τον στρατό μας από το 1913 σε πόλεμο και που επιτέλους πρέπει τα παιδιά μας να επιστρέψουν στην πατρίδα”.

    Ο κόσμος πονάει από τον πόλεμο και παρά την εθνική υπερηφάνεια θέλει να τελειώσουν όλα. (όχι μόνο δεν επέστρεψαν οι στρατιώτες με τη νέα κυβέρνηση και τον Βασιλέα, όπως είχαν δεσμευτεί ότι θα κάνουν, αλλά επιστρατεύτηκαν και επιπλέον κλάσεις…)
    Ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές για να έχει την νέα λαϊκή εντολή σαν επιπλέον διαπραγματευτικό χαρτί με τους άλλους Ευρωπαίους στις όποιες συνομιλίες. Ήδη κάποιοι “σύμμαχοι” (Ιταλοί) στην Ευρώπη του είχαν πει: “ Εσείς ποιόν εκπροσωπείτε κύριε Βενιζέλε; ”

    Η κατάσταση μέσα στο κοινοβούλιο ήταν ηλεκτρισμένη. Οι βουλευτές της “Ηνωμένης Αντιπολίτευσης” ξέσκιζαν επιδεικτικά, από το βήμα της Βουλής, τους χάρτες της Μεγάλης Ελλάδας (βουλευτής Κουμουνδούρος). Ωρύονταν και κραύγαζαν “Δεν τα θέλουμε” (εννοώντας τα χώματα της Ιωνίας και της Σμύρνης) ενώ έφταναν σε σημείο να ερωτούν τους ψηφοφόρους τους, όπως ο βουλευτής Μεσσηνίας Μοσχούλας, “και που μεγάλωσε η Ελλάδα, εσένα μήπως μεγάλωσε το χωράφι σου;”

    Την 1η Νοεμβρίου έγιναν οι εκλογές. Την 1η Νοεμβρίου η Ελλάδα έχασε την Ιωνία. Η χώρα αποφάσισε να παραμείνει “μικρά και πτωχή”. Το κόμμα των Φιλελευθέρων κέρδισε σε ψήφους αλλά λόγω του εκλογικού συστήματος έπαθε πανωλεθρία σε έδρες στη Βουλή. Λίγες ημέρες πριν ο Βασιλέας Αλέξανδρος πέθαινε βασανιστικά στο κρεββάτι του ύστερα από το δάγκωμα μιας μαϊμούς. Αλέξανδρος και Βενιζέλος συγκροτούσαν ένα δίδυμο όπου ο καθένας ήξερε τις αρμοδιότητες του και δεν έμπλεκε στα πόδια του άλλου. Ο Αλέξανδρος ήταν ο αγαπημένος Βασιλιάς της Ελλάδας από ιδρύσεως του κράτους. Η επιστροφή του Κωνσταντίνου ήταν πια γεγονός.

    Τα χωριά της Αττικής και της Βοιωτίας συγκεντρώθηκαν στην Αθήνα και γιόρταζαν με ζουρνάδες και κλαρίνα και με συνθήματα «ελιά, ελιά και Κώτσο βασιλιά». «Ζήτω το Μενίδι», «ζήτω το Λιόπεσι», «ζήτω ο Κουμπάρος». Κομμουνιστές και Βασιλόφρονες πανηγύριζαν δίπλα δίπλα φωνάζοντας: “ Σφυρί δρεπάνι και ελιά στεφάνι” ( η ελιά ήταν το σύμβολο των αντιβενιζελικών – Βασιλικών)

    Οι εκλογές και η λαϊκή εντολή έπρεπε να γίνει σεβαστή. Ενδεχομένως εάν η νέα κυβέρνηση δεν προέβαινε σε εκκαθαρίσεις στο στράτευμα τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Οι “αμυνίτες”, Βενιζελικοί αξιωματικοί (ανώτατοι και ανώτεροι) πολεμούσαν από το 1913. Ήταν μπαρουτοκαπνισμένοι, είχαν αποκτήσει την αντίληψη του πεδίου των μαχών, ήξεραν να “διαβάζουν” τις αδυναμίες του εχθρού και να τον κατατροπώνουν. Οι αξιωματικοί του Ελληνικού στρατού είχαν γίνει ένα με τους στρατιώτες τους. Ο Ελληνικός στρατός ήταν μέχρι τότε ΑΗΤΤΗΤΟΣ.

    Παρασκευόπουλος, Νιδερ, Κονδύλης, Οθωναίος, Χατζημιχάλης, Πρωτοσύγκελος, Σαρηγιάννης, Σπυρίδωνος, Παπαθανασίου, Ζήρας, Τσάκαλος Μαζαράκης, Ναπολέων Ζέρβας, Φλούλης, Καλομενόπουλος, Τσερούλης, Ιωάννου, Κατσώτας, και άλλοι τόσοι αντικαταστάθηκαν μέσα σε μια νύχτα από άκαπνους αξιωματικούς με αντιλήψεις για τον πόλεμο από το 1910, με αξιωματικούς Βασιλόφρονες που νόμιζαν ακόμη ότι ο πόλεμος διεξάγεται ακόμη στα χαρακώματα. Αξιωματικούς που το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να είναι αρεστοί στον Βασιλιά Κωνσταντίνο, και τον πολιτικό τους προϊστάμενο, Δ. Γούναρη. Το νέο καθεστώς δεν τόλμησε να πειράξει τον ακραιφνώς Βενιζελικό, Νίκο Πλαστήρας, διοικητή του ενδόξου 5/24. Και αυτό γιατί οι ακραιφνώς Βασιλικοί εύζωνες του θρυλικού Συντάγματος, που διοικούσε ο Μαύρος Καβαλάρης, δήλωσαν ότι δεν θα πολεμούσαν υπό τις διαταγές άλλου αξιωματικού.

    Στην Τουρκία ο Κεμάλ πανηγυρίζει. Οι Έλληνες βγάζουν μόνοι τους τα μάτια τους. Οι Τούρκοι ξεκινάνε διπλωματικό μαραθώνιο στην Ευρώπη και καταφέρνουν από την ανυπαρξία της Ελληνικής διπλωματίας να γίνουν ισότιμα μέλη με την Ελλάδα στις συζητήσεις. Αναγνωρίζονται de facto. Οι “σύμμαχοι” δηλώνουν την αντίθεση τους στην επάνοδο του Γερμανόφιλου Κωνσταντίνου στο θρόνο. Οι Έλληνες ταγοί δεν καταλαβαίνουν την κρισιμότητα της κατάστασης. Στη Σμύρνη που ο κόσμος σιχαίνεται οτιδήποτε αφορά το στέμμα και πίνει νερό στο όνομα του Βενιζέλου, τραγουδά πένθιμα: “ και πως να κλείσω μάτι πια, Λευτέρη που είσαι μακρυά από τη Σμύρνη τη χρυσή που την λευτέρωσες εσύ”. Ενώ στην Αθήνα αμέσως μετά τις εκλογές και τη διαφαινόμενη καταστροφή η Πηνελόπη Δέλτα θα γράψει: “ Με τι δικαίωμα η άμορφη αυτή αγέλη ρίχνει στη σκλαβιά εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες; Με τι δικαίωμα παραιτείται από Ελληνικά μέρη. Με τι δικαίωμα “Δεν τα θέλετε” Ποιος σας ρώτησε Πλακιώτες στενόψυχοι και αποφασίζετε ότι δεν θέλετε το ένωμα της φυλής.”

    Ο Μητροπολίτης Σμύρνης, Χρυσόστομος που έβλεπε την καταστροφή να πλησιάζει, λίγες ημέρες μετά τις εκλογές και ενώ το στράτευμα αποψιλωνόταν από τους έμπειρους αξιωματικούς, έστειλε επιστολή στον Βενιζέλο: “Αγαπητέ φίλε και αδελφέ Ελευθέριε Βενιζέλε. Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, το Ελληνικόν κράτος αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν έθνος, κατεβαίνει πλέον εις τον Άδην, από του οποίου καμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να το αναβιβάση και να το σώση. Της αφαντάστου ταύτης καταστροφής, βεβαίως αίτιοι είναι οι πολιτικοί και προσωπικοί σας εχθροί, πλην και Υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος, δια δύο πράξεις σας. Πρώτον διότι αποστείλατε εις Μικράν Ασίαν, ως Ύπατον Αρμοστήν έναν τουτ’ αυτόν παράφρονα και εγωιστήν, φλύαρον, απερροφημένον εν τω αυτοθαυμασμώ του και καταφρονούντα και υβρίζοντα και δέροντα και εξορίζοντα και φυλακίζοντα όλα τα υγιή και σώφρονα στοιχεία του τόπου. Και δεύτερον διότι πριν αποπερατώσετε το έργον σας και θέσητε την κορωνίδα και το επιστέγασμα επί του ανεγερθέντος, αφαντάστως ωραίου και μεγαλοπρεπούς δημιουργήματος σας, είχατε την ατυχή και ένοχον έμπνευσιν, να διατάξητε εκλογάς, κατ’αυτάς ακριβώς τας παραμονάς της προς εκτέλεσην των όρων της -οίμοι- δια παντώς καταστραφείσης Συνθήκη των Σεβρών”

    Η νοοτροπία πάντως της νέας κυβέρνησης και του ιδίου του Βασιλέα για τα ιερά χώματα της Ιωνίας αποτυπώνεται πλήρως σε απόσπασμα επιστολής του Πρίγκηπα Ανδρέα, αδερφού του Κωνσταντίνου και αρχιστράτηγου πλέον, προς τον Ιωάννη Μεταξά, λίγο πριν την καθοριστική μάχη του Σαγγάριου.
    Αναφέρει λοιπόν ο πρίγκηψ (η οικογένεια του οποίου λίγα χρόνια πριν ενώ φοιτούσε στη σχολή Ευελπίδων, πίεσε με κάθε τρόπο τον τότε διοικητή της σχολής, Νικόλαο Ζορμπά να δώσει προαγωγές στον εύελπη Ανδρέα επειδή ήταν… πρίγκηπας. Κάτι τέτοιο δεν έγινε και δημιουργήθηκε μάλιστα και κρίση εντός σχολής, διότι ο Διοικητής έκρινε πως ο Θ. Πάγκαλος -νυν επιτελάρχης της Στρατιάς και εκ των ικανοτέρων επιτελικών πράγματι- άξιζε και πήρε τις προαγωγές.): “ Απαίσιοι πραγματικώς είναι οι εδώ Έλληνες. Επικρατεί Βενιζελισμός ογκώδης και κατά την 15η Δεκεμβρίου – εορτή του Αγ. Ελευθερίου- είχον κλείσει σχεδόν όλα τα καταστήματα. Θα ήξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ δια να τους πετσοκόψει όλους αυτούς εδώ τους αχρείους”

    Εδώ να αναφέρουμε και τη νοοτροπία των κομμουνιστών για την εκστρατεία όπως γράφτηκε σε φύλο του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ την 12η Ιουλίου του 1935, πιστή στη γραμμή των Σοβιετικών:
    «Αν δεν νικιόμασταν στην Μ. Ασία, η Τουρκία θα ήτανε σήμερα πεθαμένη και εμεις μεγάλη Ελλάδα. Τη «λευτεριά» μας θα την στηρίζαμε στην υποδούλωση του τουρκικού λαού. Αυτό εμείς δεν το δεχόμαστε. Το αποκρούουμε κατηγορηματικά. Η αστικο-τσιφλικάδικη Ελλάδα στην Μ. Ασία πήγε όχι ως εθνικός απελευθερωτής αλλά ως ιμπεριαλιστική δύναμη, όργανο των Εγγλέζων μεγαλοκαρχαριών. Πήγαινε αυτού όχι μόνο για να διαιωνίση την ξενική κυριαρχία πάνω στον τουρκικό λαό μα και να κάμη την Τουρκία αντισοβιετικό ορμητήριο. Δεν είναι αυτός ο δρόμος της ειρηνικής δημοκρατικής συμβίωσης των λαών της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η Μικρασιατική εκστρατεία δεν χτυπούσε μόνο την νέα Τουρκία, μα στρεφότανε ενάντια στα ζωτικότατα συμφέροντα του Ελληνικού λαού. Γι? αυτό εμείς, όχι μόνο δεν λυπηθήκαμε για την αστικο-τσιφλικάδικη ήττα, στην Μ. Ασία, μα και την επιδιώξαμε».

    Σε στρατιωτικό επίπεδο η εκστρατεία στη Μικρασία μπορεί να χωριστεί σε δύο μεγάλες περιόδους.

    Την πρώτη περίοδο όπου ο Στρατός φτάνει στη Σμύρνη και ξεκινάει τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή προκειμένου να ανακουφιστεί από την πίεση και τις δολοφονίες των Τσετών και των ατάκτων. Σε αυτή την περίοδο (πριν τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου) το πνεύμα είναι επιθετικό και η χώρα λαμβάνει βοήθεια από τους συμμάχους. Ακόμη αυτή την περίοδο ο Κεμάλ υπολείπεται τόσο σε δυνάμεις όσο και σε υλικό. Η δεύτερη φάση ξεκινά σχεδόν μετά τις εκλογές όπου το στράτευμα αν και ουσιαστικά ευνουχίζεται συνεχίζει να έχει ακμαιότατο ηθικό. Όμως σε αυτή τη Β περίοδο ο Κεμάλ έχει ήδη δημιουργήσει στρατό, οι σύμμαχοι και κυρίως οι Γάλλοι και οι Ιταλοί (και φυσικά οι Σοβιετικοί) συνάπτουν συμφωνίες μαζί του. Οι χειρισμοί της πολιτικής αλλά και της στρατιωτικής ηγεσίας είναι ερασιτεχνικοί. Σε διπλωματικό επίπεδο η χώρα είναι ανύπαρκτη και ανίκανη πλέον να επιβάλει τη γνώμη και τις απόψεις της στην Ευρώπη, ενώ σε στρατιωτικό επίπεδο ο Κεμάλ έξυπνα παρασύρει το Ελληνικό στράτευμα στην αχανή ενδοχώρα. Αυτό έχει δύο τεράστια οφέλη για τους Τούρκους: α) οι γραμμές ανεφοδιασμού των Ελλήνων ανοίγουν επικίνδυνα με αποτέλεσμα και οι βάσεις να είναι έρμαια στις επιθέσεις των ατάκτων στα μετόπισθεν αλλά και το στράτευμα που όλο προχωρούσε προς Ανατολάς να εξαντλείται και να φθείρεται πριν την μεγάλη μάχη έξω από την Άγκυρα. Και β) Όσο ο Ελληνικός στρατός έφευγε από τα παράλια και προχωρούσε μέσα στην ενδοχώρα τόσο απομακρυνόταν από περιοχές με καθαρά ελληνικό και χριστιανικό στοιχείο. Πλέον τα μέρη που διέσχιζε ήταν Τουρκικά. Ο Κεμάλ το εκμεταλλεύτηκε και παρουσίαζε συνέχεια τον αγώνα τους ως Απελευθερωτικό και αγώνα ανεξαρτησίας.

    Ένα μικρό χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο εγκληματική ήταν η τοποθέτηση άκαπνων αξιωματικών σε καίριες θέσεις είναι το εξής. Οι νέο αφιχθέντες αξιωματικοί της επιμελητείας και τροφοδοσίας που ήταν υπεύθυνοι να στέλνουν στην πρώτη γραμμή, που ολοένα προχωρούσε, τρόφιμα και πυρομαχικά, έκαναν το εξής τραγικό: Λίγο πριν τη μάχη στο Σαγγάριο, και ενώ οι στρατιώτες μας διέσχιζαν εξαντλημένοι την αχανέστατη και άνυδρη Αλμυρά έρημο, η επιμελητεία σαν τροφή τους προμήθευε…παστό ψάρι και ρέγγες, δίχως νερό. Ο Ελληνικός στρατός είχε να πολεμήσει εκτός από τους Τούρκους και την ανικανότητα των ηγετών του.

    Είναι χαρακτηριστική η ανταπόκριση του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, που κάλυπτε τότε τα γεγονότα σαν απεσταλμένος της TORONDO SUN στον πόλεμο:
    “Οι Ελληνες ήταν πρώτης τάξεως πολεμιστές και σίγουρα, κάμποσα σκαλοπάτια παραπάνω από το στρατό του Κεμάλ. Αυτή είναι η άποψη του Γουίτταλ. Πιστεύει ότι οι τσολιάδες θα είχαν καταλάβει την Άγκυρα – και θα είχαν τελειώσει τον πόλεμο αν δεν είχαν προδοθεί. Όταν ο Κωνσταντίνος ήρθε στην εξουσία όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί που ήταν σε επιτελικές θέσεις υποβαθμίστηκαν αμέσως σε χαμηλότερα πόστα. Πολλοί απ’ αυτούς είχαν πάρει τα γαλόνια τους με ανδραγαθήματα στο πεδίο της μάχης. Ηταν έξοχοι πολεμιστές και σπουδαίοι ηγέτες. Αυτό δεν εμπόδισε το κόμμα του Κωνσταντίνου να τους διώξει και να τους αντικαταστήσει με αξιωματικούς που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους να πέφτει ούτε μια ντουφεκιά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σπάσει το μέτωπο.”
    2 Μαΐου 1919 Σμύρνη
    Η προκυμαία έχει γεμίσει ασφυκτικά. Από τα Μπεζεστένια έως το Θέατρο. Οι κοσμοπολίτες κάτοικοι της Σμύρνης δεν κοιμήθηκαν το προηγούμενο βράδυ. Αγωνιούσαν, περίμεναν. Την επαύριο ο Ελληνικός στρατός θα πατούσε μετά από εκατοντάδες χρόνια, πάλι στο χώμα της Ιωνίας. Το λιμάνι στα παράλια της μικράς Ασίας είχε παρουσιάσει μια αξιοζήλευτη οικονομική και πολιτιστική άνοδο. Σχεδόν ολόκληρο το εμπόριο της Μεσογείου περνούσε από εκεί. Η Γαλλία η Ιταλία και η Αγγλία είχαν εγκαταστήσει τράπεζες, οι ΗΠΑ προξενείο. Η Σμύρνη είχε όπερα, είχε σχολές είχε γυμνάσια, είχε βιβλιοθήκες, είχε θέατρα και κινηματογράφους. Είχε λέσχες και μουσεία. Είχε εφημερίδες , περιοδικά. Είχε νοσοκομεία ιδρύματα και ορφανοτροφεία. Η Σμύρνη ήταν το Παρίσι της Μεσογείου. Την ίδια ώρα η Αθήνα προσπαθούσε να ξεπεράσει την νοοτροπία του μικρού χωριού και να αναπτυχθεί. Η σύγκριση εκείνη την εποχή ανάμεσα στις 2 πόλεις και το βιωτικό επίπεδο τους, ήταν συντριπτικά υπέρ της Σμύρνης.
    Οι Ιταλοί την ήθελαν, το ίδιο και οι Γάλλοι (οι Άγγλοι προτιμούσαν τα πετρέλαια της Μοσούλης και τα Στενά), τελικά ο Βενιζέλος με το επιχείρημα ότι στη Σμύρνη ζει αμιγώς Ελληνικός πληθυσμός στην πλειοψηφία του, ο οποίος κινδυνεύει από τις σφαγές των Τούρκων, τους προλαβαίνει και με τις ευλογίες της Αγγλίας στέλνει στρατό.

    ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ προς ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
    “Ταύτην την στιγμήν το Ανώτατον Συμβούλιον της Συνδιασκέψεως με πληροφορεί ότι εν τη σημερινή συνεδριάσει απεφάσισεν ομοφώνως, όπως το εκστρατευτικόν σώμα αναχωρήση ΑΜΕΣΩΣ δια Σμύρνην. ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΘΝΟΣ”

    Στις 2 Μαΐου του 1919 ο Μέραρχος Ζαφειρίου διοικητής της 1ης Μεραρχίας ελέγχει από το ΑΒΕΡΩΦ την προκυμαία και δίνει τη διαταγή. Στις 7.50 ο σηματωρός του ΠΑΤΡΙΣ σαλπίζει και οι εύζωνοι του 1/38 αποβιβάζονται. Ο πρώτος τσολιάς που πατάει την Ιωνική γη, σκύβει και φιλάει το χώμα. Ο κόσμος παραληρεί, κλαίει, τραγουδά τον Εθνικό ύμνο, ράνει με λουλούδια τους στρατιώτες. Αμέσως οι Έλληνες φαντάροι ακροβολίζονται σε καίρια σημεία της Πόλης. Οι πληροφορίες όμως που ήθελαν τους “συμμάχους” Ιταλούς να υποδαυλίζουν την απόβαση, βγαίνουν αληθινές. Οι Τούρκοι στο μαχαλά τους ήταν ήσυχοι. Εξάλλου με τους Έλληνες της Σμύρνης δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Το αντίθετο. Όμως οι Ιταλοί δεν θα άφηναν αναπάντητη την διπλωματική τους ήττα από τον Βενιζέλο. Ξεσήκωσαν και όπλισαν τα ακραία τουρκικά στοιχεία και λίγα λεπτά μετά την αποβίβαση των Ελλήνων (η οποία έγινε με απίστευτη δυσκολία λόγω του πλήθους) άρχισαν να πυροβολούν αδιάκριτα, ταμπουρωμένοι σε κάποια κτίρια. Οι στρατιώτες απαντούν και σε λίγα λεπτά όλα έχουν τελειώσει. Οι Διαταγές του Βενιζέλου δεν χωρούν αμφισβήτηση: “Κανείς φαντάρος ή αξιωματικός δεν θα κάμει το παραμικρό ενάντια στο Τουρκικό στοιχείο. Η ποινή θα είναι θάνατος. Πρέπει να δείξουμε ότι το αξίζουμε”…

    Έτσι ξεκίνησε το όνειρο της Μεγάλης Ελλάδας… η κατάληξη του θα γραφτεί τρία χρόνια αργότερα , πάλι στην ίδια προκυμαία. Το όνειρο θα γίνει ένας αιματοβαμμένος εφιάλτης…

    Σε στρατιωτικό επίπεδο τώρα , είναι ίσως η πρώτη φορά που ένας στρατός που ξεπερνούσε τις 170.000, δίχως να χάσει, ουσιαστικά ηττήθηκε, διαλύθηκε, έγινε φάντασμα…
    Ας δούμε κάποιες διαφορές με τον στρατό του Κεμάλ
    Το βασικότερο όλων είναι το ΣΧΕΔΙΟ και ο προγραμματισμός. Ο Ελληνικός στρατός μετά τις εκλογές δεν είχε κάποιο πλάνο δράσης.
    Θα κρατηθούμε στην γραμμή Εσκί Σεχίρ -Κιουτάχεια- Αφιον; Θα προελάσουμε ανατολικότερα να συντρίψουμε τον Κεμάλ στην Άγκυρα; Θα στείλουμε όλες τις δυνάμεις να καταλάβουν την …Κωνσταντινούπολη για να πιέσουμε τους “Συμμάχους”; Θα υποχωρήσουμε στη γραμμή Σμύρνης και θα αμυνθούμε; Τίποτε και λίγο από όλα. Ηγεσία (στρατιωτική και πολιτική) ήταν ανύπαρκτη και ανίκανη να σχεδιάσει ένα επιτελικό σχέδιο.
    Την ίδια ώρα ο Κεμάλ συσπείρωνε τον στρατό αλλά και τον κόσμο γύρω του. Έριχνε το δόλωμα και υποχωρούσε. Και οι Έλληνες όλο και παρασυρόντουσαν σε ένα φαύλο κύκλο που άφηνε μόνο νεκρούς.

    Την ανυπαρξία σχεδίου ήρθε να συμπληρώσει και η άγνοια. Οι Τούρκοι ήξεραν κάθε στιγμή, κάθε λεπτό όλες τις κινήσεις των Ελλήνων. Που κατευθύνονται, πόσοι είναι, τι οπλισμό φέρουν. Ήξεραν τα πάντα. Οι Έλληνες δεν γνώριζαν το παραμικρό. Έμπαιναν σε μια άγρια ενδοχώρα σαν τα πρόβατα στη σφαγή. Οπλισμένοι μόνο με το θάρρος τους αλλά αυτό δεν έφτανε. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία μάχη στο Σαγκάριο έξω από την Άγκυρα, ενώ αρχικά η μία μετά την άλλη οι γραμμές άμυνας των Τούρκων έσπαγαν και διαφαινόταν ένας ακόμη ελληνικός θρίαμβος, η ηγεσία του στρατεύματος αγνοούσε ότι ο Κεμάλ είχε δημιουργήσει επί μήνες ένα ασύλληπτο δίκτυο άμυνας, με εκατοντάδες οχυρώματα και πυροβολεία που κάλυπτε το ένα το άλλο σε ένα απίστευτο βάθος. Οι ηγεσία αγνοούσε τα βασικά, τη διάταξη των Τούρκων. Που είναι το πυροβολικό που παραμονεύει το ιππικό, που βρίσκονται οι Τσέτες άτακτοι. Αγνοούσε τα αυτονόητα, δεν διάβαζε τον τρόπο που ο Κεμάλ εφάρμοζε “επιθετική άμυνα”. Έστελναν στον θάνατο έναν αήττητο στρατό και στην προσφυγιά εκατομμύρια κόσμου. Ακόμη και στις 13 Αυγούστου όταν οι Τούρκοι πέρασαν στην αντεπίθεση και επιτέθηκαν στο καλά οχυρωμένο Αφιόν, οι Έλληνες αιφνιδιάστηκαν γιατί περίμεναν επίθεση από άτακτες ομάδες και αντιμετώπισαν έναν οργανωμένο στρατό που χτύπησε με σχέδιο. Σε λίγη ώρα μια μια οι ελληνικές μεραρχίες συντρίφθηκαν και υποχώρησαν.

    Οι γραμμές επίσης είχαν ανοίξει επικίνδυνα. Επικοινωνία δεν υπήρχε. Ούτε με τηλέγραφο ούτε με τηλέφωνο. Μια διαταγή για ένα ελιγμό έπρεπε να φύγει από τη Σμύρνη και πολλές φορές έφτανε στην πρώτη γραμμή όταν η μάχη είχε τελειώσει. Ο Αρχιστράτηγος Χατζηανέστης, ο έχων το γενικό πρόσταγμα, βρισκόταν στο αρχηγείο στη Σμύρνη και έδινε διαταγές επί χάρτου, (την ώρα της αρχικής Τουρκικής αντεπίθεσης ο Χατζηανέστης ήταν στην… Αθήνα και σχεδίαζε την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης) ενώ ο Κεμάλ, ήταν στην πρώτη γραμμή και έδινε διαταγές από το μέτωπο.

    Τέλος να αναφέρουμε ότι το Ελληνικό εκστρατευτικό Σώμα της Μικρασίας αριθμούσε 177.000 στρατιώτες εκ των οποίων την κρίσιμη ώρα, οι μάχιμοι ήταν 70.000. Οι υπόλοιποι είχαν “αποσπαστεί” σε άλλες υπηρεσίες. Κάτι που ποτέ δεν θα γινόταν με άλλη ηγεσία στο στράτευμα. Η πειθαρχεία ήταν μια άγνωστη λέξη. Δεν θα αναφερθούμε στους καθημερινούς, εκατοντάδες αυτοτραυματισμούς. Όταν δεν σε εμπνέει η ηγεσία κάνεις τα πάντα να φύγεις από την κόλαση. Όταν η ηγεσία βρίσκεται μέσα στη φωτιά μαζί σου, τότε πρώτος πολεμάς…

    Φυσικά δεν θα παραλείψουμε να αναφερθούμε στο ρόλο των συμμάχων.
    Είναι γεγονός ότι ο Βενιζέλος είχε προσδεθεί στο άρμα των Άγγλων. Οι κινήσεις του βόλευαν τους Άγγλους, αλλά εξυπηρετούσαν και τους σκοπούς της Ελλάδας. Το χρήμα και τα εφόδια έρχονταν συνέχεια. Μια φορά οι Άγγλοι δεν συμφώνησαν με μια κίνηση του Βενιζέλου για να μην δυσαρεστήσουν τους Τούρκους και ο κρητικός πολιτικός απείλησε ότι θα απέσυρε τον στρατό από τη Σμύρνη. Θα άφηνε έτσι τα νώτα των Εγγλέζων στα στενά που είχαν καταλάβει, ΑΚΑΛΥΠΤΑ. Αμέσως υπαναχώρησαν.
    Οι Γάλλοι και φυσικά οι “σύμμαχοι” Ιταλοί έπαιξαν έναν άθλιο ρόλο εις βάρος των Ελλήνων. Έναν ρόλο που η ηγεσία που διαδέχθηκε τον Βενιζέλο αποδέχτηκε και δεν αντέδρασε καθόλου. Μυστικά στην αρχή απροκάλυπτα μετά, εφοδίαζαν τον Κεμάλ με χρήματα και πολεμικό υλικό με αντάλλαγμα νέες συμφωνίες. Οι Τούρκοι στο νότο έβρισκαν καταφύγιο μέσα στις Ιταλικές γραμμές. Έβγαιναν χτυπούσαν, έκαιγαν χωριά δολοφονούσαν με ιταλικά όπλα και μετά έμπαιναν πάλι στις γραμμές των συμμάχων και δυτικών γειτόνων μας Ιταλών.

    Χαρακτηριστικό γεγονός. Στις 20 Ιουνίου του 1920. Ο συνταγματάρχης Τσάκαλος κυνηγούσε Τούρκους στη γραμμή Αζιζιέ- Αλάν Νταγ. Τότε εμφανίσθηκε ο Ιταλός διοικητής και τόνισε προκλητικά ότι τα μέρη εκείνα ανήκουν στην Ιταλία και να μην τολμήσει κανείς να επιτεθεί γιατί θα υποστεί τις συνέπειες. Ο Διοικητής του Α σώματος αντιστράτηγος Κ. Νίδερ ενημερώθηκε. Οργίστηκε και έδωσε διαταγή να συνεχιστούν οι Ελληνικές επιχειρήσεις καταδίωξης του εχθρού. Οι Ιταλοί αντέδρασαν πάλι υπέρ των Τούρκων. Τότε ο Νίδερ διέταξε επίθεση κατά πάντων και οποιουδήποτε εμποδίζει το έργο του Στρατού.Μέσα σε μια μέρα οι άνδρες του 5ου ΣΠ κατέλαβαν όλες τις Ιταλικές θέσεις πέριξ της Ν. Εφέσσου και έκαναν Ιταλούς και Τούρκους να τρέχουν προς τη θάλασσα. Ο Ιταλός στρατηγός Πόρτα μη μπορώντας να κάνει διαφορετικά δήλωσε πως αποδέχεται την κατάληψη “σαν προσωρινή” . Τελικά για λόγους ισορροπιών επεστράφησαν αυτά τα εδάφη στους Ιταλούς οι οποίοι (μέχρι να πέσει ο Βενιζέλος) δεν τόλμησαν παρόμοιες πράξεις βοήθειας.

    ΤΟ ΤΕΛΟΣ
    Τα γεγονότα του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου του 1922 είναι λίγο πολύ γνωστά. Ο Ελληνικός Στρατός στη Μικρά Ασία ουδέποτε ηττήθηκε επί της ουσίας. Ο στρατός στην Ιωνία προδόθηκε από τους ίδιους τους ηγέτες του, από τους ηγέτες της χώρας.
    Στρατιωτικοί αναλυτές κατακεραυνώνουν την απόφαση να προχωρήσουμε προς την Άγκυρα . Ήταν μια απόφαση που αποδείχθηκε δολοφονική για το στράτευμα. Στο πυρωμένο από τον ήλιο χώμα έξω από την Άγκυρα ο Ελληνικός στρατός έχασε δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες και αξιωματικούς. Ο ανθός του στρατεύματος. Η Άγκυρα, με το “ευφάνταστο” Ελληνικό σχέδιο να προβλέπει μόνο κατά μέτωπον επιθέσεις, δεν θα έπεφτε αλλά και εάν έπεφτε η ηγεσία αγνοούσε την δυνατότητα του Κεμάλ να την εγκαταλείψει και να αποσυρθεί Ανατολικότερα, όλο και πιο μέσα δίχως να μπορεί να νιώσει ότι απειλείται.

    Ο αρχιστράτηγος Αναστάσιος Παπούλας (που διαδέχθηκε τον Παρασκευόπουλο και που θα έδινε σε λίγο τη θέση του στον Χατζηανέστη) έβλεπε ότι το μέτωπο έχει “κολλήσει” και ότι οι απώλειες του στρατεύματος μέρα με τη μέρα αυξάνονται δραματικά σε σημείο να απειλείται ή ίδια η υπόσταση του. Στις 26 Αυγούστου τηλεγραφεί στον Θεοτόκη και του λέει πως “η παράταση των επιχειρήσεων γίνεται πλέον επικίνδυνη σε αυτόν τον αγώνα των χαρακωμάτων. Πρέπει οπωσδήποτε να συναφθεί ανακωχή.” Ο Αρχιστράτηγος συνέλαβε ένα σχέδιο άμυνας στις γραμμές έξω από την Άγκυρα ενώ ταυτόχρονα προετοίμαζε μια ισχυρή επίθεση για να κάμψει τον εχθρό. Για τον λόγο αυτό είχε διατάξει τον Βασιλόπαι Ανδρέα (διοικητή του Β Σώματος Στρατού) να μετακινηθεί στην ευθεία των άλλων 2 σωμάτων. Επί 12 ημέρες (έως της 27 Αυγούστου) ο Πρίγκηπας προκλητικά δεν εφάρμοζε την διαταγή και άφηνε έτσι τις πρωτοβουλίες στους Τούρκους. Το στράτευμα έχασε κρίσιμες ημέρες αδράνειας που τις πλήρωνε με αίμα.

    Η Στρατιά είχε ασφαλείς πληροφορίες ότι οι Τούρκοι θα προσπαθούσαν να επιτεθούν και να καταφέρουν ισχυρό πλήγμα κατά του Γ Σώματος. Θα απέκοπταν τις επικοινωνίες και θα εγκλώβιζαν το Α και το Β Σώμα με μια κυκλωτική κίνηση. Το Ελληνικό σχέδιο προέβλεπε τον άμεσο αιφνιδιασμό των Τούρκων με μια ταχεία και ισχυρή επίθεση από το Α και το Β Σώμα, ταυτόχρονα. Εάν πετύχαινε ο αιφνιδιασμός πολύ πιθανόν να είχε αλλάξει η ροή των γεγονότων. Οι Τούρκοι δεν θα περίμεναν τα δύο σώματα να επιτεθούν και ενδεχομένως να κατέρρεαν. ΟΜΩΣ, την κρίσιμη τελευταία ώρα, ο Πρίγκηπας Ανδρέας, σαν Διοικητής του Β Σώματος, είχε άλλη άποψη. Αυτοβούλως και δίχως να ενημερώσει κανένα σκέφτηκε να μεταφέρει το Β Σώμα πίσω από το Γ σώμα. Αυτό θα είχε δύο τραγικές συνέπειες. Άφηνε από δεξιά ακάλυπτο το Α Σώμα αλλά και δημιουργούσε ένα τεράστιο κενό στις γραμμές με αποτέλεσμα το Τουρκικό ιππικό με ταχείς μαζικές επιθέσεις να μπορέσει να μακελέψει ολόκληρη τη Στρατιά. (επαναλαμβάνουμε αναφερόμαστε σε ΣΩΜΑΤΑ και όχι σε μικρότερες μονάδες.)

    Στις 27 Αυγούστου ο πρίγκηπας Ανδρέας κρατώντας στα χέρια του τη διαταγή της Στρατιάς, δεν αντιδρά όπως θα όφειλε. Αντί να εκτελέσει τη διαταγή, απαντά ότι η επίθεση που τον διατάζουν να εκτελέσει είναι “αδύνατος και ανωφελής” και ότι έχει ήδη διατάξει υποχώρηση και μετακίνηση στα νώτα του Γ Σώματος.
    Ο Αρχιστράτηγος Παπούλας κόντεψε να πάθει εμβολή μόλις διάβασε την απάντηση του πρίγκηπα. Οργισμένος τότε του τηλεγραφεί: “Έκπληκτος προ σκέψεως εγκαταλείψεως θέσεως σας, διατάσσω Σώμα να παραμείνει θέσεις του. Μόνος αρμόδιος κρίνει και αποφασίσει τυγχάνω εγώ ως διοικητής Στρατιάς. ΑΝΑΚΑΛΕΣΑΤΕ πάσαν διαταχθείσαν μετακίνησην”

    Ο Κεμάλ που έβλεπε τόσες ημέρες τώρα μια γενική απραξία στο Ελληνικό στράτευμα αλλά και την αδράνεια του Β Σώματος και την προετοιμασία του για σύμπτυξη και υποχώρηση πίσω από το Γ σώμα διατάσσει γενική επίθεση κατά του απομονωμένου και ασθενέστερου Α Σώματος.

    Οι πύλες της κολάσεως άνοιξαν εκεί ανατολικά του Σαγγάριου. Έλληνες και Τούρκοι σφάζονταν σε μάχες σώμα με σώμα. Ο Ελληνικός στρατός αν και ταλαιπωρημένος, μακρυά από βάσεις ανεφοδιασμού και απομονωμένος, δεν υποχωρεί. Πολεμά και δείχνει ότι μπορεί να νικήσει. Τα ξημερώματα της 29ης Αυγούστου ο Παπούλας πήρε την οριστική απόφαση για επιστροφή του στρατεύματος στις θέσεις άμυνας στο Εσκί Σεχίρ. Στις 09.15 τηλεγραφεί στους διοικητές το δραματικό: “ Ο στρατός απέδωκεν ότι ηδύνατο. Υποχωρούμε”.

    Ειρωνεία: το Γ Σώμα μόλις είχε αποκρούσει τη μεγάλη επίθεση των Τούρκων και τους καταδίωκε, αλλά όπως είπαμε δεν υπήρχε καμία συνεννόηση με αποτέλεσμα να σταματήσει την καταδίωξη του εχθρού και να του δώσει τη δυνατότητα να ανασυνταχθεί.

    Τι συνέβη όμως εκείνη τη δραματική νύχτα που ελήφθη η απόφαση για υποχώρηση, στο στρατόπεδο των Τούρκων; Ο Γάλλος βιογράφος του Κεμάλ, Μασσέν περιγράφει: “ Ο Κεμάλ περίμενε από στιγμή σε στιγμή ένας από τους δύο αντιπάλους να σπάσει. Και οι δύο ήταν στα όρια τους. Στριφογύριζε στο εκστρατευτικό του γραφείο, άγρυπνος, νευρικός ταραγμένος και αναποφάσιστος. Τελικά πήρε την απόφαση. Θα διέταζε υποχώρηση. Σηκώθηκε και κατευθύνθηκε στο μαγνητικό τηλέφωνο να δώσει τη δραματική του διαταγή. Δεν είχε διανύσει την απόσταση από το γραφείο του μέχρι το τηλέφωνο όταν εκείνο εχτύπησε. Ήταν ο Φεβζή πασάς: “Οι Έλληνες δίπλωσαν τις σημαίες τους. Υποχωρούν σε όλο το μέτωπο”, του ανήγγειλε. Τότε ο Κεμάλ έβγαλε ένα ουρλιαχτό λύκου όπως συνήθιζε σε ώρες αβυσσαλέας αποφασιστικότητας και διέταξε γενική αντεπίθεση”

    Ο Ελληνικός στρατός υποχωρούσε δίχως ουσιαστικά να χάσει. 23.000 στρατιώτες και αξιωματικοί σκοτώθηκαν στη μάχη της Άγκυρας. Ακόμη και τώρα η έλλειψη οργάνωσης ήταν δραματική. Η διαταγή δεν έφτασε σε όλους με αποτέλεσμα άλλοι να υποχωρούν και άλλοι να μένουν πίσω και να πολεμούν μόνοι τους. Πλήρης αποδιοργάνωση που έφερε τον πανικό. Η υποχώρηση πλέον δεν γινόταν συντεταγμένα αλλά άτακτα. Το Τουρκικό ιππικό και οι Τσέτες χτυπούσαν τα μετόπισθεν των υποχωρούντων Ελλήνων. Οι επιθέσεις τους αποκρούονταν αλλά ο πανικός και η σύγχυση είχαν καταλάβει το στράτευμα. Ο Κεμάλ σκεπτόμενος στρατιωτικά αποφάσισε να μην καταδιώξει το στράτευμα αλλά μόνο να το παρενοχλεί, και να επιτεθεί κατά της γραμμής άμυνας στο Αφιόν. Να δημιουργήσει μια τεράστια δολοφονική μέγγενη αποκόπτοντας τη δίοδο προς τη θάλασσα. Έτσι και έκανε. Την ύστατη στιγμή στις μονάδες που είχαν παραμείνει πίσω και θα μεκελεύονταν μέχρι ενός, εμφανίσθηκε το 5/24. Οι εύζωνες του Πλαστήρα, το Σειτάν ασκέρ, συντεταγμένα και προκαλώντας βαριές απώλειες στους Τούρκους βοήθησαν πολλά τμήματα να απεγκλωβιστούν.

    Στο Αφιόν τα Σώματα ανασυγκροτήθηκαν και η πορεία προς τη θάλασσα ξεκίνησε. Την στρατιά ακολουθούσαν χιλιάδες άμαχοι. Ξεριζωμένοι πρόσφυγες που ξεκίνησαν με αραμπάδες, με τρένα και με τα πόδια ένα μακρύ ταξίδι θανάτου για να μην πέσουν στα χέρια των τούρκων.

    Η Ελλάδα άφησε την Ιωνία μόνη. Σε λίγες ημέρες θα ερχόταν η σειρά της Σμύρνης να πληρώσει με τον χειρότερο τρόπο την ανικανότητα εκείνων που είχαν στα χέρια τους τις τύχες και τις προσδοκίες ενός λαού. Η Γκιαβούρ Ισμίρ δεν θα υπήρχε ποτέ πια. Η ευχή του Πρίγκηπα Ανδρέα εισακούστηκε: “ Θα ήξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ δια να τους πετσοκόψει όλους αυτούς εδώ τους αχρείους”…

    http://www.onalert.gr/stories/Smyrnhapo_to_oneiroston_efialth_kai_th_katastrofh

  13. Χάρης Τσιρκινίδης, ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: ἔχω ὅπλο τὴν ἀγχόνη…

    .

    .

    ……Παρὰ τὴ γενικὴ καθοδήγηση τῆς γαλλικῆς κυβέρνησης πρὸς τοὺς Γάλλους ἀξιωματικοὺς καὶ δημοσιογράφους, ν’ ἀποκρύπτουν τὰ ἐγκλήματα τῶν Τούρκων ἤ νὰ τὰ παραποιοῦν, μερικοὶ ἔντιμοι Γάλλοι εἶπαν τὴν ἀλήθεια.

    Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς, ὁ Γάλλος Ζουμπὲρ (Joubert), ὑπεύθυνος τοῦ παραρτήματος τῆς τράπεζας «Credit Foncier», στὴ Σμύρνη, ὅταν ἔφτασε στὴ Μασσαλία, μπροστὰ σὲ πολλοὺς ἀνθρώπους, εἶπε:

    «Τὸ βράδυ τῆς ἡμέρας ποὺ ξέσπασε ἡ πυρκαγιᾶ βγῆκα ἀπὸ τὸ σπίτι μου, τὸ ὁποῖο βρισκόταν σὲ μία κάθετο τῆς ὁδοῦ Χατζηστάμου. Πῆγα στὸ δρόμο αὐτὸ γιὰ νὰ πληροφορηθῶ γιὰ τὸ τὶ συνέβαινε…Ἐκεῖ συνάντησα ἕνα τμῆμα διακοσίων – τριακοσίων ὁπλισμένων Τούρκων. Ἀφοῦ τοὺς εἶπα ὅτι εἶμαι Γάλλος τοὺς ρώτησα τὶ ψάχνουν. Μοῦ ἀπάντησαν ψύχραιμα ὅτι εἶχαν διαταγὲς νὰ πυρπολήσουν τὴ συνοικία. Προσπάθησα νὰ τοὺς κάνω ν’ ἀλλάξουν γνῶμη, ἀλλὰ αὐτοὶ ἀπάντησαν: ‘’Εἶναι ἀνώφελο, φύγετε ἐσεῖς, φύγετε’’. Πράγματι, λίγο χρόνο μετὰ ποὺ ἐγκατέλειψα τὸ σπίτι μου, οἱ ἐμπρηστικὲς βόμβες ἄρχισαν νὰ πέφτουν βροχηδὸν πάνω του».

    Στὰ ἑλληνικὰ ἀρχεῖα τοῦ ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν ἐντοπίσαμε μία προσωπικὴ ἔκθεση τοῦ Ἄγγλου ἱερέα Τσάρλς Ντόμπσον (Charles Dobson), τὴν ὁποῖα συνέταξε, ἐνῶ βρισκόταν στὴ Μάλτα καθ’ ὁδὸν πρὸς τὴν Ἀγγλία. Ἰδοῦ, μερικὰ ἀποσπάσματά της:

    «Ἦμουν στὴ Σμύρνη ὅταν τὰ κεμαλικὰ στρατεύματα μπῆκαν στὴν πόλη. Μερικὲς μέρες πρὶν τὴν εἴσοδό τους ὑπῆρξε αὐξημένος φόβος μεταξὺ τῶν κατοίκων. Κλήθηκα ἀπὸ τὸ μητροπολίτη Χρυσόστομο καὶ βρῆκα αὐτὸν, καὶ τοὺς ἄμεσα γύρω του, νὰ φοβοῦνται γιὰ ὑπερβασίες, ὅταν θὰ ἔφταναν οἱ Τοῦρκοι.

    Ὁ μητροπολίτης μοῦ ἔδωσε ἕνα μήνυμα, ὑπογεγραμμένο ἀπὸ αὐτὸν καὶ τοὺς ἄλλους ἀξιωματούχους, περιλαμβανομένου τοῦ Ἀρμενίου ἀρχιεπισκόπου, παρακαλώντας με νὰ τὸ στείλω μὲ βιασύνη στὸν ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Καντέρμπουρυ. Ἦταν μία ἔκκληση πρὸς ἐκεῖνον νὰ χρησιμοποιήσει τὴν ἐπιρροὴ του στὴ βρετανικὴ κυβέρνηση, προκειμένου νὰ ἐπιτευχθεῖ μία συμφωνία μὲ τὸν Κεμᾶλ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη ἤ στὸ ἐνδεχόμενο μιᾶς εἰσόδου, νὰ ἐξασφαλιστεῖ ἡ προστασία ἤ τουλάχιστον οἱ ζωὲς τοῦ λαοῦ του.

    Λυποῦμαι ποὺ ἄφησα αὐτὸ τὸ μήνυμα κρυμμένο στὸ γραφεῖο μου. Θὰ ἦταν κακὸ ἄν κατασχόταν σὲ αὐτὲς τὶς τραγικὲς ἡμέρες. Ἡ τελευταῖα φράση ἦταν μία ἔκκληση: “Στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ βιαστεῖτε, ἐνόψει τῆς ἐπικείμενης συμφορᾶς”.

    Ἀπὸ κοινοῦ μὲ ὅλους τοὺς Βρετανοὺς, τοὺς ὁποίους συμβουλεύτηκα, δὲν νομίσαμε ὅτι οἱ Τοῦρκοι θὰ συμπεριφέρονταν μὲ τέτοιο τρόπο ὅπως δικαιολογοῦσαν οἱ φόβοι τοῦ μητροπολίτη.

    Ἐντούτοις, ἔδωσα τὸ μήνυμα στὸ σὲρ Ἄρμοντ ντὲ Μπωβουᾶρ Μπρὸκ (Armond de Bauvoir Brock) ἀνώτατο ναυτικὸ διοικητὴ…

    …Μὲ συμβούλευσε νὰ χρησιμοποιήσω τὴ διακριτικότητά μου καλώντας τὸν ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Καντέρμπουρυ. Ἀλλὰ σὲ κάθε τηλεγράφημα ποὺ θὰ ἔστελνα νὰ πρόσθετα ὅτι ὁ Βρετανὸς ναύαρχος εἶχε δεῖ τὸ μήνυμα. Στὸ ἐνδεχόμενο διατάραξης τῆς τάξης, ἦταν προετοιμασμένος νὰ δώσει, μὲ τὴ δύναμή του, προστασία σὲ ὅλα τὰ τμήματα τῆς Κοινότητας…

    …Ζήτησα ἀπὸ τὸ ναύαρχο ἐξουσιοδότηση νὰ δημοσιεύσω, στὸ ὄνομά του, ἕνα μήνυμα στὸν τύπο. Εἶπε ὅτι θὰ μποροῦσα νὰ πῶ τὴ γνώμη του, ὅτι ὁποιαδήποτε κατάληψη θὰ γίνει μὲ τάξη καὶ ὅτι συμβούλευε τὸν καθένα νὰ κοιτάξει τοὺς πρόσφυγες ποὺ ἔχουν ἐπισσωρευτεῖ στὴν πόλη καὶ ν’ ἀποφύγει νὰ δώσει ὁποιαδήποτε πρόκληση.

    Πῆγα τὸ μήνυμα τοῦ ναύαρχου σὲ μία συνεδρίαση ἔξι μελῶν μὲ ἐπιρροή, στὸ Ἀρχηγεῖο τῆς “Μικρασιατικῆς Ἄμυνας”… Ἔμαθα ὅτι ὑπῆρχε ἀκόμη ἐλπίδα, ὅτι μία ἀξιόλογη μερίδα τοῦ ὑποχωροῦντος στρατοῦ, βοηθούμενη ἀπὸ ἐθελοντὲς πολίτες, θὰ ἦταν ἱκανὴ νὰ κρατήσει τὴν πόλη καὶ τὰ περίχωρά της, μέχρι τὸ χρόνο ποὺ οἱ σύμμαχοι θὰ ἐπενέβαιναν γιὰ νὰ διευθετηθεῖ μία ἀνακωχὴ. Ἔγραψα τὸ μήνυμα τοῦ ναυάρχου καὶ τὸ παράδωσα, μαζὶ μὲ πέντε μέλη τοῦ Συνδέσμου στὸν Τύπο. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ μὲ συνόδευσε νὰ πᾶμε στὸ μητροπολίτη. Τὰ μέλη μοῦ ζήτησαν νὰ διευκολύνω νὰ ἔχουν μία συνέντευξη μὲ τὸ ναύαρχο, καθῶς εἶχαν πληροφορίες γιὰ τουρκικὴ συνωμοσία στὴν πόλη…

    …Βρῆκα τὸ μητροπολίτη γεμᾶτο ἀπὸ ὀδυνηρὴ ἀνησυχία σχετικὰ μὲ τὸ λαὸ του καὶ μὴ καθησυχασμένο ἀπόλυτα ἀπὸ τὴν ἄποψη τοῦ ναυάρχου, καθῶς ὁ ἴδιος αἰσθανόταν ὅτι γνώριζε τοὺς Τούρκους καλύτερα ἀπὸ τοὺς Ἄγγλους ἀξιωματικοὺς.

    Αὐτὴ ἦταν ἡ τελευταῖα φορὰ ποὺ εἶδα τὸ μητροπολίτη. Ἦταν, ἀληθινὰ, ἕνας μάρτυρας, ὁ ὁποῖος πέθανε παραμένοντας στὸ μέσο τοῦ λαοῦ του…

  14. […] Ετσι, η Γενοκτονία των χριστιανικών πληθυσμών, που είχε αποφασιστεί πολύ νωρίτερα και είχε ξεκινήσει από το 1914, αποσιωπάται πλήρως στην ιστορική τους αντίληψη. Ενοχοποιείται επίσης ως «εθνική μυθολογία και εθνικιστική ιδεολογία» η Μνήμη της σφαγής του ελληνικού και αρμενικού πληθυσμού, που συνέβη στο τέλος του Ελληνοτουρκικού πολέμου. […]
  15. Great Fire of Smyrna

    The headline of The New York Times report of the fire on September 17
    The Great Fire of Smyrna or the Catastrophe of Smyrna[1][2] (Greek: Καταστροφή της Σμύρνης, «Smyrna Catastrophe»; Turkish: 1922 İzmir Yangını, «1922 Izmir Fire»; Armenian: Զմյուռնիոյ Մեծ Հրդեհ) was a fire that destroyed much of the port city of Smyrna (modern İzmir) in September 1922. Eyewitness reports state that the fire began on 13 September 1922[3] and lasted until it was largely extinguished on 22 September. It occurred four days after the Turkish forces regained control of the city on 9 September 1922, effectively ending the Greco-Turkish War in the field, more than three years after the Greek army had landed troops at Smyrna on 15 May 1919. Estimated Greek and Armenians deaths resulting from the fire range from 10,000[4][5] to 100,000.[6][7]

    Approximately 50,000[8] to 400,000[9] Greek and Armenian refugees crammed the waterfront escaping from the fire and were forced to remain there under harsh conditions for nearly two weeks, while Turkish troops and irregulars started committing massacres against the Greek and Armenian population, before the outbreak of the fire.[10][11]

    The subsequent fire completely destroyed the Greek and Armenian quarters of the city; the Muslim and Jewish quarters escaped damage.[12] There are different accounts and eyewitness reports about who was responsible for the fire; some sources attribute it to Turkish soldiers setting fire to Greek and Armenian homes and businesses,[13] while other sources hold that the Greeks and Armenians started the fire………

    http://en.wikipedia.org/wiki/Great_Fire_of_Smyrna#Falih_Rifki_Atay

  16. Falih Rıfkı Atay on

    Ο κεμαλικός δημοσιογράφος και συγγραφέας Falih Rıfkı Atay στη σελίδα 319 των απομνημονευμάτων του, που δημοσιεύτηκαν το 1961, έγραψε:

    «Στα πεντηκοστά του γενέθλια επισκεφθήκαμε τον Χίτλερ με μια τουρκική αντιπροσωπεία. Ο Χίτλερ, κατεχόμενος από τη μανιακή υπερηφάνεια του, είπε: Ο Μουσταφά Κεμάλ (…) ο Mussolini ήταν ο πρώτος του μαθητής κι εγώ [ο Χίτλερ] είμαι ο δεύτερος μαθητής του».

  17. […] ενός φιλομοναρχικού δημοσιογράφου την ημέρα της συνειδητής καταστροφής της Σμύρνης από τους Τούρκους εθνικιστές, αναδεικνύει με τον […]
  18. Ο Ιάπωνας σωτήρας των προσφύγων μας

    Τετάρτη, 1 Οκτωβρίου 2014 | ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

    ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΣΙΑΚΑΛΟΥ

    ομότιμου καθηγητή Παιδαγωγικής ΑΠΘ

    Γέννημα – θρέμμα της Τούμπας ο Αυγερινός, με πήρε πριν μερικές μέρες τηλέφωνο για να με ρωτήσει: «Σ’ εκείνον τον ανώνυμο Ιάπωνα καπετάνιο, που έσωσε τόσες εκατοντάδες ζωές δικών μας ανθρώπων, δεν χρωστούμε μια απόδειξη αναγνώρισης της πράξης του»;

    Με το ερώτημά του μου υπενθύμισε μια ιστορία που διηγούνταν με συγκίνηση οι παλιότεροι, αλλά, παρά την τεράστια σημασία της, δεν αποτέλεσε ποτέ αντικείμενο ενασχόλησης για τους επαγγελματίες ιστορικούς μας. Ομως οι δύσκολοι καιροί που περνούμε την έφεραν αυθόρμητα στη μνήμη και στο επίκεντρο των σκέψεων πολλών από εμάς, για να χρησιμέψει και πάλι ως οδηγός στις αποφάσεις και στις πράξεις μας. Ας τη διηγηθώ με δύο λόγια, όπως καταγράφηκε στην έγκριτη εφημερίδα της Βοστόνης «Boston Globe» στις 3 Δεκεμβρίου 1922.

    «Η κυρία Anna Harlow Birge, σύζυγος του καθηγητή του Διεθνούς Κολλεγίου της Σμύρνης Prof. Birge, διηγείται ένα επεισόδιο που συνέβη τις ώρες που καιγόταν η Σμύρνη. Πλήθη απελπισμένων προσφύγων πηδούσαν από τους προβλήτες στη θάλασσα, και το λιμάνι γέμισε από άνδρες και γυναίκες που κολυμπούσαν με την ελπίδα ότι θα διασωθούν, μέχρι που βυθίζονταν στα νερά και πνίγονταν [καθώς οι πλοίαρχοι των πολλών συμμαχικών πλοίων που βρίσκονταν εκεί, τηρώντας «ουδέτερη στάση», αρνούνταν κάθε βοήθεια]. Στο λιμάνι μόλις είχε καταφθάσει ένα ιαπωνικό φορτηγό πλοίο γεμάτο μέχρι επάνω με πολύτιμο φορτίο από μετάξι, δαντέλες και κινέζικη πορσελάνη, αξίας πολλών χιλιάδων δολαρίων. Ο Ιάπωνας καπετάνιος, μόλις συνειδητοποίησε ποια ήταν η κατάσταση, δεν δίστασε ούτε στιγμή. Πέταξε όλο το εμπόρευμα στα βρόμικα νερά του λιμανιού, γέμισε το πλοίο του με πολλές εκατοντάδες πρόσφυγες και τους μετέφερε σώους στις ελληνικές ακτές, στον Πειραιά».

    Μικρή η είδηση στην εφημερίδα της Βοστόνης, αλλά με ιδιαίτερη θέση στις διηγήσεις των προσφύγων μας, όταν μιλούσαν για την καταστροφή και την απάνθρωπη συμπεριφορά των συμμάχων (που λέγεται ότι έπαιζαν δυνατά μουσική για να μην ακούγονται ο θρήνος και ο οδυρμός). Τότε, όσοι/ες γνώριζαν, ανέφεραν με απέραντη αγάπη και ευγνωμοσύνη την περίπτωση του «Ιάπωνα καπετάνιου». Που έμεινε ανώνυμος, όπως συχνά συμβαίνει με τους πραγματικά μεγάλους ανθρώπους , οι οποίοι επιτελώντας μοναδικές πράξεις ανθρωπιάς αισθάνονται ότι απλώς επιτελούν το αυτονόητο καθήκον τους ως άνθρωποι. Κανένας δεν έψαξε τότε να τον βρει και να τον τιμήσει. Πώς να το έκανε άλλωστε τότε, που οι πρόσφυγές μας στεγάζονταν –στοιβάζονταν!- ακόμη και στα θεωρεία της Λυρικής Σκηνής, και η αγωνία τους επικεντρωνόταν στην αναζήτηση των πιο στενών συγγενών τους μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού «αναζητείται, μήπως τους είδε κανείς;». Πού καιρός και μέσα να ψάξουν και να βρουν το σωτήρα τους! Ομως αργότερα πολλοί αναρωτήθηκαν: Τι έγινε αυτός ο άνθρωπος; Μπόρεσε να γυρίσει στην πατρίδα του και στην οικογένειά του μετά την τεράστια οικονομική καταστροφή που επέβαλε στον εαυτό του για να σώσει τους δικούς μας; Επέζησε;

    Για τους ανθρώπους που έσωσε γνωρίζουμε πολύ περισσότερα, και οι πληροφορίες έρχονται από διάφορες πηγές. Οπως π.χ. από τη βιογραφία ενός Ιρλανδού στρατιώτη που στο τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου γνώρισε, αγάπησε και παντρεύτηκε «μια μικρή μελαχρινή» -αυτά είναι τα λόγια του γιου τους!- την Κοραλία Γεωργιάδη, της οποίας ο πατέρας δίδασκε Μαθηματικά και Γλώσσες στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή. Για τη σωτηρία των γονιών της Κοραλίας τη νύχτα της καταστροφής της Σμύρνης αναφέρεται στο βιβλίο: «Είχαν την τύχη να ανεβούν σ’ ένα ιαπωνικό πλοίο που ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι. Ο καπετάνιος, βλέποντας τη δραματική κατάσταση των Ελλήνων, έδωσε διαταγή να πεταχτεί όλο το φορτίο στη θάλασσα και έσωσε όσες περισσότερες ψυχές μπορούσε, ανασύροντας, κυριολεκτικά, από το νερό άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Και μετά το πλοίο σαλπάρισε για τη Θεσσαλονίκη».

    Για τη Θεσσαλονίκη! Αυτός φαίνεται ότι είναι ο λόγος που δεν έγινε δυνατόν να εντοπιστεί το πλοίο στα κατάστιχα του λιμανιού του Πειραιά. Στο δικό μας λιμάνι φαίνεται ότι άραξε πρώτα, σε μας βγήκαν οι πρώτοι πρόσφυγες που σώθηκαν από τον πνιγμό, και στα δικά μας μέρη στέγασαν τη νέα τους ζωή. Στα ίδια μέρη που, έστω προσωρινά, θα στεγάσουν τώρα την ελπίδα τους εφτά οικογένειες προσφύγων (από περιοχές πολεμικών συρράξεων) που πρόσφατα κινδύνεψαν να πνιγούν στα ίδια νερά, όπου μεγαλούργησε η ανθρωπιά του ανώνυμου Ιάπωνα καπετάνιου. Στα πρόσωπά τους θα δούμε και θα θυμηθούμε τη δική του πράξη, και, απαλύνοντας τον πόνο και τη δυστυχία τους, θα εκφράσουμε, έστω και αργά, την ευγνωμοσύνη μας απέναντί του. Και θα αναβαθμίσουμε έτσι τη ζωή μας αναβαπτίζοντάς την στα ιδανικά εκείνου που, παραμένοντας ακόμη ανώνυμος, από εμάς θα ταυτίζεται απλά με τη λέξη και την έννοια ΑΝΘΡΩΠΟΣ.

    http://www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct=36&artid=215075

  19. ΟΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΛΙΤ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
    ΣΤΗΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ‏
    Αν εισακούονταν το ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) που ήταν ξεκάθαρα από την αρχή κατά του τυχοδιωκτικού πόλεμο της
    Μικράς Ασίας, και ήταν υπέρ της ειρήνης και της συμβίωσης των λαών δεν θα είχε γίνει ο ξεριζωμός του Ελληνισμού.
    Ακόμα και ο Ιωάννης Μεταξάς για άλλους λόγους, ήταν εξ αρχής κατά του πολέμου γιατί πίστευε ότι επιμελητηριακά δεν θα μπορούσε να σταθεί ένας πόλεμος και μοιραία θα ηττόμαστε.
    Αλλά η οικονομική Ελίτ της Ελλάδας μέσω των κυβερνήσεων της θυσίασε τους Μικρασιάτες χάριν των Εγγλέζικων συμφερόντων.
    Ο Πατριωτισμός των εθνικοφρόνων-Βασιλοφρόνων και των -Βενιζελικών το 1920-1922 συνιστάτε ότι δεν
    αγωνίστηκαν για τον Έλληνα αλλά για τον Εγγλέζο.
    Έτσι πιο συγκεκριμένα το 1920 αντί να αρκεστούμε στα οφέλη της συνθήκης των Σεβρών που μετέτρεπε την Ελλάδα σε μια μεγάλη οικονομική δύναμη και να παγιώσουμε την ειρήνη που τόσο ανάγκη την είχε ο λαός που πολεμούσε αδιάκοπα από το 1912 μέχρι το 1920,
    Αντίθετα η Ελλάδα με εντολή του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου προχώρησε σε επιθετικό πόλεμο στα ενδότερα της Μικράς Ασίας, χωρίς να έχει καμιά διεθνή υποστήριξη ένα πόλεμο χωρίς αύριο που το μόνο που επέτυχε ήταν η συσπείρωση των Τούρκων γύρω από τον Κεμάλ, και αλλά όλα αυτά χάριν των Εγγλέζικών συμφερόντων που είχαν στόχο τα πετρέλαια της Μοσούλης.
    Αυτή την τυχοδιωκτική εκστρατεία στην Μικράς Ασίας την συνέχισε η συντηρητική κυβέρνηση των Βασιλικών, που τελικά οδήγησε στην ήττα 1922 και στον ξεριζωμό του Ελληνισμού.
    Όλο αυτό το κρίσιμο διάστημα 1920-1922, ποτέ δεν μερίμνησε η κυβέρνηση να δημιουργήσει λαϊκή πολιτοφυλακή ώστε οι Μικρασιάτες να είναι ένοπλοι με αποτέλεσμα και να μπορούν και να στηρίξουν τον Ελληνικό στρατό και να
    υπερασπίσουν τον εαυτό τους και την ζωή τους και την οικογένεια τους αν χρειαστεί.
    Επιπλέον ο Ελληνικός στρατός διέπραξε μεγάλες ωμότητες κατά του Τουρκικού πληθυσμού μιμούμενος και ξεπερνώντας τις ωμότητες των Τούρκων τα προηγούμενα χρόνια , προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για αντεκδικήσεις, αντί να πάρει με το μέρος του και τους μουσουλμανικούς πληθυσμού εξαρχής με μια διαφορετική προσέγγιση.
    Αντίθετα ο Ελληνικός στρατός και η κυβέρνηση μετά την ήττα “πρόδωσε” τους Μικρασιάτες εφησυχάζοντας τους ότι δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα με την έλευση των Τούρκων , και φρόντισε να διεκπεραιωθεί ο στρατός ομαλά στα απέναντι Ελληνικά νησιά, χωρίς εκείνη την στιγμή να παραλάβει κανένα μα κανένα πρόσφυγα για να μην δημιουργηθούν προβλήματα στην κυβέρνηση των βασιλοφρόνων και πέσει η κυβέρνηση από τυχόν εξέγερση με την έλευση
    προσφύγων .
    • Έτσι με εντολή της κυβέρνησης κρατούσαν δεμένα 60 Ελληνικά εμπορικά πλοία στο λιμάνι της Μυτιλήνης και της Χίου , πλοία που είχαν σπεύσει εκεί για να παραλάβουν τους πρόσφυγες και ήταν στο λιμάνι της Χίου πολλές μέρες πριν οι Τούρκοι
    καταλάβουν την Σμύρνη και τις άλλες παράλιες πόλεις που είχαν καταφύγει οι Μικρασιάτες .
    Αποτέλεσμα αυτής της εγκληματικής αδράνειας – σκοπιμότητας της κυβέρνησης, οι Έλληνες Μικρασιάτες και οι Αρμένιοι έμειναν αβοήθητοι στο έλεος των Τούρκων για να σφαγούν από τους Τσέτες.
    • Τους Μικρασιάτες τους παρέλαβαν κατόπιν εορτής σε συμφωνία με τον Κεμάλ . και αφού είχε εξοντωθεί μέγα μέρος του ανδρικούς πληθυσμού ηλικίας 15-45 ετών που εκτοπίστηκε από τους Τούρκους στα ενδότερα, και είχε καεί η Σμύρνη με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς
    • Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους, και μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες συνολικά θα είχαν σωθεί, αν ο Ελληνικός στόλος τους παραλάμβανε πριν έλθουν οι Τούρκοι στην Σμύρνη, Αϊβαλί, Δικέλλι , Μουδανιά, Κουσάντασι, και στις άλλες παραλιακές μικρασιατικές πόλεις που έγιναν μεγάλες σφαγές , και βέβαια οι προσφυγές θα είχαν σωθεί εάν οι ιθύνοντες είχαν σκεφτεί από πιο μπροστά το ενδεχόμενο της ήττας και της προστασίας του Ελληνικού πληθυσμού αλλά για την Ελληνική κυβέρνηση όλα αυτά ήταν ψιλά γράμματα.

  20. Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΟΥΝΑΡΗ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕ το 1922 ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΙΩΝΙΑΣ ΝΑ ΕΛΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΝΑ ΣΩΘΟΥΝ( Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ΦΕΚ αριθ.φύλου 119/1922 τεύχος Α , Ν.2870 της 16.7.1922) .
    Έτσι ο Ελληνικός στόλος απεχώρησε στις 25/8/22 από την Σμύρνη και τις άλλες Ιωνικές παράλιες πόλεις χωρίς να παραλάβει κανένα πρόσφυγα και παραδίνοντας την στους Τούρκους που μπήκαν στην Σμύρνη στις 27/8/1922.
    Δέησαν να παραλάβουν τους πρόσφυγές μετά 17 ημέρες, δηλαδή από τις 11/9/1922 έως και 17/9/22 κατόπιν συμφωνίας με τον Κεμάλ με την μεσολάβηση των ξένων δυνάμεων.
    Ουσιαστικά δηλαδή για δεκαεπτά (17) ημέρες άφησαν τους Μικρασιάτες αβοήθητους στο έλεος των Τούρκων και των Τσετών.
    Έτσι ξεπούλησαν και πρόδωσαν τους Μικρασιάτες αφήνοντας τους να σφαγούν ανηλεώς και να ολοκληρωθεί με μεγάλη επιτυχία η ΕΘΝΟΚΑΘΑΡΣΗ των Μικρασιατών και των Αρμενίων από τις άτακτες ομάδες των Τούρκων οι οποίες ξεκίνησαν
    το έργο τους με την πυρπόληση της Αρμενικής συνοικίας
    Με αποτέλεσμα να έχουμε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, οι οποίοι θα είχαν σωθεί σχεδόν όλοι αν είχαν απομακρυνθεί εγκαίρως από τα εξήντα (60) ελληνικά πλοία που παρέμενα δεμένα με διαταγή της κυβέρνησης στα απέναντι Ελληνικά λιμάνια (Χίος Μυτιλήνη), πλοία που ήταν εκεί από πολλές μέρες πιο μπροστά.
    Οι μόνοι που σώθηκαν εγκαίρως ήταν όσοι πέρασαν απέναντι χάρη στους φτωχούς βαρκάρηδες και καΐκέρηδες που αψήφησαν το επαίσχυντο νόμο της κυβέρνησης Γούναρη-Πρωτοπαπαδάκη που απαγόρευε την μετανάστευση των μικρασιατών στην Ελλάδα: Εφημερίδα της κυβέρνησης (ΦΕΚ) αριθ. φύλου 119/1922 τεύχος Α , Ν.2870 της 16.7.1922 με τον οποίο η κυβέρνηση απαγόρευε στον ελληνικό πληθυσμό της Ιωνίας να αναχωρήσει για την Ελλάδα, διότι τους θεωρεί
    λαθρομετανάστες, και όσοι θα τους μετέφεραν τιμωρούνται με ποινές φυλάκισης τεράστια χρηματικά πρόστιμα και αφαίρεση φυλλαδίου κ.λπ..

  21. Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΛΙΤ ΓΙΑ ΤΗΝ
    ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ.
    Κανένας από αστούς ιστορικούς της εθνικοφροσύνης και του Βενιζελισμού δεν μας εξηγεί γιατί ξεκίνησαν ένα τυχοδιωκτικό πόλεμο η κυβέρνηση Βενιζέλου από το καλοκαίρι του 1920 που ήταν χαμένος εκ των προτέρων, διότι δεν είχαν καμιά διεθνή υποστήριξη, πόλεμο που ηλιθίως το συνέχισαν οι φιλομοναρχικοί παρότι είχαν εκλεγεί με το σύνθημα της ειρήνης τον Νοέμβριο του 1920.
    Τα ερωτήματα είναι σημαντικά:
    Γιατί εγκαίρως δεν παρέλαβαν τους Μικρασιάτες πριν έλθουν οι Τούρκοι, τα πολεμικά και τα Εμπορικά πλοία της Ελλάδος που ήδη ήταν στα απέναντι λιμάνια.
    Επίσης γιατί η κυβέρνηση του Γούναρή αυτές τις τραγικές μέρες δεν επίταξε όλα πλοία του εμπορικού στόλου που εκείνη την εποχή αριθμούσαν τα εκατό ογδόντα πλοία 180, άλλα την μεταφορά των προσφύγων τον άφησε στον πατριωτισμό των πλοιοκτητών με αποτέλεσμα να σπεύσουν μόνο τα 60 πλοία, μήπως γιατί για την κυβέρνηση, η κερδοφορία των πλοιοκτητών είχε πιο μεγάλη αξία από την ζωή των Μικρασιατών κάτι που δυστυχώς ισχύει ακόμα και σήμερα σε θέματα φορολόγησης τους.
    Κανένας δεν μας μιλά για τα εγκλήματα που διέπραξε ο Ελληνικός στρατός στα ενδότερα της Μικράς Ασίας αντιγράφοντας τις ωμότητες των Τούρκων, πράξεις όμως που όξυναν το μίσος για αντεκδίκηση, χαρακτηριστικά μόνο με άφιξη του Ελληνικού στρατού το 1919 σκοτώθηκαν 200 τούρκοι στην Σμύρνη .
    Αντιγράφω από το http://libertarianwords.blogspot.gr/2012/09/blog-
    «. Ενδεικτική των σχέσεων είναι η επιστολή του Πρίγκιπα Ανδρέα προς τον Μεταξά στις 19/12/1921:
    Απαίσιοι πραγματικώς είναι οι εδώ Έλληνες, εκτός ελαχίστων.[…]Θα ήξιζε πραγματικά να παραδόσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ δια να τους πετσοκόψει όλους αυτούς τους αχρείους, οι οποίοι φέρονται ούτω κατόπιν του φοβερού αίματος ώπερ εχύσαμεν εδώ.
    Σε έγγραφο του στρατηγού Χατζηανέστη (μετέπειτα καταδικαστέος σε θάνατο στη δίκη των εξ) αναφέρεται ότι η «απαίσια εικόνα της ακατάσχετης υποχωρήσεως» συνοδεύεται από «εμπρησμούς, ατιμώσεις, βιασμούς και σφαγές»
    Χαρακτηριστική η δήλωση του Αριστείδη Στεργιάδη, ύπατου αρμοστή της Σμύρνης:
    «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα.»
    Σημαντικά γεγονότα που διευκόλυναν το εργο των κεμαλιστών για εθνόκαθαρση ήταν

    Η κατάληξη των γεγονότων είναι γνωστή: βιασμοί, δολοφονίες, λεηλασίες. Οι ελληνικές κοινότητες καταστρέφονται από μουσουλμανικούς πληθυσμούς ως αντίποινα για τις θηριωδίες του ελληνικού στρατού κατά τη διάρκεια της κατοχής αλλά κυρίως της υποχώρησης. Ταυτόχρονα υπάρχει κεντρικά οργανωμένη σύλληψη του ανδρικού πληθυσμού προκειμένου να ανοικοδομηθούν οι κατεστραμμένες πόλεις. Στα λεγόμενα «Αμελέ Ταμπουρού» λίγοι θα επιβιώσουν από την πείνα και τις επιδημίες. Ειδική τιμωρία υπήρχε για τους παπάδες και τους δασκάλους καθώς θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τον ξεσηκωμό των ραγιάδων». Τάσου Κωστόπουλου, Πόλεμος και Εθνοκάθαρση, εκδόσεις Βιβλιόραμα «

    Αυτή είναι η ηθική των εθνικοφρόνων τυχοδιώκτες και μεγαλόστομοι στα εύκολα και δειλοί, φιλοτομαριστές και μοιραίοι στα δύσκολα.
    Διότι το 1919-1922 ήταν προσκολλώμενοι ( Βενιζελικοί και φιλομοναρχικοί) στους εγγλέζους πους τους παρέσυραν στον όλεθρο της Μικρασιατικής καταστροφής, και το 1974 ήταν προσκολλώμενοι στους Αμερικανούς που τους παρέσυραν στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου που οδήγησε στην σχεδιασμένη Τουρκική εισβολή με αποτέλεσμα την τραγωδία της Κύπρου.
    Έτσι πραγματοποιήθηκε η εθνοκάθαρσή του Ελληνισμού της Μικρός Ασίας εγκαταλείποντας τον άνανδρα ο στρατός και η κυβέρνηση του Γούναρη, στο έλεος των Τούρκων με θύματα εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς .
    Τα σπασμένα αυτού του τυχοδιωκτικού πολέμου τα πλήρωσαν με πολύ αίμα οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Τουρκίας και οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί της Ελλάδας, που ξεριζώθηκαν από τις προαιώνιες εστίες τους.

  22. ΥΒΡΙΣ:
    Η Ιστορία δικαίωσε το ΣΕΚΕ (ΚΚΕ) που ήταν ξεκάθαρά και αταλάντευτα κατά του πολέμου και αν εισακούγονταν δεν θα είχε γίνει ο ξεριζωμός του Ελληνισμού.
    Και όσο για το γελοίο του θέματος, ασχολούνται κάποιοι ηλιθίως με την κυρ. Ρεπούση και τις φαιδρές δηλώσεις της, η οποία στο κάτω δεν έχει καμία σχέση με τα γεγονότα, αλλά όταν αυτοί που ασχολούνται με την κα. Ρεπούση και δεν ασχολούνται με αυτούς που άφησαν απροστάτευτους για 17 μέρες τους κατοίκους της Σμύρνης να σφαγιασθούν (κυβέρνηση και στρατός) τότε είναι ηλίθιοι, διότι όλοι αυτοί έχουν μάθει να βλέπουν το δένδρο και όχι το δάσος πιο συγκεκριμένα
    H ύβρις όμως της οικονομικής Ελίτ της Ελλάδας και των υποστηρικτών της Μεγάλης Ιδέας, συνίσταται στο γεγονός ότι με την τυχοδιωκτική τους τακτική του πολέμου χωρίς αύριο και χωρίς καμιά διεθνή υποστήριξη, συνέβαλαν στα σχέδια των Κεμαλιστών για γενοκτονία και εκδίωξη των Χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, θύματα αυτής της τακτικής ήταν και οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί που ξεριζώθηκαν από την Ελλάδα .
    Συμπερασματικά η κυβέρνηση των πολεμοκάπηλων της Ελλάδας19219-1922 όπως αποκαλύφθηκε περίτρανα από τα τραγικά γεγονότα, τους Μικρασιάτες τους είχαν γραμμένους στα «παλιάς της τα υποδήματα »
    Αντιγραφω από http://users.sch.gr/mikrasia/kkemikra.htm του Χρήστου Τσιντζιλώνη
    Το 1957, ο υπουργός Εξωτερικών της τότε κυβέρνησης Κ. Καραμανλή, Ε. Αβέρωφ, από το επίσημο βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, απαντώντας στον Τούρκο συνάδελφό του, είπε: «…Ο πόλεμος αυτός έγινε, διότι προσεκλήθημεν όπως συμμετάσχομεν εις αυτόν υπό της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, αι οποίαι, δυνάμει της Συνθήκης των Σεβρών, εισέβαλαν εις την Μικράν Ασίαν και εκάλεσαν την Ελλάδα να καταλάβει την ακτήν, την οποίαν όντως κατέλαβαν… Πρέπει να αναγνωρίσομεν ότι η Τουρκία απήντησε με μίαν υπερηφάνειαν και μίαν γενναιότητα, η οποία της έδωσε την εθνικήν της ανεξαρτησίαν. Αλλά πρέπει να υπάρξει προσοχή προτού αναφερθεί αυτός ο πόλεμος, ως πόλεμος ελληνικής κατακτήσεως. Ητο πόλεμος συμμαχικής κατακτήσεως, εις την οποίαν η Ελλάς εκλήθη να λάβει μέρος, αλλά βεβαίως δεν ήτο ελληνικός πόλεμος».

    Να η έμπρακτη ομολογία για ποιους πήγε ο Ελληνικός στρατός στην Ιωνία, όχι βέβαια για να απελευθερώσει τους Μικρασιάτες, αλλά για να εξυπηρετήσει τις μεγάλες δυνάμεις κάνοντας τους τον χαμάλη με το αίμα των στρατευμένων παιδιών της Ελλάδας, να γιατί έγινε αυτή η άφρονα εκστρατεία.
    Νομίζω δεν χρειάζεται καμιά άλλη απόδειξη τα γεγονότα μιλάνε..
    Γιαυτό η Ελληνική διοίκησης τίποτε δε έκανε στην πράξη τίποτε για να προχωρήσει το διάστημα 1919-1922 η ενσωμάτωση της Σμύρνης στην Ελλάδα, αντίθετα έκανε ότι μπορούσε για να τα χάσει όλα , σαν να είχαν μετανιώσει ή να μη το ήθελαν ποτέ….
    Ουσιαστικά με τον τυχοδιωκτισμούς και τον επιθετικό πόλεμο που έκαναν από το θέρος του 1920 χωρίς καμιά διεθνή υποστήριξη , αλλά για λογαριασμό των Εγγλέζων οδηγηθήκαμε στην μικρασιατική καταστροφή.
    , και γιαυτό στα δύσκολα η κυβέρνηση των βασιλοφρόνων μέσω του στρατού έδειξε την ανανδρία της εγκαταλείποντας απροστάτευτούς τους πρόσφυγες στο έλεος των Τούρκων, για να σώσουν κάποιοι την καρέκλα τους
    . Γιαυτό ο λαός δεν πρέπει να λειτουργεί σαν πρόβατο και να εμπιστεύεται τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα των πολεμοκάπηλων που τον πρόδωσαν και το 1922 και το 1974 με τις εθνικές τραγωδίες που δημιούργησαν.

  23. Μα τι λέτε τώρα; Μπλέκετε τις αλήθειες με τα ψέματα, τις παραγματικότητες με τις αυταπάτες.

    Κοινή ήταν η άποψη του ΣΕΚΕ με την Ηνωμένη Αντιπολίτευση του Γούναρη πριν από τις εκλογές του Νοέμβρη του 1922:

    «ΣΦΥΡΙ ΔΡΕΠΑΝΙ/
    ΕΛΙΑ ΣΤΕΦΑΝΙ»

    Ήταν το κοινό τους σύνθημα. Η άποψή σας στην πραγμνατρικότητα προσβάλελει την αριστερά, Δεν έχει σημασία εάν τότε λόγω Κομιντέρν πήραν τη θέση αυτή. Η ουσία είναι ότι η αριστερή πολιτική εκείνη την εποχή εκφραστηκε από τη θέση της Ρόζας Λούξεμπουργκ για το Ανατολικό Ζήτημα και των Μικρασαιτών σοσιαλιστών Γληνού και Σκληρού.

    Εξάλλου αυτό το αδιακήρυσσε και το ίδιο το ΣΕΚΕ στο Ιδρυτικό του Συνέδριο, που ουσθιααστικά μιλούσε για διάλυση και αυτονομία των εθνοτήτων: «3) Το σημερινό κράτος [σ.τ.σ. Οθωμανική Αυτοκρατορία] να μεταβληθεί εις μίαν ομοσπονδίαν αποτελουμένην εξ αυτόνομων βιλαετίων δημοκρατικώς οργανωμένων, ώστε οι εθνικότητες της Ανατολής να λάβουν αυτόνομον βίον και ούτω να εισέλθουν εις την Βαλκανικήν δημοκρατικήν ομοσπονδία».

    Αυτα πρέπει να προβάλλετε και όχι τον δωσιλογισμό στον οποίο σύρθηκε το ΣΕΚΕ-ΚΚΕ ένεκα των εντολών της Κομιντέρν και των κυνικών κρατικών συμφερόντων που εξέφραζε ο Λένιν.

    Διαβάστε τουλάχιστον αυτό που σας πρότεινα και αλλού:

    » Η πολιτική του ΣΕΚΕ στο Μικρασιατικό Ζήτημα»

    http://www.marxistikiskepsi.gr/seke_mikra_asia_1.html

  24. Egolpion on
    Η Σμύρνη μάνα καίγεται! Ο Κεμάλ γιόρτασε το θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του εκεί χριστιανικού πληθυσμού, έγραψε στα απομνημονεύματά του ο Ουΐνστον Τσόρτσιλ. Η σφαγή της Σμύρνης συγκλόνισε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο. Ακόμα και στη Γαλλία -η φιλοτουρκική πολιτική της οποίας καθόριζε την πληροφόρηση που παρείχαν οι δημοσιογράφοι- διογκώθηκαν τα αντιτουρκικά συναισθήματα. Όμως, περισσότερο από τις ανταποκρίσεις και τις ψυχρές επισημάνσεις των διπλωματών, το τρομερό τοπίο εκείνων των ημερών αποκαλύπτεται μέσα από τις μαρτυρίες όσων το έζησαν. Η συλλογή και η έκδοση των αυθεντικών μαρτυριών έγινε από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. Μαρτυρίες συγκλονιστικές, που πιστοποιούν την ύπαρξη του Μικρασιατικού Ολοκαυτώματος. Τυχαία επιλέξαμε και δημοσιεύουμε τις αναμνήσεις της Ελένης Καραντώνη από το Μπουνάρμπασι, έντεκα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Σμύρνης. «…Άρχισε ο στρατός μας να φεύγει. Χτυπούσαν τις πόρτες μας και ζητούσαν ρούχα για να βγάλουν το χακί από πάνω τους. Πόσους δεν ντύσαμε! Οι μεγάλοι οι δικοί μας ξεκουμπίστηκαν και φύγανε κι άφησαν τον κόσμο στο έλεος του Θεού. Έφταναν οι στρατιώτες ξυπόλυτοι, γυμνοί, κουρελιασμένοι, πρησμένοι, νηστικοί. Οι Τούρκοι κατεβαίναν και σφάζαν τους Έλληνες. Το ίδιο έκαναν και οι δικοί μας. Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες. Από τους κατοίκους του Μπουνάρμπασι έμειναν καμιά δεκαριά οικογένειες… Μερικοί κατάφεραν να φύγουν, σέρνοντας με την κοιλιά προς το Σικλάρι και από κει στη Σμύρνη. Τους άλλους όλους τους ατιμάσανε, τους σφάξανε, τους κρεμάσανε, τους κάψανε. Κι εκείνους που κατάφεραν από το Σικλάρι να φτάσουν στη Σμύρνη, όταν ήρθε ο Κεμάλ, τους έπιασε και τους έσφαξε. Εμείς βρισκόμασταν στη Σμύρνη. Πλημμύρα οι μαχαλάδες στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, μια ώρα μακριά. «Μη φοβάστε είναι μακριά», μας είπε ο νοικοκύρης του σπιτιού που μέναμε. Σ’ ένα τέταρτο η φωτιά είχε έρθει σε μας. Ρίχνανε βενζίνη και προχωρούσε. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μια, θάλασσα από την άλλη. Βρισκόμασταν στη μέση. Και οι Τσέτες (σ.τ.σ. οι άτακτοι Τούρκοι) βρίσκονταν στη μέση, και σφάζαν και σκοτώναν. Τη νύχτα οι Τσέτες έκαναν επίθεση ν’ αρπάξουν, να σφάξουν, ν’ ατιμάσουν. «Βοήθεια! Βοήθεια!», φώναζε ο κόσμος. Τα εγγλέζικα πλοία ήταν απέναντι. Έριχναν τους προβολείς. Σταματούσαν για λίγο. Τη νύχτα θέλαμε να πάμε προς νερού μας. Πήγαμε λίγο πιο έξω, φρίκη! Βρεθήκαμε σε μια χαβούζα (σ.τ.σ. μεγάλο ανοιχτό λάκκο). Γύρω γύρω, στα χείλια της χαβούζας σπαρταρούσαν κορμιά, και μέσα η χαβούζα ήταν γεμάτη κεφάλια. Έπαιρναν όποιον έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρια της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν μέσα στη χαβούζα και τα κορμιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω γύρω. Ήταν φοβερό. Όσοι το είδαν τρελάθηκαν. Το τρελοκομείο γέμισε από τρελούς σαν ήρθαμε. Εκεί σ’ αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου. Τον αδελφό μου τον έσφαξαν στο χωριό. Έβγαλαν, μετά, ιταλικά και ελληνικά πλοία και μας πήραν. Πόσους; Ούτε ένα είκοσι τοις εκατό δεν επήραν. Τέτοια καταστροφή δεν είδαν τα μάτια μου!». Η άνοδος του τουρκικού εθνικισμού και οικονομικά συμφέροντα συνδεόμενα σε μεγάλο βαθμό με την οικονομική διείσδυση της Γερμανίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οδήγησαν σε συστηματικούς διωγμούς του ελληνικού στοιχείου που διήρκεσαν από το 1913 ως τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Οι διωγμοί μπορούν να διακριθούν σε τρεις φάσεις ως προς το είδος, την ένταση και το αποτέλεσμά τους. Έτσι, στο διάστημα 1913-14 έχουμε την πρώτη φάση διωγμών. Οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας ήταν τότε σε ένταση εξαιτίας της κατακύρωσης των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου στην Ελλάδα. Οι διωγμοί άρχισαν με τη βίαιη εκτόπιση των Ελλήνων της ανατολικής Θράκης, ενώ από το Μάιο του 1914 επεκτάθηκαν και στη δυτική Μικρά Ασία. Στη θέση των Ελλήνων εγκαταστάθηκαν τούρκοι πρόσφυγες από τα εδάφη που έχασε η Τουρκία στους Βαλκανικούς Πολέμους. Μεθοδευμένοι από τους Γερμανούς, οι διωγμοί έδιωξαν τότε 130.000 Έλληνες από την περιοχή της Ερυθραίας. Πολλοί κατέφυγαν στην Ελλάδα, ενώ οι υπόλοιποι μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Τότε αποφασίστηκε και μερική ανταλλαγή των πληθυσμών, ενώ Μεικτή Επιτροπή δημιουργήθηκε για την εκτίμηση της περιουσίας των ανταλλαξίμων. Σύμφωνα με τη στατιστική του Οικουμενικού Πατριαρχείου, 153.890 Έλληνες εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό από τα παράλια της Μικρασίας ως τα τέλη του 1914. Η δεύτερη φάση των διωγμών εγκαινιάζεται με την εμπλοκή της Τουρκίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκδηλώθηκε αρχικά με εξοντωτική οικονομική αφαίμαξη των Ελλήνων για τις ανάγκες του πολέμου. Άλλο μέτρο, το οποίο αρχικά προβλήθηκε ως εφαρμογή της αρχής της ισότητας ανάμεσα στις εθνότητες της αυτοκρατορίας, ήταν οι στρατιωτικές υποχρεώσεις του αντρικού πληθυσμού από 20 έως 45 ετών, ενώ οι μεγαλύτεροι θα επάνδρωναν τα περίφημα αμελέ ταμπουρού, τα τάγματα εργασίας, που σήμαινε αγγαρεία σε λατομεία, αγρούς, ορυχεία και δημόσια έργα στο εσωτερικό της Μικρασίας. Οι κακουχίες εξόντωσαν πολλούς Έλληνες. Υπολογίζεται ότι 250.000 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους σε αυτά τα εργατικά τάγματα ως το τέλος του 1918. Άλλο μέτρο ήταν οι εκ νέου μετατοπίσεις από τα παράλια στο εσωτερικό, με σκοπό τη διαφοροποίηση της εθνολογικής σύστασης των παραλίων, καθώς κυκλοφορούσε η φήμη για παραχώρηση των περιοχών στην Ελλάδα από τους Συμμάχους. Οι πορείες ήταν τόσο εξαντλητικές και προσχεδιασμένα εξοντωτικές που λίγοι έφτασαν στον προορισμό τους, σε περιοχές με αμιγή τουρκικό πληθυσμό. Εκεί οι περισσότεροι εξαναγκάστηκαν σε εξισλαμισμό. Το σύνολο των θυμάτων των διωγμών, νεκροί και εκτοπισμένοι, τα χρόνια αυτά υπολογίζονται σε 750.000. Η τρίτη φάση των διωγμών συμπίπτει χρονικά με τη Μικρασιατική Εκστρατεία και κορυφώνεται με την οριστική Καταστροφή του μικρασιατικού Ελληνισμού το Σεπτέμβρη του 1922. Οίκαδε άρθρο του Γεωργίου Βλάχου στην Καθημερινή της 14ης/27ης Αυγούστου 1922 Ενώ αι ελπίδες -ας τας είπωμεν ελπίδας- περί προσεχούς συγκλήσεως συνεδρίου εν Βενετία ελαττούνται, το φθινόπωρον έρχεται και έρχεται ο χειμών. Αν οιαδήποτε προς την κυβέρνησιν σύστασις προς τερματισμόν της εκκρεμότητος ήτο χθες περιττή, διότι είχε σκέψεις η κυβέρνησις υπό εκτέλεσιν, αίτινες ηδύναντο και να επιτύχουν, είχε δε και χρήματα ίνα δαπανά δια πολεμικούς σκοπούς, αφού δια πολεμικούς σκοπούς εδανείσθη, σήμερον πάσα όχι σύστασις, αλλά και πίεσις εκ μέρους και των φίλων αυτής είναι χρήσιμος, διότι και τα χρήματα λείπουν και των υπό εκτέλεσιν σκέψεων η σειρά ευρίσκεται εις το τέρμα της. Ηλπίζαμεν προ τινος ότι μία προς Κωνσταντινούπολιν στροφή της ελληνικής προσπαθείας θα ήτο δυνατόν να εκβιάση την λύσιω γνωρίζομεν πολλοί, αλλά δεν γνωρίζομεν όλοι, διατί δεν επέτυχεν ο εκβιασμός και πώς οι εν τω εξωτερικώ θορυβούντες εχθροί της Ελλάδος επείσθησαν ότι πρόκειται περί «μπλόφας» υπό των εν τω εσωτερικώ εχθρών αυτής. Ηλπίσαμεν έπειτα ότι οι εξαφνικά ακουσθέντες θερμοί λόγοι του πρωθυπουργού της Αγγλίας, οι δημοσία και παγκοσμίως κυρώσαντες την επί των ελληνικών δικαίων προστασίαν της θαλασσοκρατείρας, ήθελον μεταβληθή ταχέως και εν τη στενή προθεσμία της αντοχής των Ελληνικών πόρων εις εμπράγματον βοήθειαν. Ηλπίσαμεν αργότερα -και τότε ηλπίσαμεν κακώς- ότι προσεχής Διάσκεψις ήθελεν εν βία δυνηθή να εκτελέση τας επί του Ανατολικού αποφάσεις της’ αλλά και αυτή η κακή ελπίς ματαιούται. Η Ελλάς λοιπόν απομένει μόνη με τον στρατόν της, με τους πόρους της και τους εχθρούς της. Μόνη, όπως προ μηνών, ότε επιστρέφουσα εκ της ξένης είχε πεισθή περί αυτού και απεφάσιζε, και απεφάσιζε καλώς, την αυθαίρετον προς την Κωνσταντινούπολιν πορείαν. Μόνη. Οι τυχόν έχοντες την διάθεσιν ν’ αναβλέψουν προς την πρώτην Νοεμβρίου και ν’ «αναμετρήσουν τας συνεπείας της», ας μας επιτρέψουν να παρατηρήσωμεν ότι έμειναν μόνοι, όχι μόνον οι πιστεύσαντες εις τους ισχυρούς των συμμάχους ααθενείς, αλλά και αυτοί οι ισχυροί.οι πιστεύσαντες εις αλλήλους. Μόνη λοιπόν η Ελλάς οφείλει να εκκαθαρίση την κατάστασιν. Και οφείλει να την εκκαθαρίση κατά τρόπον, όστις θ’ αποτελέση δι’ αυτήν λήξιν οριστικήν μιας σκληράς περιπετείας, δι’ εκείνους δε, οίτινες ηπάτησαν αυτήν και τον κόσμον. κόλαφον, του οποίου το ερύθημα δεν θ’ αποπλύνη η Ιστορία. Η Ελλάς οφείλει εν τάχει να προβή εις την διοικητικήν οργάνωσιν της Μικράς Ασίας, εις την παράδοσιν της χώρας εις τους γενναίους κατοίκους της, εις την σύντομον εκπαίδευσιν των ανδρών οίτινες θ’ αναλάβουν εν τω μέλλοντι την φύλαξίν της, και εις την πρόσκλησιν των Ισχυρών, όπως παραλάβουν «τον ελευθερωθέντα από των δεσμών της δουλείας» λαόν, ένα ακριβώς από τους λαούς περί ων εμερίμνων, όταν μαχόμενοι και έχοντες ανάγκην συμμάχων ελάλουν την γλώσσαν των ελευθεριών. Αλλά στρστον; Ποίος θα σώση τον στρατόν; Οι σύμμαχοι όμως δεν έχουν στρστών ανάγκην. Ας παραλάβουν τας σημαίας τας οποίας έστησαν εις τα πρόθυρα της Κωνσταντινουπόλεως όταν επλησίαζεν ο Έλλην ελευθερωτής και ας τας στήσουν εκεί όπου θα πλησιάση σφαγεύς ο Τούρκος. Όπως άλλοι, δεν επιμένομεν να έχωμεν την θέσιν ανευθύνου ,τιμητού των υπευθύνων πολιτικών ανδρών της χώρας. Οπως ουδείς άλλος, εζήσαμεν μετ’ αυτών ημέραν προς ημέραν τους μήνας Και τα έτη των προσπαθειών. Σήμερον φρονούμεν σπουδαίως ότι η περίοδος των προσπαθειών αυτών αίτινες έπρεπε να υπάρξουν, των θυσιών αίτινες έπρεπε να καταβληθούν, αν δεν έληξε, λήγει. Γ.ΒΛΑΧΟΣ Συζήτηση στο βρετανικό Κοινοβούλιο στις 4 Αυγούστου 1922 Πρωθυπουργός (ο Lloyd George): Από όσα είπε ο εντιμότατος και γενναίος βουλευτής του Central Ηull (πλωτάρχης Kenworthy) ελάχιστα είναι εκείνο που μπορώ να συμφωνήσω μ’ αυτά. Διατύπωσε όμως μια υπόδειξη που θα την αποδεχτώ, ότι δηλαδή θα ήταν ευκταίο πριν διακόψουμε τη συνεδρίαση να συζητήσουμε για τις υποθέσεις της Εγγύς Ανατολής. Η κυβέρνηση δεν έχει να αποκρύψει τίποτε από την πολιτική της. Συμφωνώ με την υπόδειξη του εντιμότατου και γενναίου φίλου… ότι είναι επιθυμητό περισσότερο από κάθε τι άλλο να αποκατασταθεί η ειρήνη στο τμήμα αυτό του κόσμου… Ο εντιμότατος και γενναίος βουλευτής του Central Ηull παρουσίασε στη Βουλή την εικόνα μιας φιλικής Τουρκίας που δυσαρεστήθηκε εξαιτίας της πολιτικής της κυβέρνησής μας… Φαίνεται (όμως) ότι λησμόνησε εντελώς την πρόσφατη ιστορία αυτής της χώρας. Λησμόνησε… τα Δαρδανέλλια (όπου οι Τούρκοι με τους Γερμανούς απόκρουσαν τους αγγλογάλλους κι εμπόδισαν την αποστολή βοήθειας προς την τσαρική Ρωσία, αυτό το αίτιο -ανάμεσα σε άλλα- συντέλεσε ίσως στη Ρωσική Επανάσταση). Υπάρχει και μια άλλη αυταπάτη… ότι η κατάληψη της Σμύρνης και το σχέδια της Συνθήκης των Σεβρών υπήρξαν αποκλειστικά έργο της Μεγάλης Βρετανίας. Προφανώς δεν έχει (ο Kenworthy) σαφή γνώση των γεγονότων. Όσα έγιναν εκεί υπήρξαν έργο επιτροπής που ορίστηκε από τις μεγάλες δυνάμεις (Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία και Βρετανία)… Καμιά παρέμβαση ποτέ δεν κάναμε στο έργο της Επιτροπής εκείνης. Αφήσαμε τους αντιπροσώπους να διατυπώσουν τις υποδείξεις τους και εκείνοι -με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα- υπόδειξαν ότι η. Σμύρνη και τα γειτονικά βιλαέτια έπρεπε να παραχωρηθούν στην Ελλάδα, γιατί ήταν ελληνικά ως προς τον πληθυσμό, τα οικονομικά συμφέροντα και την ιστορία… Η μόνη δύναμη που δε διατύπωσε γνώμη (δε συμφώνησε) ήταν η Ιταλία, για λόγους προφανείς’ η Ιταλία εκείνο τον καιρό διεκδικούσε τη Σμύρνη για λογαριασμό της… Είναι απόλυτα αληθινό ότι η Γαλλία άλλαξε από τότε γνώμη, για λόγους που είναι πασίγνωστοι αλλά αυτό δεν ήταν δική μας υπόθεση… Επιθυμώ να καταστήσω απόλυτα σαφές τούτο, ότι η πτώση του κ. Βενιζέλου (1 Νοέμβρη 1920) και η παλινόρθωση του βασιλιά Κωνσταντίνου, προκάλεσαν στη γαλλική κοινή γνώμη κάποια ψυχρότητα απέναντι στην Ελλάδα… Δυο φορές κάναμε προσπάθειες για να επιτευχθεί συμφωνία ειρήνευσης ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα μέρη. Πρώτη φορά στο Λονδίνο όπου συμφωνήθηκαν σημαντικές τροποποιήσεις στη Συνθήκη των Σεβρών… (αλλά τελικά δεν αποδέχτηκαν οι Τούρκοι)… Διατυπώθηκε ως προκαταρκτικός όρος ότι έπρεπε να προηγηθεί ανακωχή… Η Ελλάδα δέχτηκε, η κυβέρνηση της Άγκυρας αρνήθηκε… Ο Κεμάλ επέμενε να προηγηθεi αποχώρηση του ελληνικού στρατού…. Ο ελληνικός στρατός απάντησε: Δεν μπορούμε να αφήσουμε τις θέσεις μας και το λαό μας πριν να μάθουμε ποιες εγγυήσεις ενσωματώθηκαν στη συνθήκη για την προστασία αυτού του λαού». Αυτό δεν ήταν παράλογο. Ο αξιότιμος και γενναίος βουλευτής δέχεται με απόλυτη ειλικρίνεια ότι έγιναν βιαιότητες από τους Τούρκους. Επέμενε με μεγάλη αγανάκτηση σε μια δυο περιπτώσεις βιαιότητας από την πλευρά των Ελλήνων. Αλλά δεν είδα τον ίδιο τόνο αγανάκτησης όταν αναφέρθηκε στις Τούρκικες βιαιότητες. Φύλαξε την οργή του μόνο για τους Έλληνες… Αναρωτιέμαι αν ο εντιμότατος και γενναίος βουλευτής είδε την έκθεση της αμερικανικής αποστολής για τις βιαιότητες που διαπράχθηκαν στον Πόντο… Δεκάδες χιλιάδες γυναίκες και παιδιά εκτοπίστηκαν και δεκάδες χιλιάδες βρήκαν εκεί το θάνατο… Οι Έλληνες είχαν δικαίωμα να πουν: «Πριν αποσυρθούν τα στρατεύματά μας από τις γραμμές που καταλάβαμε… θέλουμε να έχουμε κάποια εγγύηση ότι δε θα συμβεί εκεί ό,τι έγινε στον Πόντο»… Δε μας συγχωρούσαν οι περιστάσεις να αφήσουμε το εμπόρια της περιοχής να τελεί κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας και ανωμαλίας. Αλλά οι Τούρκοι σκόπιμα επέμεναν σ’ αυτό. Επιπλέον ανέτρεψαν την ισορροπία των προτάσεων των Παρισίων κι έτσι απόδειξαν ότι δεν αξίζουν να τους εμπιστευτεί κανείς πλήρη κυριαρχία και εξουσία σε περιοχή όπως το βιλαέτι της Σμύρνης… Ο Τούρκος είναι ανατολίτης. Γνωρίζει πολλά. Ίσως δε γνωρίζει πάντα την αξία του χρόνου, αλλά στη διπλωματία επιδιώκει πάντα να κερδίζει χρόνο. Στηρίζεται στην ελπίδα ότι η άλλη πλευρά θα ενδώσει πρώτη… Λησμονώ ποιος είπε ότι δεν υπήρξαμε δίκαιοι και προς τις δυο πλευρές (Έλληνες και Τούρκους). Δεν είμαι βέβαιος ότι υπήρξαμε. Τι συνέβη; Διεξάγεται πόλεμος ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα. Υπερασπίζουμε την πρωτεύουσα του ενός μέρους (την Κων/λη) ενάντια στο άλλο μέρος… Αν δεν ευρισκόμασταν εκεί, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι Έλληνες μπορούσαν μέσα σε ελάχιστες ώρες να καταλάβουν εκείνη την πρωτεύουσα… Υπάρχουν ακόμη ενδείξεις, ίσως όχι εντελώς αβάσιμες, ότι οι κεμαλικές δυνάμεις ανεφοδιάζονται από την Ευρώπη… Οτιδήποτε και αν συμβεί πρέπει να εξασφαλίσουμε αρκετή προστασία για τις μειονότητες στο τμήμα αυτό της Μικράς Ασίας… Εγγύηση δεν εννοώ το λόγο της Άγκυρας. Ο λόγος αυτός δόθηκε επίσης στην Αρμενία. Ποια ήταν τελικά η αξία του;… Συμφωνώ ότι υπήρξε εποχή που η Τουρκία ήταν ανεκτική και σε γενικές γραμμές επιεικής απέναντι στους αλλόφιλους και αλλόθρησκους. Αλλά σήμερα επικρατεί άλλο πνεύμα που εμπνέει πολλούς απ’ αυτούς που διευθύνουν την πολιτική της χώρας αυτής… Υπάρχει κάτι ακόμη που ειπώθηκε από τον εντιμότατο φίλο μου στον πολύ ενδιαφέροντα λόγο του. Ότι αναμφίβολα η Ελλάδα υποφέρει από τον ατυχή διχασμό ανάμεσα στους οπαδούς του Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου, που παραλύει τις προσπάθειές της. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή κατόρθωσε όσα κατόρθωσε. Διατήρησε στρατό, στρατό πολυάριθμο. Μου έχουν πει ότι υπάρχουν στρατιώτες που δεν έχουν επιστρέψει στα σπίτια τους εδώ και 12 χρόνια -χωρικοί που άφησαν τα χωράφια τους- και ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι ακόμα πρόθυμοι να συνεχίσουν τον αγώνα για να λευτερώσουν τους ομοεθνείς τους. Έχουν υποστεί οικονομικές θυσίες σχεδόν απίστευτες. Για να βγει η χώρα από τις οικονομικές δυσκολίες, επινοήθηκε το ευφυές εκείνο μέτρο, που διχοτόμησαν τα χαρτονομίσματα και το ένα κομμάτι τους διατηρήθηκε ως νόμισμα με αξία μισή ως προς την αρχική, ενώ το άλλο κομμάτι έγινε δάνεια αναγκαστικό για τις ανάγκες της πατρίδας. Αυτό είναι ένα τέχνασμα αντάξιο της εφευρετικότητας των Ελλήνων… Έγινε αγόγγυστα αποδεκτό από ολόκληρο τον πληθυσμό. Και αυτό έδωσε στους Έλληνες τη δυνατότητα να παρατείνουν ακόμη περισσότερο την παραμονή των παιδιών τους στο μικρασιατικό μέτωπο. Λαός που κατόρθωσε όλα αυτά αξίζει την εκτίμηση όλων μας, όλων των χωρών. Γι’ αυτό ειλικρινά πιστεύω ότι οτιδήποτε κι αν συμβεί οφείλουμε να φροντίσουμε να προστατευτούν οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας σε περίπτωση οποιασδήποτε επανάληψης εκείνων των φρικτών επεισοδίων που έχουν καταισχύνει την ιστορία της χώρας αυτής. Αρχίσαμε να βαδίζουμε πιασμένοι απ΄ το χέρι , κοντά ο ένας στον άλλον, χαμένοι, μουδιασμένοι, δισταχτικοί, σαν να ΄μαστε τυφλοί και δεν ξέρουμε που θα μας φέρει το κάθε βήμα που αποτολμούσαμε. Γυρεύαμε ξενοδοχείο στο λιμάνι για ν΄ ακουμπήσουμε και να περιμένουμε τους δικούς μας. Όπου όμως κι αν ρωτούσαμε, παίρναμε την ίδια στερεότυπη απόκριση: -Απ΄τη Σμύρνη έρχεστε; Δε δεχόμαστε πρόσφυγες. -Μα θα σας πληρώσουμε καλά, άνθρωποι του Θεού, έλεγε η θεία Ερμιόνη. Εκείνοι επέμεναν στην άρνησή τους: -Φοβόμαστε τις επιτάξεις . Δε μάθατε λοιπόν πως στη Χίο, στη Μυτιλήνη, στη Σάμο έφτασε προσφυγολόι, κι επιτάξανε όλα τα σχολεία, τα ξενοδοχεία, τα πάντα; -Τι θέλαμε, τι γυρεύαμε μεις να ΄ρθούμε σε τούτον τον αφιλόξενο τόπο, έλεγε η κυρία Ελβίρα. Τι θέλαμε και τι γυρεύαμε να χωριστούμε από τους άνδρες μας! Στο τέλος βρέθηκε ένας αναγκεμένος ξενοδόχος και μας έδωσε ένα σκοτεινό, άθλιο δωμάτιο με έξι κρεβάτια. Για πότε γινήκαμε πραγματικοί πρόσφυγες δεν το καταλάβαμε. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα όλος ο κόσμος αναποδογύρισε. Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ΄ άλλο και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο ξεκουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία, από νοσοκομεία, από νεκροταφεία. Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι οι εκκλησιές, τα σχολειά, οι δημόσιοι χώροι. Στα πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι . Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ΄ την προγονική τους γη. Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δένδρα και στα χωράφια το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτρέτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν να φεύγουν κυνηγημένοι απ΄ το τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να μπορέσει να παρατήσει το έχει του, την πατρίδα του το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λαχανιασμένος αποζητώντας αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρασαν τη θάλασσα σ΄ έναν ομαδικό, φοβερό ξενιτεμό. Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι άποροι, αλήτες και ζητιάνοι στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλας του Βόλου, της Πάτρας. Ενάμισι εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπαρκάρανε στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» Που να ακουμπήσουν οι πρόσφυγες; Τι να σκεφτούν; τι να ξεχάσουν; τι να πράξουν; που να δουλέψουν; πώς να ζήσουν; Τρέμαν ακόμα απ΄ το φόβο. Τα μάτια τους ήταν κόκκινα απ΄ το αιμάτινο ποτάμι της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρικόλακες. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ΄ αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει πίσω στην πατρίδα κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμαλώτους, κοντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές…. Κι είπαν : περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως όπως , κι αύριο θα ματαγυρίσουμε στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα σαν το ψωμί το νερό και τ΄ αλάτι. Τόσοι ήταν, ενάμισι εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν τώρα στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι ιουδαίοι διωγμένοι από τη γη της Χαναάν. Χωρίς πατρίδα χωρίς δουλειά χωρίς σπίτι. Και μόλις χτες να θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης. Ψάχναν για τον αίτιο , αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γης ,τον Κεμάλ το Βενιζέλο τον Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον πόλεμο. Μα πριν απ΄ όλα τον ύπουλο τον Άγγλο,τον υπολογιστή ,το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική πολιτική με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού… ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ «Οι νεκροί περιμένουν» ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΣΦΑΓΕΣ Οι δημοσιογράφοι των ξένων εφημερίδων μετέδιδαν μέσω των ανταποκριτών τους: «Με κάρα, γαϊδούρια, άλογα, αραμπάδες, με κάθε είδους τροχοφόρο, άλλοι στους ώμους, μικροί και μεγάλοι, οικογένειες ολόκληρες τούρκων κουβαλούσαν ανενόχλητοι τα κλοπιμαία, παράνομο καρπό της λεηλασίας τους». Το τρίπτυχο δράμα βιασμών, σφαγών, λεηλασιών, κορυφώθηκε τη νύκτα της 31ης Αυγούστου ξημερώνοντας η αποφράδα της 1ης Σεπτεμβρίου. Στη λαϊκή συνοικία τη λεγόμενη Τεπετζίκι σφάχτηκαν 300 γυναίκες, 80 νήπια, 550 άνδρες από τους αιμοβόρους γκρίζους λύκους, από τσέτες και ζεμπέκηδες δηλ. τους άτακτους του τουρκικού στρατού πού αποτελούν την εγκληματική πρωτοπορία σ’ επιθετικούς καιρούς. Και συμπληρώνει τους ανήσυχους δημοσιογράφους ο ιστορικός: «Στη συνοικίαν του Αγίου Κωνσταντίνου διεπράχθησαν φρικαλέα εγκλήματα από τους τσέτες. Στην εκκλησία μέσα της Μυρτιδιώτισσας στο Μερσινλή στραγγαλίσθηκαν δεκάδες κορίτσια ενώ στρατιώτες αποπατούσαν πάνω στην Αγία Τράπεζα. Πτώματα επί πτωμάτων στοιβάχθηκαν και σχημάτισαν σορούς το Οινοπνευματοποιείο του Πανάρετου και συγκεκριμένα στη συνοικία του αγίου Βουκόλου (τ’ όνομα παρμένο από τον άγιο μαθητή του αποστολικού πατέρα και πρώτου της Σμύρνης μάρτυρα ιεράρχη Πολύκαρπου) είχαν καταφύγει εκατοντάδες γυναικόπαιδα και κτυπήθηκαν εκεί μέσα με όλμους και χειροβομβίδες. ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΤΣΕΚΟΥΡΙ Οι πρώτες φλόγες που κατέφαγαν τη Σμύρνη κι έσβησαν την ελληνοχριστιανικότητά της άρχισαν να ξεπηδούν τη νύχτα της 30ής Αυγούστου κυρίως από την Αρμένικη συνοικία πού συνόρευε με το Παζάρι της Σμύρνης, τις Μεγάλες Ταβέρνες και τη συνοικία του Αγίου Γεωργίου «και δι’ αυτής», με την Μητρόπολη της «Αγ. Φωτεινής. Όσο οι ώρες περνούσαν τόσο οι φλόγες υψώνονταν μέχρι εβδόμου ουρανού. Πυροβολισμοί κι εκρήξεις συνόδευαν τον εμπρησμό της άλλοτε χαρούμενης πολιτείας της πανάρχαιας πρωτεύουσας της πιο ελληνικής κι από την Ελλάδα Ιωνίας. Στο μεταξύ σκοτεινότεροι της νύχτας και του άδη προβοκάτορες και εμπρηστές περιέτρεχαν τις σκοτεινές συνοικίες αδειάζοντας κουβάδες τη βενζίνη και το πετρέλαιο. Προπαντός όμως το πρωί της 31ης Αυγούστου είχε τεθεί σε πλήρη εφαρμογή το σχέδιο του Νουρεντίν Πασά του δολοφόνου του Εθνομάρτυρα Χρυσοστόμου Σμύρνης. Οι φλόγες η μία μετά την άλλη αναπηδούσαν από τις δύο χριστιανικές συνοικίες. Την Αρμένικη πρώτα και την Ελληνική ύστερα. Τα κτίρια πού ήθελε ο τουρκικός στρατός και η διοίκηση να διασώσουν τα προστάτευαν κατεδαφίζοντας τα πλαϊνά κτίρια και δημιουργώντας κενό για να μη μεταδοθεί η πυρκαγιά. «Δηλαδή οικοπεδοποιούσαν τον πλαϊνό χώρο. Έτσι διασώθηκε η ιταλική Σχολή, το Κεντρικό Παρθεναγωγείο και τα νεόδμητα (κτίρια της Ευαγγελικής Σχολής και του Ιωνικού πού δεν πρόλαβαν να το λειτουργήσουν οι Έλληνες. Άλλα ποια η απολογία των τούρκων μπροστά στην κατακραυγή της παγκόσμιας κοινής γνώμης που και πολύ δεν τους ενδιέφερε; «Αναρίθμητοι ήταν εκείνοι πού κάηκαν ζωντανοί μέσα στα σπίτια τους και τα μαγαζιά τους. Ακόμη και οι ανήμποροι να μετακινηθούν άρρωστοι των νοσοκομείων έγιναν κι αυτοί στάχτη. Ανάμεσα τους και ο διάσημος Ιατρός Ιπποκράτης Αργυρόπουλος πού αρκετό καιρό βρισκόταν κλινήρης στο νοσοκομείο της Σμύρνης. Ένα μεγάλο πλήθος καιγόμενων Σμυρναίων μετακινήθηκε στον «Πανιώνιο» και κατέκλυσε τις κερκίδες του για να σωθεί. Άλλοι πάλι με τα βρέφη τους στις αγκαλιές έτρεχαν στο νεκροταφείο της πόλης τους φωνάζοντας πολλοί απ’ αυτούς στους νεκρούς: «Βγήτε εσείς να μπούμε εμείς» για να πληρωθεί ο της ‘Αποκαλύψεως λόγος: «θ’ αναζητούν οι άνθρωποι το θάνατο και δεν θα τον βρίσκουν» όπως έγινε στην τραγική Σμύρνη στα 1922 με την ανοχή των μεγάλων Χριστιανικών (εντός εισαγωγικών) δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας… και προς δόξαν του χριστιανικού (και πάλιν εντός εισαγωγικών) πολιτισμού τους. Και όχι μόνο αλλά και η αδιαφορία έγινε απανθρωπιά εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Και ιδού οι μαρτυρίες από τους Ρενέ Πυώ στο βιβλίο του «ο θάνατος της Σμύρνης», τον αυτόπτη και αυτήκοο Πάλμερ Κίμπερλεγκ στο βιβλίο του «Το κορυφαίο έγκλημα του πολιτισμού», και προπαντός από τον «Καλό Σαμαρείτη» του ελληνισμού της Ιωνίας Τζωρτζ Χόρτον, γενικό Πρόξενο των Η.Π.Α. στη Σμύρνη του 1922 πού κυκλοφόρησε το πληρέστερο σήμερα ντοκουμέντο της καταστροφής της Σμύρνης. Γράφουν λοιπόν ισάριθμα για το κρίσιμο αυτό θέμα για το ρόλο των λεγομένων χριστιανικών δυνάμεων λεγομένων χριστιανικών δυνάμεων για τη συνενοχή τους στην καταστροφή της Σμύρνης. «Ισχυρά απόβασης υπό την προστασίαν των πυροβόλων του στόλου, θα ήταν πολύ αποτελεσματική. Υπάρχουν δύο ιστορικά προηγούμενα, του Ναυαρίνου στα 1827, κοίτης Κρήτης στα 1897. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, οι ναύαρχοι χωρίς να περιμένουν οδηγίες των κυβερνήσεων τους, ενήργησαν με δική τους πρωτοβουλία και οι ενέργειες τους με τα γνωστά αποτελέσματα. Οι σύμμαχοι όμως δεν θέλησαν να σώσουν την Σμύρνη» (Ρενέ Πυώ, Ο θάνατος της Σμύρνης)Και όχι μόνο δεν θέλησαν να σώσουν την Σμύρνη και τους χριστιανικούς πληθυσμούς αλλά με εξαίρεση τους αμερικανούς ναύτες κτυπούσαν με κοντάρια τους έλληνες και τους αρμένιους πού κατόρθωσαν να φθάσουν κολυμπώντας στα πλοία τα υποτιθέμενα χριστιανικά αυτά πλοία σωτηρίας αλλά ξύλο αντί σωτηρία βρήκαν «Οι δυστυχισμένοι, οι πάντα ευκολοπίστευτοι και πάντα προδομένοι ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί». «Στις (2 π.μ.) (15 ν.η.) Σεπτεμβρίου 1922 οι επιβαίνοντες στα πολεμικά των λεγομένων χριστιανικών δυνάμεων, των ναυλοχούντων εις τον γραφικό λιμένα της Σμύρνης, εθεώντο εκ μακράς αποστάσεως την πυρπόλησιν της πόλεως και την σφαγήν των κατοίκων της. Οι ναύαρχοι αυτών των στόλων, άκουγαν απαθείς τάς φωνάς των γυναικών, τούς θρήνους των παιδιών, τάς οιμωγάς των σφαζομένων λαών». (Πάλμερ Κίμπερλεγκ, Το κορυφαίο έγκλημα πολιτισμού). τις πταίει; Καθοριστικό γεγονός της νεώτερης συλλογικής αυτοσυνειδησίας η Μικρασιατική εκστρατεία, έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και την πολιτική αυτοσυνειδησία των Νεοελλήνων, αφού σχηματικά έχει επικρατήσει το politically correct σχήμα «ο καλός Βενιζέλος μας πήγε στη Μικρασία, ο κακός Κωνσταντίνος έφερε τη Μικρασιατική καταστροφή». Είναι όμως πράγματι έτσι; Η επισταμένη διερεύνηση των γεγονότων οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα. Το πολιτικό-διπλωματικό σκέλος της Μικρασιατικής εκστρατείας συνδυάζεται βεβαίως με τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το Διχασμό στην Ελλάδα, με αφορμή αυτό ακριβώς το θέμα. Ο Βενιζέλος ήταν ένας πανέξυπνος, αλλά και αδίστακτος άνθρωπος. Η αλαζονεία του και η προσωπική του ματαιοδοξία ήταν παροιμιώδεις. Είναι ο κύριος υπαίτιος του διχασμού. Είναι λάθος να πιστεύεται σήμερα ότι ο Κωνσταντίνος ήθελε την ουδετερότητα επειδή ήταν Γερμανόφιλος. Όχι ότι δεν συμπαθούσε τους Γερμανούς, αλλά ήξερε ποια ήταν τα συμφέροντα της Ελλάδος και ότι στη δεδομένη χρονική στιγμή δεν ήταν δυνατόν να ευνοηθεί η Ελλάδα από έξοδο στον πόλεμο. Χαρακτηριστικά, υπέρ της ορθότητας της πολιτικής της ουδετερότητας του Κωνσταντίνου (και όχι μόνο), πρέπει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τις διαπραγματεύσεις που γινόταν κατά το 1915, η Ελλάδα θα έδινε ένα μέρος της Ανατολικής Μακεδονίας στους Βούλγαρους ως αντάλλαγμα της συμμετοχής τους στο πλευρό της Αντάντ και θα έπαιρνε «αντίστοιχο» έδαφος στη Μικρά Ασία. Δηλαδή πόσο, 5000 ή 10000 τετραγωνικά χιλιόμετρα;;; Αυτό ο Βενιζέλος το παρουσίαζε ως πραγμάτωση της Μεγάλης Ιδέας. Δεν ήταν όμως. Ο Κωνσταντίνος (αλλά και ένα σωρό άλλοι άνθρωποι του κόμματος του Βενιζέλου, με κορυφαίο τον Υπουργό Εξωτερικών του Βενιζέλου Γεώργιο Στρέιτ) αντιλαμβανόταν πολύ καλά ότι με τη Ρωσία στον πόλεμο η Ελλάδα έπρεπε να ξεχάσει τη Μεγάλη Ιδέα. Για αυτό το λόγο είχε μαζί του και τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού. Ο Κωνσταντίνος, ο αγνός αυτός Έλληνας, δέχθηκε να αφήσει το θρόνο μόνον όταν είδε ότι ήταν δυνατόν να πολεμήσει η Ελλάδα στο πλευρό των συμμάχων με ρεαλιστική πιθανότητα να αποκτήσει κάποια ωφέλη, μετά την αποχώρηση της Ρωσίας από τον πόλεμο την άνοιξη του 1917. Η αποχώρησή του τέθηκε τότε ως όρος για τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο και για αυτό αναγκάσθηκε να αποχωρήσει. Αποχώρησε για το καλό της Ελλάδας αλλά ο λαός δεν τον ξέχασε. Όχι μόνον στις «παλαιές χώρες» αλλά και στις «νέες χώρες» που ήταν έδαφος με πλειοψηφία υπέρ του Βενιζέλου. Το καλύτερο που είχε να κάνει ο Βενιζέλος ήταν να ακολουθήσει πολιτική εθνικής ενότητας, χωρίς να προσπαθεί να κάνει πράξη αυτό που ο ίδιος πρέσβευε. Η πολιτική αυτή θα απέδιδε κάποτε σίγουρα τους καρπούς της. Η επιμονή του να μπούμε στον πόλεμο χωρίς να λάβουμε εγγυήσεις από τους συμμάχους ήταν πέρα για πέρα λανθασμένη για αυτό αντιδρούσε το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου της χώρας με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο, με την εξαίρεση ενός κύκλου ανθρώπων γύρω από τον ίδιο το Βενιζέλο. Χαρακτηριστικό της έλλειψης εγγυήσεων που δεν ήθελαν με τίποτα να δώσουν οι Σύμμαχοι στην Ελλάδα, είναι το τι κερδίσαμε τελικώς μετά τον πόλεμο: α) Δυτική Θράκη, που αρχικώς και μέχρι το 1916 δεν «έπαιζε», λόγω της αναμονής εξόδου της Βουλγαρίας στον πόλεμο υπέρ των συμμάχων. β) Ανατολική Θράκη, που αρχικώς και μέχρι το 1917 επίσης δεν «έπαιζε», λόγω του ότι την είχαν υποσχεθεί στη Ρωσία γ) Ζώνη Σμύρνης, ένα μη βιώσιμο κομμάτι της Μικρασίας εκτάσεως 20.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, το οποίο δεν δόθηκε καν στην κυριαρχία της Ελλάδας! Αυτές ήταν οι «σημαντικές παραχωρήσεις στη Μικρασία» που επέσειε ως έπαθλο της συμμετοχής της Ελλάδας στην παγκόσμια σύρραξη ο Βενιζέλος; Αν δει κανείς τα παραπάνω, την πολιτική της συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων μόνον ως άφρονα μπορεί να τη χαρακτηρίσει κανείς. Το μέγιστο που θα έδιναν οι σύμμαχοι στο Βενιζέλο ήταν 20.000 τ.χλμ. στη Μικρασία, μη βιώσιμο, όπως αποδείχθηκε, χωρίς καν κυριαρχία της Ελλάδος! Σχετικά με το ποιος ξεκίνησε το Μικρασιατική εκστρατεία, η εκδοχή ότι αυτή ξεκίνησε από τον Κωνσταντίνο και τους διαδόχους πρωθυπουργούς του Βενιζέλου δεν είναι αληθινή. Ήδη την παραμονή των εκλογών του 1920 ο Ελληνικός στρατός κατείχε μια τεράστια έκταση στη Μικρασία, πολύ μεγαλύτερη από αυτή που όριζε η ζώνη της Σμύρνης. Είχε καταληφθεί και η Φιλαδέλφεια, μετά τα βουνά που δεν ήταν οχυρωμένη πίσω από άλλα βουνά. Εκ των υστέρων η επιλογή αυτή του να μη γίνει καθόλου η Μικρασιατική εκστρατεία μπορεί να φαίνεται σοφή, αλλά τότε τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Λάθη έγιναν πολλά, αλλά το λάθος το γενικότερο ήταν η Μικρασιατική πολιτική του Βενιζέλου. Έπρεπε να πιέσει τους Άγγλους να πάνε στη Μικρασία. Οι Αμερικανοί κατάλαβαν αμέσως ότι η απόβαση του στρατού το Μάιο του 1919 στη Σμύρνη ήταν μεγάλο λάθος, γιατί ήταν το κύριο αίτιο που ξύπνησε τον εθνικισμό του Κεμάλ και οδήγησε στην ανάπτυξη του Τουρκικού εθνικιστικού κινήματος. Το λάθος αυτό το παραδέχθηκε και ο ίδιος ο Βενιζέλος στον Αμερικανό πρέσβη αμέσως μετά την απόβαση, αλλά είπε ότι θα ήταν μεγαλύτερο λάθος να φύγει τώρα ο ελληνικός στρατός, μια που πήγε. Γεγονός είναι, πάντως, ότι η αρχική απόβαση ήταν λάθος. Οι Άγγλοι ήθελαν να φύγουν οι Τούρκοι από τη Μικρασία αλλά δεν ήθελαν να στείλουν ούτε έναν στρατιώτη. Ο Βενιζέλος έπρεπε να πάει με τους Άγγλους εκεί, πρώτα να πάνε οι Άγγλοι εκεί για να το πάρουν σιγά σιγά απόφαση οι Τούρκοι ότι χάνουν τα Μικρασιατικά παράλια και για να έχουν και κώλυμα και φόβητρο, στρατιωτικό και πολιτικό να χτυπήσουν τους Άγγλους. Μετά ας ερχόταν και ο ελληνικός στρατός, ο οποίος θα καθάριζε τη φάση στρατιωτικά για τους Άγγλους. Οι Άγγλοι έπρεπε να κάνουν τη Δυτική Μικρασία προτεκτοράτο τους με τη συμφωνία να το δώσουν έπειτα σιγά σιγά στην Ελλάδα. Το ίδιο έπρεπε να γίνει και με τις Ανατολικές περιοχές, (Πόντο, Αρμενία, Κουρδιστάν), με την προοπτική της ανεξαρτησίας. Ο Βενιζέλος υποτίμησε αρχικώς τον κίνδυνο που αντιπροσώπευε ο Τουρκικός εθνικισμός, και όταν τον κατάλαβε ήταν αργά. Δεν είχε φροντίσει να αναπτύξει πολιτκά αντανακλαστικά εναντίον του. Η Ελλάδα βρέθηκε πολιτικώς άοπλη απέναντι στον Κεμάλ, με μόνη σύμμαχο την Αγγλία, η οποία ήταν απρόθυμη να πράξει το παραμικρό (διπλωματικώς ή στρατιωτικώς) για να βοηθήσει την Ελλάδα. Η αλλαγή κυβερνήσεως το Νοέμβριο του 1920 έδωσε στους συμμάχους την έξοχη πρόφαση που χρειαζόταν για να μην εκτελέσουν μια συνθήκη, στην υπογραφή της οποίας ουσιαστικά σύρθηκαν από τις διπλωματικές ικανότητες του Βενιζέλου και λόγω της αναμφισβήτητης συμβολής της Ελλάδας στον πόλεμο. Είναι σήμερα ιστορικά αδιαμφισβήτητο ότι η επιστροφή του Κωνσταντίνου ήταν μόνον η πρόφαση που ήθελαν. Προσωπικά φρονώ ότι ο Βενιζέλος ήξερε ότι θα έχανε τις εκλογές και για αυτό τις έκανε. Δημιούργησε μια κατάσταση με τη συνθήκη των Σεβρών που δεν ήταν διαχειρίσιμη. Η μόνη πολιτική με προοπτική ήταν η στρατιωτική ήττα του Κεμάλ, αλλά αυτή απέτυχε. Σίγουρα έγιναν πολλά λάθη, αλλά η όλη πολιτική ήταν αδιέξοδη, δεν υπήρχε τίποτε άλλο τότε στην Ελλάδα να κάνει. Πώς, όμως, θα ακολουθούσε αυτός αυτήν την πολιτική χωρίς να καταρρακώσει την υστεροφημία του; Έφυγε στα πονηρά λοιπόν. Είναι λάθος επίσης να νομίζουμε σήμερα ότι ο Βενιζέλος υπήρχε περίπτωση να κερδίσει εκείνες τις εκλογές, αν ψήφιζε δήθεν η Σμύρνη. Η διαφορά ψήφων ήταν τεράστια. Ένα πρόσφατο αφιέρωμα της Καθημερινής εξηγούσε γιατί έχει δημιουργηθεί μια πλάνη σήμερα ότι τα δύο κόμματα είχαν σχεδόν ισοψηφίσει. Ήταν ένα τρικ του Αλ. Παπαναστασίου, η αλήθεια είναι όμως ότι ο Βενιζέλος συνετρίβη σε εκείνες τις εκλογές. Κανένας δεν τον ήθελε. Από την κάθοδό του στην Αθήνα και μετά είχε κυβερνήσει με δικτατορική πυγμή του χειρίστου είδους τη χώρα και ο λαός τον είχε σιχαθεί. Στην κυριολεξία. Σίγουρα είναι πολλά και τα λάθη της άλλης πλευράς, πάντως για το βασικό λάθος, τη Μικρασιατική πολιτική όπως ασκήθηκε, υπαίτιος ήταν ο ίδιος ο Βενιζέλος. Καθώς επίσης και για το μη εφαρμόσιμο της Συνθήκης των Σεβρών. Η απώτερη ευθύνη πρέπει, πάντως, να επιρριφθεί στο διχασμό. Και εκεί ο υπαίτιος είναι και πάλι ο Βενιζέλος και η φιλαρχία του. Γεώργιος Μάτσος «Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, το Ελληνικόν Κράτος, αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος καταβαίνει πλέον εις τον Άδην, από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να το αναβιβάση και το σώση. Της αφαντάστου ταύτης καταστροφής, βεβαίως, αίτιοι είναι οι πολιτικοί και οι προσωπικοί Σας εχθροί, πλην και Υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος […] Ζήτημα είναι εάν το παρόν μου γράμμα αναγιγνώσκεται υπό της ημετέρας Εξοχότητος, αν ημείς πλέον υπάρχωμεν εν τη ζωή προοριζόμενοι εις θυσίαν και μαρτύριον.» Απόσπασμα από την τελευταία επιστολή του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο στις 25 Αυγούστου του 1922. Τα εγκλήματα των Τούρκων στην Σμύρνη «Σε όλη την ευρύτερη παραλιακή ζώνη της Σμύρνης από το Κοκάργιαλι έως το Κορδελιό και σε μήκος 30 χιλιομέτρων οι Τούρκοι επιδόθηκαν σε γενική σφαγή των Ελλήνων κατοίκων και προσφύγων. Ολόκληρες οικογένειες εκτελούντο εν ψυχρώ». «Στα προάστια Αγία Τριάδα και Πετρωτά, οι κάτοικοι βρήκαν τραγικό θάνατο εντός των εκκλησιών, στις οποίες είχαν καταφύγει. Στη συνοικία Τεπετζίκι οι Τούρκοι εκτέλεσαν περισσότερες από 300 γυναίκες και 66 βρέφη.» «Ο Γάλλος συγγραφέας Ρενέ Πυώ κατέγραψε μαρτυρίες συμπατριωτών του, οι οποίοι έκαναν λόγο για αποκεφαλισμένα σώματα μικρών παιδιών γύρω από την αρμενική μητρόπολη του Αγίου Στεφάνου.» «Ο Αγγλος Ρόυ Τρέλοαρ, αντιπρόσωπος μεγάλης βρετανικής εταιρίας στην Σμύρνη κατέθεσε ενδεικτικά ότι από τα πεταμένα στους δρόμους πτώματα, η νοσογόνος δυσοσμία ήταν τόσο ανυπόφορη, ώστε ήταν αδύνατο να πλησιάσει κανείς στις Αρμενικές γειτονιές.» «Αλλά, και στην προκυμαία η κατάσταση που επικρατούσε ήταν φρικώδης. Ιδιαίτερα ατιμωτική υπήρξε η μεταχείριση από τους Τούρκους των Ελλήνων αξιωματικών και οπλιτών, οι οποίοι τους υποχρέωναν να καθαρίζουν γυμνοί την προκυμαία. Οι ταλαιπωρίες τους διήρκεσαν πολλές ημέρες, ενώ αρκετοί από αυτούς θανατώθηκαν με απαγχονισμό». «Στο Μερσινλί, στην εκκλησία της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας, οι Τούρκοι, αφού ασέλγησαν σε δεκάδες κοπέλες […] τις στραγγάλισαν. Στο προάστιο αυτό κατεσφάγησαν όλοι οι εκεί παραμένοντες.» «Στο προάστιο Μπαιρακλί, προκειμένου, προκειμένου να αποφύγουν την ατίμωση και το βασανιστικό τέλος, εκατοντάδες νέες προτίμησαν να πέσουν στην θάλασσα, βρίσκοντας έτσι θάνατο από πνιγμό» Μαρτυρίες για τα αίτια της μεγάλης πυρκαγιάς στην Σμύρνη «Η πυρκαιά τέθηκε σκόπιμα. Πολλοί Αμερικανοί πολίτες είδαν με τα ίδια τους τα μάτια τους Τούρκους τακτικούς στρατιώτες να βάζουν φωτιά σε σπίτια, κρατώντας κουρέλια βουτηγμένα σε βενζίνη. Η εξόντωση των χριστιανών που ακολούθησε, υπήρξε συστηματική… Πολλοί κατέφυγαν στις εκκλησίες όπου κάικαν ζωντανοί, όταν οι Τούρκοι της πυρπόλησαν.» (The London Times, 05/09/1922) «Οι κεμαλικοί αποφάσισαν ότι η Σμύρνη θα γινόταν στο εξής πόλη καθαρά τουρκ
  25. Tα ερείπια έχουν γίνει πάρκο. Eξιστορεί μια καθηγήτρια

    Tο 1922 ήμουν 9 χρονών, ζούσαμε στη Σμύρνη, σαν παιδί που ήμουν ζούσα αμέριμνα, τα πολιτικά και τα στρατιωτικά δεν είχανε τότε θέση στη ζωή μου. Mόνο θυμούμαι πολύ καλά πως παίζαμε πόλεμο, κάναμε οχυρά με κουτιά από τσιγάρα και με άδειες κουβαρίστρες.

    Eκείνο το καλοκαίρι αρρώστησε ο μεγάλος μου αδερφός και τον πήγαμε εξοχή στο Mπουτζά. Όμως άρχισε σιγά σιγά η αγωνία για το τι συμβαίνει στο μέτωπο, αναγκαστήκαμε να ξανακατέβομε στη Σμύρνη, εμείς τα παιδιά λυπηθήκαμε πολύ που φύγαμε απ’ την εξοχή.

    Στη γειτονιά μας στη Σμύρνη, στο Φραγκομαχαλά, κατοικούσανε πολλοί ξένοι υπήκοοι, αυτοί όλοι θυμούμαι υψώσανε σημαίες, καθένας την υπηκοότητά του γι’ ασφάλεια. Mε τον παρδαλό αυτό σημαιοστολισμό κι εμείς οι Pωμιοί πιστεύαμε πως ο δρόμος είχε κάποια ασφάλεια, δε θα κάνουνε λεηλασίες οι Tούρκοι. Mάλιστα οι ξένοι όλοι αυτοί ήτανε φιλότουρκοι. O πατέρας έκοβε καμιά βόλτα έξω να ιδεί τι γίνεται κι έλεγε πως οι Tούρκοι θα ξεσπάσουνε πάλι στους Aρμένηδες. Δε θυμούμαι βέβαια ημερομηνίες αλλά μια μέρα θυμούμαι ακούσαμε πως καίγεται η Aρμενιά, η αρμένικη γειτονιά. Πήγαμε στο δώμα και είδαμε πολύ μαύρο καπνό. Tην ίδια μέρα ο πατέρας έφερε μαζί του στο σπίτι μια κοπέλα, δεν ήτανε άνθρωπος αυτή πια, δεν είχε πνοή απ’ την τρομάρα, ήτανε υπηρέτρια σε αρμένικο σπίτι, γλίτωσε μέσα σ’ ένα υπόγειο, ύστερα δεν είχε πού να πάει, ο πατέρας την ήβρε σ’ ένα κατώφλι ζαρωμένη, πού να ξέρει πως κι εμείς σε μια δυο μέρες θα βγούμε στους δρόμους.

    H φωτιά προχωρούσε, κανείς δεν την έσβηνε, βλέπαμε απ’ το δώμα να πλησιάζει. Λοιπόν φοβηθήκαμε να μην αποκλειστούμε κι ετοιμαστήκαμε. Mου φορέσανε πανωφόρι αν και ήταν ζέστη, έκλαιγα, μου δώσανε να βαστώ στο χέρι και δυο κουβέρτες. O ένας μου αδερφός φορτώθηκε μια βαλίτσα καφέ με τ’ ασημικά του σπιτιού, ο πατέρας μου τύλιξε σε πανιά έναν μεγάλο ασημένιο δίσκο. Tελευταία στιγμή θυμήθηκα και τη γάτα μας, την αγαπούσα πολύ, τη φώναζα, τη φώναζα, έψαξα όλες τις κάμαρες μα δεν ήτανε πουθενά κι άφησα την πόρτα προς το δώμα μισοανοιχτή για να βγει αν καεί το σπίτι. Στην κουζίνα είχαμε βάλει το φαΐ για το μεσημέρι. T’ αφήσαμε κι έβραζε, κλειδώσαμε το σπίτι σα να ήτανε να γυρίσομε σε λίγη ώρα.

    Όσα θυμούμαι ύστερα είναι μπερδεμένα. Θυμούμαι το πλήθος στην προκυμαία. Όσο προχωρά η φωτιά, τόσο πυκνώνει το πλήθος. Kαθένας φορτωμένος όσα μπορούσε, ό,τι βρέθηκε μπροστά του. Θυμούμαι μια γυναίκα βαστούσε μια στοίβα πιάτα. Mία άλλη φορτώθηκε τη ραπτομηχανή της. Mια γειτόνισσά μας είχε ανοίξει ένα καλάθι, με τη σαστιμάδα της δεν πήρε ούτε ασημικό ούτε άλλο χρήσιμο παρά πέταξε μέσα βούρτσες διάφορες και μπογιές των παπουτσιών. Ύστερα τους έκοβε η κούραση, ό,τι δεν μπορούσανε πια να το σηκώσουνε το πετούσανε χάμω ή στη θάλασσα.

    Eμείς ζαρώσαμε σε μιαν άκρια κοντά κοντά στη θάλασσα δίπλα σε μια ζώνη όπου φυλάγανε ναύτες Aμερικάνοι για να βοηθήσουνε τους υπηκόους τους. Mαζί μας είχαμε ψωμί και τυρί, κάτι φάγαμε. Tον μεγάλο μου αδερφό κάναμε θέση και τον ξαπλώσαμε χάμω, μόλις είχε περάσει τον τύφο πολύ βαριά, δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του.

    Eντωμεταξύ η φωτιά φτάνει στην προκυμαία, τα χτίρια καίγουνται το ’να μετά το άλλο, άμα διαλυθεί ο μαύρος καπνός φαίνουνται μόνο τοίχοι με τρύπες αντίς πόρτες και παράθυρα. Θυμούμαι καλά πως ένας Aμερικάνος ναύτης πήγε κι έκανε πως χτυπά το κουδούνι της πόρτας σ’ ένα τέτοιο καμένο σπίτι, δεν είχε πέσει η πόρτα του, αστείο τού φάνηκε, λοιπόν αμέσως από τα ερείπια ξετρύπωσε μια γάτα, κάθισε μπρος στην πόρτα και περίμενε ν’ ανοίξει, θα ήτανε του σπιτιού. Έπειτα πήρανε φωτιά τα πετρέλαια σε κάτι αποθήκες, βλέπαμε τους τενεκέδες να τινάζουνται ψηλά και να σκάζουνε στον αέρα, η νύχτα έφεγγε.

    Δυο νύχτες είχαμε μείνει σ’ εκείνο το μέρος, έπειτα φύγαμε άμα φύγανε κι οι Aμερικάνοι, πήγαμε προς την Πούντα, καθίσαμε σ’ ένα περιβόλι αλλά ύστερα φύγαμε κι από κει. Σκεφτήκαμε πως ήταν φόβος από κει να μαζέψουν τους άντρες όπως κι έγινε. Προχωρήσαμε ως το σπίτι ενούς ξαδέρφου του πατέρα, η συνοικία δεν είχε καεί και είχαμε μαζευτεί εκεί 40-50 άτομα. Ένας Tούρκος χασάπης άνοιξε το μαγαζί του ένα πρωί και ψουνίσαμε λίγο κρέας για βραστό, το βραστό και το ζουμί ήταν το αγαπημένο φαΐ του πατέρα μου, εμείς τα τρία παιδιά δεν τ’ αγαπούσαμε, όμως θα θυμούμαι πάντα στη ζωή μου πόσο νόστιμο μου φάνηκε εκείνο το φαΐ, ως τώρα τ’ αγαπώ.

    Στο σπίτι αυτό μείναμε 2-3 μέρες. Mια μέρα ήρθανε Tούρκοι για έρευνα, θέλανε να πάρουνε ένα νέο παιδί τάχα πως ήτανε Aρμένης, ο πατέρας προσπάθησε να τους πείσει πως δεν ήταν, τέλος φύγανε. Aυτός είχε γίνει πράσινος απ’ το φόβο.

    Στο μεταξύ φτάσανε καράβια ναυλωμένα του Eρυθρού Σταυρού, αρχίσανε παίρνανε τον κόσμο. Tα δυο μου αδέρφια ήταν στο μπόι ψηλά και κινδυνεύανε να τους πάρουνε όμηρους. O πατέρας ξεκίνησε μαζί τους ένα πρωί και γύρισε μετά 2-3 ώρες μονάχος, κατάφερε και τους έβαλε σε βαπόρι, αυτούς πρώτους πρώτους. Ήξερε αγγλικά και να που του χρειαστήκανε τώρα, έσωσε τα δυο παιδιά του, παρακαλώντας τους σκοπούς στη δική τους γλώσσα. Mε πολλές δυσκολίες τούς πέρασε.

    Tώρα έπρεπε να περάσομε και μεις. Φύγαμε βιαστικά, είπε ο πατέρας «προσοχή να μη χωριστούμε», ανεβήκαμε στη μακριά ξύλινη εξέδρα της Πούντας, φτάσαμε μπρος στο βαπόρι έτσι με το σπρώξιμο, καλά καλά δεν πατούσανε τα πόδια μου καταγής και μπήκαμε. Aμέσως έπρεπε και να κατεβούμε στ’ αμπάρι από σκάλα σκοινένια, κρεμαστή, εγώ φοβήθηκα τότε πάρα πολύ, έτρεμα ολόκληρη, ένας ναύτης τότε με άρπαξε απ’ τις μασχάλες με κρέμασε κάτω, κάποια χέρια με πιάσανε και βρέθηκα μέσα. Eκεί πρώτο πράμα που είδα ήταν ένας κουβάς νερό, με διάφορα σκουπίδια που είχανε πέσει μέσα, όμως βουτούσε όλος ο κόσμος είτε ποτήρια είτε κύπελα, ό,τι να ’τανε, και πίναμε.

    Tην άλλη μέρα μάς βγάλανε στη Mυτιλήνη. Έτσι σωθήκαμε. Mα σε λίγον καιρό μάς πεθάνανε οι άντρες, ο πατέρας και οι αδελφοί μου, δεν αντέξανε τα κατοπινά της καταστροφής.

    Στη Σμύρνη ξαναπήγα με μιαν εκδρομή πρόπερσι. Πήγαμε από Xίο, Tσεσμέ, μπήκαμε από τα προάστια Γκιόζ-Tεπέ, Kαραντίνα. Ήμαστε όλοι σχεδόν πρόσφυγες, οι μεγαλύτεροι μάλιστα κάνανε το ταξίδι αυτό σαν προσκύνημα. Προσπαθούσα κι εγώ να θυμηθώ τίποτα απ’ τα παλιά. Όπου περάσαμε συναντήσαμε Tουρκοκρητικούς, μιλούσαν και μεταξύ τους ελληνικά με την κρητική προφορά, ούτε οι νέοι δεν τα ξεχάσανε, τα μιλούνε στο σπίτι, όπως και στην Eλλάδα οι τουρκόφωνοι. Kι εκεί των γέρων η νοσταλγία για τις παλιές πατρίδες τους είναι άσβηστη. Mια γριά, μάνα του καφετζή, σ’ ένα καφενείο που καθίσαμε, στις Φώκιες, μου είπε: «Aχ, εγώ την Πρέβεζα θα την ξαναβρώ άραγε στον άλλο κόσμο;»

    Στο Nύμφαιο πήγα με μια συνταξιδιώτισσά μας που ήταν από κει και στο σπίτι της κατοικούσε τώρα μια οικογένεια Tούρκοι από τη Bοσνία. «Περάστε, περάστε», μας λέγανε, «ξέρομε κι εμείς από προσφυγιά».

    Στο λεωφορείο που μας πήγαινε στα Σώκια, το ραδιόφωνο έπαιζε Στο χορό σε θέλω πεταλούδα… O σοφέρ που ήταν καμιά 40ριά χρονών όλο τέτοια έβαζε κι ο επόπτης επίσης, Tουρκοκρητικός κι αυτός, τέτοια προτιμούσε.

    Στα προάστια Γκιόζ-Tεπέ, Kαραντίνα δεν αλλάξανε σχεδόν καθόλου. Mία θεία μου έμενε Kαραντίνα και τα θυμήθηκα όλα εκείνα τα μέρη. Ως το Kονάκι που λέγαμε. Aπό κει και πέρα τίποτα δεν έμεινε. Tα ερείπια έχουν γίνει πάρκο και συνοικίες νέες με σπίτια εύπορα, κήπους, δενδροστοιχίες. Στο χώρο του ξενοδοχείου που ήταν του πατέρα μου, δεν ξέρω κι αν είναι αυτός ο χώρος καλά καλά, είδα ένα πολυώροφο κτίριο. Aδύνατον να γνωρίσεις τίποτα απ’ τις παλιές γειτονιές.

    (από το βιβλίο: Έλλη Παπαδημητρίου, O κοινός λόγος, πρώτος τόμος, Eρμής, 2003)

  26. B.Α… on

    12 Nisan ’10

    Okunma Sayısı
    1838

    “İzmir’i Niçin Yaktık?”

    Türkiye’deki bütün tarih ders kitaplarında Kurtuluş Savaşı’nda yenilip İzmir’i terk etmek zorunda kalan Yunan ordusunun İzmir’i ateşe verip yaktığı anlatılır. Hepimiz öyle öğrendik; şu anda Türkiye’de yaşayan, herhangi bir okul bitirmiş kişilerin yüzde 99,9’u da bunu böyle bilir. Yakın bir zamana kadar ben de onlardan biriydim. Ta ki, o yılların tanığı ve Atatürk’ün çevresindeki en yakın kişilerden biri olan gazeteci yazar Falih Rıfkı Atay’ın “Çankaya” adlı hatıra kitabını okuyuncaya kadar…

    Bu kitap ulusalcı çevrelerde çok sevilir, okunması tavsiye edilir. Gerçi bu çevrenin sözcülerinden Hürriyet yazarı Özdemir İnce bu kitabı daha yeni okumuş, bugünlerde ona buna “mutlaka okuyun” diye tavsiye edip duruyor. Yahu ben kendi halinde bir blog yazarıyım; şurada dört yıldır beleşe klavye sallıyorum; öyle Çankaya’dan ibret alıp milli hisleri kabaracak bir insan da değilim; ona rağmen ben bile Çankaya’yı okuyalı on yıl oluyor. Burada Özdemir Bey’e Frenklerin “öğleden sonra günaydın” ve Türklerin “Üsküdar’da sabah oldu, uyan da balığa gidelim” sözlerini hatırlatmak istiyorum. Yahu bu nasıl ulusalcılık Kemalistlik? Nutuk, Kemalistin kutsal kitabıysa Çankaya da hadis kitabı sayılır! Ona buna akıl öğreten bir Kemalist «entelektüel» teorisyenin Çankaya’yı bu yaşa kadar okumamış olması biraz ayıp olmuyor mu?

    Neyse konumuz Özdemir İnce değil; yeri geldi de laf attım öylesine!

    Ders kitaplarında yer alan Atatürk’le ilgili anekdotların, anıların çoğunun kaynağı bu Çankaya kitabıdır. Falih Rıfkı, Kurtuluş Savaşı zaferinden itibaren Atatürk’ün yakın çevresine katılmış ve ölümüne kadar hep o çevrede kalmıştır. Çankaya’da ve öteki kitaplarında anlattığı şeylerin çoğuna bizzat kendisi tanık olmuş ve yazmıştır. Bu yüzden anlattıkları çok önemlidir. Bence “Çankaya” kitabı Cumhuriyet’in “kara kutu”sudur, kara kutularından biridir.

    Peki, şimdi durup dururken nerden çıktı Falih Rıfkı ve Çankaya?

    Şundan: geçen haftalarda, CNBC-E kanalında yayımlanacak bir diziyle ilgili bir tartışma çıktı. Söz konusu Amerikan dizisinde Rum asıllı bir karakter, atalarının İzmir’li olduğunu, İzmir yangınında her şeylerini yitirdiklerini, canlarını zor kurtarıp İzmir’i terk etmek zorunda kaldıklarını anlatıyor, İzmir’i “şehri yeniden ele geçiren” Türklerin yaktığını söylüyormuş. Dizideki bu sahne bizim ABD’deki u-milliyetçileri harekete geçirmiş ve kanalı protesto yağmuruna tutmuşlar. Bu nedenle diziyi Türkiye’de yayımlayacak olan CNBC-E de o sahneyi makaslamaya karar vermiş. Böyle olunca da aslında üstünde hiç durulmasa pek fazla kimsenin ilgisini çekmeyecek bir konu tıpkı CHP’li Onur Öymen’in Dersim gafı gibi, İzmir yangınının yeniden tartışılmasına ve araştırılmasına yol açtı. Geçen hafta birçok yazar köşelerinde bu konuyu ele aldı.

    Tarihi bir konuyu tartışırken ne yaparsınız? Doğal olarak o dönemin kaynaklarına bakarsınız. Bakınca da konunun hiç de öyle bize anlatıldığı gibi olmadığını görüyorsunuz. İşte Falih Rıfkı’nın Çankaya’sı bu anlamda en çarpıcı belgelerden biridir. Falih Rıfkı bu kitabını İzmir yangınını anlatmak için yazmamıştır. O dönemin olaylarını doğal akışıyla kronolojik biçimde anlatırken sıra İzmir’in işgalden kurtarılışına ve yangın olayına gelir. Gözleriyle tanık olduğu yangını kısaca anlatır. İzmir’i kimin, kimlerin ve niçin yaktığını sorgular ve dizideki diyaloga şiddetle itiraz eden u-milliyetçilerin (ulusalcı – milliyetçi diyelim) hiç de hoşuna gelmeyecek şeyler yazar. Zaten Falih Rıfkı’nın bu yazdıklarının resmi tarih masalına uymadığını fark eden yayımcılar kitabın sonraki baskılarında bu bölümü sansürlerler. Ben görmedim ama kitabın yeni baskılarında aşağıya aktaracağım bölümün yer almadığı belirtiliyor. Demek ki benim kitaplığımdaki sansürsüz baskı… Falih Rıfkı bu bölümde sadece İzmir yangınıyla değil Ermeni tehciriyle de ilgili acı şeyler yazar.

    İzmir, 9 Eylül 1922’de kurtarılmış, Yunan ordusu gemilere binip çekilmiştir. Falih Rıfkı bir gazeteci olarak zafere tanıklık etmek üzere aynı gün İstanbul’dan yola çıkmıştır. İzmir yangını 13 Eylülde çıkar; (yani çıkarılır), yani kurtuluştan dört gün sonra… Şehirde Yunan ordusu falan kalmamıştır. Yanan kısım “Gâvur İzmir” denen, Rum, Ermeni, Levanten gayrimüslimlerin oturduğu semtlerdir. (“Gavur İzmir” sıfatı da İzmirlilerin içki içmesinden, fazla dindar olmayışlarından falan değil buradan gelir).

    Şimdi sözü yangına kendi gözleriyle bizzat şahit olan gazeteci Falih Rıfkı’ya bırakalım. Bakalım ne diyor Falih Rıfkı Çankaya’da:

    “Gâvur İzmir karanlıkta alev alev, gündüz tüte tüte yanıp bitti. Yangından sorumlu olanlar sadece Ermeni kundakçılar mı idi? Bu işte ordu Komutanı Nureddin Paşa’nın hayli marifetli olduğunu söyleyenler çoktu. (….)
    Bildiklerimin doğrusunu yazmaya karar verdiğim için o zamanki notlarımdan bir sayfayı buraya aktarmak istiyorum: ‘Yağmacılar da ateşin büyümesine yardım ettiler. En çok esef ettiğim şeylerden biri, bir fotoğrafçı dükkânını yağmaya giden bir subay, bütün taarruz harbleri boyunca çekmiş olduğu filmleri otelde bıraktığı için, bu tarihi vesikaların yanıp gitmesi olmuştur. İzmir’i niçin yakıyorduk? Kordon konakları, oteller ve gazinolar kalırsa azınlıklardan kurtulamayacağımızdan mı korkuyorduk? Birinci Dünya Harbinde Ermeniler Tehcir olunduğu vakit, Anadolu şehir ve kasabalarının oturulabilir ne kadar mahalle ve semtleri varsa gene bu korku ile yakmıştık. Bu kuru kuruya tahripçilik hissinden gelme bir şey değildir. Bunda bir aşağılık duygusunun da etkisi var. Bir Avrupa parçasına benzeyen her köşe sanki Hristiyan veya yabancı olmak, mutlak bizim olmamak kaderine idi. Bir harp daha olsa da yenilmiş olsak, İzmir’i arsalar halinde bırakmış olmak şehrin Türklüğünü korumaya kâfi gelecek miydi? Koyu bir mutaassıp, öfkelendirici bir demagog olarak tanımış olduğum Nureddin Paşa olmasa idi bu facianın sonuna kadar devam etmeyeceğini sanıyorum. Nureddin Paşa, ta Afyon’dan beri Yunanlıların yakıp kül ettiği Türk kasabalarının enkazını ve ağlayıp çırpınan halkının görerek gelen subayların ve neferlerin affetmez hınç ve intikam hislerinden de şüphesiz kuvvet almakta idi’.”

    İşte böyle… Falih Rıfkı’nın notlarında anlattıkları hiç de bizim okullarda öğrendiğimiz İzmir yangınıyla ilgili resmi tarih masalına uymuyor değil mi?

    Ne derler, “Açtırma kutuyu söyletme kötüyü”. Bu konuyu ben açmadım.

    Her defasında söylüyorum; bir kez daha tekrarlıyorum; SİZE MÜTEMADİYEN YALAN SÖYLÜYORLAR. Ve bu yalan geleneği hâlâ devam ediyor. Geçen yıl tam da Kürt açılımının konuşulduğu günlerde, Hakkâri Çukurca’da 7 askerin (ayrıca bir asker de bu olayla ilgili olarak düzenlenen operasyonda şehit oldu) mayın patlamasında şehit olmasını nasıl açıklamışlardı hatırlıyor musunuz? O mayınları PKK’nin döşediğini ve operasyon sırasında uzaktan kumandayla patlatıldığını söylemişlerdi. Şimdi durumun öyle olmadığı, mayınların ordu tarafından döşendiği ve patlamanın olduğu bölgeye askerin 12 yıldır girmediği ortaya çıktı. Ondan birkaç hafta sonra da Elazığ’da 4 asker daha şehit olmuş, bu olayın da kazayla el bombası patlaması sonucu meydana geldiği açıklanmış, ancak onun da kaza değil, tim komutanının nöbette uyuyan bir erin eline pimi çekilmiş el bombası vermesi ve bombanın patlaması sonucu olduğu ortaya çıkmıştı.

    Tabii “teferruat” canım bütün bunlar, teferruat! 12 ana kuzusu durup dururken, düşmanla savaşmadan kendi kendine şehit oluvermiş, lafı mı olur hiç? Söz konusu “vatan” ise vatandaş da teferruattır, hakikat de, İzmir de, İzmir yangını da!

    Nev bu blog’u önerdi.

    http://blog.milliyet.com.tr/-izmir-i-nicin-yaktik–/Blog/?BlogNo=238221

  27. Οι παρατημένοι νεκροί της Σμύρνης

    Τα όρια του παλαιού ορθόδοξου νεκροταφείου Σμύρνης (με κίτρινη γραμμή) στο Google Earth, αρχές 2015. (©Google Earth)

    Το 1865, η Οθωμανική Διοίκηση απαγόρευσε με διάταγμα την «δια πολλούς λόγους ασύμφορον κι επιβλαβή συνήθειαν», σύμφωνα με την οποία οι νεκροί θάβονταν στα προαύλια των εκκλησιών. Ακολούθως, τον Ιούνιο του 1869, ιδρύεται το νεκροταφείο σε έκταση που αγόρασε η «Γραικική Κοινότης» των ορθοδόξων της Σμύρνης επάνω στον δρόμο του Ντάραγατς και στις ανατολικές παρυφές της πόλης, οι οποίες τότε ορίζονταν από τη χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής Σμύρνης-Αϊδινίου.

    Τον χώρο, που μοιράστηκε σε τέσσερις τομείς, διέτρεχε μία κεντρική αλέα, πλαισιωμένη από ψηλά κυπαρίσσια. Το 1878 ανεγέρθηκε εντός ναός αφιερωμένος στον Άρχοντα Μιχαήλ, σε σχέδια του Σμυρνιού αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Λάτρη, καθώς επίσης μεγάλη αίθουσα οστεοφυλακίου. Σ’ αυτόν τον ναό, έψελνε μικρό παιδί ο θρυλικός τραγουδιστής Κώστας Νούρος, ο επονομαζόμενος και «το αηδόνι της Σμύρνης». Τέλος, την ίδια χρονιά ιδρύθηκαν και τα δύο ενοριακά πεντατάξια σχολεία, αρρένων και θηλέων, που λειτουργούσαν εδώ με συνολικά 480 μαθητές (στοιχεία 1920).

    Στο νεκροταφείο βρίσκονταν οι τάφοι και τα μαυσωλεία ορισμένων από τις γνωστότερες οικογένειες της Σμύρνης, όπως των Αθανασούλα, Γιοβάνοβιτς, Ηλιάδη, Ισηγόνη, Κλημάνογλου, Μισθού, Πιττακού, Σολομωνίδη κ.α., φιλοτεχνημένα από τους μεγαλύτερους Έλληνες γλύπτες της εποχής, όπως ο Κοτζαμάνης, ο Περάκης, ο Ρήγος και ο Χαλεπάς. Συχνά δε, χάραζαν στους τάφους και μακροσκελή επιγράμματα, άλλοτε λαϊκά, γραμμένα στη σμυρνέικη ντοπιολαλιά και άλλοτε πιο επίσημα, στην καθαρεύουσα, στην αρχαΐζουσα, ακόμα και σε ομηρική γλώσσα. Εν ολίγοις, το νεκροταφείο πρέπει να το φανταστεί κανείς σαν ένα υπαίθριο μουσείο γλυπτικής, παρόμοιο με το Α’ νεκροταφείο της Αθήνας, το Σισλή στην Πόλη, της Ερμούπολης και της Τεργέστης.

    Το 1910, το δυτικό τμήμα της έκτασής του δωρήθηκε από την Ελληνική Κοινότητα, με εισήγηση του προέδρου της, αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου, στην ομάδα του Πανιωνίου, με σκοπό να κατασκευαστούν νέες αθλητικές εγκαταστάσεις, καθώς μέχρι τότε ο Πανιώνιος νοίκιαζε γήπεδο στην Πούντα (σημ. Αλσαντζάκ / Alsancak). Μάλιστα, η Κοινότητα επέλεξε την παραχώρηση, αρνούμενη τις 100.000 χρυσές λίρες που, όπως αναφέρει η βασικότερη πηγή για το θέμα, ο Σολομωνίδης, ήταν διατεθειμένη να καταβάλει η αγγλική εταιρεία του σιδηροδρόμου Αϊδινίου, προκειμένου να επεκτείνει τις δικές της εγκαταστάσεις.

    Το πιο γνωστό όμως συμβάν αφορά τον Σεπτέμβριο του 1922, όταν μέσα στο νεκροταφείο βρήκε καταφύγιο ένα τεράστιο πλήθος γερόντων, γυναικών και μικρών παιδιών, το οποίο πανικόβλητο προσπαθούσε να κρυφτεί ακόμα και μέσα στους τάφους για να γλυτώσει τη σφαγή, τη φωτιά που κατέκαιγε την πόλη και την ατίμωση. Υπολογίζεται ότι 30.000 Έλληνες βρίσκονταν για 17 ημέρες κλεισμένοι εδώ, τρώγοντας ό,τι έβρισκαν, μέχρι και χόρτα που μαγείρευαν χρησιμοποιώντας ως καύσιμη ύλη τα ξύλα από τα φέρετρα! Οι τσέτες, αρχικά, δεν τόλμησαν να παραβιάσουν τον χώρο. Όταν όμως έμαθαν για τους έγκλειστους, εισέβαλαν, λήστεψαν και σκότωσαν, ενώ έψαξαν ακόμα και μέσα στα μαυσωλεία, γυρεύοντας να βρουν νεαρά κορίτσια. Το δράμα του κόσμου έληξε μόνον όταν τους επετράπη να φύγουν για να επιβιβαστούν στα πλοία που θα τους έφερναν στην Ελλάδα.

    Μετά το 1922
    Μετά την ερήμωση της Σμύρνης από το χριστιανικό στοιχείο της, Έλληνες και Αρμενίους, και για αρκετά χρόνια κατόπιν, το νεκροταφείο αφέθηκε στην τύχη του. Αυτό μαρτυρούν οι εικόνες από ποδοσφαιρικούς αγώνες στο διπλανό γήπεδο του Πανιωνίου, που χρησιμοποιούσε πλέον η τοπική ομάδα Αλτάι (Altay). Ακόμη και ελληνικές ομάδες έπαιξαν αγώνες εδώ, συμμετέχοντας σε διοργανώσεις με αντίπαλες τουρκικές.

    Το 1927 και κατόπιν διαβήματος του Σωματείου Ελλήνων Υπηκόων (σ.σ.: προσφύγων), η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε, σε συνεννόηση με το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών, να αγοράσει το νεκροταφείο. Αν κρίνουμε από τη συνέχεια, η προσπάθεια απέβη άκαρπη, καθώς τη δεκαετία του 1950, το μεν δυτικό τμήμα του νεκροταφείου είχε πλέον καταληφθεί από τις νέες εγκαταστάσεις του σταδίου ενώ στο ανατολικό είχαν κτιστεί τα κτήρια των Σχολών Καλών Τεχνών και Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου της 9ης Σεπτεμβρίου (Ντοκούζ Εϊλούλ), εξαφανίζοντας κάθε ορατό ίχνος του παρελθόντος. Η ονομασία του ιδρύματος παραπέμπει στην ημερομηνία εισόδου στην πόλη των κεμαλικών δυνάμεων το 1922, σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο. Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί πως κάποια ελάχιστα, αποσπασματικά μέρη ταφικών μνημείων που κρίθηκαν αξιόλογα, συγκεντρώθηκαν από Τούρκους αρχαιολόγους στον υπαίθριο χώρο του Πανεπιστημίου και σώζονταν έως πρόσφατα. Λιγοστές επιτύμβιες επιγραφές υπήρχαν και στην αυλή του Αρχαιολογικού Μουσείου Σμύρνης.

    Παράλληλα, για τις ανάγκες της μικρής ορθόδοξης κοινότητας που ζούσε ακόμη στη Σμύρνη, δημιουργήθηκε εκτός πόλης, στον δημόσιο δρόμο που οδηγεί στον Κουκλουτζά (σημ. Αλτίν νταγ / Αltındağ), ένα νέο μικρό ελληνικό νεκροταφείο που λειτουργεί έως σήμερα. Σε αυτό, μετέφερε και έθαψε ο παλιός εφημέριος της Αγίας Φωτεινής (σ.σ.: της εκκλησίας των καλβινιστών που στις 7 Οκτωβρίου 1951 παραχωρήθηκε από τους Ολλανδούς στο ελληνικό Προξενείο και πήρε το όνομα της παλιάς μητρόπολης) Τιμόθεος Αργοδάρης, όσα οστά βρήκε στα θεμέλια του κοιμητηριακού ναού του Άρχοντος Μιχαήλ.

    Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 ισοπεδώθηκαν και τα νεκροταφεία των καθολικών, προτεσταντών και Αρμενίων που βρίσκονταν κοντά στην περίφημη γέφυρα των καραβανιών (Kemer). Η διαφορά με την τύχη του ορθόδοξου ήταν ότι τουλάχιστον για το καθολικό, πρόλαβε να γίνει η πλήρης καταγραφή και αποτύπωσή του από τον Livio Missir, ενώ αρκετές ταφόπλακες φαίνεται ότι μεταφέρθηκαν σε μουσεία και αυλές εκκλησιών.

    Σήμερα
    Μέχρι πριν από λίγο καιρό, η κατάσταση παρέμενε αμετάβλητη, ώσπου το Πανεπιστήμιο αποφάσισε να διαλύσει τις εγκαταστάσεις του και να πωλήσει την έκταση σε κατασκευαστική εταιρεία, προκειμένου να κτιστεί ένα εμπορικό κέντρο τύπου mall. Παράλληλα, έγινε έξωση της ποδοσφαιρικής ομάδας Αλτάι (Altay) από το στάδιό της, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων καθώς ταυτίζεται με την ιστορία της πόλης, ώστε να συμπεριληφθεί και ο δικός της χώρος στα σχέδια ανέγερσης του τεράστιου, όπως αποδεικνύεται, εμπορικού κέντρου.

    Δυστυχώς, οι πρόσφατες εργασίες κατεδάφισης και εκσκαφής αποκάλυψαν ότι το νεκροταφείο στην πραγματικότητα ποτέ δεν αποξηλώθηκε όπως έπρεπε και έτσι οστά, υπολείμματα ρουχισμού και υποδήματα, επιτύμβιοι σταυροί και θραύσματα μαρμάρων άρχισαν να προβάλουν μέσα από το χώμα, θυμίζοντας με μακάβριο τρόπο την πρόσφατη, αλλά ξεχασμένη ιστορία του. Το ίδιο σκηνικό είχε επαναληφθεί και δέκα χρόνια πριν, το 2005, κατά τις εργασίες θεμελίωσης των νέων πυλώνων φωτισμού του γηπέδου ποδοσφαίρου, ενόψει της Πανεπιστημιάδας. Ο θόρυβος που προκλήθηκε τότε στον τοπικό Τύπο ήταν μεγάλος, καθώς αγνοώντας την παλιά τοπογραφία της περιοχής, σε κάποιες περιπτώσεις γινόταν λόγος ακόμα και για ομαδικούς τάφους εκτελεσμένων Τούρκων της περιόδου της ελληνικής κατοχής (1919-22). Το πιθανότερο όμως είναι ότι με βάση και τον ασυνήθιστα μεγάλο όγκο των ευρημάτων, τα σκαπτικά μηχανήματα «χτύπησαν» το οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου.

    Στο όνομα του σεβασμού των νεκρών, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκείας, οι οποίοι σε αυτή την περίπτωση τυγχάνει να είναι οι ΔΙΚΟΙ μας νεκροί, παππούδες και γιαγιάδες, πρέπει σήμερα κιόλας η ελληνική κυβέρνηση να πράξει το επιβεβλημένο καθήκον της. Λίγο πριν οι μπουλντόζες πιάσουν και πάλι δουλειά, και μετατρέψουν σε μπάζα τα οστά των προγόνων μας, πρέπει να ζητήσει από τις τουρκικές αρχές να επιτρέψουν, με την αρωγή ειδικών, τη συστηματική έρευνα και απομάκρυνση όλων των κατάλοιπων του παλαιού νεκροταφείου, με σκοπό αυτά να συγκεντρωθούν και να ταφούν στο νέο. Η ίδια ευαισθησία και αποφασιστικότητα στο θέμα της προστασίας των λειψάνων του παρελθόντος που επέδειξε πρόσφατα η Τουρκία, με την επιχείρηση-αστραπή κατά την οποία επανατοποθέτησε σε ασφαλές σημείο εντός συριακού εδάφους το περιεχόμενο του τάφου του προγόνου των Οσμανληδών σουλτάνων, Σουλεϊμάν Σαχ, όταν έκρινε ότι απειλείται, ας εφαρμοστεί και σε αυτή την περίπτωση.

    Πηγές: Χρήστος Σ. Σολομωνίδης ‘Η εκκλησία της Σμύρνης’, Αθήνα 1960, Δημήτρης Ι. Αρχιγένης ‘Λαογραφικά Β’ – Τα σινάφια τση Σμύρνης’, Αθήνα 1979, Εφημερίδα «Προσφυγικός Κόσμος»,

    *Ο Αχιλλέας Χατζηκωνσταντίνου είναι γεωλόγος-γεωγράφος, μελετητής της ιστορίας της Σμύρνης
    ένα άρθρο των πρωταγωνιστών

    http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.ellada&id=40494

  28. ένα μελαγχολικό άρθρο για τη Σμύρνη, της AYŞE HÜR
    ————————————————————————————-

    AYŞE HÜR

    Το Λιμάνι και η οδός Φρενκ

    Η καρδιά της πόλης χτυπούσε στην οδό Φρένκ. Σε αυτό τον δρόμο πωλούνταν βαμβάκι από το Μάντσεστερ, μετάξι από το Λυών, ταφτάς από το St. Etienne, μούσλι από το St. Quintin, μαλλί από Roubaix και Remis, φέσια που ράβονταν στη Βοημία, καστορέλαιο προερχόμενο από το Μιλάνο, κινίνη και γαλαζόπετρα από Ιταλία και Γερμανία και τέλος μπαχαρικά από το Λονδίνο. Το λιμάνι της Σμύρνης μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα συνέχισε να είναι από τα σημαντικότερα εμπορικά λιμάνια όχι μόνο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Μεσογείου αλλά όλου του κόσμου. Συνέχιζε επίσης να υπάρχει και ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της πόλης. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών στη Σμύρνη υπήρχαν 35 εκδοτικοί οίκοι,30 καζίνο,57 ξενοδοχεία,150 σχολεία,81 φαρμακεία,15 νοσοκομεία και 269 ταβέρνες. Εκδίδονταν 11 εφημερίδες από τις οποίες οι 3 ήταν στα οθωμανικά ,οι 2 στα ελληνικά, οι 4 στα γαλλικά και η 1 στα ισπανικά ενώ παράλληλα εκδίδονταν και 2 περιοδικά από τα οποία το ένα ήταν στα αρμένικα και το άλλο στα ελληνικά.

    Η ¨Ενωση και Πρόοδος¨ ( ΙΤC) και η εκδίωξη των Ρωμιών

    Για αιώνες η οθωμανική αυτοκρατορία σεβόταν την πολυπολιτισμική, πολυγλωσσική, πολυθρησκευτική και πολυεθνική δομή της Σμύρνης. Αλλά μετά το περιστατικό της 31/3/1909, αυτό που απασχολούσε περισσότερο τα στελέχη του ITC που πλέον βάδιζαν στην εξουσία, ήταν το ερώτημα ¨Σε ποιόν ανήκει πραγματικά η Σμύρνη;¨

    Στην πραγματικότητα, ο στόχος ήταν να εκδιωχθούν οι 120 χιλιάδες Ρωμιοί που βρίσκονταν στο Αϊβαλί, οι 90 χιλιάδες Ρωμιοί που βρίσκονταν στα Δαρδανέλια, οι 190 χιλιάδες Ρωμιοί που βρίσκονταν στη Σμύρνη, οι 130 χιλιάδες Ρωμιοί που βρίσκονταν στα Βουρλά και στο Τσεσμέ και εντέλει να εκτουρκιστεί και να εξισλαμιστεί εξολοκλήρου η περιοχή.

    Σύμφωνα με τον ηγέτη της μυστικής οργάνωσης Teşkilat-ı Mahsusa (προγόνου της ΜΙΤ) της Ένωσης και Προόδου, τον Κουστσούμπαση Εσρέφ: ¨Η εκκαθάριση στην περιοχή του Αιγαίου θα γινόταν από τον διοικητή του Δ΄ Σ.Σ. του Γενικού Επιτελείου Τζαφέρ Ταγιάρ, που ελεγχόταν από τον Περτέβ Πασά(Ντεμιρχάν), ενώ ως διοικητικές αρχές θα λειτουργούσαν ο νομάρχης Σμύρνης ο Ραχμί Μπέι και ο εκτελεστικός διευθυντής του ITC Τζελάλ Μπαγιάρ.
    Σύμφωνα με το σχέδιο, οι συμμορίες με επικεφαλής τον Κουστσούμπαση Εσρέφ έκαναν επιδρομές σε ελληνικά χωριά και Έλληνες νέοι που κρατούσαν όπλα στάλθηκαν στα τάγματα εργασίας (Αμελέ ταμπουρού). Για να επιταχυνθεί η φυγή, στα τζαμιά της ¨γκιαούρικης¨ Σμύρνης οι χοτζάδες κήρυτταν καλώντας σε μποϊκοτάζ αγορών από μη-μουσουλμάνους. Τα βράδια τα ελληνικά καταστήματα σημειώθηκαν με χρωματιστή μπογιά, ενώ όλα τα εγχώρια και ξένα ιδρύματα διατάχθηκαν να απολύσουν τους Ρωμιούς εργαζόμενους και έτσι ο στόχος επετεύχθη. Ένας από τους επικεφαλής της συμμορίας για την εκδίωξη των Ρωμιών, ο Γκαλιπ Χοτζά περιβόητος ως Τζελάλ Μπαγιάρ, στα απομνημονεύματα του που δημοσιεύθηκαν το 1967 είχε γράψει ότι μόνο από τη Σμύρνη και από την γύρω περιοχή πριν ακόμη από τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν εκδιωχθεί στην Ελλάδα 130.000 Ρωμιοί.

    Το 1915 ο κύριος Ραχμή

    Ο αρμένικος πληθυσμός της πόλης δεν ήταν στόχος αυτής της επιχείρησης αλλά σύμφωνα με τους επίσημους ιστορικούς δεν ήταν πλήρως απαλλαγμένος από την μετατόπιση του 1915.

    Στο γράμμα που έγραψε ο νομάρχης της Σμύρνης κύριος Ραχμή στον στενό του φίλο Ταλάτ Πασά στις 26 Μαΐου του 1915, ανέφερε πως δεν έβρισκε σωστό άτομα που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Σμύρνη, που συνέβαλαν στην οικονομία και την παιδεία της χώρας, που βοηθάνε φτωχούς και μάλιστα ¨αισθάνονται πιο Τούρκοι από τους Τούρκους¨ να αποκόπτονται από τις οικογένειες τους και να στέλνονται σε ¨περιοχές όπου δεν μπορεί να ζήσει άνθρωπος¨ . Για αυτό και συναντήθηκε με τον Εμβέρ Πασά ζητώντας να εξαιρεθούν οι Σμυρνιοί Αρμένιοι από την μετατόπιση. Μάλιστα και με την στήριξη του Γερμανού στρατηγού Λίμαν Φον Σάντερς έγιναν λίγες εξορίες Αρμενίων από την Σμύρνη και μάλιστα διασφαλίστηκε και η επιστροφή κάποιων εξ αυτών.

    Η φωτιά στη Σμύρνη το 1922

    Στις 15 Μαΐου η Σμύρνη ρίχνοντας την πρώτη σφαίρα στους Έλληνες στρατιώτες ,που αποβιβαζόντουσαν εκεί, ξεκίνησε τον πρώτο Εθνικό Αγώνα, ενώ στις 9 Σεπτεμβρίου του 1922 έληξε ο Εθνικός αγώνας πάλι στη Σμύρνη . Αλλά η ευτυχία της απελευθέρωσης της πόλης διήρκεσε λίγο γιατί σύμφωνα με τους επίσημους ιστορικούς με την πυρκαγιά που ξεκίνησε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1922 στην αρμενική συνοικία (Haynots) και με διαλειμματα διήρκεσε μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, κάηκε όχι μόνο η αρμενική συνοικία αλλά και κάποια σημεία της συνοικίας Μορτάκια και της περιοχής/γειτονιάς Φρενκ. Η φωτιά που κατά κάποιο τρόπο σταμάτησε στα σύνορα της τουρκικής συνοικίας , εξαφάνισε 25 χιλιάδες σπίτια, επιχειρήσεις, εκκλησίες, νοσοκομεία, εργοστάσια, αποθήκες, ξενοδοχεία και εστιατόρια τα οποία βρίσκονταν σε έκταση 2.600.000 τετραγωνικών μέτρων. Ο αριθμός των Ρωμιών και των Αρμένιων, που οδηγούνταν στη Σμύρνη περνώντας μπροστά από τον τουρκικό στρατό, μαζί με τους κατοίκους της Σμύρνης ,ήταν περίπου 500 χιλιάδες αλλά από αυτούς μόνο οι 320 χιλιάδες έφυγαν με τα πλοία, ενώ οι 180 χιλιάδες με διάφορους τρόπους έχασαν την ζωή τους. Έτσι κατά κάποιον τρόπο η πόλη ¨απελευθερώθηκε¨ από μόνη της από τους μη-μουσουλμάνους κατοίκους της.

    ————————————————–

    Hem ‘gâvur’ hem ‘güzel’ İzmir!

    İzmirliler eskiden CHP’nin, şimdi AKP’nin temsil ettiği merkeze muhalefet etme geleneğini devam ettiriyor. Eskiden muhalefetlerinin liberal bir içeriği varken, şimdi görünüşteki tüm modernliğe rağmen içerik gayet muhafazakâr…

    Yaklaşık 10 yıldır İzmir ile AKP arasında gerilimli bir ilişki var. İzmir laiklik, Kürt meselesi, Ermeni meselesi gibi konularda, çoğunlukla ‘muhafazakâr’, zaman zaman ‘ırkçı’ tepkilerin merkezi haline gelirken, iktidar da, İzmir’i her açıdan zapturapt altına almak için kolları sıvamış görünüyor. Son olarak Diyanet İşleri Başkanı Mehmet Görmez, din görevlilerinin katıldığı bir toplantıda “İzmir’in farklı bir dindarlığı var. Bu dindarlığın irfan geleneğine ihtiyacı var” dedi ve Diyanet’in ‘İzmir’in maneviyat eksikliğini giderme konusunda geciktiğini’ ekleyerek AKP’nin toplum mühendisliği işinde Kemalistleri aratmayacağını gösterdi. Bence her iki tarafın da İzmir’i İzmir yapan tarihsel, kültürel, siyasal değerler üzerine tekrar tekrar düşünmesi lazım. Bu yüzden bu haftaki yazımı İzmir’e ayırdım.

    Hitit devletinin çöküşüne ve Troya’nın yıkılışına rastlayan MÖ 1200 yıllarından itibaren Batı Anadolu kıyılarında Aiol, İyon ve Dor kökenli bir dizi şehir kurulmuştu. Bunlardan biri de Smyrna idi. Mitolojiye göre şehre adını veren Smyrna bir Amazon’du. MS 1. yüzyılda yaşamış Yunan tarihçi, felsefeci ve coğrafyacı Strabon’a bakılırsa Ephesoslular tarafından İyonya Birliği’ne girmeye ikna edilen Smyrnalılar, bir gün Ephesos’la karıştırılmaktan bıkmışlar ve şimdiki yerlerine göçmüşlerdi. O tarihlerde İzmir’e ‘İyonya’nın İncisi’, ‘Güzel Smyrna’ gibi adlar takılmıştı.
    Araplar ve Selçuklular
    Antik ve Helenistik dönemler boyunca hem ‘güzel’ hem ‘özgür’ şehir statüsünü korumayı başaran Smyrna, Roma döneminde bulunduğu coğrafyanın en işlek limanı oldu. 6. yüzyılda Bizans egemenliğine giren Smyrna, iki kez Emevi akınlarına uğradı. 9. yüzyılda, Ortodoksluğun en önemli kiliselerinden birine sahip olduğu için, Bizans İmparatoru VI. Leon tarafından özel bir statü ile şereflendirildi. Bizans donanmasının da merkezlerinden biri olan şehir, 1076’da bir kez daha el değiştirdi ve Kutalmışoğlu Süleyman Şah tarafından Rum Selçuklu Devleti’ne katıldı. Şehrin ünlü hâkimlerinden Çaka Bey’in, 1092’de Selçuklu Sultanı Kılıç Arslan tarafından öldürülmesinden sonra, Bizans orduları Smyrna’yı geri aldı.

    Cenevizli Zaccaria Hanedanı
    12. yüzyıla gelindiğinde, Smyrna, limanı ve tersanesi ile Bizans’ın en önemli ticaret şehirlerinden biriydi. Şehre hâkim konumdaki Pagos Tepesi (bugünkü Kadifekale) Bizanslıların elinde, limana yakın konumdaki Saint Pietro (veya Sen Piyer) Kalesi ise Cenevizlilerin elindeydi. 1204’te Haçlı ordularının işgaline uğrayan Bizans, bu işgalden Cenevizlilerin yardımıyla 1261’de kurtulduğunda Nif (Kemalpaşa) Antlaşması ile Cenevizlilere ek ayrıcalıklar vermek zorunda kaldı. Böylece Smyrna ünlü Ceneviz ailesi Zaccaria Hanedanı’nın kontrolüne girdi. Bu tarihten itibaren Cenevizliler ve Venedikliler başta olmak üzere ‘Levanten’ denilen bu gruplar ileride Frenk Mahallesi diye anılacak bölgede yoğunlaşmaya başladılar.

    1317’de, Aydınoğlu Mehmet Bey, Pagos’u ele geçirdi ama Cenevizlilerin kontrolündeki Sen Piyer Kalesi’ni alamadı. İşte bu tarihten itibaren, liman ve çevresindeki yerleşimler Türkler tarafından ‘Gâvur İzmir’ olarak adlandırılmaya başladı. Şehir bundan sonra da Bizanslılarla Aydınoğulları arasında el değiştirdi durdu.

    Rodos Şövalyeleri
    1345’te bir Haçlı Ordusu İzmir’e saldırdı, bu saldırı sırasında Konstantinopolis’teki Latin Patriği (Venedik, Ceneviz, Pisa gibi İtalyan şehir devletlerinin mensuplarının dini lideriydi), Smyrna’nın Cenevizli yöneticisi Zaccaria Türkler tarafından öldürüldü. Bu çarpışma sırasında Pagos Türklerin elinde kalırken ‘Gâvur İzmir’ denilen liman bölgesi Rodos Şövalyeleri’nin oldu.

    Bu tarihten sonra şehrin kaderi Türkler, Cenevizliler ve Papalık arasında yapılan anlaşmalarla çizildi. 1390’da Rodos Şövalyeleri’ne ait bölüm hariç, şehir tümüyle Yıldırım Bayezid (I) yönetimine girdi. 1403’te şehrin kapılarında Moğolların ünlü kumandanı Timur belirdi. Bizanslı tarihçi Dukas, Timur’un şehri fethettikten sonra esirlerin hepsinin kellelerini kestirip, yüzleri dışarı bakacak şekilde taşlarla karıştırarak bir burç inşa ettirdiğini anlatacaktı.

    Neyse ki bu dönem kısa sürdü, Timur’un birkaç ay sonra şehri terk etmesinin ardından egemenlik Aydınoğulları’ndan II. Umur Bey’e geçti. Onun ölümünden sonra Rodos Şövalyeleri ile savaşlar şehri epey hırpaladı. Durumun sakinleşmesi için Timur’un Anadolu’dan çekilmesi, Osmanlı devletinin ‘Fetret Dönemi’ denilen kargaşa dönemini aşması gerekti. 1422’de II. Murad’ın şehri fethetmesinden sonra İzmir daha sakin bir döneme girdi. 1475’te kısa süreliğine Venediklilerin kontrolüne geçen şehir, bu tarihten itibaren kesintisiz olarak Osmanlı egemenliğinde yaşayacak, Kıbrıs’ın ve Sakız Adası’nın da fethedilmesinden sonra İzmir Limanı’nın önemi daha da artacaktı.

    İzmir’e Ermeni göçü
    16. yüzyıla kadar nüfusun ağırlığını Müslümanlar oluştururken 17. yüzyılda durum gayrimüslimlerin (Rum, Ermeni, Yahudi ve Avrupalılar) lehine değişti. Rumlar, antik dönemden beri şehrin asıl sahipleriydi. Yahudiler de muhtemelen 1492 sonrası Avrupa’dan gelen göçlerin mirası. Ermenilerin ise 1605’te Osmanlı devleti ile İran’daki Safevi Devleti arasındaki savaş sonrasında İzmir’e geldiği sanılıyor. Bilindiği gibi Ermeni tüccarlar, İran havzasından gelen ipek ticaretini ellerinde tutmaktaydılar. İran’dan getirilen ipekler, İzmir Limanı aracılığıyla Akdeniz limanlarına ve Avrupa’ya gönderilirdi. Venedik, Liverno, Marsilya ve Amsterdam’daki Ermeni kolonileri İzmir Episkoposluğu’na bağlıydı. Zamanla doğudaki Culfa, Nahcivan, Tiflis gibi merkezlerdeki Ermenilerden de İzmir’e göç edenler olmuştu.

    17. yüzyıldan itibaren şehir ahalisi beş mahallede toplandı. Türk/Müslümanlar Kadifekale eteklerinde yaşıyorlardı. Yahudilerin iki toplu mahallesi vardı. Biri Kokaryalı’nın (bugünkü Güzelyalı) Salhane bölgesinde, diğeri İkiçeşmelik’in ‘Agora’sındaydı. 1648’de, 22 yaşındayken beklenen Mesih’in kendisi olduğuna inanan, 1665’te Osmanlı devletine karşı harekete geçen, 1666’da yargılanması sırasında Müslümanlığı kabul ettiğini açıklayan Sabetay Sevi de bu mahallede doğmuştu. Bugün Bahribaba Parkı diye bilinen yer (1916 yılına kadar) Yahudi mezarlığı, yani Maşatlık idi.

    Ermeniler bugünkü fuar alanından Alsancak yönünde Lunapark’ı, oradan Kahramanlar yönüne doğru kıvrılarak Gar’ın kuzeyinden Hilal’e uzanan bölgede (Haynots’ta) yaşıyorlardı. Rumlar, İtfaiye ve Alsancak arasındaki bölgede (Mortakiya’da) oturuyorlardı. Avrupalılar (Levantenler) ise bugünkü Bornova, Buca ve Seydiköy’de oturuyordu.

    Gayrimüslim mahallelerinde şık konutlar, kiliseler, tiyatro salonları, kafeler, lokantalarda şen ve müreffeh bir hayat yaşanıyordu. 1867’de San Francisco’da yayımlanan Daily Alta California için Quaker City adlı gemiyle Avrupa’yı ve ‘Kutsal Topraklar’ı kapsayan bir geziye çıkan ünlü Amerikalı hiciv yazarı Mark Twain, gezi sırasında uğradığı İzmir’in Türk, Yahudi, Levanten ve Ermenilerden oluşan çokkültürlü atmosferinden çok etkilenmişti örneğin.

    Liman ve Frenk Sokağı
    Şehrin kalbi ise Frenk Sokağı’nda atıyordu. Bu sokakta, Manchester’dan gelen pamuklular, Lyon’dan gelen ipekliler, St. Etienne taftaları, St. Quintin muslinleri, Roubaix ve Remis yünlüleri, Bohemya’da dikilen fesler, Milano’dan gelen hintyağı, İtalya ve Almanya’dan gelen kinin ve sülfat, Londra’dan gelen baharat alınıp satılıyordu. İzmir Limanı, 20. yüzyılın başlarına kadar Osmanlı İmparatorluğu’nun değil, Akdeniz’in, hatta dünyanın en önemli ticaret limanlarından biri olmaya devam etti. Şehrin kozmopolit yapısı da aynen sürdü. Bu yıllarda İzmir’de 35 basımevi, 30 gazino, 57 otel, 150 okul, 81 eczane, 15 hastane ve 269 meyhane vardı. 3’ü Osmanlıca, 3’ü Rumca, 4’ü Fransızca, biri İspanyolca olmak üzere 11 gazete ile bir Ermenice, 1 Rumca dergi yayımlanıyordu.

    İTC ve Rum Kaçırtması
    Osmanlı İmparatorluğu asırlarca İzmir’in bu çokkültürlü, çokdilli, çokmilletli, çokdinli yapısına saygıyla yaklaştı ama 1909’daki 31 Mart Olayı’ndan itibaren iktidara yavaş yavaş ağırlığını koyan İttihatçıların kafasını en çok “İzmir’in hakiki sahibi kim?” sorusu meşgul etti. Aslında hedef Ayvalık’taki 120 bin, Çanakkale’deki 90 bin, İzmir’deki 190 bin, Urla ve Çeşme’deki 130 bin Rumun kaçırtılması ve bölgenin tamamen Türkleştirilmesi, Müslümanlaştırılmasıydı.

    İttihat ve Terakki’nin yeraltı kolu Teşkilat-ı Mahsusa’nın liderlerinden Kuşçubaşı Eşref’e göre: “Ege havalisindeki temizleme işini, ordu olarak Pertev Paşa’nın (Demirhan) kumandasında olan Dördüncü Kolordu’nun Erkânı Harbiye Reisi Cafer Tayyar Bey (Eğilmez), mülki amir olarak İzmir Valisi Rahmi Bey, İttihat ve Terakki Fırkası namına da mes’ul murahhas Mahmut Celâl Bey (Bayar) ifa edeceklerdi. Plan uyarınca Kuşçubaşı Eşref’in yönetimindeki çeteler Rum köylerine baskınlar yaptılar, eli silah tutan Rum gençleri, Amele Taburları’na sevk edildi. Kaçışı hızlandırmak için ‘Gâvur’ İzmir’in camilerinde hocalar gayrimüslimlerden mal alınmasını boykot için vaazlar verdiler. Geceleri Rum dükkânları renkli boyalarla işaretlendi, yerli-yabancı tüm kurumlara Rum çalışanları işten çıkarma emri verildi ve hedefe ulaşıldı. Rum kaçırtmasının başındaki isimlerden, Galip Hoca namlı Celal Bayar, 1967’de yayımlanan hatıratında Birinci Dünya Savaşı öncesi sadece İzmir ve civarından 130.000 dolayında Rumun zorla Yunanistan’a göç ettirilmiş olduğunu yazmıştı.

    1915’te Rahmi Bey
    Şehrin Ermeni ahalisi bu operasyonun hedefi olmamıştı ama resmi tarihçilerin dediği gibi, 1915’teki ‘Tehcir’den tamamen muaf da tutulmamıştı. İzmir Valisi Rahmi Bey, yakın arkadaşı Talat Paşa’ya yazdığı 26 Mayıs 1915 tarihli mektupta, İzmir’de doğup büyümüş, ülkenin ekonomisine ve eğitimine hizmet etmiş, yoksuluna yardımda bulunmuş, hatta bazı ‘Türklerden bile Türklük hissiyle dolu olan’ bu kişilerin ailelerinden koparılıp ‘insan yaşamaz bölgelere’ gönderilmesini doğru bulmadığını, dolayısıyla Enver Paşa ile görüşerek İzmir Ermenilerinin tehcire tabi tutulmamasını rica etmiş, Alman generali Liman von Sanders’in de desteği sayesinde İzmir’den sınırlı sayıda sürgün yapılmış ve bazılarının geri dönmesine müsaade edilmişti.

    1922 İzmir yangını
    15 Mayıs 1919 günü İzmir’e çıkarma yapan Yunan askerlerine ilk kurşunu atarak Milli Mücadele’yi başlatan İzmir, 9 Eylül 1922’de Milli Mücadele’nin bittiği şehir oldu aynı zamanda. Ama şehrin kurtuluş sevinci çok kısa sürdü; çünkü 13 Eylül 1922 günü resmi tarihçilere göre Haynots’ta başlayan ve aralıklarla 30 Eylül’e kadar süren korkunç yangında sadece Haynots değil, Mortakiya ile Frenk Mahallesi’nin bir bölümü de yandı. Ne hikmetse Türk mahallesinin sınırında duran yangında yaklaşık 2,6 milyon metrekarelik alandaki 25 bin ev, işyeri, kilise, hastane, fabrika, depo, otel ve lokanta yok oldu. Türk ordularının önünden İzmir’e doğru sürülen Rum ve Ermeni sayısının İzmir’de yaşayanlarla birlikte 500 bine yakın olduğu, bunların ancak 320 bininin gemilerle tahliye edilebildiği, geri kalan 180 bin kişinin çeşitli biçimlerde yaşamını yitirdiği de düşünülünce şehir gayrimüslim ahalisinden bir anlamda kendiliğinden ‘kurtulmuş’ oldu.

    Merkeze muhalefet geleneği
    Yine de Lozan’da Türkiye’yi sıkıştıran Batılılara ‘liberal mesajlar’ göndermek için toplanması planlanan İktisat Kongresi’nin ev sahipliği için seçilen yer, İzmir olacaktı. Çünkü Ankara o yıllarda böyle büyük bir organizasyona ev sahipliği yapamayacak kadar küçük ve muhafazakâr bir kasabaydı. İstanbul, çöken imparatorluğun köhne başkenti olarak Kemalistlerin kara listesindeydi. ‘Gâvur’ İzmir ise Levanten geçmişiyle Batılılara ‘liberal selamlar’ göndermek açısından en uygun seçenekti…

    Kongreden sonra tekrar merkezin ilgisini kaybeden İzmir’in Ankara’nın kaşlarını havaya kaldırması, 12 Ağustos 1930’da Mustafa Kemal’in emriyle kurulan Serbest Fırka’nın adeta merkezi haline gelmesiyle oldu. Fırka lideri Ali Fethi (Okyar) Bey’in 7 Eylül tarihli İzmir mitinginde 50 bin kişiye yaklaşan bir topluluğa seslenmeyi başarması, benzer bir coşkunun Aydın, Manisa, Akhisar ve Balıkesir’de yaşanması üzerine Mustafa Kemal’in emriyle 17 Kasım 1930 günü Serbest Fırka kendini feshetti ama İzmir’le Ankara’nın arası iyice limonileşti. İzmir, ‘Tek Partili Dönem’in bittiği 1946’dan itibaren Demokrat Parti’nin kalesi haline geldi. Kemalist elitler bunu da not ettiler. Şimdi not etme sırası AKP’de.

    İzmirliler ise eskiden CHP’nin, şimdi AKP’nin temsil ettiği merkeze muhalefet etme geleneğini devam ettiriyorlar. Değişen sadece tuttukları partinin adı değil. Eskiden muhalefetlerinin liberal bir içeriği varken, şimdi görünüşteki tüm modernliğe rağmen içeriğin gayet muhafazakâr olması. Her iki tarafın da bu tarihçeden çıkaracağı dersler olduğunu sanıyorum. AKP, Osmanlılar gibi İzmir’in güzelliğinin ‘gâvurluğundan’ geldiğini, İzmir ise AKP’nin bu ülkenin İslamcı muhafazakâr çoğunluğunun temsilcisi olduğunu kabul ederse gerilim azalacaktır diye düşünüyorum.

    Özet Kaynakça: İlker Sever, “İki ‘Gâvur’ Şehrin Tarihi”, Toplumsal Tarih, Nisan 2006, S. 148, s. 50-55; Bir Zamanlar İzmir (Yayına Haz. Osman Köker), Bir Zamanlar Yayıncılık, 2009; Avrupalı mı Levanten mi?, Yayına Hazırlayanlar: Arus Yumul, Fahri Dikkaya, Bağlam Yayıncılık, 2006; Yeni Asır’ın İzmir Yılları, I-II, Yayına Hazırlayan: Türkmen Parlak, Yeni Asır Yayını, 1989; Celal Bayar, Ben de Yazdım, C. 5, Baha Matbaası, 1967; Kuşçubaşı Eşref, I. Dünya Harbinde Teşkilat-ı Mahsusa ve Hayber’de Türk Cengi, Ercan Yayınları, 1962; Cüneyt Okay, “Müslüman Boykotajı ve İstiklal-i İktisad-i Milli Cemiyeti”, Toplumsal Tarih, S.31, Temmuz 1996, s.47-51.

    http://www.radikal.com.tr/yazarlar/ayse_hur/hem_gavur_hem_guzel_izmir-1127406#

  29. Β.Α. on


    AΠΌ ΤΗΝ ΕΚΔΉΛΩΣΗ ΤΟΥ 2014 ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ»

    İzmir hatırlıyor: İzmir’in kurtuluş ve ganimet bayramı

    9 Eylül 2015 00:00

    Talât Ulusoy

    Her 9 Eylül’de “İzmir’in Kurtuluşu” kutlanır. Bir şehrin yanıp kül oluşunun yıldönümlerini kutlamak, ancak “inkılâp tarihi” ile körleştirilmiş akıllara yakışır. Aslında 9 Eylül 1922, İttihat Terakki’nin, ileride üçüncü cumhurbaşkanı olacak Celâl Bayar’a verdiği “ekonomiyi Hıristiyanların elinden kurtarmak, Gâvur İzmir’i Türkleştirmek” hedefine ulaştığı gündür. İzmir’e “kurtarıcı süvariler”in girişini göstermeyi, bir de “Rumlar ve Ermeniler yaktı” demeyi sevenler, İzmir’in “yağma” edilmesinden söz etmezler. Eski yazı ve eski dilde olduğu için “milli gönül rahatlığı” ile açılan “kurucu meclis”in gizli oturum tutanakları(*), İttihatçıların bu hedefe 9 Eylül 1922’de İzmir’i kurtararak ulaştıklarını belgeler.

    İzmir’de olanlar, daha yangın başlamadan, 11 Eylül günü Meclis gündemine gelir, ama geçiştirilir. Nihayet “Kurtuluş”un üstünden iki buçuk ay geçtikten sonra, 25 Kasım Cumartesi günlü Meclis oturumunda İzmir’den gelen, “Kurtarılmış yerlerdeki terkedilmiş mallar üzerinde yapılan yolsuzluk” hakkında bir mektup ve ardından “kurtarılmış yerlerin durumu” hakkında bir telgraf okunur ve kendiliğinden bir tartışma gelişir.

    “Hükümetin mühür altına aldığı veya elinden alarak topladığı mallar tümüyle boşa gitmektedir” diye başlar ve devam eder: “Yağma edilen mallar için yağmacılar üçer, beşer yüz lira vererek Emvali Metruke (Terkedilmiş Mallar) Komisyonu başkan ve komisyon üyeleriyle uzlaşıp ellerindeki malları serbest olarak çıkarmakta…” diye şikâyetler yer alır telgrafta.

    PATLATILAN PARA KASALARI

    İlk söz alanlardan Salih Efendi (Erzurum milletvekili) tek cümlede özetler İzmir’in hâlini:

    –Her şey yağma edilmiş, mesele bitmiştir.

    Bu görüşmeleri gizli oturumda yapalım diyenlere Besim Atalay (Kütahya) cevap verir:

    –Arkadaşlar, bugün Karadeniz’den Akdeniz’e kadar bütün memleket soyulmuştur… Bunu açık görüşmeli. Halka duyurmalıyız. Eski hükümetin yaptığı gibi hırsızlığı biz de saklarsak doğru olmaz” der ve devamında:

    –Gidin, görün, bugün evlerde kimler oturuyor?.. Nasıl yârân ve ahbaplara peşkeş çekildi gidin, görün!.. Mühür altında bırakılan malların bir kısmı da sorumsuz ellerle, güya bugün askeriyenin ihtiyacı var diyerek mühürleri kırıldı. Oradan birçok mallar alındı, aşırıldı arkadaşlar…” diye “soygun”u ihbar eder.

    Maliye Bakanı Hasan Fehmi (Gümüşhane) uzun konuşmasının sonlarında “çalınanlar için üzülmeyin” dercesine sözler eder:

    –Efendim, İzmir yandı… Yangın yerlerinde gömülü olan servet, hâlâ enkaz altından çıkarılan kasaların sonu gelmemiştir… Diğer kasalar tamamıyla ambarlara kaldırılmıştır. Fakat yangında arsa haline gelen yerlerde tahrip müfrezeleri tarafından atılmış (patlatılmış) kasalar mevcuttur.

    –Efendim, bu kadar parayı kim çaldı?

    Salih Efendi’nin (Erzurum) bu sorusu şamar gibidir.

    ORDUYA KUMPAS GİBİ

    Bir şamar da İbrahim Bey (Mardin) indirir:

    –Efendim, işitiyoruz ki, İzmir’in yağmasına bir çok subay, ordu kumandanları katılmıştır. Bu olmuş mudur? Sonra Birinci Ordu Kumandanı bütün nakit para ve eşyayı almış, birçoklarını da dağıtmıştır. Bu doğru mudur? O paralar ne miktardadır? Sonra birçok mebus arkadaşlarımız mobilyasıyla beraber evlere girmiş ve şimdiye kadar o evleri kullanıyorlar, bu da doğru mudur?

    Yıllardır millete anlatılan “Asker- sivil aydın zümre memleketi kurtardı” hikâyesinde gerçekten bir “kurtuluş” vardır ama, bu daha çok “cep”ler ile ilgili gibidir.

    Maliye Bakanı ortalığı yatıştırmak ister:

    –Bildiğiniz gibi ordu Uşak’tan Alaşehir’e doğru ilerlerken biz, üç tane Ganimet-i Harbiye Komisyonu gönderdik. Bunlar, üç kol üzerinden ganimeti yazmaya başladılar. Fakat ganimet o kadar çoktu ki, bu yalnız tespit ve yazma ile kaldı… Yani işlem başlamıştır, ele geçenler kaydediliyor; fakat arada bir harekât sırasında hiçbir tutanak yapılmamış, haber veya bilgi alınmamış ganimetler kalırsa kalabilir.

    Bütün İzmir Hıristiyanları, kundaktaki bebekler bile “hain”dir, “düşman”dır ve dahi malları “ganimet”tir ve “helâl”dir, öyle mi?! Bu nasıl bir anlayış? Sanki “Ege Seferi”ne çıkılmış, sanki İzmir “fethedilmiş”!

    İzmirli Hıristiyanlar Müslümanlar ile eşit haklı yurttaştır. Bu yurttaşların tümünü hem “soymak”, hem de yurtlarından kovmak “kurtuluş” olarak nitelendirilemez. Gün aşırı yayınlanan sıkıyönetim bildirisine bakın, her şey apaçık: “Rum ve Ermenilerin eli silah tutanlarının… On sekiz yaşından kırk beş yaşına kadar olanlar esir garnizonlarında bulundurulacaktır. 18-45 Yaşının dışında kalan gerek İzmirli ve gerekse memleket içlerinden gelmiş olan Rum ve Ermeni ailelerinin Türkiye haricine gitmeleri hakkındaki izin 30 Eylül 1922 akşamına kadar geçerlidir.”(**)

    HIRİSTİYAN’IN MALI HELÂL Mİ

    Hırsızlık hukuken suçtur, dinen haramdır. Soyulanın inancı ne olursa olsun, soyan suçludur, günahkârdır. Hattâ “Helalleşmek daha zor olacağı için, gayr-ı müslimin hakkına tecavüzün sorumluluğu daha da önemlidir.”(***)

    Son söz Reşat Bey’in (Saruhan) olsun: [İzmir’de yapılan] “Hırsızlık gizli değildir, yolsuzluklar meydandadır. Bunlar açıklayamayacağım derecede çoktur… Yolsuzluklar olağanüstüdür. Senelerce bütçemize konulabilecek yüksek miktarda parayı sağlamaya yetecek millet malı heder oluyor… Maliye Bakanı Beyefendiye orada tahsis edilmiş bir ev vardı. Bu ev Kâzım Paşa Hazretlerinin yaverleri Şerafettin Bey tarafından zorla işgal edilmiştir.. Başkumandanlık emrinde silahlı kıyafetle bulunan çeteler hiç bir şey dinlemiyorlar… ”

    “İslâmcı- muhafazakâr” ile “laikçi-modern”in 9 Eylül 1922’ye bakışı aynı “inkılâp tarihi” gözlüğüyledir. Tek farkla: “Kurtuluş Savaşı”, diğeri “İstiklâl Harbi” şaşılığıyla bakar. İkisi de yağmayı, soymayı görmez, “şehit” edebiyatı yapar. Kurtuluş ve kuruluşunda olan “yağmacılık” görülmediği ve “bir daha asla!” denilmediği sürece, hak ve adalet bu topraklara zor gelir, zor barınır.

    (*) TBMM Gizli Oturum Tutanakları 11.9.1922; 29 Kasım 1922; 25 Kasım 1922; 7 Aralık 1922

    (**) 19 Eylül 22 tarihli Ahenk Gazetesi.

    (***) https://sites.google.com/ diyanetin213soruyaverdiğicevaplar-2, cevap no 166

    ulusoytalat@yahoo.com

    http://www.taraf.com.tr/yazarlar/izmir-hatirliyor-izmirin-kurtulus-ve-ganimet-bayrami-2/

  30. (Röportaj) Talat Ulusoy ile Büyük İzmir Yangını ve resmi tarihle yüzleşme üzerine

    izmirhatirliyor1Marksist.org, 1922’de gerçekleşen Büyük İzmir Yangını’nı hatırlatmak ve ölen İzmirlileri anmak için gerçekleştirilen yüzleşme etkinliği “İzmir Hatırlıyor”un ardından, Talat Ulusoy ile bir söyleşi yaptı.

    13-20 Eylül arasında gerçekleştirilen, 1922 Büyük İzmir Yangını’nda ölen İzmirlileri anmak; resmi tarih anlatısının resmi ideolojiyle birlikte harmanlayarak halının altına süpürdüğü, dolaplara sakladığı bir konuyu gündem hâline getiren, bir yüzleşme çalışmasının somut örneği olan “İzmir Hatırlıyor” programı sona erdi.

    Bu programın oluşmasında önemli katkıları olan Mimar-Araştırmacı Talat Ulusoy ile bir söyleşi gerçekleştirdik:

    (Röportaj: Ziya Dinçsoy)

    Marksist.org: 13-20 Eylül 2014 tarihleri arasında, Büyük İzmir Yangını’nın 92.yıl dönümüne denk gelen günlerde, Yüzleşme Atölyesi olarak Büyük İzmir Yangını’nı merkeze alan bir dizi etkinlik yaptınız. Böyle bir etkinlik düzenlemedeki amaç neydi?

    Talat Ulusoy: Amaç “hakikat”i aramak. Yüz yıllık İttihatçı düzen, toplumsal hafızayı sıfırladı. Başta eğitim olmak üzere, türlü yöntemlerle bir “milli/ulusal kurtuluş miti” etrafında örülmüş yalanlar yüklendi hafızalara. Meselâ 9 Eylül 1922 “Yunan’ı İzmir’den denize döktük” diye belletilmedi mi? Taze beyinler nasıl algıladı bu ifadeyi? Şöyle algıladı: Yunan ordusu yurdu işgal etmişti, Türk ordusu 9 Eylül günü Yunan askerlerini “denize döktü!” Buna ek olarak bir de şu belletildi: “Kahpe Yunan kaçarken İzmir’i yaktı!”

    “Yahu bu Yunan kaçıp kurtuldu mu, yoksa kaçamadı, denize dökülüp boğuldu mu?” diye sormayı akıl edemeyen “donmuş” beyinler “yaratıldı” yüz yılda her yaştan.

    Amaç, eğitimle dondurulmuş beyinlerden; yalanlarla, baskı ve şiddetle susturulmuş bu halden kurtulmak. Geçmişin hakikatlerini hafızaya geri çağırmak, yüzleşmek…

    Bu bir haftalık programın düzenleyicisi olan “Yüzleşme Atölyesi” grubu nedir, kimlerden oluşur, isteyen herkes dâhil olabilir mi bu atölyeye?

    İkinci Dünya Savaşı ertesinden bu yana dünyada yoğun bir “geçmişle yüzleşme” ya da “hesaplaşma” çabaları var. Önce Almanya’da başladı, Avusturya’da gündem oldu ve yakın zamanda İspanya ve diktatörlük dönemleriyle yüzleşen Latin Amerika ülkeleri ve özellikle Güney Afrika… Türkiye bu çabaların dışında kaldı. Atölye’miz, yüzleşmeye yüzleri döndürebilmek için var.

    Anladığım kadarıyla toplumsal-tarihsel bir “yüzleşme” ihtiyacının olduğundan bahsediyorsunuz, nedir ve neden gereklidir peki bu yüzleşme?

    “Sıfırlanmış hafıza” üstünde sağlıklı toplum gelişemiyor. Barış ve demokrasiye erişilemiyor.
    Bunun için hatırlama ve yüzleşme yoluna koyulmak gerekiyor. “Tebdil-i mekânda ferahlık vardır” özdeyişindeki gibi, bu yolun bir tür toplumsal terapiye eriştireceği umudundayız Türkiye’yi. Bir bakıma Atölye’miz, sağlığımıza kavuşabilmek için var.

    Bugüne kadar tarih diye okutulanların, tarihten çok “psikolojik harekât” bombardımanı olan yalanların beyinlerde ve gönüllerde tahribat yaratmamış olması mümkün değil. Bu tahribat ya unutma hastalığı ya da hatırlamaktan korkmak olarak ortaya çıkıyor! Atölye’miz bu korkuyu yenmeyi başa alıyor.

    Tarihi, psikolojik harbin bir kolu durumuna getirenlerin en istemediği şey, geçmişin hatırlanmasıdır. Bu nedenle bir “korku” toplumu inşa etme çabası içindedirler. Geçmişin hafızaya geri çağırılması, yani “hatırlama” korkunun birincil ilâcı. Atölye’miz “hatırlama kültürü”nün yeşermesi ve yerleşmesi için var.

    Yüzleşme Atölyesi, “muktedir”in elinde “oyuncak” olmak istemeyen herkese açıktır. Geçmişini ne devlet ve ne de bir fert, hiç kimsenin elinde oyuncak etmek istemeyenler Atölye’de “geçmiş”i işlerler titizlikle.

    Bugüne değin ne gibi işler yaptınız bu Atölye’de?

    İzmir’de Yüzleşme çalışmalarının başlangıcı 2009 sonlarına dayanır. Başlangıçta Atölye içi çalışmalara ağırlık verdik. Yüzleşme neydi, yüzleşme kavramları nelerdi, başka ülkelerde yüzleşme nasıl yaşanmıştı gibi konular üzerinde yoğunlaşarak kendimizi eğitmeye çalıştık. Atölye’ye katılacak her yeni “yüzleşmeci”ye de bu çalışmalarımızı aktarmaya hazırız. 24 Nisan 2011’de Ermeni Soykırımı’nda ölenleri anma etkinlikleriyle alanlara çıkan Yüzleşme Atölyesi, ertesi yıl, 13 Eylül 2012 günü, 13-18 Eylül 1922 Büyük İzmir Yangını ile yüzleşme adımı olarak Rıhtım’da basın açıklaması yaptı. 2011 başlarından bu yana Kürtler (Ahmet Kardam/Bedirhan Bey), İzmir’de Ermeniler (Zakarya Mildanoğlu), Yüz Yıllık Yüzleşme (Ferhat Kentel, M.Arif Koçer) gibi konferans ve paneller; Karamanlılar, Yahudiler, Geçmişte Kadın Hareketi, İzmir’in Yeniden Paylaşımı, İzmir Suikasti, Demokrat İzmir Yüzleşmesi, Menemen Vak’ası, İzmir: Nereden Nereye, (Takis Çakiris-Evangelise Sholi) gibi pek çok başlık altında yüzleşme sohbetleri ve atölye çalışmaları yapıldı. Sonuncusu da “İzmir Hatırlıyor” etkinlikleri. Ayrıca sosyal medyada, Kuyerel, Sesonline, İzmirizmir.netve Taraf gazetesinde yüzleşme yazıları yayımlandı.

    Peki ne tarz tepkiler aldınız, galiba İzmir’de ilk kez böylesi bir toplantılar dizisi yapılıyor değil mi? Büyük İzmir Yangını’na bu bakışla yaklaşan bir etkinlik daha önce yapılmış mıydı kentte?

    İtiraf ediyorum: İlk kez düzenlenen böyle bir haftaya beklediğimin ötesinde bir katılım ve olumlu tepkiler vardı. “Demek ki İzmir artık “hakikat”i hatırlamak istiyor” diye geçirdim içimden ve çok umutlandım.

    Geçerken şunu da eklemeliyim. Bu haftayı hazırlarken Açık Toplum Vakfı, İzmir Fransız Kültür Merkezi ve Bir Zamanlar Yayıncılık’ın destek ve dayanışmasını gördük. Ama İzmir’in tarihiyle en yakından ve korkmadan yüzleşmesi gereken kimi meslek kuruluşları korktu, verdiği sözden döndü ve Yüzleşme Atölyesi’ni çok zor durumda bıraktı. Ama inanıyorum ki zaman onları da yüzleşme yoluna sokacaktır, bundan kaçış yok!

    “İzmir hatırlıyor” gibi bir başlık seçmişsiniz, bu nasıl bir hatırlama, nasıl bir şey kastediliyor?

    “HATIRLA!” Anahtar kelime bu. Tarihi, psikolojik harbin bir kolu durumuna getirenlerin en istemediği şeydir yaşanan geçmişin hatırlatılması ve hatırlanması. Bu hâlden kurtuluş, sabırlı ve istekli bir çabayla mümkün. Bu çaba bir “HATIRLAMA KÜLTÜRÜ” yerleştirme çabasıdır.
    Bugün “hatırlama kültürü”nün doğum sancıları içindeyiz. Yakın zamanda geçmişimizle ilgili bir hatırlatma çabasında karşılaştıklarımıza bir bakalım: “Biz asla böyle bir şey yapmayız”, “Onlar da bize yapmıştır”, “Geçmiş geçmişte kaldı, biz bugüne bakalım”, “O günkü şartlar içerisinde değerlendirmek lazım!” Özellikle bu sonuncusu, okumuşlara özgü “bilimsel” tepki en berbatı. Bununla demek istiyor ki; geçmişte bu kötülükler yapılmıştır, çünkü şartlar öyle gerektirmiştir. Bu kafayla geçmişe bakan, hiçbir zaman egemenlerin kötülüklerini göremez, hepsini haklı bulur!

    Toplum “geçmişle yüzleşme”, “geçmişle hesaplaşma”, “resmi tarihle hesap kesme” sürecinde zaman zaman yükselen “geçmişe sünger çekme”, “sıfırdan başlama”, “uzlaşma” çağrılarıyla sık karşılaşacaktır. Bu çağrılar, “bir daha asla” denilmesi gereken geçmiş uygulamalarının yarın yeniden ve yepyeni biçimlerle tezgahlanabilmesinin kapısını aralık tutabilmek içindir.

    “Yüzleşme Atölyesi” grubu devam edecek mi işlerine, devam edecekse ne tarz eylemlerde bulunmayı, nasıl programlar yapmayı planlıyor, kararlar nasıl alınıyor mesela bu grupta?

    Elbette. Böyle hünerli, başarılı çalışanları olan Atölye devam etmez mi? Hele tezgah üstünde bekleyen bu kadar çok iş varken!

    Geçmişini “resmî tarih”e emanet ederek yok olmanın karşısında bir varoluş meselesidir yüzleşme. Barış ve demokrasiye kavuşmak için aşılması zorunlu bir engel, bir geçit. Bu memlekette “lâik İttihatçı” da, “İslâmcı İttihatçı” da aynı İttihatçı temele dayanıyor: Çanakkale, Ermeni Soykırımı, Sarıkamış, İstiklâl Harbi…

    Cumhuriyet mitingleri döneminde kalpaklı Atatürk bayraklarıyla Çanakkale’ye koşuldu, şimdi kalpak çıkarılıp koşuluyor. Sıkışınca “Kurtuluş Savaşı”na sarılmak, dara düşünce yeniden “İstiklâl Harbi” başlatmak neyin ifadesi olabilir? Şehitler üzerinden hamaset, oy devşirmek hepsinin mesleği değil mi? Osmanlı’yı savaş ateşine atanların suçu sorgulanacağına, “antiemperyalist lâik” olsun, “antiemperyalist İslâmcı” olsun, İttihatçı zihniyet takipçileri Alman subaylar komutasındaki “Çanakkale Zaferi”ni kutluyor! Enver’in Sarıkamış toplu katliamı sorgulanacağına, şehadet şerbetine yumuluyorlar! Lâ Havle…

    Yüzleşme Atölyesi, yukarıdaki sahtekârlıklar gözler önüne serilesiye kadar, çok renkli ve çok çeşitli etkinliklerle devam edecek, etmek zorunda. Örneğin, bir büyük savaş suçlusunun, soykırım plancısının, Talat Paşa adının okullarımızdan, yollarımızdan, her mekândan silinmesi için yurt çapında başlatılacak bir hareket için Yüzleşme Atölyesi çalışmaya hazırdır.

    Daha önce sorduğunuz “Yüzleşme Atölyesi kimlerden oluşur?” sorusuyla, “kararlar nasıl alınır?” sorusunu burada birleştirip cevaplayayım: Yüzleşme Atölyesi’nde bu ihtiyacı duyan herkes yer alabilir.

    Şu an Yüzleşme Atölyesi’nde çalışanların renkleri belki daha iyi fikir verebilir: Aramızda “inancıyla güzelleşen”ler de var, “melâmet hırkası”nı üstünden çıkarmayanlar da var, “ateistim” diyenler de… Dil farkı, din farkı, mezhep farkı, yol farkı yüzleşmeye engel değil.

    Kararlar oysuz, oyunsuz alınır. Konuşulur, araştırılır, iş önerilir, önlüğünü giyen her Atölye çalışanı benimsenen işe soyunur. Çalışırken de, çalışma bitince de birlikte karın doyurulur. Kimi illâ “peynir” yer, kimi “peynir ekmek” ile nefsini terbiye yoluna gider. Herkes bir diğerine “buyur” eder ama, kimse kimsenin yediğine ve içtiğine lâf etmez… Haberleşmek için de sosyal medyanın nimetlerinden yararlanır, “Yüzleşme Atölyesi” facebook sayfasından takip edilebilir yaptıklarımız.

    Yüzleşmenin sarp ve engellerle karşılaşılması olası bu yolunda böylesine “keyif”li bir yürüyüş güzel olsa gerek. Sizi engelleyeceklerini düşünmüyorsunuz?

    Hayır, hayır! Cin şişeden çıktı bir kere, kimse “hatırlama”yı durduramaz. Sadece yüzleşmeyi engelleyemeyecek, ancak biraz zora sokacak iki “zihniyet” var. Birisi “özcü” anlayış, yani “biz öyle şey yapmayız” anlayışı. Biz Türkler ya da Müslümanlar öyle şey yapmaz özcü takıntısı. Ya Hu, mahallende hırsızlık olmuyor mu? Bu toplumda kadınlar öldürülmüyor mu? Bu ve benzeri suçları işleyenleri Türk veya Müslüman olarak kabul ediyorsan, “geçmiş”in suç ve suçlularını da görebilmen gerekir. Bunu göremeyen kendini işlenmiş bütün cinayetlere ortak ediyor, “kolektif suçlu” olarak ilân ediyor kolayca.

    İkincisi, “Bana ne geçmişten, benbu günü yaşamaya ve geleceğe bakarım” anlayışı. Genç kuşaklar arasında yaygın bu anlayış, “geçmişin prangalarından kurtulmak ve özgürleşmek isteği” olarak da ifade ediliyor. Ama bu özgürleşmek değildir. Yüz yıllık “büyük birader”in oyuncağı olarak kalmaktır!

    Kolun, bacağın “özgür”dür ama aklının ipleri başkalarının elinde bir kukla olarak kalırsın hep.

    Bu süreçte kolaylıklar diliyorum, bu zihin açıcı röportaj için teşekkürler.

    Bu olanağı sağladığınız için, Atölye çalışanları olarak, katılım ve katkılarıyla “İzmir Hatırlıyor” haftasını zenginleştiren güzel insanlara aracılığınızla teşekkür borcumuzu iletmek isteriz, sağ olun.

    http://blog.marksist.org/roportaj-talat-ulusoy-ile-buyuk-izmir-yangini-ve-resmi-tarihle-yuzlesme-uzerine.html


    AΠΌ ΤΗΝ ΕΚΔΉΛΩΣΗ ΤΟΥ 2014 ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ»

  31. Rumlar (2)

    İttihat ve Terakki, Anadolu ve Doğu Trakya’da Türkleştirme- Müslümanlaştırma politikalarıyla etnik ve dinsel temizliğe girişti. Ermenilerin yanında Rumlar da tehcir ve mübadele yoluyla hızlı bir etnik arındırmaya tabi tutuldu. 1911-1914, 1916 Rum tehciri, 1919-1923 Rum tehcir ve mübadeleleri etnik arındırma olarak gerçekleşti. İttihatçı Halil Menteşe bu arındırmanın nasıl yapılacağını şöyle anlatıyor. “Talat Bey, Balkan Harbinde hıyanetleri tebarüz eden anasırdan memleketi temizlemeyi ön safa koymuştu. Fakat bunu yapmak çok ihtiyat isteyen bir işti. Alınan tedbir şu oldu. Valiler ve diğer memurin resmen bu işe müdahale eder görünmeyecek. Cemiyetin teşkilatı (Teşkilat-ı Mahsusa) işleri idare edecek. Rumlar ürkütülecek.” Bu anlatımdan sonra bütün yaşananlar eşkıya eliyle ürkütüp kaçırma yönteminin devletin kodlarına işlediğini göstermekte. Bugün bu yöntemin halen uygulandığını gazete ve HDP binalarına yaptırılan saldırılarda görüyoruz.

    1910’dan itibaren İmparatorlukta Rum mallarını almama ve Rum tüccarları ezme eylemleri başlatıldı. Nefret en yüksek noktaya gelmişti. Görünürdeki neden Girit’in Yunanistan’la birleşmesiydi. Bu ortamda “Gâvur” diye nitelenen İzmir’in camilerinde hocalar Hıristiyan ahaliden mal alınmasını engellemek yönünde vaaz vermeye başladılar.

    İttihat ve Terakki, 1913 yılı Ekim ayında Balkan Savaşı hezimeti nedeniyle Almanya’ya yaklaşıyor, yaptığı gizli anlaşma sonucu Osmanlı askerî ve sivil bürokrasisini Alman görevlilerin emrine sokuyordu. Almanya, ekonomik faaliyetlerinin ve bölgede yayılmasının önünde engel gördüğü, sermaye birikimine sahip Rumların ve Ermenilerin bertaraf edilmesini istiyordu. Bu istek etnik ve dinsel homojenleştirme politikası güden İttihat ve Terakki’nin Türk- Müslüman örgütlenmesi hedefine uyuyordu. Bunun sonucu Ege’de, Orta Anadolu’da ve Pontus kökenli Doğu Karadeniz’de Rumlara karşı sindirme, tenkil, zorunlu iskân ve baskıyla kaçırma politikaları uygulanmaya başlıyordu.

    Rumlar orduda amele taburlarına alınıp, savaş alanlarında yol yapımında kullanıldılar. Çok sayıda Rum soğuk ve açlık nedeniyle öldü. Rum erkekleri dövülüp, işkence görürken büyük çapta yağmalar yapıldı. İttihatçı hükümet, yabancı müdahaleleri körükleyen Rum sorununu Batı Anadolu’dan Rumları uzaklaştırıp yerlerine Rumeli göçmenlerini yerleştirerek temelden çözmek istemiştir. Mesela Rum kasabası olan Ayvalık’taki araziler ve evler, Bosna’dan gelen göçmenlere verildi. Batı Anadolu Rumlarına karşı girişilen misilleme 1914 ilkbaharında genelleşti, Rumlar yaşadıkları topraklardan uzaklaştırılıp mallarına el konuldu. Bütün operasyonlar Osmanlı jandarmasını yöneten Teşkilat-ı Mahsusa çeteleri tarafından yürütüldü. Bu tehcir uygulamaları Ermenilere uygulanacak zulmün habercisiydi.

    Kilise ve cemaat kayıtlarına göre kıyıma uğrayan Pontus Rumlarına ilişkin genel tablo vahim gözükmekte. Amasya, Niksar, Trabzon, Tokat, Maçka, Şebinkarahisar’da 815 yerleşim birimi yok edilir, 1134 kilise ve 960 okul soygunlar sonucu boşaltılarak yakılır, binlerce insan çeşitli şekillerde öldürülür ya da sürgüne gönderilir.

    1915 Ermeni tehcirinden sonra 1916’da ikinci Rum tehciri gelir. Bergama, Dikili ve Ayvalık boşaltılarak Müslüman göçmenlere tahsis edilir. İttihatçı Kuşçubaşı Eşref, Ege bölgesindeki Rum ve Ermeni nüfusun sürgününde önemli rol oynar. Üretim ve ticaret hayatında Rum ve Ermeni işadamlarının yerine Türk- Müslüman işadamları geçmeye başlar.

    1919-1922 yılları arasında her iki tarafın çeteleri birbirleriyle savaşırlar. 9 Eylül 1922 günü Türk ordusu İzmir’e girince “gâvur” olarak nitelenen insanların evleri, işyerleri yağmalanır. İlk gün Müslüman olmayan ahaliden insanlar öldürülür. Binlercesi deniz yoluyla gönderilir. 13 Eylül’de Sakallı Nurettin Paşa Rum ve Ermenilerin oturdukları semtleri ateşe verdirir. İzmir yakılıp yıkılırken Anadolu Rumları da göçmeye başlar. Lozan Antlaşması’yla gelen ve 1922-1924 yılları arasında uygulanan mübadele ise insan trajedileri barındıran zorunlu bir sürgündü. Devam edeceğim.

    http://www.taraf.com.tr/yazarlar/rumlar-2/

    umitkardas@gmail.com

    http://www.umitkardas.com

    twitter.com/umit_kardas

  32. Η μαρτυρία της Μίνι Μιλς για την πυρπόληση της Σμύρνης

    από το βιβλίο : Giles Milton Not to be served but to serve, ed. The American College of Greece, Athens, 2011.

    “…It was shortly before lunch on September 13th, 1922. Miss Minnie Mills, dean of the American Collegiate Institute for Girls in Smyrna, glanced out of her office window and was shocked by the sight that greeted her.
    “I saw with my own eyes a Turkish officer enter a house with small tins of petroleum,” she later wrote. Seconds later, the building was in flames.
    Miss Mills was even more alarmed when the neighboring houses also caught fire. As the conflagration spread from building to building, it began inching its way toward the American Collegiate Institute. (page 9)
    Miss Mills looked out of her study windows and saw scenes of violence. The irregular Turkish forces were sacking the Armenian quarter and murdering its inhabitants.
    “We saw many killed likewise in front of our windows and in front of the door of the school. The dead bodies were left on the streets for one or two days and were very often mutilated.” …….At every corner she saw “mutilated corpses-and ……(p. 27) [κουτσουρεμένα πτώματα] ………..the streets were full of savage tsetes [irregulars] loaded with booty[λεία]…She also noticed small fires breaking out in nearby homes. Fearing for the college’s safety, she requested the Turkish firemen to protect the buildings. “But they refused to act.”
    On September 13, the fires took a more sinister turn. “I saw a Turk officer in uniform coming out of a house, taking with him tin containers full of petrol which were situated on the exterior staircase of another house.” In rapid succession, house after house burst into flames.
    Miss Mills’ first duty was to protect the college. She instructed refugees to spray the roofs and walls with water. But they were forced to stop when the Turkish soldiers in the streets threatened to shoot them if they continued. «We realized,» said Miss Mills, «that the burning down of the school had been pre-decided.»(p. 28)
    “The brutal massacre by regular Turkish soldiers and officers of the regular army …was one of the most degrading situations of modern history,” wrote Miss Mills. (p. 29)

    ——————————————————
    1922 – Η καταστροφή της Σμύρνης
    Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για το πως έφτασαν τα πλοία να παραλάβουν τους κατασφαζόμενους από τους τσέτες, Έλληνες στην Σμύρνη:

    Η καταστροφή της Σμύρνης, ένα θωρικτό, ένας πάστορας και η διάσωση των Ελλήνων

    «….
    Η εμπροσθοφυλακή του τουρκικού στρατού εισήλθε στην Σμύρνη την 28 Αυγούστου / 9 Σεπτεμβρίου. Οι σφαγές και η μεγάλη πυρκαγιά είναι γνωστά. Η μικρή, άγνωστη, όμως, ιστορία έχει ως ακολούθως.

    Ο πάστορας Αsa Jennings αnό το αμερικανικό ΥMCA, υπό το κράτος της απελπισίας από τις σφαγές και της πυρκαγιάς και μετά από έγκριση του Αμερικανού αρμοστού στην Κωνσταντινούπολη Υποναύαρχου Bristol ( ιδιαιτέρα φιλικά προσκείμενου προς τον Κεμάλ), αφού κατόρθωσε να συναντήσει τον Κεμάλ του ζήτησε να του δοθεί η δυνατότητα να βρει τρόπο να αναχωρήσουν οι Έλληνες από την Σμύρνη με πλοία, και αν το επιτύχει να σταματήσουν οι σφαγές. Ο Κεμάλ συμφώνησε με την προϋπόθεση ότι αυτό θα υλοποιούταν ΑΜΕΣΑ, και συγκεκριμένα σε διάστημα μιας εβδομάδας. Μια δεύτερη προϋπόθεση ήταν ότι, αν η μεταφορά γινόταν με ελληνικά εμπορικά, τα τελευταία αυτά θα εισέρχονταν στον κόλπο της Σμύρνης χωρίς σημαίες, και ότι δεν θα επιβιβάζονταν άνδρες σε ηλικία στρατεύσεως. Εάν όμως η προσπάθεια του πάστορα να διασφαλίσει εντός επτά ημερών τα συμφωνηθέντα αποτύγχανε, η σφαγή θα συνεχιζόταν μέχρι του τελευταίου νηπίου.

    Για να φέρει εις πέρας το εγχείρημα που είχε αναλάβει, ο πάστορας ναύλωσε ιταλικό εμπορικό με το όνομα Κωνσταντινούπολις, που βρήκε στην Σμύρνη. Επιβίβασε δύο χιλιάδες εξαθλιωμένους Έλληνες και τους αποβίβασε στην Μυτιλήνη. Αποβιβαζόμενος δε στην Μυτιλήνη, συνάντησε τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή στρατηγό Φράγκο. Ο οποίος, όμως, του αρνήθηκε την διάθεση πλοίων……»

    Η μαρτυρία της Μίνι Μιλς για την πυρπόληση της Σμύρνης

    από το βιβλίο : Giles Milton Not to be served but to serve, ed. The American College of Greece, Athens, 2011.

    “…It was shortly before lunch on September 13th, 1922. Miss Minnie Mills, dean of the American Collegiate Institute for Girls in Smyrna, glanced out of her office window and was shocked by the sight that greeted her.
    “I saw with my own eyes a Turkish officer enter a house with small tins of petroleum,” she later wrote. Seconds later, the building was in flames.
    Miss Mills was even more alarmed when the neighboring houses also caught fire. As the conflagration spread from building to building, it began inching its way toward the American Collegiate Institute. (page 9)
    Miss Mills looked out of her study windows and saw scenes of violence. The irregular Turkish forces were sacking the Armenian quarter and murdering its inhabitants.
    “We saw many killed likewise in front of our windows and in front of the door of the school. The dead bodies were left on the streets for one or two days and were very often mutilated.” …….At every corner she saw “mutilated corpses-and ……(p. 27) [κουτσουρεμένα πτώματα] ………..the streets were full of savage tsetes [irregulars] loaded with booty[λεία]…She also noticed small fires breaking out in nearby homes. Fearing for the college’s safety, she requested the Turkish firemen to protect the buildings. “But they refused to act.”
    On September 13, the fires took a more sinister turn. “I saw a Turk officer in uniform coming out of a house, taking with him tin containers full of petrol which were situated on the exterior staircase of another house.” In rapid succession, house after house burst into flames.
    Miss Mills’ first duty was to protect the college. She instructed refugees to spray the roofs and walls with water. But they were forced to stop when the Turkish soldiers in the streets threatened to shoot them if they continued. «We realized,» said Miss Mills, «that the burning down of the school had been pre-decided.»(p. 28)
    “The brutal massacre by regular Turkish soldiers and officers of the regular army …was one of the most degrading situations of modern history,” wrote Miss Mills. (p. 29)

  33. Σμύρνη: Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτισσας …
    Ιανουαρίου 22, 2012ΧΡΟΝΟΣΣχολιάστεGo to comments
    Της Μαίρης Αδαμοπούλου

    Σεντούκια, κουτιά και αρχεία με υλικό που δεν είχε αγγίξει ανθρώπου βλέμμα έως σήμερα βγαίνουν στο φως και επιχειρούν να αναδείξουν τη «Νέα Υόρκη των αρχών του 20ού αιώνα», την κοσμοπολίτισσα Σμύρνη, 90 χρόνια μετά την καταστροφή της.

    Η Σμύρνη καίγεται. Τα πάντα λεηλατούνται. Η οικογένεια της Ελένης Μπαστέα έχει μαζέψει τα πράγματά της. Δεν τρέχει όμως να γλιτώσει. Αντιθέτως, κλειδώνει την πόρτα. Η αδελφή της γιαγιάς της Ελένης φτιάχνει τσάι για όλους. Κάθονται στην τραπεζαρία και το πίνουν ατάραχοι. Προτού τραβήξουν την πόρτα πίσω τους, η γιαγιά πηγαίνει στην κουζίνα. Πλένει τα φλιτζάνια, τοποθετεί το σερβίτσιο στη θέση του και κλείνει το ντουλάπι. Θέλει να αφήσει το σπίτι της συγυρισμένο. Θα ξαναγυρίσει. Ετσι νομίζει. Και εκείνη την ώρα συλλογίζεται τον τούρκο γείτονα που την είχε προειδοποιήσει: «Πρέπει να φύγετε. Σε λίγο δεν θα μπορούμε να σας προστατεύσουμε». Δεν τον είχε πιστέψει…
    Είναι η ιστορία της Ελένης Μπαστέα, πρόσφυγος τρίτης γενιάς, που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του New Mexico Ιστορία και Αρχιτεκτονική. Και μία από τις τρεις ιστορίες γύρω από τις οποίες πλέκεται το νέο ντοκιμαντέρ της σκηνοθέτιδος Μαρίας Ηλιού «Σμύρνη – Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης, 1900-1922», που θα κάνει παγκόσμια πρώτη τη Δευτέρα στο Μουσείο Μπενάκη (κτίριο οδού Πειραιώς) και θα συνοδεύεται από μια σπάνια φωτογραφική έκθεση με πλούσιο ανέκδοτο υλικό (με 95 καρέ) στο κεντρικό κτίριο του μουσείου στην οδό Κουμπάρη, με αφορμή τη συμπλήρωση 90 ετών από τη Μικρασιατική Καταστροφή.

    «Γεννήθηκα στη Σμύρνη πριν από 90 χρόνια. Δεν ήμουν εγώ, ήταν ο πατέρας μου ο Ανδρέας που μεγάλωσε στο Κορδελιό. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου η Σμύρνη με στοίχειωνε. Στους εφιάλτες μου η Σμύρνη καιγόταν και η θάλασσα γέμιζε πτώματα, γινόταν κατακόκκινη, και εγώ προσπαθούσα να σωθώ στριφογυρίζοντας στο κρεβάτι μου», λέει στα «ΝΕΑ» η Μαρία Ηλιού, ενώ φροντίζει τις τελευταίες λεπτομέρειες του διάρκειας 87 λεπτών ντοκιμαντέρ για το οποίο εργάστηκε εντατικά επί τέσσερα χρόνια μαζί με τον ιστορικό Αλέξανδρο Κιτροέφ και υλοποιήθηκε χάρη στην πολύτιμη συμβολή πολλών χορηγών.

    «Οταν έφυγα για σπουδές στο εξωτερικό έμεινα έκπληκτη ανακαλύπτοντας ότι η δική μας Σμύρνη του κοσμοπολιτισμού και της χαράς της ζωής, αλλά και η Σμύρνη της καταστροφής ήταν άγνωστη στο κοινό στην Ευρώπη και στην Αμερική. Η ιδέα να κάνω μια ταινία για τη Σμύρνη άρχισε να γίνεται εμμονή, αλλά περίμενα για χρόνια τη σωστή στιγμή».
    Η έρευνα. Η στιγμή ήρθε όταν το 2004 ξεκίνησε την έρευνά της στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατάφερε να μπει σε απρόσιτα μέχρι τότε αρχεία – όπως της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου και των Πανεπιστημίων Χάρβαρντ και Πρίνστον. Γνώρισε ανθρώπους που την έφεραν σε επαφή με συλλέκτες ή απογόνους Σμυρνιών με σπάνιο υλικό. Οι πόρτες εξάλλου άνοιγαν ευκολότερα μετά το 2007, όταν το εμβόλιμο ντοκιμαντέρ με το οποίο ασχολήθηκε, «Το ταξίδι, το ελληνικό όνειρο στην Αμερική», διακρίθηκε με το βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ στο Φεστιβάλ του Χιούστον και κατατάχθηκε στις καλύτερες ευρωπαϊκές ταινίες για το 2008 από το Ινστιτούτο του Αμερικανικού Κινηματογράφου.

    «Στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου γνώρισα κάποιον που με συνέστησε στον Ρόμπερτ Νταβίντιαν. Ο παππούς του – Αρμένης που ζούσε στη Σμύρνη – είχε στο σεντούκι του κλεισμένο ένα φιλμάκι μισής ώρας με σκηνές τόσο από την καθημερινή ζωή όσο και από την καταστροφή, αλλά δεν το έλεγε σε κανέναν διότι φοβόταν μήπως… τον σφάξουν οι Τούρκοι!

    Λίγο προτού πεθάνει εκμυστηρεύτηκε στον εγγονό του πού βρισκόταν το υλικό. Ο Ρόμπερτ ταξίδεψε από το Λος Αντζελες στην Ουάσιγκτον για να μας φέρει το φιλμ, να το συντηρήσουμε και να το αξιοποιήσουμε», εξηγεί η Μαρία Ηλιού, η οποία μέσα από το ντοκιμαντέρ της (σε συνεργασία με την εταιρεία Πρωτέας και το Ιδρυμα Φουλμπράιτ) αναδεικνύει τόσο την πολυπολιτισμική Σμύρνη των αρχών του 20ού αιώνα όσο και τη Σμύρνη της καταστροφής.
    Η Νέα Υόρκη της εποχής. «Η Σμύρνη ήταν η Νέα Υόρκη της εποχής. Μια πόλη όπου ζούσαν μαζί με ισχυρούς δεσμούς Ελληνες, Τούρκοι, Αρμένιοι, Εβραίοι, Λεβαντίνοι, φτωχοί και πλούσιοι. Μια πόλη που λειτουργούσε σαν μαγνήτης, που έδινε ευκαιρίες να ζήσεις το όνειρό σου», λέει η σκηνοθέτις.

    Γι’ αυτό και οι επισκέπτες της έκθεσης θα δουν στους τοίχους του Μουσείου Μπενάκη φωτογραφίες που δείχνουν την προκυμαία της πόλης, τα μαγαζιά, τους χορούς και τα γλέντια, παραστάσεις όπερας και βαρκάδες, ενώ μερικά χιλιόμετρα έξω από την «αλώβητη» πόλη, όπως τη θεωρούσαν οι κάτοικοί της, οι Τσέτες έσφαζαν και λεηλατούσαν, μαζί βεβαίως με εικόνες από τις τραγικές ημέρες του Σεπτεμβρίου του 1922.

    Για να αναδειχθούν όλα αυτά, εκτός από τις επιστημονικές θέσεις που εκφράζουν διακεκριμένοι ερευνητές, όπως ο Τζάιλς Μίλτον, συγγραφέας του βιβλίου «Χαμένος Παράδεισος», ο καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με ειδίκευση στην Πολιτική Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας Θάνος Βερέμης και η εταίρος στο Kings College και με καταγωγή από τη Σμύρνη Βικτωρία Σολομωνίδου, ακούμε τις προσωπικές ιστορίες ανθρώπων όπως εκείνες της τουρκάλας ανθρωπολόγου και ιστορικού στο Πανεπιστήμιο Σαμπάντσι Λεϊλά Νεϊζί, του γεννημένου στη Σμύρνη Αρμένιου Τζακ Ναλμπαντιάν και της Ελληνίδας Ελένης Μπαστέα.

    «Μέσα από την ταινία επιχειρούμε να δούμε τα πράγματα όχι με την παλιά ματιά των σχολικών εγχειριδίων και να δείξουμε ότι δεν ήταν όλα άσπρα και μαύρα. Δίπλα στις τραγικές ιστορίες σφαγής και καταστροφής υπήρχαν ιστορίες μεγάλης φιλίας. Το κύλισμα του χρόνου πιστεύω ότι μας κάνει πιο νηφάλιους και οι νέες γενιές θέλουν πλέον πιο ήρεμα να μάθουν την αλήθεια για το τι συνέβη», επισημαίνει η Μαρία Ηλιού.
    Αναζητώντας την αλήθεια. Απόδειξη αποτελεί η ιστορία της Ιρέμ Γκουλφέμ, την οποία μετέφερε στην ταινία η ανθρωπολόγος Λεϊλά Νεϊζί. Η Ιρέμ Γκουλφέμ καταγόταν από οικογένεια μεγαλογαιοκτημόνων της Σμύρνης. Οταν ο ελληνικός Στρατός μπήκε στην πόλη το 1919, ο πατέρας της βρισκόταν σε μια λέσχη και η οικογένειά του φοβόταν ότι δεν θα επιστρέψει. Προς έκπληξή τους όμως τον είδαν να φτάνει στο σπίτι σώος, συνοδευόμενος από έλληνες φίλους του, οι οποίοι του είχαν βγάλει το φέσι και το είχαν αντικαταστήσει με καπέλο, ενώ βασικό ρόλο στη διάσωσή του έπαιξε και το ότι μιλούσε ελληνικά.

    Οταν όμως η Λεϊλά ρώτησε την Ιρέμ ποιος έβαλε τη φωτιά το 1922, εκείνη απάντησε ό,τι την είχαν μάθει: οι Ελληνες. «Είστε σίγουρη;» έσπειρε την αμφιβολία η ερευνήτρια. Και η Ιρέμ άρχισε να τηλεφωνεί σε φίλους της. Κάποιος θυμήθηκε ότι κοντά στην αρμενική εκκλησία του Αγίου Στεφάνου υπήρχε μια αποθήκη. Δεν μπορούσε να θυμηθεί όμως αν είχε μέσα καύσιμα ή πυρομαχικά. Από αυτή την αποθήκη άρχισε η πυρπόληση της πόλης. Ποιος έβαλε τη φωτιά; Κανένας από τους φίλους της Ιρέμ δεν είχε την απάντηση. Επικρατούσε η συνωμοσία της σιωπής. Και το ερώτημα στα χείλη της τουρκικής μαρτυρίας μένει αναπάντητο, με την αμφιβολία να σκιάζει το βλέμμα: «Αφήσαμε την πόλη να καεί;».

    Για να επιτύχει πιο αντικειμενικό αποτέλεσμα η Μαρία Ηλιού θέλησε να επιστρατεύσει μαρτυρίες ανθρώπων που δεν ήταν φορτισμένοι συναισθηματικά λόγω καταγωγής. Μία από αυτές ήταν της Μίνι Μιλς, καθηγήτριας στο αμερικανικό Κολέγιο Θηλέων της Σμύρνης.
    Εκανε μάθημα όταν άκουσε φασαρία. Ανοιξε το παράθυρο και είδε τούρκους στρατιώτες να βρέχουν με βενζίνη κτίρια και να τους βάζουν φωτιά. «Τρομοκρατήθηκα», παραδέχτηκε η καθηγήτρια που έσωσε τις μαθήτριές της και έφθασε στην Ελλάδα.

    Ο υπέργηρος σήμερα Αρμένης Τζακ Ναλμπαντιάν κατάφερε να γλιτώσει. Πέρασε με την οικογένεια του στην Τύνιδα και από εκεί βρέθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ. Ηταν παιδί όταν ο τουρκικός στρατός μπήκε στη Σμύρνη. «Ακουσα κραυγές. Και από το ίδιο παράθυρο που χάζευα τον κόσμο να περνάει είδα έναν έφιππο να σκοτώνει μια γυναίκα και σε λίγο έναν άλλο Τούρκο να εξαφανίζει το πτώμα. Είναι μια εικόνα που δεν μπορεί να σβήσει από τη μνήμη μου ύστερα από τόσα χρόνια», λέει στο ντοκιμαντέρ. Ωστόσο καταλήγει ότι «η πολυπολιτισμικότητα είναι ωραία και είναι αυτό που μου έδωσε η Σμύρνη».
    tanea gr

  34. Η Σμύρνη μάνα καίγεται

    smyrna burning

    Όπως ανέφερα την περασμένη εβδομάδα, σήμερα θα κλείσω το πιο τραγικό επεισόδιο στην ιστορία του Ελληνισμού, τις σφαγές των Ελλήνων κατοίκων της Σμύρνης, και την πυρπόληση της πόλης, αντλώντας στοιχεία από Αμερικανούς και Άγγλους συγγραφείς, που έχουν ερευνήσει το θέμα διεξοδικά, η αντικειμενικότητα των οποίων δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.

    «Η μαγευτική αυγή της Τετάρτης (13 Σεπτεμβρίου 1922) προμηνούσε μια ακόμη θαυμάσια ημέρα. Και όμως, ο φθινοπωρινός ήλιος δεν μπόρεσε να αλλάξει την κατάσταση, όπως διαμορφωνόταν στη Σμύρνη. Ο νικηφόρος στρατός του Μουσταφά Κεμάλ ήταν εκτός ελέγχου, και ο πληθυσμός της πόλης – ο οποίος πρόσφατα διογκώθηκε στις 700.000 – ήταν σε άμεσο κίνδυνο».
    Η παραπάνω παράγραφος είναι δική μου μετάφραση από το βιβλίο του Βρετανού ιστορικού συγγραφέα Giles Milton “Paradise Lost – Smyrna 1922. The Destruction of Islam’s City of Tolerance”, Λονδίνο 2008, σελ. 302. Το βιβλίο μεταφράστηκε στα ελληνικά με τίτλο «Σμύρνη, ο Χαμένος Παράδεισος», Εκδόσεις Μίνωας.

    Τις πληροφορίες που δίνει στο εν λόγω βιβλίο του ο Giles Milton τις άντλησε από μέλη μεγάλων ευρωπαϊκών οικογενειών που είχαν ζήσει στη Σμύρνη πριν την καταστροφή, και είχαν ασχοληθεί με το εμπόριο και τη βιομηχανία.

    Μεταφέρω πιο κάτω μέρος από συνέντευξη που ο Giles Milton έδωσε στην αθηναϊκή εφημερίδα Η Καθημερινή (7/12/2008):

    «Η καταστροφή της Σμύρνης δεν έγινε ένα οικουμενικό μάθημα για τον κόσμο. Σίγουρα δεν έγινε για τις κυβερνήσεις. Δεν είμαι Έλληνας για να διαισθάνομαι τον πόνο που προκαλεί η λέξη Σμύρνη, αλλά ο κυνισμός με τον οποίον αντιμετώπισαν το θέμα η βρετανική και η αμερικανική κυβέρνηση είναι σοκαριστικός. Σε ανθρωπιστικό επίπεδο ήταν μια καταστροφή τεράστιας κλίμακας, η πρώτη που είδαμε τον 20ό αιώνα. Ήταν επίσης το πρώτο δείγμα βάναυσης ρεάλ πολιτίκ. Οι ξένες κυβερνήσεις γύρισαν την πλάτη στο πλήθος που ήταν έτοιμο να σφαγιαστεί, για να μη φανεί ότι θα σώσουν τους εχθρούς της Τουρκίας».

    Η 13η Σεπτεμβρίου (με το νέο ημερολόγιο) είναι η αποφράδα ημερομηνία για τους Έλληνες, αλλά και τους Αρμένιους κατοίκους της Σμύρνης, καθώς και για τις εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων προσφύγων που είχαν καταφύγει στην πόλη.

    Την ημέρα αυτή, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες, οι Τούρκοι, στρατιώτες και πολίτες, έβαλαν φωτιά στις ελληνικές και αρμενικές συνοικίες, με αποτέλεσμα την πλήρη αποτέφρωσή τους. Μόνο οι μουσουλμανικές και οι εβραϊκές συνοικίες έμειναν άθικτες.

    Ο Τζορτζ Χόρτον, που την περίοδο εκείνη ήταν Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη, και υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της πυρπόλησης και των σφαγών, δίνει την ακόλουθη περιγραφή:

    «Μετά την ολοκληρωτική καταστροφή της αρμενικής συνοικίας, οι Τούρκοι στρατιώτες έβαλαν φωτιά ταυτόχρονα σε πολλά σπίτια. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, διάλεξαν την ώρα που φυσούσε δυνατός άνεμος σε κατεύθυνση αντίθετη από τη μουσουλμανική συνοικία», (1).

    Ο Χόρτον επικαλείται και τη μαρτυρία της Minnie Mills, η οποία την περίοδο εκείνη ήταν Διευθύντρια του Αμερικανικού Κολλεγίου Θηλέων της Σμύρνης. Ο Χόρτον μεταφέρει ως ακολούθως την περιγραφή που του έδωσε η Mills:

    «Έβλεπα καθαρά τους Τούρκους να κουβαλούν τους τενεκέδες με το πετρέλαιο μέσα στα σπίτια, από τα οποία ξεπετάγονταν φλόγες αμέσως κατόπιν. Δεν υπήρχε ούτε ένας Αρμένιος, και τα μόνα άτομα που κυκλοφορούσαν ήταν Τούρκοι στρατιώτες του τακτικού στρατού με κομψές στολές», (2).

    Ο Michael Llewellyn Smith δίνει την ακόλουθη περιγραφή στο βιβλίο του «Το όραμα της Ιωνίας – Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία, 1919-1922», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2009, σελ. 538:

    «Η αρμενική, η ελληνική και η «φράγκικη» ή ευρωπαϊκή συνοικία είχαν σχεδόν εντελώς καταστραφεί. Μόνον οι εβραϊκές και οι τουρκικές συνοικίες απόμεναν… Με φρικιαστική ακρίβεια, η φωτιά εξέφραζε συμβολικά το ξερίζωμα και την καταστροφή της ελληνικής και της αρμενικής Σμύρνης. Η ελληνική Σμύρνη είχε πεθάνει…».

    Ο Τζορτζ Χόρτον επικαλείται τις μαρτυρίες και Άγγλων για την πυρκαγιά:

    «Μια από τις πιο σημαντικές μαρτυρίες σχετικά με την πυρκαγιά είναι η έκθεση που υπογράφει ο Αγγλικανός εφημέριος της Σμύρνης, Αιδεσιμότατος Charles Dobson, και μια επιτροπή από σημαίνοντες Βρετανούς κατοίκους της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των Αγγλικανών εφημερίων του Μπουρνόβα και του Μπουτζά. Η έκθεση αυτή επιρρίπτει την ευθύνη για την πυρκαγιά στους Τούρκους, «οι πιο φανατικοί από τους οποίους, μετά από ελεύθερο πλιάτσικο τριών ημερών, πυρπόλησαν την πόλη με την ελπίδα να διώξουν το μη-μουσουλμανικό και μη-εβραϊκό στοιχείο. Η έκθεση, που προέρχεται από μια τόσο αξιόπιστη πηγή, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το γεγονός ότι η Σμύρνη πυρπολήθηκε από τους Τούρκους», (3).

    Δεν ήταν μόνο η πυρκαγιά, που δημιούργησε το δράμα στη Σμύρνη στα μέσα του Σεπτεμβρίου 1922. Ήταν και οι σφαγές του άμαχου πληθυσμού. Ο Giles Milton, στο βιβλίο του, στο οποίο αναφέρθηκα πιο πάνω, δίνει τα ακόλουθα στοιχεία:

    «Είναι δύσκολο να υπολογίσει κανείς τον αριθμό των νεκρών με ακρίβεια. Σύμφωνα με τον Edward Hale Bierstadt, ο οποίος ήταν επικεφαλής της Επιτροπής Άμεσης Βοήθειας των ΗΠΑ, περίπου 100.000 είχαν σκοτωθεί, και 160.000 εξορίσθηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας…», (4).

    Και ο Τζωρτζ Χόρτον τοποθετεί τους νεκρούς στις 100.000. Γράφει:

    «Το πρακτορείο Reuters, σε ανταπόκριση της ίδιας ημερομηνίας (18 Σεπτεμβρίου 1922), μεταδίδει: «Από τις περιγραφές που έχουμε, δεν είναι δυνατό να εξαχθεί ακριβής αριθμός θυμάτων, αλλά υπάρχει φόβος ότι οπωσδήποτε υπερβαίνουν τις εκατό χιλιάδες», (5).

    Για εκείνους που είχαν σταλθεί στα τάγματα εργασίας, στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, ο Llewellyn Smith δίνει την ακόλουθη περιγραφή:

    «Η μεγάλη έξοδος των χριστιανών από τη Μικρά Ασία είχε ξεκινήσει. Πλοία από πολλές χώρες έφταναν στα λιμάνια της για παραλάβουν τα φορτία των προσφύγων. Από τους αρτιμελείς άνδρες, μόνον οι τυχεροί κατόρθωσαν να διαφύγουν. Οι υπόλοιποι, από 18 ως 45 χρονών, συγκεντρώθηκαν από τους Τούρκους στη Σμύρνη και, αφού κηρύχθηκαν επισήμως αιχμάλωτοι με διάταγμα του τουρκικού κράτους, στάλθηκαν στο εσωτερικό για να ενταχθούν στα τάγματα εργασίας. Για πολλούς, αυτό ισοδυναμούσε με θάνατο. Οι γυναίκες και τα παιδιά χωρίστηκαν από τους άντρες τους, στριμώχτηκαν στα πλοία και διαπεραιώθηκαν στον Πειραιά ή στη Θεσσαλονίκη», (6).

    Μετά από τις παραπάνω αναφορές από ξένους ιστορικούς, παραθέτω μια παράγραφο τεσσάρων γραμμών, στην οποία υποτίθεται ότι καλύπτονται από το σχολικό βιβλίο «Ιστορία ΣΤ΄ Δημοτικού – Στα νεότερα και σύγχρονα χρόνια» η πυρπόληση της Σμύρνης και οι σφαγές του άμαχου πληθυσμού.

    «Ένα χρόνο μετά, οι τουρκικές δυνάμεις, με ηγέτη τον Κεμάλ, επιτίθενται και αναγκάζουν τα ελληνικά στρατεύματα να υποχωρήσουν προς τα παράλια. Στις 27 Αυγούστου 1922 (9 Σεπτεμβρίου1922 με το νέο ημερολόγιο) ο τουρκικός στρατός μπαίνει στη Σμύρνη. Χιλιάδες Έλληνες συνωστίζονται στο λιμάνι προσπαθώντας να μπουν στα πλοία και να φύγουν για την Ελλάδα», σελ. 100.

    Μάλιστα, μέσα σε μια παράγραφο τεσσάρων γραμμών, στις οποίες δεν γίνεται καν λόγος για την πυρκαγιά, για τις σφαγές και για τις απελάσεις των ανδρών, ένα σχολικό βιβλίο, που κυκλοφόρησε από τον κρατικό Οργανισμό Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων το 2006, «κάλυψε» την μεγαλύτερη τραγωδία του σύγχρονου Ελληνισμού.

    Η παραπάνω παραποίηση της ιστορίας στο εν λόγω βιβλίο δεν είναι η μόνη. Ευτυχώς που, μετά από παλλαϊκή κατακραυγή, το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων απέσυρε «το βιβλίο της ντροπής» πριν από δύο χρόνια. Όμως, η επί κεφαλής της συγγραφικής ομάδας, Μαρία Ρεπούση, συνεχίζει να διδάσκει ελληνική ιστορία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το 2007, ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία του εν λόγω βιβλίου, πήρε και προαγωγή σε Αναπληρώτρια Καθηγήτρια!

    Μακριά, ομολογουμένως, η διαδρομή που επιχείρησα, από την ίδρυση της Σμύρνης από Έλληνες έποικους στην αχλή του 10ου αιώνα π. Χ., μέχρι το επώδυνο τέρμα της στο πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα, με τις σφαγές των Ελλήνων, και των Αρμενίων, κατοίκων της, την πυρπόληση του ελληνικού και αρμενικού τμήματος της πόλης από το στράτευμα του Μουσταφά Κεμάλ, και τον τελικό, και απάνθρωπο, ξεριζωμό ενός λαού που έζησε στον τόπο εκείνο για τρεις χιλιάδες χρόνια…

    Οι ιστορικοί καταγράφουν και τα πιο τραγικά γεγονότα με την αντικειμενικότητα και αποστασιοποίηση που απαιτεί η επιστήμη τους.

    Στην περίπτωση της Μικρασιατικής Καταστροφής, επαφίεται στους ποιητές να εμβαθύνουν στην ανθρώπινη διάσταση των ιστορικών γεγονότων, στους μουσικούς να την επενδύσουν με τον ελεγειακό της τόνο, και στους τραγουδιστές να την ερμηνεύσουν, για να νιώσουμε το δράμα των θυμάτων, και να συνειδητοποιήσουμε την εθνική τραγωδία.

    Αυτό το τρίπτυχο της τέχνης έχει επιτύχει η τριάδα Πυθαγόρας – Καλδάρας – Νταλάρας με τη σύνθεση που αρχίζει με τους ακόλουθους στίχους:

    Η Σμύρνη μάνα καίγεται, καίγεται και το βιος μας.
    Ο πόνος μας δε λέγεται, δε γράφεται ο καημός μας…

    Σημειώσεις

    Τζορτζ Χόρτον «Η μάστιγα της Ασίας», Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 2006, σελ. 133.
    Όπως πιο πάνω, ίδια σελίδα.
    Όπως πιο πάνω, σελ. 159.
    Giles Milton “Paradise Lost – Smyrna 1922. The Destruction of Islam’s City of Tolerance”.
    Όπως το (1), σελ. 157.
    Michael Llewellyn Smith ««Το όραμα της Ιωνίας – Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία, 1919-1922», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2009, σελ. 550.

    Κυριάκος Αμανατίδης
    Bachelor of Arts, Melbourne University,
    Bachelor of Letters, University of New England
    Μελβούρνη

    H σειρά των άρθρων πρωτοεμφανίστηκαν στην εφημερίδα “Νέος Κόσμος”

    http://diasporic.org/mnimes/archives/smirni-burning

  35. Aνταπόκριση του ειδησεογραφικού πρακτορείου ANF από τη Σμύρη στις 14 Σεπτεμβρίου 2015
    ———————————————
    (Στη θάλασσα πετάχτηκε ο πληθυσμός των Ελλήνων και των Αρμενίων)

    ‘Denize dökülen Rum ve Ermeni halkıydı’

    İzmir Fuarı’na mekan olan bölge, bir zamanlar Ermeni mahallesiydi. 1922 yılının sonralarına kadar varlıklarını sürdüren Ermeni halkı, 13 Eylül günü başlayan Büyük Yangın’dan sonra İzmir’i terk etmek zorunda kaldı…
    14 Eylül 2015 Pazartesi 07:02

    İZMİR / ANF – ÖZGÜR AYDIN
    İzmir Fuarı’na mekan olan bölge, bir zamanlar Ermeni mahallesiydi. 1922 yılının sonralarına kadar varlıklarını sürdüren Ermeni halkı, 13 Eylül günü başlayan Büyük Yangın’dan sonra İzmir’i terk etmek zorunda kaldı. Yine Eylül ayında İzmir’de «Yunan askerinin denize döküldüğü» gibi gerçek olmayan bir kahramanlık destanı yıllardır dillendiriliyor olsa da, Türk ordusu İzmir’e girdiği sırada, Yunan ordusu İzmir’i terk etmiş durumdaydı.

    Küçük olmasına karşın etkin bir Hıristiyan cemaati olan Ermeniler, 1922 yılının sonlarına dek İzmir’de varlığını sürdürdü. İzmirli Ermeniler 1915’de yaşanan «tehcir”den de Liman Von Sanders ve Vali Rahmi Bey sayesinde çok fazla etkilenmedi ancak 13 Eylül günü başlayan Büyük Yangın’ın çıktığı nokta, Haynots yani Ermeni mahallesi oldu. İzmir ve İstanbul dışında ülkede neredeyse hiç Ermeni kalmamışken, yangın ile birlikte bu kentteki Ermeni varlığı da sonlandırılmaya başlandı.

    ‘KAÇAN ERMENİLERİN BİR BÖLÜMÜ İZMİR’E YERLEŞTİ’

    Celali İsyanları olarak adlandırılan ayaklanmalar bütün Anadolu’yu sararak, kısa sürede kanlı bir şekil almıştır. Ermenilerin bir bölümü de, bu isyanlardan kurtuluşu kaçmakta buldu. Nahcivan, Karabağ ve Erivan’dan bine yakın Ermeni ailesi İzmir’e ulaştı. 17. yüzyılda I. Şah Abbas’ın sürekli ordu kurma girişimi Gürcü, Ermeni ve Çerkes çocuklarını tutsak olarak İran’a götürdü. Ermenilerin bir bölümü de İzmir’e yerleşir.18. yüzyılda ise Sultan I. Mahmut Han, Osmanlı-İran savaşlarının en yoğun olduğu dönemde, günümüzdeki Ermenistan sınırları içinde bulunan Aşdarak, Oşagan ve kısmen de Ankara’dan yaklaşık üç yüz aile toplanarak İzmir’e yerleştirildi.

    ‘İZMİR YANGINIYLA ERMENİ MAHALLESİ YOK OLDU’

    18. yüzyıl boyunca İsfahan’ın Afganlar tarafından yıkılmasından sonra, 1722’de Yeni Culfa’dan, 1740’a doğru Nahcivan’dan İzmir’e toplu göçler birbirini izledi. 19. yüzyılda ise güvenlik, geçim derdinde olan Erzurum, Tokat, Kayseri, Tiflis, Bursa, İstanbul, Manisa’dan birçok Ermeni ailesi İzmir’e yerleştirildi. Anadolu’daki 1894-1896 ve 1909 Adana Ermeni katliamından kurtulan yüzlerce yetim ve mülteci, İzmir’e sığındı. İzmir’de kurulan birçok yetimhane, bakım ve himaye örgütlenmeleri gerçekleşir. 1845 tarihli büyük İzmir yangınında, Ermeni mahallesi tümüyle yok oldu. 900 evden geriye sadece 37 ev kaldı. İşyerleri, Hıripsimyants Okulu, Surp Isdepanos Kilisesi arşivleriyle birlikte yandı. İstanbul’dan gönderilen iki mimar, Ermeni mahallesini, mülkiyet sınırlarını dikkate almadan yeniden projelendirirler, şehircilik açısından bir ilke imza atılır. Bütün bu süreci Isdepanos Kilisesi bahçesinde ve Ermeni mezarlığında yer alan mezar taşlarındaki kayıtlardan izlemek olanaklı olur ve kayıt altına aldı.

    İZMİR EKONOMİSİNDE CİDDİ ROL OYNADILAR

    1922 yılına kadar İzmir’de Ermenilere ait 21 adet eğitim, yardım, sanat, spor derneği gibi kuruluş yer alıyordu. İzmir ekonomisinde küçük, orta ve büyük ölçekli pek çok Ermeni şirketi etkili haldeydi. Hovsep Çelebi Yusufyan, Krikor Kuyumcuyan, İspartalıyan Kardeşler gibi mülk zenginleri, İspartalıyan, Ekizyan, Yesayan Kardeşler ve şirketi ve Stepan- Dikran İplikçiyan gibi birinci sınıf manifaturacılar, Elmasyan, Tavityan Kardeşler gibi pamuk, buğday, incir, kuru üzüm ticareti yapan pek çok tüccar İzmir ekonomisinde rol oynadılar.
    ‘TÜRK KOMİTACILAR YAKTI’

    Resmi söylemlerde, İzmir’in Ermeniler ve Rumlar tarafından yakıldığı anlatılıyor. Ancak yıllar sonra yangının Türk komitacılar tarafından çıkarıldığı ortaya çıktı. Fazla sayıda İngiliz, Rum ve diğer ileri gelenlerin anlattıkları karşılaştırıldığı zaman, şehir ‘başıbozuklar’ tarafından yakıldı ve askeri idare de buna göz yumdu.

    Düzenli askerlerin İzmir’e ilk girişinden sonra, Kemalist temsilcilerin şehri zapt etmek için herhangi bir kararlı girişimi olmadı. Hapishaneler boşaltılmış, ‘başıbozuklar’ belli amaçlarla İzmir’i doldurdu. Yağma, Ermeni mahallesinden başladı ve alev onu takip etti. İngiliz ve diğer tanıklar, ateşi yayanlar arasında Türk askerleri de gördüklerini ifade ettiler.
    Yangın hakkında iki türlü yorum var. Bazı görüşlere göre, Kemalistler artık İzmir’in tartışmasız bir şekilde Türk şehrine dönüştürülmesini, bunun en kestirme yolunun da bu ticari bölgeyi, binaları yıkmak olduğu düşündü. Diğerleri ise, askerlerin ‘başıbozukları’ ödüllendirmek için yağmanın önünü açtığı yorumunu yapmakta.

    ‘İZMİR’DE YUNAN ASKERİ DEĞİL, HALK DENİZE DÖKÜLDÜ’

    İzmir’de «Yunan askerinin denize döküldüğü» gibi uydurma bir kahramanlık destanın yıllardır dillendiriliyor. Oysa Türk ordusu İzmir’e girdiği sırada, Yunan ordusu İzmir’i terk etmiş durumdaydı. Denize dökülen Rum ve Ermeni halkıydı. Yangın sırasında Rumlarla birlikte yüzlerce Ermeni katledildi. Malı, mülkü yağmalandı. Canını kurtarabilenler dünyanın dört bir yanına dağıldılar. Önce Yunanistan, ardından Avrupa, Amerika kıtası yolculuğuna çıktılar. Bir kısmı ise Beyrut, Suriye ve Ermenistan’a yerleşti.

    ‘FUAR ALANI ASLINDA ERMENİ MAHALLESİ; HAYNOTS’

    Yaşanan trajedi sonrası adı İzmir Enternasyonal Fuarı olarak gösterilen fuar, Cumhuriyet sonrasının belleği olmuş durumda. Birçok etkinliğe ev sahipliği yapan fuar, eski sahiplerinden habersiz bir şekilde konukları ağırlıyor. İçinde koca koca ağaçların bulunduğu fuarda göze çarpan bir diğer durum ise «Ne Mutlu Türküm diyene», «Bir Türk dünyaya bedeldir» gibi yazılar ve adım başında Atatürk büstlerinin olması.

    Türkiye’nin tekçi zihniyetiyle başta Kuzey Kürdistan kentlerinde dağa taşa işlediği bu yazı, yakılan ve üzerine yeni bir dünya inşa edilen hüzünlü Ermeni mahallesi Haynots’ta da var.

    http://anfturkce.net/guncel/denize-dokulen-rum-ve-ermeni-halkiydi

    ——————————————–
    …………………………..
    Την έκαψαν οι Τούρκοι κομιτατζήδες
    Η επίσημη θέση του τουρκικού κράτους είναι ότι τη Σμύρνη την έκαψαν οι Αρμένιοι και οι Ρωμιοί. Όμως μετά από χρόνια αποκαλύφθηκε ότι την πυρκαγιά την έβαλαν οι Τούρκοι κομιτατζήδες. Αν συνεκτιμήσει δε κανείς τα όσα έχουν ειπωθεί και γραφτεί από Άγγλους και Έλληνες, τότε βγαίνει το συμπέρασμα ότι την πόλη την έκαψαν οι «άτακτοι», ενώ η στρατιωτική διοίκηση έκανε τα στραβά μάτια.
    Όταν μπήκε ο τακτικός στρατός στη Σμύρνη, οι εκπρόσωποι του Κεμάλ δεν έκαναν κάτι για να εγκαταστήσουν διοίκηση και να ελέγξουν την πόλη. Άδειασαν τις φυλακές και γέμισε η πόλη με «ατάκτους», για συγκεκριμένους λόγους.
    Για τη φωτιά υπάρχουν δυο απόψεις. Η μια λέει ότι οι κεμαλιστές είχαν πειστεί πως για να αναπτυχθεί η Σμύρνη, θα έπρεπε να γκρεμιστεί και να ξαναχτιστεί εκ θεμελίων, ενώ η άλλη λέει ότι ο τουρκικός στρατός, για να επιβραβεύσει τους «ατάκτους», τους επέτρεψε να λεηλατήσουν την πόλη.

    Στη Σμύρνη δεν έριξαν τον Ελληνικό Στρατό στη θάλασσα αλλά το λαό
    Για χρόνια μας έκαναν πλύση εγκεφάλου, λέγοντας ότι «ρίξαμε στη θάλασσα τον ελληνικό στρατό». Όμως, έχει αποδειχτεί ότι όταν ο τουρκικός στρατός μπήκε στη Σμύρνη, ο ελληνικός είχε ήδη αναχωρήσει. Αυτοί που ρίξαμε στη θάλασσα, ήταν ο ελληνικός και ο αρμενικός λαός. Όταν ξέσπασε η πυρκαγιά, μαζί με τους Έλληνες δολοφονήθηκαν εκατοντάδες Αρμένιοι. Λεηλατήθηκαν οι περιουσίες, τα καταστήματα και τα σπίτια τους. Όσοι μπόρεσαν να γλιτώσουν, σκόρπισαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Πρώτα στην Ελλάδα κι από εκεί στην Ευρώπη και την Αμερική. Κάποιοι εγκαταστάθηκαν στη Βηρυτό, τη Συρία και την Αρμενία.

  36. H μαρτυρία της Minnie Mills

    Ήταν λίγο πριν το μεσημεριανό της 13ης Σεπτεμβρίου 1922. Η δεσποινίς Μ.Μ. κοσμήτορας του Αμερικανικού Κολεγιακού Θηλέων στην Σμύρνη, κοίταξε έξω από το παράθυρο του γραφείου της και σοκαρίστηκε από το θέαμα που αντίκρυσε. «Είδα με τα μάτια μου έναν Τούρκο αξιωματικό να εισέρχεται σε ένα σπίτι με μικρούς τενεκέδες βενζίνη» αργότερα έγραψε «Δευτερόλεπτα αργότερα, το κτίριο τυλίχθηκε στις φλόγες» Η Μ.Μ. ανησύχησε περισσότερο όταν και τα γειτονικά σπίτια έπιασαν φωτιά. Καθώς η φωτιά μεταδιδόταν από κτίριο σε κτίριο, οι φλόγες άρχισαν να ζυγώνουν και το Αμερικανικό Κολέγιο.

    Η Μ.Μ. κοίταξε έξω από το παράθυρο και αντίκρυσε σκηνές βίας. Ο άτακτος στρατός των Τούρκων επέδραμε στον Αρμένικο μαχαλά και δολοφονούσε τους κατοίκους. « Είδαμε πολλοί να σκοτώνονται ομοίως μπροστά στα παράθυρά μας και μπροστά στο κατώφλι του Ινστιτούτου. Τα πτώματα κείτονταν στους δρόμους για μία, δύο ημέρες και συχνά ήταν ακρωτηριασμένα.» Σε κάθε γωνία έβλεπε «ακρωτηριασμένα πτώματα και οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από άγριους Τσέτες (άτακτο τουρκικό στρατό) φορτωμένους με λάφυρα … Επίσης παρατήρησε μικρές φωτιές να ξεσπούν στα κοντινά σπίτια. Επειδή φοβόταν για την ασφάλεια του Κολεγίου, ζήτησε από τους Τούρκους πυροσβέστες να προστατεύσουν τα κτίρια. «αλλά εκείνοι αρνήθηκαν».

    Στις 13 Σεπτεμβρίου, η πυρκαγιά πήρε μία παράξενη τροπή. «Είδα έναν Τούρκο αξιωματικό ένστολο να βγαίνει από ένα σπίτι, κρατώντας τενεκέδες με πετρέλαιο τους οποίους τοποθέτησε στις εξωτερικές σκάλες ενός άλλου σπιτιού.» Με ραγδαία διαδοχή, το ένα σπίτι μετά το άλλο τυλίχθηκαν στις φλόγες.

    Το πρωταρχικό καθήκον της δεσποινίδος Μ. ήταν να προστατεύσει το Κολέγιο. Έδωσε οδηγίες στους πρόσφυγες να ψεκάσουν τις σκεπές και τους τοίχους με νερό. Αλλά εξαναγκάσθηκαν να σταματήσουν όταν οι Τούρκοι στρατιώτες στους δρόμους απειλούσαν να τους σκοτώσουν εάν συνέχιζαν.

    ”Η άγρια σφαγή από τους στρατιώτες κα αξιωματικούς του τακτικού τουρκικού στρατού ήταν μία από τις πιο εξευτελιστικές περιστάσεις της σύγχρονης Ιστορίας έγραψε η Δεσποινίς Μ.

  37. Τη φωτιά έβαλαν Tούρκοι στρατιώτες με προμελετημένο σχεδιασμό |

    Του Giles Milton*

    Την Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 1922, λίγο μετά το μεσημεριανό φαγητό, η Μίννι Μιλς -μια Αμερικανίδα που ζούσε στη Σμύρνη- έριξε μια ματιά από το παράθυρό της και πρόσεξε ότι ένα από τα γειτονικά κτίρια είχε πιάσει φωτιά.

    Κοίταξε καλύτερα και σοκαρίστηκε όταν είδε έναν Τούρκο αξιωματικό να μπαίνει σε ένα δεύτερο κτίριο με μικρούς τενεκέδες πετρελαίου. «Μέσα σε λίγα λεπτά,» έγραψε αργότερα, «το σπίτι τυλίχθηκε στις φλόγες».

    Η δεσποινίς Μιλς δεν ήταν ο μόνος αυτόπτης μάρτυρας στη Σμύρνη που είδε το ξέσπασμα της φωτιάς εκείνη τη μοιραία μέρα του Σεπτεμβρίου. Αρκετοί από τους συναδέλφους της στο Αμερικανικό Κολεγιακό Ινστιτούτο της πόλης παρακολουθούσαν με ορθάνοιχτα μάτια Τούρκους στρατιώτες να μπαίνουν σε κτίρια, να τα καταβρέχουν με πετρέλαιο και να τους βάζουν φωτιά.

    Δεκάδες μικρές φωτιές δεν άργησαν να γίνουν μία τεράστια πυρκαγιά. Με έναν ισχυρό άνεμο που φυσούσε από τη στεριά, εξαπλώθηκε ταχύτατα στις διάφορες συνοικίες μέχρις ότου μεγάλο μέρος της πόλης παραδόθηκε στην κόλαση της φωτιάς. Η μοναδική περιοχή που γλίτωσε -λόγω του ανέμου- ήταν η τουρκική συνοικία.

    Η Σμύρνη είχε κατακλυστεί από πρόσφυγες όταν ξέσπασε η φωτιά. Δεκάδες χιλιάδες Ελληνες της Ανατολίας είχαν συρρεύσει στην πόλη μετά την ήττα του ελληνικού στρατού στο εσωτερικό της χώρας. Αυτοί οι πρόσφυγες αναζητούσαν προστασία από τον νικηφόρο τουρκικό εθνικιστικό στρατό του Μουσταφά Κεμάλ, βέβαιοι ότι οι δυνάμεις του δεν θα τολμούσαν ποτέ να εισέλθουν στη Σμύρνη. Στο κάτω-κάτω, 21 συμμαχικά θωρηκτά ήταν αγκυροβολημένα στον κόλπο.

    Ομως, ο στρατός του Κεμάλ είχε όντως μπει στη Σμύρνη, στις 9 Σεπτεμβρίου, και ο θηριώδης φόνος του μητροπολίτη Χρυσοστόμου -του ανώτερου ορθόδοξου ιεράρχη- ήταν ένδειξη ότι η μεταβίβαση της εξουσίας από Ελληνες σε Τούρκους ήταν απίθανο να είναι ειρηνική.

    Ενας πρόσθετος λόγος ανησυχίας ήταν ο μεγάλος αριθμός άτακτων τουρκικών στρατευμάτων που άρχισαν να συρρέουν στην πόλη. Αυτοί οι απείθαρχοι πολεμιστές ήταν αποφασισμένοι να πάρουν την εκδίκησή τους για τις ωμότητες που διέπραξε ο ελληνικός στρατός κατά την υποχώρησή του.

    Η φωτιά, που ξέσπασε στις 13 Σεπτεμβρίου, εξαπλώθηκε τόσο γρήγορα που οι κάτοικοι της Σμύρνης και οι πρόσφυγες δεν είχαν πού αλλού να πάνε εκτός από τη φημισμένη προκυμαία στο Αιγαίο, μήκους σχεδόν τριών χιλιομέτρων.

    Ολοι τους τώρα έστρεψαν το βλέμμα στα συμμαχικά θωρηκτά για βοήθεια.

    Αλλά οι κυβερνήτες τους αρνήθηκαν να σώσουν οποιονδήποτε εκτός από τους δικούς τους πολίτες. Σε μία κυνική επίδειξη ρεάλ πολιτίκ, ήδη έστρεφαν τη σκέψη τους στις γόνιμες εμπορικές συμφωνίες που ήλπιζαν να συνάψουν με τον νικηφόρο Κεμάλ. Δεν ήθελαν να φανούν ότι βοηθούν τους εχθρούς της Τουρκίας.

    Η ελληνική κυβέρνηση ήταν επίσης ένοχη απραξίας. Είχε παραλύσει από την ήττα του στρατού της στη Μικρά Ασία και δεν τολμούσε να στείλει ελληνικά πλοία στην υπό τουρκικό έλεγχο πόλη.

    Τις επόμενες ημέρες η προσφυγική κρίση εξελίχθηκε ταχύτατα σε μία ανθρωπιστική καταστροφή. Οι γέροι, οι νέοι, οι άρρωστοι, όλοι ήταν παγιδευμένοι ανάμεσα στη φονική φωτιά και τη θάλασσα. Στο μεταξύ, οι τουρκικές δυνάμεις διέπρατταν κτηνωδίες κάτω από τη μύτη των συμμάχων, συγκεντρώνοντας χριστιανούς σε ηλικία στράτευσης και απελαύνοντάς τους στην ενδοχώρα.

    Ο Α.Π. για τη Δίκη των Εξι

    Mετά 87 χρόνια, εξετάζεται στον Αρειο Πάγο το αίτημα για την αναψηλάφηση της ιστορικής Δίκης των Εξι. O εγγονός του εκτελεσθέντος πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη έχει ζητήσει την επανάληψη της δίκης, επικαλούμενος νέα στοιχεία για το δικαστήριο που αποφάσισε την εκτέλεση πέντε κορυφαίων πολιτικών ανδρών κι ενός αρχιστρατήγου για εσχάτη προδοσία ως υπευθύνων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Θετική ήταν η εισήγηση του αντεισαγγελέα κ. Αθ. Κονταξή, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της επανάληψης της δίκης, επισημαίνοντας ότι «κακώς» παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου η υπόθεση. Κατά την πλειοψηφία του Ποινικού Τμήματος του Α. Π. (ο αντιπρόεδρος Γ. Μάμαλης και οι αρεοπαγίτες κ. κ. Ν. Κωνσταντόπουλος και Π. Ρουμπής) έχουν αποκαλυφθεί νέα άγνωστα γεγονότα και αποδείξεις, από τα οποία προκύπτει ότι οι έξι ήταν αθώοι. Οι τρεις αρεοπαγίτες επικαλούνται μαρτυρίες (επιστολές, αγορεύσεις στη Βουλή κ. λπ.) του Ελευθερίου Βενιζέλου. Την επόμενη Κυριακή η «Κ», στη σελίδα Ιστορίας, θα ασχοληθεί με τη Δίκη των Εξι.

    Ο Αμερικανός που έσωσε εκατοντάδες χιλιάδες ζωές

    Ενας και μόνο άνθρωπος θα έσπευδε σε βοήθεια των προσφύγων. Το μέγεθος της καταστροφής είχε προκαλέσει φρίκη στον Αζα Τζέννινγκς, έναν Αμερικανό πολίτη που εργαζόταν στη ΧΑΝ Σμύρνης. Με μεγάλη παλικαριά πήγε στη Μυτιλήνη και έπεισε τους καπετάνιους 25 ελληνικών πλοίων, που ήταν αγκυροβολημένα εκεί, να πλεύσουν στη Σμύρνη.

    Κατόρθωσε επίσης να λάβει την υποστήριξη υπουργών της κυβέρνησης στην Αθήνα, οι οποίοι τον όρισαν αρχηγό του αυτοσχέδιου στόλου. Αλλά ακόμη και με έναν μεγάλο αριθμό πλοίων στη διάθεσή του, η προκυμαία της Σμύρνης τελικά δεν εκκενώθηκε από πρόσφυγες μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου.

    Ο αρχιτέκτων της μικρασιατικής περιπέτειας, Ελευθέριος Βενιζέλος, παρέμενε αισιόδοξος παρ’ όλη την καταστροφή. Υποστήριζε ότι η εισροή προσφύγων στην Ελλάδα παρουσίαζε μια μοναδική ευκαιρία για το κατατρεγμένο του έθνος. Αν και το όνειρό του για μια ελληνική αυτοκρατορία ήταν μια παταγώδης αποτυχία, πίστευε ότι μια Μεγάλη Ελλάδα -ενισχυμένη από τους Ελληνες της Ανατολίας που εκδιώχθηκαν από τη Μικρά Ασία- μπορούσε τώρα να οικοδομηθεί.

    Αλλά πολλοί από τους άστεγους Σμυρνιούς που είχαν κατασκηνώσει στην Αθήνα ένιωθαν ότι ήταν θύματα ενός πολιτικού πειράματος που είχε πάει απελπιστικά στραβά.

    http://www.kathimerini.gr/377113/article/epikairothta/ellada/th-fwtia-evalan-toyrkoi-stratiwtes-me-promelethmeno-sxediasmo

  38. Η συγκλονιστική περιγραφή της σφαγής της Σμύρνης από τον Νικόλαο Σταυρινίδη

    Τον άρπαξαν, τον έσυραν από την γενειάδα, του έβγαλαν τα μάτια με ένα μαχαίρι, του έσκισαν τα ράσα, ποδοπάτησαν το καλυμμαύκι…τον λιθοβόλησαν φωνάζοντας «ξεσκίστε τον το σκύλο» και οι δήμιοι μεταξύ τον οποίον και παιδιά, πήραν από ένα τμήμα του διαμελισμένου σώματος και το περιέφεραν σε διάφορες συνοικίες ουρλιάζοντας..

    Ήταν ένας από τους κορυφαίους πνευματικούς ανθρώπους του τόπου. Ο Σταυρινίδης με τις μοναδικές μεταφράσεις του τουρκικού αρχείου στη Βικελαία και στυλοβάτης της δημοτικής βιβλιοθήκης ήρθε στην Ελλάδα το Σεπτέμβριο του 1922, αφού γλίτωσε ως εκ θαύματος από την Τούρκικη αιχμαλωσία και τις μεγάλες σφαγές της Σμύρνης.
    Η ζωή του είναι ολόκληρη μια περιπέτεια.Γεννήθηκε στο χωριό Σα’ί’π,στην Ερυθραία της Μικράς Ασίας το 1895, έφυγε το 1922 και περιγράφει εκείνες τις σφαγές:

    «Μικρά Ασία-Σμύρνη, Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 1922.
    Περιμένοντας τους βαρβάρους όλοι ετοιμάζονται:
    Οι Χριστιανοί,Έλληνες και Αρμένιοι, με το προαίσθημα του θανάτου. Οι Ευρωπαίοι της ξηράς με το φόβο μήπως διακινδυνεύσουν και αυτοί.Και οι Ευρωπαίοι της θάλασσας, πάνω στα πολεμικά πλοία τους, με την κρυφή ελπίδα να απολαύσουν κάποιο συνταρακτικό θέαμα.Το θέαμα μιάς προαποφασισθείσης τραγωδίας.
    Αντίθετα με το Καβαφικό ποίημα οι βάρβαροι, δυστυχώς φτάνουν στη δύστυχη πόλη το Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου και το Τούρκικο ιππικό αναπτύσσεται στην προκυμαία.Τα Ελληνικά στρατεύματα κατεβαίνουν προς τον Τσεσμέ.Οι θηριωδίες αρχίζουν την ίδια νύχτα.Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν και οι σπαρακτικές φωνές υψώνονταν παντού…Οι συμμαχικοί στόλοι μένουν απαθείς…
    Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου: Ο μεγάλος Νουρεντίν παραδίδει τον ηρωικό μητροπολίτη Χρυσόστομο στον όχλο.
    Τον άρπαξαν, τον έσυραν από την γενειάδα, του έβγαλαν τα μάτια με ένα μαχαίρι, του έσκισαν τα ράσα, ποδοπάτησαν το καλυμμαύκι…τον λιθοβόλησαν φωνάζοντας «ξεσκίστε τον το σκύλο» και οι δήμιοι μεταξύ τον οποίον και παιδιά, πήραν από ένα τμήμα του διαμελισμένου σώματος και το περιέφεραν σε διάφορες συνοικίες ουρλιάζοντας…
    Ο τρόμος και το αίμα πρωταγωνιστούσαν στη μαρτυρική πόλη…
    Τρεις μέρες μετά η πόλη πυρπολείται, καίγεται…
    Δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός, ούτε είχε σχέση με το Ελληνικό ή Αρμένικο στοιχείο.Ήταν μια καλά σχεδιασμένη από τους Κεμαλικούς πράξη, που αποσκοπούσε στον ολοκληρωτικό αφανισμό του Ελληνικού Μικρασιατικού Κέντρου και μαζί του και όλων των Ελληνικών πληθυσμών, ταυτόχρονα οι φρικαλεότητες συνεχίζονταν:Πυροβολούν παιδιά, βιάζουν και δολοφονούν γυναίκες, σταυρώνουν και πεταλώνουν ιερείς.Διασκεδάζουν σκοτώνοντας όσους προσπαθούν να γλιτώσουν από τις φλόγες που τύλιγαν τα σπίτια τους…
    Από την Τετάρτη ως το Σάββατο (13-16 Σεπτεμβρίου) μαινόταν η φωτιά και συνεχιζόταν η ανελέητη σφαγή.
    Οι λίγοι τυχεροί κατάφερναν να επιβιβαστούν σε κάποιο πλεούμενο.Οι περισσότεροι «πέθαιναν» πολλές φορές πριν πεθάνουν.
    Γύρω στις 150.000 συλλαμβάνονται και στέλνονται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στα βάθη της Ανατολής.Στη διαδρομή οι περισσότεροι ή φονεύονται ή πεθαίνουν από κακουχίες.Αλλά και αυτοί που τελικά φθάνουν στο προορισμό τους, δε θα έχουν και καλύτερη τύχη.
    Ένας πρόσφυγας διηγείται πως είδε και έζησε ο ίδιος τα γεγόνοτα.Πλήρωσε μαζί με άλλους,4.000 φράγκα σε ένα λεβαντίνο, για να τους περάσει με το σκάφος του στη Σάμο.
    Η αισχροκέρδεια και η εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου δεν έλειπαν ούτε τις τρομακτικές εκείνες στιγμές.
    Οι θηριωδίες, που στα Βουρλά και σε άλλες περιοχές ξεπερνούσαν την ανθρώπινη φαντασία και προκαλούν ανείπωτη ντροπή για το ανθρώπινο γένος, γράφουν το τελευταίο επεισόδιο της ζωντανής τραγωδίας.Μάταια όλοι περίμεναν κάποιο «από μηχανής Θεόν» για να δώσει λύση.
    Φαίνεται όμως ότι αυτός μόνο στις αρχαίες τραγωδίες με το μυθικό περιεχόμενο εμφανιζόταν…”

    cretalive.gr

    ΠΗΓΗ ΠΑΤΡΙΣ

  39. A on

    ΣΜΥΡΝΗ, ΤΕΤΑΡΤΗ 31 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1922
    ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 31, 2015

    Είδα με τα ίδια μου τα μάτια έναν Τούρκο αξιωματικό να μπαίνει σε ένα σπίτι κρατώντας μικρούς τενεκέδες πετρελαίου ή βενζίνης και μέσα σε λίγα λεπτά το σπίτι να γίνεται παρανάλωμα…

    Οι δάσκαλοι και τα κορίτσια μας είδαν Τούρκους που φορούσαν κανονικές στολές στρατιωτών και, σε πολλές περιπτώσεις, στολές αξιωματικών, να κρατούν μακριά ξύλα με κουρέλια στην άκρη τους, τα οποία είχαν βουτήξει σε έναν τενεκέ με κάποιοι υγρό. Τα έφερναν μέσα στα σπίτια που αμέσως μετά έπιαναν φωτιά…

    Στο βάθος του δρόμου είδα μια ομάδα στρατιωτών να ξεφορτώνει κάτι που έμοιαζε να είναι μεγάλα βαρέλια με πετρέλαιο. Κρίνοντας από το χρώμα και το σχήμα τους, ήταν ολόιδια με τα βαρέλια της Εταιρείας Πετρελαίων της Σμύρνης. Ένιωσα ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά και συνειδητοποίησα τον σκοπό όλων αυτών των προετοιμασιών…

    Νιώσαμε σταγόνες να μας πιτσιλίζουν. Στρατιώτες από τον δρόμο έριχναν στους τοίχους ένα υγρό με κουβάδες. Μόλις μύρισα αυτό το υγρό πάνω στα βρεγμένα μου ρούχα, κατάλαβα ότι ήταν πετρέλαιο…

    Αμερικανοί πεζοναύτες που στάλθηκαν στην αρμένικη συνοικία ανέφεραν ότι είδαν Τούρκους στρατιώτες να πετούν μέσα στα αρμένικα σπίτια κουρέλια μουσκεμένα με πετρέλαιο…

    Στη διαδρομή είδαμε άδεια βαρέλια πετρελαίου και βενζίνης σκορπισμένα εδώ κι εκεί και υγρό να τρέχει στους δρόμους…

    Ένα τεράστιο σύννεφο καπνού απλωνόταν μπροστά μου. Η πυρκαγιά εξαπλώνεται από δύο πλευρές. Αυτές είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους και είναι ολοφάνερο ότι η φωτιά άναψε ταυτόχρονα σε δύο σημεία…

    Κατά τις 12.00 φάνηκαν οι πρώτες φωτιές. Μια, δυο τρεις, όλες στην αρμένικη συνοικία. Να γιατί την ξεκαθάρισαν πρώτη. Ήθελαν, όταν θα έφτανε η ύστατη ώρα, να’ χουν να κάνουν μονάχα με άδεια και άψυχα σπίτια.

    Κάποιοι πετούσαν εμπρηστικές βόμβες και έριχναν πετρέλαιο. Οι φλόγες κατέληξαν στις αποβάθρες, που ήταν κατάμεστες από φτωχούς ανθρώπους που περίμεναν τη σειρά τους για να σωθούν…

    Η ΑΠΟΒΑΘΡΑ

    apovathra

    Η καταστροφή της «Σμύρνης των απίστων» ήταν μια πολιτική απόφαση. Ποιας όμως πλευράς; Η επίσημη τουρκική ιστορία συνεχίζει να αρνείται κάθε πιθανότητα δικής της εμπλοκής, και η πυρκαγιά που κατέστρεψε ολοκληρωτικά την πόλη υπήρξε για δεκαετίες πεδίο, επιστημονικών και μη, αντεγκλήσεων. Δεν μελετάται πάντα με νηφαλιότητα από Έλληνες και Τούρκους ιστορικούς, αλλά ούτε και από ανεξάρτητους, δυτικούς ιστορικούς. Όμως, σχεδόν όλες οι μαρτυρίες που διασώθηκαν από αυτόπτες μάρτυρες αλλά και η πλειονότητα από μακρόχρονες έρευνες ανεξάρτητων μεταξύ τους πηγών, συγκλίνουν: Η φωτιά ξεκίνησε από την αρμένικη συνοικία, εκδηλώθηκε ταυτόχρονα σε περισσότερα από ένα σημεία, ήταν προσεκτικά οργανωμένη και, τέλος, οι μοναδικοί αίτιοι για το παρανάλωμα που εξαφάνισε τη Σμύρνη ήταν τα κεμαλικά στρατεύματα, με την υποβοήθηση μιας μερίδας πολιτών. Ο ελληνικός στρατός ποΥ πυρπόλησε την ύπαιθρο της ενδοχώρας κατά την οπισθοχώρησή του δεν ήταν πλέον παρών στη Σμύρνη, ενώ ο άμαχος χριστιανικός πληθυσμός ήταν ήδη τόσο τρομοκρατημένος και αποδεκατισμένος από τις βιαιοπραγίες, που, καθώς δεν μπορούσε πια ούτε να ξεμυτίσει από την παραλιακή ζώνη και τις κρυψώνες του, δεν διέθετε το σθένος και τις δυνάμεις να οργανώσει έναν τέτοιο εμπρησμό. Και βέβαια, μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζε ότι ξεριζωνόταν οριστικά.
    Πίστευε, αφελώς, ότι με κάποιον τρόπο θα συνέχιζε να ζει στη Σμύρνη και να συνυπάρχει με τον τουρκικό πληθυσμό, όπως συνέβαινε για αιώνες. Ποιος θα κατέστρεφε ολοκληρωτικά τις περιουσίες, τις «εστίες» και το μέλλον του, προστατεύοντας μόνο την τουρκική και την εβραϊκή συνοικία; Αντίθετα, με την πυρπόληση της Σμύρνης και τα επακόλουθά της, ο κεμαλισμός έλυσε οριστικά το πρόβλημα της ελληνορθόδοξης παρουσίας στα παράλια του Αιγαίου. Οι συνθήκες ζωής του καταστράφηκαν και οι Ρωμιοί δεν θα μπορούσαν πλέον να επανέλθουν. Η ασφάλεια του νεαρού εθνικού κράτους που οραματιζόταν ο Κεμάλ με τον τρόπο αυτόν αυξήθηκε σημαντικά.

    11

    ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΜΥΡΝΗΣ,ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

    Ο άνεμος, που από τα ξημερώματα είχε αλλάξει φορά και φυσούσε πλέον δυνατά προς τα βορειοδυτικά, υποβοήθησε τη γρήγορη εξάπλωση της πυρκαγιάς προς την ελληνική και τις ευρωπαϊκές συνοικίες, προστατεύοντας μόνο την τουρκική πλευρά της πόλης, που ήταν σκαρφαλωμένη στις βραχώδεις πλαγιές του όρους Πάγος. Ακολούθησε μια τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή. Οι τουρκικές αρχές δεν κατέβαλαν καμία προσπάθεια για την κατάσβεση της πυρκαγιάς, ενώ παρεμποδιζόταν συστηματικά το έργο της πυροσβεστικής, μιας μεικτής ομάδας Ελλήνων και Τούρκων, που χρηματοδοτούνταν εν μέρει από τις ασφαλιστικές εταιρείες του Λονδίνου. Διασωθέντες πρόσφυγες περιγράφουν ότι και να ήθελαν τα συνεργεία να πλησιάσουν την καιόμενη περιοχή, υπήρχαν γειτονιές που αυτό ήταν αδύνατο, καθώς τα εσωτερικά σοκάκια είχαν γεμίζει σε τέτοιο βαθμό με πτώματα, που ήταν αδύνατο να τα διασχίσει κάποιος. Χαρακτηριστικό υπήρξε το γεγονός ότι από τα πρώτα κτίρια που καταστράφηκαν ήταν και το κτίριο του πυροσβεστικού σταθμού Σμύρνης, ενώ βρέθηκε να είχαν επιμελώς απομονωθεί οι υδραγωγοί Χαλκά Βουνάρ που υδροδοτούσαν τη πόλη και χρησίμευαν στην πυροπροστασία της.

    Ο πληθυσμός της πόλης υπολογίζεται ότι είχε πλέον φτάσει το ασύλληπτο νούμερο των 700.000 και, μόλις ξέσπασε η πυρκαγιά, όλοι αυτοί οι άνθρωποι διέτρεχαν θανάσιμο κίνδυνο. Μόνη τους ελπίδα η παραλιακή ζώνη, η θάλασσα και ο στόλος των ξένων δυνάμεων. Εκκλησίες, νοσοκομεία, κολέγια και προξενεία των ξένων κοινοτήτων, κτίρια γύρω ή μέσα στα οποία είχαν ζητήσει άσυλο οι πρόσφυγες, εκκενώνονται εσπευσμένα και τα τρομοκρατημένα πλήθη, μέσα από τα πυρά των Τούρκων και τους σωρούς των πτωμάτων, προσπαθούν να φτάσουν στην παραλία της πόλης και να προστεθούν στις χιλιάδες των προσφύγων που ήταν είδαν εκεί. Η Αμερικανίδα Άννα Μπιρτζ τα κατάφερε: Τότε μας άνοιξαν δρόμο… και εμείς περάσαμε και βρεθήκαμε σε ασφαλές σημείο.

    Ανάμεσα στα πολλά νεκρά κορμιά είδαμε άνδρες, γυναίκες και παιδιά που είχαν πυροβοληθεί, σώματα κοκαλωμένα σε φρικτά παραμορφωμένες στάσεις, με εκφράσεις που μαρτυρούσαν ασύλληπτο πόνο.. Οι τελευταίοι υπήκοοι των ξένων δυνάμεων απομακρύνονται με κάθε μέσο και τρόπο, με τη βοήθεια συμμαχικών στρατευμάτων. Το εξέχον μέλος της Λεβαντίνικης κοινότητας Φερνάντ ντε Κράιμερ προσπαθεί να προσεγγίσει την παραλία: Φανταστείτε ένα πλήθος τόσο πυκνό που δεν μπορούσες καλά καλά να αγγίξεις το έδαφος με τα πόδια σου και στριφογύριζες στον αέρα σαν άνεμος σε ανεμοστρόβιλο. Ανάμεσα σε ουρλιαχτά και χτυπήματα οι άνθρωποι έπεφταν στη θάλασσα και ο καπνός ήταν τόσο καυτός που, στο λόγο μου, νόμιζα ότι τα σωθικά μου είχαν πιάσει φωτιά [Μίλτον: 2008, σ. 351-3]. Ανάμεσα στους ξένους υπηκόους καταφέρνουν πού και πού να διαφύγουν και μερικοί Έλληνες και Αρμένιοι, μορφωμένοι και ξενόγλωσσοι στην πλειοψηφία τους.
    asia-minor
    Ιστορική φωτογραφία από τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας

    Η φωτιά καταπίνει το ένα εμβληματικό κτίριο της πόλης πίσω από το άλλο και τρέχει προς την προκυμαία, όπου έχουν παγιδευτεί εκατοντάδες χιλιάδες πανικόβλητοι άνθρωποι. Τα ουρλιαχτά του αλλόφρονος πλήθους στην προκυμαία ακούγονταν σε απόσταση χιλιομέτρων, καθώς συνωστίζονταν ανάμεσα στην καιόμενη πόλη και τα βαθιά νερά του κόλπου. Ο Αμερικανός πρόξενος G. Horton είναι από τους τελευταίους που εγκαταλείπουν την πόλη και αντικρίζει το απάνθρωπο θέαμα: Η τελευταία εικόνα από τη δύσμοιρη πόλη στο φως της ημέρας χαράχτηκε στη μνήμη μου: τεράστια σύννεφα που ολοένα μεγάλωναν και ανέβαιναν στον ουρανό, μια στενή παραλία σκεπασμένη από ένα τεράστιο ανθρώπινο πλήθος με τη φωτιά στην πλάτη και τη θάλασσα μπροστά του, και, αγκυροβολημένος σε μικρή απόσταση, ένας ισχυρός στόλος από διασυμμαχικά πολεμικά πλοία να παρακολουθεί αμέτοχος [Horton: 2007, σ. 150]. Ο Ο. Ρέιμπερ συμπληρώνει: Μπορούσες να διαλέξεις ανάμεσα σε τρεις τρόπους θανάτου: τη φωτιά που μαινόταν πίσω σου, τους Τούρκους που περίμεναν στα σοκάκια και τη θάλασσα που ανοιγόταν μπροστά σου… Στη σύγχρονη ιστορία, ίσως τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με τη νύχτα της 13ης Σεπτεμβρίου στη Σμύρνη…

    Και ένας Γάλλος πολίτης: Προς τα μεσάνυχτα η φωτιά έφτασε στις αποβάθρες. Οι κραυγές του πλήθους έγιναν φοβερές. Έβλεπε κανείς φλεγόμενα ανθρώπινα σώματα να ρίχνονται στη θάλασσα. Ένα ένα τα σπίτια κατέρρεαν. Οι Τούρκοι κατάβρεχαν με πετρέλαιο τα σπίτια που απέμεναν, και έριχναν εμπρηστικές βόμβες, για να προκαλέσουν νέες πυρκαγιές. Ήταν ένα θέμα που θύμιζε την Κόλαση [R. Puaux, «Οι τελευταίες ημέρες της Σμύρνης»].

    Ο δημοσιογράφος Τζορτζ Γουόρντ Πράις, που την προηγουμένη είχε πετύχει τη συνέντευξη με τον Κεμάλ, θυμάται ότι πάνω στο πλοίο «Άιρον Ντιουκ» οι αξιωματικοί ήταν ντυμένοι για το δείπνο με τις ολόλευκες στολές επιθεώρησης, παρά τις σκηνές κόλασης που εκτυλίσσονταν στη στεριά. Όταν τα ουρλιαχτά από τη μακρινή προκυμαία έγιναν πολύ δυνατά για να τα αγνοήσει κανείς, ο πλοίαρχος διέταξε την ορχήστρα του πλοίου να παίξει. Τα άλλα πλοία ακολούθησαν, και οι διαπεραστικές κραυγές πολύ σύντομα σκεπάστηκαν από ένα ποτ πουρί αλέγρων θαλασσινών σκοπών. Μόλις τελείωσε το δείπνο στο «Άιρον Ντιουκ», οι αξιωματικοί ανέβηκαν στη γέφυρα του πλοίου για να κοιτάξουν τις σκηνές με τα κιάλια τους. Ένας από αυτούς, ο ταγματάρχης Άρθρουρ Μάξγουελ, είδε Τούρκους στρατιώτες να χύνουν κουβάδες με κάποιο υγρό πάνω στους πρόσφυγες. Φαντάστηκε ότι προσπαθούσαν να σβήσουν τις φλόγες, ως τη στιγμή που είδε ένα πέπλο φωτιάς να φουντώνει σε εκείνο ακριβώς το σημείο της προκυμαίας. «Θεέ μου» φώναξε στους συναδέλφους του «καίνε ζωντανούς τους πρόσφυγες!» [Μίλτον: 2008, σ. 356-7].

    ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΜΥΡΝΗΣ,ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

    h30-pr9

    Εκείνους τους άμοιρους, που πήγαιναν να σκαρφαλώσουν πιασμένοι από την αλυσίδα της άγκυρας, οι ναύτες από πάνω τους έσπρωχναν κάτω με κοντάρια. ως και βραστό νερό τους έχυναν… κι ενώ γίνονταν όλα αυτά, ξαφνικά τα μεγάφωνα της ιταλικής ναυαρχίδας «Regina Elena», άρχισαν να στέλνουν στον κόλπο τούς ήχους από την άρια μιας κωμικοτραγικής όπερας:

    Πες μου, παλιάτσο…Πες μου, ποιος μ’ έχει προδώσει;…

    [Μεχμέτ Τζοράλ, Πολλές ζωές στη Σμύρνη, σ. 302] Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ολοκληρώνεται η εκκένωση της πόλης από ξένους υπηκόους που επιβιβάστηκαν υπό την προστασία αγημάτων των πολεμικών πλοίων των χωρών τους που είχαν διατεθεί ειδικά και ναυλοχούσαν στο κόλπο της Σμύρνης Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι ο εμπρησμός αυτής ήταν προμελετημένος και καλώς οργανωμένος, καθ’ όσον Τούρκοι στρατιώτες μετέφεραν δοχεία με πετρέλαιο ή έριχναν εμπρηστικές βόμβες, κάτι το οποίο επιβεβαίωσαν και Αμερικανοί αυτόπτες μάρτυρες

    Ο Μουσταφά Κεμάλ ήδη από το μεσημέρι έχει αποχωρήσει από τη φλεγόμενη περιοχή. Αυτός και η συνοδεία του διέφυγαν, περνώντας αναγκαστικά μέσα από την παραλιακή ζώνη, με μια πομπή αυτοκινήτων στην κεφαλή της οποίας υπήρχε ένα φορτηγό για να ανοίγει δρόμο ανάμεσα στα πλήθη. Κατευθύνθηκαν στο Γκέζτεπε, όπου κατέλυσαν στην πατρική έπαυλη της Λατιφέ, μετέπειτα συζύγου του Κεμάλ.

    πηγές

    George Horton, Η μάστιγα της Ασίας, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα, 2007
    Γκάιλς Μίλτον, Χαμένος Παράδεισος. Σμύρνη 1922. Η καταστροφή της μητρόπολης του μικρασιατικού Ελληνισμού, μτφρ. Αλ. Καλοφωλιάς, Μίνωας, Αθήνα, 2008
    Δημήτρης Φωτιάδης, Σαγγάριος: Εποποιία και Καταστροφή στη Μικρά Ασία, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, Αθήνα, 2011
    Καραμπέτ Χατζεριάν, Στη Σμύρνη το 1922. Μεταξύ πυρός, ξίφους και θαλάσσης, μτφρ. Ν. Πρωτοπαπάς, Πατάκης, Αθήνα, 2008
    ΚΕΙΜΕΝΑ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Ανδρονίκη Χρυσάφη Ιστορικός
    http://ithesis.gr/slider/smirni-tetarti-31-aygoystoy-1922/

  40. […] το οριστικό τέλος στην ύπαρξή τους. Η καταστροφή και η πυρπόληση της Σμύρνης το Σεπτέμβρη του 1922 υπήρξε η τελευταία βίαιη πράξη που συνέβη συνειδητά […]
  41. […] το οριστικό τέλος στην ύπαρξή τους. Η καταστροφή και η πυρπόληση της Σμύρνης το Σεπτέμβρη του 1922 υπήρξε η τελευταία βίαιη πράξη που συνέβη συνειδητά […]
  42. Στις 11 Μαίου 1922 ο κ. Ρέντελ έλαβε το πιο κάτω τηλεγράφημα από βρετανική αποστολή στην Τουρκία:

    “ Δεν υπάρχει πλέον καμία πιθανή αμφιβολία ότι η Άγκυρα σκοπίμως εξοντώνει όλες τις χριστιανικές μειονότητες και ότι δεν θα διστάσουν να επεκτείνουν το σχέδιο αυτό και στην περιοχή της Σμύρνης. Η προπαγάνδα τους εναντίον των καταστάσεωγ αυτών, σκοπό έχει να τους καλύπτει μονάχα. ΄Έχουμε καθαρές αποδείξεις και μαρτυρίες ότι οι Τούρκοι είναι ανάξιοι όσο ποτέ να κυβερνήσουν τους ίδιους ή άλλους. Δεν μπορώ να δω πως μπορούμε να παραδώσουμε τη Σμύρνη προτού οι ΄Ελληνες και οι Αρμένιοι φύγουν πρώτα… Και δεν βλέπω όμως ούτε το λόγο για να φύγουν. Εφόσον οι Τούρκοι είναι ανίκανοι να συμμορφωθούν με τις πλέον βασικές αρχές του πολιτισμού θα πρέπει να δεχθούν τις συνέπειες. Δεν μπορούμε να θυσιάσουμε τα δικαιώματα των ζώντων Χριστιανών για τα δικαιώματα νεκρών Τούρκων.. Έτσι και επιβληθεί ξανά τουρκική κυριαρχία θα είναι αδύνατον να προστατευθούν οι μειονότητες. Η μόνη τους ασφάλεια όπως λένε και οι Έλληνες είναι η παρουσία Ελληνικού Στρατού».

    Οι δε Τάιμς του Λονδίνου στις 5 Μαίου 1922 έγραψαν για 10,000 Έλληνες δολοφονημένους με τίτλο « Turks’ insane savagery” (Η φρενοβλαβής αγριότητα των Τούρκων).

    Πόσο δίκαιο είχε ο Βρετανός αξιωματούχος George. W. Rendel to 1922 στη πρόβλεψή του ότι τα εγκλήματα αυτά θα παραγνωρίζονταν γι΄αυτό και τα κατέγραψε με κάθε λεπτομέρεια τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι συνάδελφοί του, και που βρίσκονται εδώ και δεκαετίες ελεύθερα στα βρετανικά Αρχεία στο Λονδίνο και που ενσυνείδητα αγνοεί το σημερινό Φόρειν ΄Οφις για να μην ενοχλήσει την οικονομική συνέταιρό του Τουρκία,
    το υπέδειξαν περίτρανα τα νεότερα βρετανικά έγγραφα για τα έτι 1997 – 2009. Τα οποία εξασφάλισε ο δικηγόρος Geoffrey Robertson QC, από το Φόρειν ΄Οφις αναγκάζοντάς το να τα αποδεσμεύσει βάση του Νόμου 2000 περί Ελευθερίας της Πληροφόρησης, για να φανερωθεί η σκόπιμη βρετανική υποκρισία συγκάλυψης των τουρκικών εγκλημάτων.

    – See more at: http://www.sigmalive.com/news/international/226645/armeniki-genoktonia-ta-eggrafa-tou-forein-ofis#sthash.jzlqU8dq.dpuf

  43. Μαρτυρία Αλέξη Αλεξίου από τη Σμύρνη, (Αποστολόπουλος 1980, σ. 9)
    Ο Αλέξης Αλεξίου έζησε την πυρπόληση και τις σφαγές στη Σμύρνη το Σεπτέμβριο του 1922. Αφηγείται τις δραματικές στιγμές που οδήγησαν τον ελληνισμό στην απόλυτη απελπισία, η οποία αποδίδεται κοφτά, έντονα, μέσα από ρήματα που αναδεικνύουν τη σωματοποίηση της απόγνωσης, που οδηγούσε σε πράξεις ανθρώπινης υπέρβασης, παράλληλα με το άκουσμα του βουητού ενός ατελείωτου θρήνου: Ο κόσμος τα ’χασε πια, απελπίστηκε τελείως. Άλλοι κλαίγαν, άλλοι χτυπιούνταν και μοιρολογούσαν κι άλλοι σέρναν τα πόδια τους και σώπαιναν. Ο βόγγος, ο θρήνος έγιναν ένα δυνατό βουητό. Σε μια στιγμή δεν πιστεύαμε στα μάτια μας∙ γυναίκες πολλές, μια σειρά ατέλειωτη από το μπουλούκι που ερχόταν από το Κορδελιό, σπρώχνοντας η μια την άλλη και σκύφτοντας, τραβούσαν κατά τους ψηλούς βράχους, εκεί στα Πετρωτά. Ώσπου να καλοκαταλάβεις, πηδούσαν και χάνονταν μέσα στη θάλασσα. Πολλές απ’ αυτές κρατούσαν αγκαλιά και τα μωράκια τους. Πλάι τους, πάνω από τα κεφάλια τους, ήταν οι Τσέτες, έτοιμοι να τις ντροπιάσουν, και ήθελαν να γλυτώσουν από τα χέρια τους, να πέσουν όσο πιο γρήγορα γινόταν στο γκρεμό, να χαθούνε….

  44. Η Σμύρνη στις φλόγες Ο τουρκικός στρατός, υπό τον Νουρεντίν Μπέη, εισέρχεται στη Σμύρνη. Ο επίσκοπός της Χρυσόστομος –η μόνη Αρχή που έχει απομείνει στην πόλη– σέρνεται στο Διοικητήριο και παραδίνεται από τον ίδιο τον Νουρεντίν στον τουρκικό όχλο που τον λυντσάρει. Σκηνές φρίκης ακολουθούν. Οι μαρτυρίες των ξένων είναι συγκλονιστικές. Λεηλασίες, σφαγές βιασμοί και κάθε είδους φρικαλεότητες σε βάρος Ελλήνων και Αρμενίων βυθίζουν τα πάντα στο αίμα. Η Σμύρνη τυλίγεται στις φλόγες. Το λιμάνι γεμίζει πτώματα κι απελπισμένους ανθρώπους, που με κάθε μέσο προσπαθούν να φτάσουν στα αγγλογαλλικά και αμερικανικά πολεμικά για να σωθούν. Οι διαταγές των συμμαχικών κυβερνήσεων προς τους κυβερνήτες των πλοίων τους ρητές: καμία ενέργεια που θα ενοχλούσε τους Τούρκους, τις τραγικές αυτές ώρες. «Αυστηρά ουδετερότης». Κι όμως, θα αρκούσε «μια οβίδα στο βρόντο πάνω από την τουρκική συνοικία -γράφει ο τότε πρόξενος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζωρτζ Χόρτον-, για να συγκρατηθεί η θηριωδία των Τούρκων». Μα τα συμφέροντα είχαν στομώσει τις μπούκες των κανονιών του πανίσχυρου συμμαχικού στόλου. Ευτυχώς για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τα επίσημα συμφέροντα αντιστάθμισε το θάρρος και η μεγαλοψυχία των ατόμων. Αρκετοί σύμμαχοι ναύτες και στρατιώτες, με τις πράξεις τους έκαναν τους διοικητές τους να ντρέπονται. Ο αμερικανός Πρόξενος εσκεμμένα παραβίασε τις διαταγές της Κυβέρνησής του -που μοναδικό κίνητρο είχαν το εμπόριο με τη νέα κεμαλική Τουρκία– για να βοηθήσει τον χριστιανικό πληθυσμό. Ο αξιωματούχος της ΧΑΝ Ειζά Τζέννινγκς ουσιαστικά διοίκησε όλο τον ελληνικό εμπορικό στόλο του Αιγαίου, στη μεγάλη σωστική επιχείρηση των αμάχων, μολονότι όπως έλεγε: «το μόνο που ήξερα από καράβια, ήταν ότι σ’ αυτά πάθαινα ναυτία»! Παρ’ όλες όμως τις εθελοντικές τούτες προσπάθειες περισσότεροι ήταν οι χιλιάδες που χάθηκαν παρά που σώθηκαν. Απολογισμός 700 χιλιάδες νεκροί. Ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες. Κι αμέτρητες οι χιλιάδες που παίρνουν τον δρόμο της ομηρίας προς το εσωτερικό της Ανατολίας. Μόνο από την περιοχή της Σμύρνης υπολογίζονται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες οι άντρες 18 ως 45 χρονών που χάθηκαν σ’ αυτές τις μακρές, σιωπηλές μαρτυρικές πορείες χωρίς γυρισμό.
    _________________________ * Από το βιβλίο του Άλκη Ρήγου: Τα Κρίσιμα Χρόνια 1922- 1935, τομ. πρώτος, Παπαζήσης Αθήνα 1995

  45. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΥΡΠΟΛΗΜΕΝΗ ΣΜΥΡΝΗ

    http://levantineheritage.com/fire.htm

  46. Το θέατρο στη Σμύρνη

    Του Πάνου Σκουρολιάκου*

    Τα χρόνια της τουρκοκρατίας στον σημερινό ελλαδικό χώρο η απουσία του θεάτρου ήταν παντελής. Αντίθετα, στα δύο μεγάλα κέντρα του ελληνισμού, στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, υπήρχε σημαντική θεατρική δραστηριότητα.
    Θίασοι από την Ιταλία και τη Γαλλία παρουσιάζουν παραστάσεις που αποτελούν τη μαγιά για την ανάπτυξη του ρωμαίικου θεάτρου σ’ αυτές τις δύο πόλεις. Στη Σμύρνη, καταγράφεται στα 1657 παράσταση του «Νικομήδη» του Κορνήλιου που δίδεται μέσα στο γαλλικό προξενείο. Τα θέματα από την ελληνική αρχαιότητα κέντριζαν άλλωστε το ενδιαφέρον των Ρωμιών, που, μέσω των Ευρωπαίων συγγραφέων έρχονταν σε επαφή με τους μακρινούς προγόνους τους. Στα δύσκολα για τους Ρωμιούς της Σμύρνης χρόνια της επανάστασης του ’21 δεν υπάρχει σημαντική ελληνική πνευματική κίνηση στην πόλη. Μπορεί όμως κανείς να παρακολουθήσει γαλλικές και ιταλικές ερασιτεχνικές παραστάσεις με έργα των Μολιέρου, Γκολντόνι και Σκριμπ, ενώ το 1825 ανεβαίνει μεταφρασμένος στα ελληνικά ο «Αρταξέρξης» του Μεταστάσιου.
    Σημαντική στιγμή για την ελληνική πνευματική ζωή και βέβαια για το θέατρο είναι η δημιουργία του θεάτρου «Ευτέρπη», όπου φιλοξενούνται ευρωπαϊκοί θίασοι αξιώσεων. Εδώ δίνεται η πρώτη ελληνική παράσταση, στις 2 Φεβρουαρίου του 1845, με την ιταλική κωμωδία «Ο Μανιώδης». Στη συνέχεια, ανεβαίνει και ένα από τα πιο σπουδαία έργα του νεοελληνικού ρεπερτορίου, που είναι η «Βαβυλωνία» του Δημ. Βυζάντιου.
    Αργότερα, από το 1860 και μετά, επαγγελματικοί θίασοι από την Αθήνα επισκέπτονται τη Σμύρνη, όπου γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό και αγάπη. Οι Σμυρνιοί, μέσα από αυτές τις παραστάσεις αισθάνονταν ότι ενίσχυαν την εθνική τους συνείδηση και τόνωναν τη σχέση τους με την ελληνική γλώσσα. Να σημειώσουμε πως οι θίασοι αυτοί δεν είχαν την ίδια αποδοχή και στην Αθήνα, από την οποία εξορμούσαν. Η αθηναϊκή μεγαλοαστική κοινωνία προτιμούσε τις παραστάσεις ευρωπαϊκών θιάσων που επισκέπτονταν την πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους, απαξιώνοντας την ελληνική θεατρική παραγωγή.
    Έχοντας εξοικειωθεί οι Έλληνες της Σμύρνης με το ξένο λυρικό θέατρο, ευνόησαν πέρα από την πρόζα και το ελληνικό μελόδραμα. Παραστάσεις της «Τραβιάτα», του «Φάουστ» και του «Ριγκολέτο» από ελληνικούς μελοδραματικούς θιάσους εναλλάσσονται με ελληνικά μουσικά έργα, όπως ο «Υποψήφιος βουλευτής» του Σπ. Ξύνδα. Τη σκυτάλη στη συνέχεια παίρνει η οπερέτα και τέλος η λαοπρόβλητη επιθεώρηση, που αγαπήθηκε και αναπτύχθηκε στη Σμύρνη, ξεχωριστά.
    Φυσικό ήταν όλη αυτή η θεατρική κίνηση να δημιουργήσει, εκτός από καλούς θεατές, και σημαντικούς θεατρίνους. Σμυρνιοί ήταν οι μεγάλοι Μήτσος Μυράτ, Κυβέλη Ανδριανού, Γιώργος Γληνός, Βασίλης Αργυρόπουλος, Ζαζά Μπριλάντη και πάρα πολλοί ακόμα.
    Αλλά και η ερασιτεχνική θεατρική κίνηση στη Σμύρνη ήταν σημαντική. Μάλιστα, την περίοδο του αποκλεισμού του λιμανιού της Σμύρνης από τους συμμάχους μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εναπομείναντες επαγγελματίες ηθοποιοί μαζί με ερασιτέχνες της πόλης κράτησαν αναμμένα τα φώτα της αυλαίας στο σμυρναίικο θέατρο. Η θεατρική παραγωγή δεν περιορίζεται μόνο στο έμψυχο υλικό. Μια σειρά από θεατρικούς συγγραφείς καταθέτει θεατρικά έργα «γηγενή». Να αναφέρουμε ενδεικτικά τους Ισ. Σκυλίτση, Κ. Οικονόμου και Κ. Υάκυνθο. Στους επιθεωρησιογράφους να μνημονεύσουμε τους Ε. Παντελίδη και Χρ. Παπαζαφειρόπουλο.
    Πολλοί νέοι θεατρικοί χώροι δημιουργήθηκαν. Στο κέντρο της Σμύρνης τα θέατρα «Καμεράνο», «Αλάμπρα», «Απόλλων», «Παρθενών», «Σπόρτινγκ Κλάμπ» κ.ά. Στις συνοικίες δημιουργούνται μικρά θέατρα, πολλά από αυτά θερινά, όπως στο Κορδελιό, το Μπουτζά, στο Γκιοζ Τεπέ, στην Ευαγγελίστρια, στα Ταμπάχανα και στην Τερψιθέα.
    Με την καταστροφή του 1922 όλη αυτή η ακμαία θεατρική ζωή σίγησε. Δεν χάθηκε όμως. Όλο αυτό το έμψυχο υλικό πέρασε στην Ελλάδα, αναζωογονώντας και λαμπρύνοντας το θέατρό της.
    Η παράσταση με την οποία έκλεισε οριστικά η αυλαία του ελληνικού θεάτρου στη Σμύρνη ήταν, το καλοκαίρι του ’22, η τελευταία σμυρναίικη επιθεώρηση του Λαίλιου Καρακάση…
    Το θέατρο στη Σμύρνη είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα πως «των Ελλήνων οι κοινότητες, φτιάχνουν νέους γαλαξίες», όπως λέει και ο Σαββόπουλος. Εμείς θα προσθέταμε: Παντού και πάντα!
    Βιβλιογραφία:
    Χ. Σταματοπούλου – Βασιλάκου, «Το θέατρο στην καθ’ ημάς Ανατολή».
    Χρήστος Σολομωνίδης, «Το Θέατρο στη Σμύρνη 1657-1922».
    Σία Αναγνωστοπούλου, «Μ. Ασία 19ος αι. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες».

    * Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, βουλευτής Περιφέρειας Αττικής

    http://www.avgi.gr/article/5367362/to-theatro-sti-smurni

  47. Μαριάννα Μαστροσταμάτη‎ προς Φωτογραφίες από την Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή
    21 Ιουνίου στις 11:00 μ.μ. ·
    Ο ‘’ΠΕΡΙΕΡΓΟΣ’’ ASA JENNINGS
    Δύο τηλεγραφήματα, 29 και 31 Ιανουαρίου 1923, του υπουργού εξωτερικών Απόστολου Αλεξανδρή προς Βενιζέλο και Πλαστήρα σχετικά με κάποια περίεργα φερσίματα του Asa Jennings ο οποίος τελικά παρίσταται και στις διασκέψεις για την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης. Ο Jennings -που στη Σμύρνη είχε σταλεί μόλις στα μέσα του Αυγούστου του 22΄- από το Σεπτέμβριο του 22’ που έφθασε με τα πλοία στον Πειραιά εξακολουθούσε να βρίσκεται στην Ελλάδα συμμετέχοντας στο ανθρωπιστικό έργο της αμερικανικής βοήθειας για τους πρόσφυγες. Ως ένας απλός γραμματέας της YMCA της Σμύρνης (λανθασμένα αναφέρεται ως πρόεδρος) και παρά την κατώτερη διοικητική θέση που κατείχε σε μια ιεραποστολική οργάνωση, είχε την ευχέρεια και τη δυνατότητα να συνομιλεί προσωπικά με τον Κεμάλ και τον Bristol και μάλιστα να τους πείθει να σώσει τους Έλληνες παρά τις γνωστές αρνητικές θέσεις και των δύο.
    Ο ‘’περίεργος’’ Jennings εκτός από το ταξίδι του αυτό στη Λωζάννη τον Ιανουάριο του 23’ (όπως αναφέρεται στα τηλεγραφήματα) παρίσταται και στις 24 Ιουλίου 1923 στη Λωζάννη για την υπογραφή της Συνθήκης. Στη συνέχεια πάει στη Σμύρνη και μετά πάλι στη Λωζάννη όπου παρίσταται μαζί με τον Αμερικανό αντιπρόσωπο Joseph Grew και τον Ισμέτ πασά στις διαβουλεύσεις για τη συνθήκη της ‘’Αμερικανο-τουρκικής φιλίας και εμπορίου’’ που υπογράφεται στις 6 Αυγούστου 1923, δύο μόλις εβδομάδες μετά την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης. Τελικά επιστρέφει στην Τουρκία όπου παραμένει μέχρι τα 1928-29 όπου φαίνεται ως συνιδρυτής μιας οργάνωσης παρόμοιας με το YMCA αλλά χωρίς το «C» που στη συνέχεια ονομάζεται AFOT: ‘’Αmerican Friends of Turkey’’ και μαζί με άλλους ‘’αμερικανούς ιεραποστόλους’’ που είναι Μεθοδιστές, Προτεστάντες και Πρεσβυτεριανοί (όπως και ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Woodrow Wilson) δρουν εκτός από τη Σμύρνη, σε Κωνσταντινούπολη, Τραπεζούντα, Ερζερούμ, Σίβας, Ντιγιαρμπακίρ, Άδανα, Γκαζιαντέπ, Μαράς, Ούρφα, και Βαν. Παράλληλα με την κατήχηση των νεαρών αγοριών σύμφωνα με τις εντολές της βίβλου, ο Jennings συνεργάζεται στενά με τον Hamdullah Suphi Tanrıöver (έγραψε τον εθνικό ύμνο της Τουρκικής Δημοκρατίας), πρόεδρο της εθνικιστικής οργάνωσης νέων »Türk Ocakları». Στα πλαίσια αυτής της συνεργασίας του Jennings, ο δαιμόνιος Αμερικανός επιχειρηματίας Arthur Nash θα στεφθεί ευεργέτης της εθνικιστικής οργάνωσης αφού θα τους κτίσει ένα πολυτελές κτήριο-έδρα στην Άγκυρα.
    O Jennings πέθανε επί τω έργω. Το 1933, σε μια επίσκεψη στην Ουάσιγκτον για να διαβουλευθεί με τις τουρκικές αρχές και αφού είχε πέρασε τη νύχτα ως φιλοξενούμενος του Bristol, έπαθε έμφραγμα στο δρόμο έξω από το Λευκό Οίκο και πέθανε στο δρόμο για το νοσοκομείο.

  48. ΔΗΜΟΣ ΒΟΛΟΥ

    ΔΕΛΤΙΟΤΥΠΟΥ
    Ο Δήμος Βόλου τίμησε τον Asa K. Jennings, σωτήρα 300.000 Ελλήνων το 1922.
    Σε μια ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα και σε κλίμα συγκίνησης, παρουσία του
    εγγονού του Asa K. Jennings κ. Roger Jennings, πραγματοποιήθηκε σήμερα
    Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016 στο Δημαρχείο Βόλου εκδήλωση προς τιμήν
    του Asa K. Jennings, του αφανή ήρωα, που με τις ενέργειές του έσωσε περί
    τους 300.000 Έλληνες στη Σμύρνη, το 1922. Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με
    τα αποκαλυπτήρια της αναθηματικής πλάκας που από εδώ και στο εξής θα
    κοσμεί την πλατεία Ρήγα Φεραίου.
    Ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου και εμπνευστής της όλης εκδήλωσης
    κ. Γιώργος Μουλάς αναφέρθηκε στην ιστορία του Asa K. Jennings και τόνισε
    πως πρόκειται για μια οφειλόμενη πράξη απόδοσης τιμής και αναγνώρισης
    του σημαντικού του ρόλου στη διάσωση εκατοντάδων χιλιάδων
    κατατρεγμένων Ελλήνων μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την ασφαλή
    μεταφορά τους στην Ελλάδα. “Δυστυχώς πουθενά στην Ελλάδα δεν έχει
    τιμηθεί ο Asa Jennings, και σχεδόν όλοι αγνοούν το μεγάλο κατόρθωμά του”,
    τόνισε ο κ. Μουλάς.
    Από την πλευρά του ο αιρετός Δήμαρχος Βόλου κ. Αχιλλέας Μπέος τόνισε
    πως είναι ιδιαίτερη χαρά για την Δημοτική Αρχή Βόλου να τιμά έναν άνθρωπο,
    έναν ήρωα ηδράση του οποίου παρέμενε ένα, περίπου, αιώνα στην αφάνεια.
    “Χαίρομαι πολύ που αυτή η οφειλόμενη τιμή και αναγνώριση γίνεται επί της
    δικής μας δημοτικής Αρχής, τόσο για το πρόσωπο του Τζένινγκς, όσο και για
    τις χιλιάδες των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Των ανθρώπων αυτών, που με
    την εργατικότητα, την βαθιά πίστη στο Θεό και την οικογένεια, την αγάπη για
    την πατρίδα και μ’ ένα ανεκτίμητο πολιτισμό συνέβαλαν στο κτίσιμο της
    σύγχρονης Ελλάδας και βέβαια της πόλης μας. Χάρις στον Τζένιγκς ήρθαν σε
    αυτό τον ευλογημένο τόπο, τον έκαναν πατρίδα τους και μεγαλούργησαν
    αυτοί, τα παιδιά τους, τα εγγόνια τους, μέσα σε εξαιρετικά σκληρές και
    επώδυνες εθνικά και κοινωνικά συνθήκες”, τόνισε ο κ. Μπέος.
    * Ο ίδιος επισήμανε πως η σημερινή εκδήλωση δεν επρόκειτο για μια τυπική
    διεκπεραίωση παρά για μια απόδοση της οφειλόμενης τιμής σε ένα άνθρωπο,
    που συνέβαλε αποφασιστικά στη διάσωση ενός από τα πια υγιή και δυναμικά
    κομμάτια του Ελληνισμού σε μια τραγική, μαύρη εποχή της Ιστορίας μας ενώ
    συνέδεσε το ιστορικό αυτό γεγονός με την σημερινή κατάσταση που υπάρχει
    στην Ελλάδα.
    “Σήμερα, που η πατρίδα και ο λαός μας ζουν, δυστυχώς, συνθήκες που
    παραπέμπουν στην τραγική εκείνη εποχή, θέλω να ζητήσω απ’ όλους σύνεση
    και υπευθυνότητα. Και κυρίως συνεχή προσπάθεια να διατηρηθούν η ενότητα
    και η κοινωνική συνοχή, να μην υπάρξει και πάλι ο διχασμός, που μόνο δεινά
    μας φέρνει και που δυστυχώς προβάλλει πάλι απειλητικά. Μορφές μεγάλες
    και σημαντικές, όπως ο Ειζα Τζένιγνκς, μπορούν και σήμερα να μας
    βοηθήσουν στο να διατηρήσουμε ζωντανή την εθνική μνήμη. Αληθινή και όχι
    παραμορφωμένη, ανάλογα με τις ιδεοληψίες και τις πολιτικές ή άλλες
    σκοπιμότητες κάποιων”, δήλωσε ο κ. Μπέος.
    Στην συνέχεια προβλήθηκε η ταινία «The strange destiny» (παραγωγή Metro
    Goldwyn – Mayers Studios, 1945) με ελληνικούς υπότιτλους και ομιλία του
    εγγονού του τιμώμενου Roger L. Jennings.
    Ακολούθησε επιμνημόσυνη δέηση από τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη
    Δημητριάδος κ.κ. Ιγνάτιο καθώς και τα αποκαλυπτήρια της αναθηματικής
    πλάκας που πλέον θα βρίσκεται στον περιβάλλοντα χώρο του Δημαρχείου
    Βόλου. Σημειώνεται πως η σημαία που κάλυπτε το μνημείο παραδόθηκε από
    τον αιρετό δήμαρχο Βόλου κ. Αχιλλέο Μπέο στον κ. Jennings .
    Μετά τα αποκαλυπτήρια τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στην μνήμη των τριών
    αδικοχαμένων αξιωματικών ενώ επίσης η Φιλαρμονική Ορχήστρα Δήμου
    Βόλου εκτέλεσε τον Εθνικό Ύμνο της Αμερικής και της Ελλάδος.
    Να σημειωθεί πως συγχαρητήριο τηλεγράφημα απέστειλε ο Υπουργός
    Εθνικής Άμυνας κ. Πάνος Καμμένος, ο κ. Καμμένος ενημέρωσε πως λόγω
    ανειλημμένων και οικογενειακών υποχρεώσεων αλλά και λόγω του τριήμερου
    πένθους που έχει κυρηχθεί μετά τον τραγικό χαμό των τριών αξιωματικών δεν
    μπόρεσε να παραβρεθεί στην εκδήλωση, τονίζοντας μεταξύ άλλων πως “θα
    ήθελα να σας συγχαρώ γιατί τέτοιου είδους εκδηλώσεις αποτελούν ευκαιρία
    τόνωσης της ιστορικής μας μνήμης και του πολιτισμού μας. Ελπίζω να
    συνεχίσετε να αποδίδετε τιμή στους ανθρώπους της “άλλης Ελλάδας”, αυτούς
    που με την ανταγωνιστικότητα, την δημιουργικότητα και την αυθεντικότητα
    τους προώθησαν τον ελληνικό πολιτισμό”.
    Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν ο Μητροπολίτης Δημητριάδος κκ. Ιγνάτιος, ο
    βουλευτής της Ν.Δ. κ. Χρήστος Μπουκώρος, ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής
    κ. Παναγιώτης Ηλιόπουλος, εκπρόσωπος της κ. Μαρίνας Χρυσοβελώνη, ο
    θεματικός αντιπεριφερειάρχης κ. Αργύρης Κοπάνας, ο Πρόεδρος της
    Ισραηλίτικης Κοινότητας κ. Μαρσέλ Σολομών, εκπρόσωποι των Στρατιωτικών
    Αρχών και της Αστυνομικής Διεύθυνσης του Νομού, εκπρόσωποι των Τοπικών
    Συλλόγων της πόλης, σύσσωμη η Δημοτική Αρχή Βόλου καθώς και
    εκπρόσωποι των παρατάξεων της μειοψηφίας του Δημοτικού Συμβουλίου
    Βόλου.
    Η ιστορία του Asa K. Jennings
    O Έιζα Τζένιγκς (Asa Jennings 1877-1933) γεννήθηκε στο Upstate της Νέας
    Υόρκης και για ένα διάστημα διετέλεσε μεθοδιστής πάστορας. Ήταν μέλος της
    YMCA (Χριστιανική Ένωση Νέων Ανθρώπων). Το 1904 σε ηλικία 28 ετών
    προσβλήθηκε από μια σπάνια ασθένεια της σπονδυλικής στήλης με
    αποτέλεσμα να αποκτήσει μία τεράστια καμπούρα και το ύψος του να
    περιοριστεί στα 1,60 μέτρα. Ξεκίνησε τη διεθνή καριέρα του ως εκπρόσωπος
    της YMCA στη Γαλλία, το 1918. Τον Αύγουστο του 1922 τοποθετήθηκε στη
    Σμύρνη, όπου ανέλαβε την τοπική YMCA, λόγω απουσίας του διευθυντή.
    Μετά την κατάρρευση του ελληνικού στρατιωτικού μετώπου χιλιάδες έλληνες
    πρόσφυγες εισέρρευσαν στη Σμύρνη, αναζητώντας σωτηρία. Ο τουρκικός
    στρατός, μαζί με ατάκτους κατέλαβε την Σμύρνη αρχές Σεπτεμβρίου. Οι
    λεηλασίες και οι βιαιοπραγίες σε βάρος του χριστιανικού πληθυσμού
    αποκορυφώθηκαν με τον εμπρησμό της πόλης από τους Τούρκους. Περίπου
    300.000 άνθρωποι στο έλεος των Τούρκων, υφίσταντο κάθε είδους
    εγκληματική ενέργεια. Οι Τούρκοι αποφάσισαν όλους αυτούς τους ανθρώπους
    να τους μεταφέρουν στο εσωτερικό της Ανατολίας, όπως έκαναν με την
    γενοκτονία των Αρμενίων, απόφαση, που θα τους οδηγούσε στην εξόντωσή
    τους.
    Παρόλο, που όλοι οι ξένοι υπήκοοι εγκατέλειψαν την πόλη ο Asa Jennings
    παρέμεινε. Αργότερα είπε, ότι αισθάνθηκε το χέρι του Θεού στον ώμο του, ενώ
    έγραψε: «Μου φαινόταν, ότι τα τρομερά, αγωνιώδη, απελπισμένα ουρλιαχτά,
    που εκλιπαρούσαν για βοήθεια δεν θα έπαυαν να με κυνηγάνε σε όλη μου την
    ζωή». Βλέποντας τι γινόταν στην πόλη, πήρε το αυτοκίνητο της YMCA και
    επισκέφθηκε τον Μουσταφά Κεμάλ ο οποίος του έδωσε την άδεια μεταφοράς
    των ελλήνων με πλοία εκτός των ανδρών από 18 έως 45 ετών.

    * Με δικά του έξοδα, με ένα ιταλικό πλοίο, μετέφερε αρχικά 2.000 έλληνες στην Μυτιλήνη, όπου ναυλοχούσαν 20 πλοία, που μετέφεραν τον ελληνικό στρατό. Ζήτησε από τον στρατηγό Φράγκου να του διαθέσει τα πλοία για την μεταφορά των σφαγιαζόμενων ελλήνων. Ο στρατηγός ζήτησε εγγυήσεις, ότι οι Τούρκοι δεν θα καταλάβουν τα πλοία και ότι τα αμερικανικά πολεμικά πλοία θα τα προστατεύσουν.

    Ο Asa Jennings επέστρεψε στην Σμύρνη πήρε από τον Μουσταφά Κεμάλ τις εγγυήσεις και από τον αμερικάνο κυβερνήτη Powells, ο οποίος του διέθεσε σκάφος και επέστρεψε στη Σμύρνη. Οι νέες διαπραγματεύσεις με τον στρατηγό Φράγκο δεν κατέληξαν και ο Asa Jennings απογοητευμένος τις πρώτες πρωινές ώρες βγήκε στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Εκεί είδε να εισέρχεται το πολεμικό πλοίο «Κιλκίς», κυβερνήτης του οποίου ήταν ο Ι. Θεοφανίδης.

    Συζήτησε μαζί του το θέμα και ο Ι. Θεοφανίδης τον έφερε σε επαφή με την
    ελληνική κυβέρνηση με τον ασύρματο του πλοίου με κρυπτογραφημένα
    μηνύματα.

    Έγραψαν μαζί ένα μήνυμα, που εστάλη κωδικοποιημένο στις Αρχές στην
    Αθήνα. Το μήνυμα έλεγε: «Εν ονόματι του ανθρωπισμού αποστείλατε άνευ
    καθυστερήσεως είκοσι σκάφη ευρισκόμενα εδώ και αδρανούντα δια να
    παραλάβουν λιμοκτονούντας Έλληνας πρόσφυγες εκ Σμύρνης.

    Έιζα Τζένιγκς.
    Αμερικανός πολίτης».

    Η απάντηση ήταν ποιος είναι αυτός. Ο Τζένιγκς
    απάντησε, ότι ήταν ο πρόεδρος της Αμερικανικής Επιτροπής Περίθαλψης
    στην Μυτιλήνη. Η πρώτη απάντηση ήταν, ότι ο πρωθυπουργός κοιμάται. Ο
    Τζένιγκς απαίτησε να τον ξυπνήσουν. Στο επόμενο μήνυμα έλεγε ότι ο
    πρωθυπουργός είχε να συγκαλέσει Υπουργικό Συμβούλιο και ρωτούσαν ποια προστασία προσέφερε στα ελληνικά πλοία. Ο Τζένιγκς απάντησε ότι
    αμερικανικά πολεμικά θα τα προστάτευαν στην είσοδο και έξοδο από την
    Σμύρνη. Ο Τζένιγκς ρωτήθηκε εκ νέου αν «τα αμερικανικά αντιτορπιλικά θα
    προστατεύσουν τα πλοία εάν οι τούρκοι προσπαθήσουν να τα καταλάβουν».

    Αν και μπορούσε να μην εγγυηθεί, απάντησε υπεκφεύγοντας:
    «Καθόλου χρόνος για συζήτηση λεπτομερειών. Οι παρεχόμενες εγγυήσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ικανοποιητικές».

    Τέλος ο πρωθυπουργός και το Υπουργικό Συμβούλιο απάντησαν, ότι κανένα πλοίο δεν μπορούσε να πάει στην Σμύρνη.

    Στις 4μμ της 23ης Σεπτεμβρίου 1922 με τις διαπραγματεύσεις στο αδιέξοδο ο Τζένιγκς έστειλε μήνυμα στο Υπουργικό Συμβούλιο, ότι αν δεν λάβει ευνοϊκή απάντηση μέχρι τις 6μμ θα τηλεγραφούσε χωρίς κώδικα, έτσι ώστε το μήνυμα να γίνει γνωστό παντού, ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν επέτρεπε ελληνικά πλοία να σώσουν έλληνες πρόσφυγες, που τους περίμενε βέβαιος θάνατος ή ακόμα χειρότερα. Ο εκβιασμός έπιασε! Λίγο πριν τις 6μμ ήλθε η απάντηση:

    «Όλα τα πλοία τίθενται υπό τις διαταγές σας για να απομακρυνθούν οι
    πρόσφυγες από την Σμύρνη». Ο Τζένιγκς είχε γίνει ναύαρχος όλου του
    ελληνικού στόλου! Ο κυβερνήτης Θεοφανίδης συγκάλεσε συγκέντρωση των καπετάνιων των εμπορικών πλοίων στο «Κιλκίς», όπου τους ανακοίνωσε να ετοιμάσουν τα πλοία μέχρι τα μεσάνυκτα, διαφορετικά θα περνούσαν στρατοδικείο με συνοπτικές διαδικασίες.

    Εννέα πλοία, «Τα πλοία της
    Συμπόνιας», απέπλευσαν τα μεσάνυκτα με τον Τζένιγκς στο προπορευόμενο «Προποντίς» με αμερικανική σημαία. Ο στόλος, συνάντησε το αμερικανικό Lawrence , ο καπετάνιος του οποίου κάλεσε τον Τζένιγκς να συνεχίσει το ταξίδι του με αυτόν. Ο Τζένιγκς αρνήθηκε και παρέμεινε στη γέφυρα του «Προποντίς».

    Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι χαλάρωσαν τα μέτρα, επέτρεψαν τα πλοία να δέσουν στην προβλήτα του σιδηροδρόμου και επιμήκυναν την προθεσμία από 7 σε 11 ημέρες.

    Στις 24 Σεπτεμβρίου 1922 οι πρώτοι πρόσφυγες, ηλικιωμένοι, γυναίκες και
    παιδιά είχαν διασωθεί. Στις 26 Σεπτεμβρίου ο Τζένιγκς επέστρεψε με 17
    πλοία, ενώ την επομένη τρίτη ημέρα ήλθε και ένας μεταγωγικός στόλος
    ναυλωμένος από Βρετανούς. Μέχρι την 1η Οκτωβρίου 1922, 180.000
    πρόσφυγες είχαν μεταφερθεί από την Σμύρνη. Το τελευταίο
    πλοίο απέπλευσε 6 ώρες πριν την εκπνοή της τουρκικής διορίας. Κατόπιν,
    ζητήθηκε διορία για άλλες 8 ημέρες, κατά τις οποίες τα ελληνικά πλοία
    μετέφεραν και άλλους πρόσφυγες από τα κοντινά λιμάνια του Αϊβαλί,
    Βουρλών και Τσεσμέ, όπου περίμεναν για δύο εβδομάδες, ανεβάζοντας τον
    αριθμό στις 300.000.

    Αυτός ο δύσμορφος άντρας ανέλαβε πρωτοβουλίες πολύ παραπέρα από τα
    υπηρεσιακά του καθήκοντα και κατόρθωσε με προσωπικές ενέργειες
    διαπραγματεύσεις και μπλοφάροντας να σώσει χιλιάδες κυνηγημένους και
    κακοποιημένους συνανθρώπους του, επειδή άφησε να εκδηλωθεί «το λιοντάρι
    που ο κάθε άνθρωπος κρύβει στην καρδιά του»

  49. Άσαντ on

    « Στις 19 Αυγουστου/1 Σεπτεμβρίου ο Στεργιαδης εστειλε τηλεγραφικη εγκυκλιο σε ολους τους εκπροσωπους του στις επαρχιες παραγγελοντας τους να συγκεντρωσουν τα αρχεια τους και τα χαρτια τους και να ετοιμαστουν με απολυτη μυστικοτητα να εγκαταλειψουν τις θεσεις τους και να αποσυρθουν στη Σμυρνη. Ο εκπροσωπος της Κίου […] απαντησε οτι ο ελληνικος πληθυσμος ειχε πανικοβληθει και ζητουσε οδηγιες. Η ουσια της απαντησης του Υπατου Αρμοστη ηταν πως οι εκπροσωποι στις επαρχιες οφειλαν να ενθαρρυνουν τους ελληνικους πληθυσμους να μεινουν στον τοπο τους. Και ολες τις ημερες που ακολουθησαν η Υπατη Αρμοστεια, αντανακλωντας τη διαθεση του Στεργιαδη, φροντιζε ψυχρα και καπως απανθρωπα τις δικες της υποθεσεις και τη μεταφορα των αρχειων…..»
    «Υπο την επιβλεψη του Στεργιαδη, ενα ενα τα τμηματα της Υπατης Αρμοστειας τα μαζευαν με ταξη και εφευγαν. Το ελληνικο κρατος στη Μικρα Ασια ειχε διαλυθει.»

    Michael Lewellyn Smith. «Το Οραμα της Ιωνιας σελ. 520, 523, Εκδοσεις ΜΙΕΤ

  50. «… Why were we burning down İzmir? Were we afraid that if waterfront konaks, hotels and taverns stayed in place, we would never be able to get rid of the minorities? When the Armenians were being deported in the First World War, we had burned down all the habitable districts and neighbourhoods in Anatolian towns and cities with this very same fear. This does not solely derive from an urge for destruction. There is also some feeling of inferiority in it. It was as if anywhere that resembled Europe was destined to remain Christian and foreign and to be denied to us.»

    (Çankaya, Falih Rıfkı Atay, Kral Matbaası 1984, s.325)

  51. Jihad and Genocide Come to Smyrna

    July 20, 2016

    Part 13 of Islamic Foundational Doctrines

    By Mike Scruggs- After the Battle of Sakarya, the Greeks fell back to the line of their June 1921 advance just east of the town of Afyon. Between September 1921 and August 1922 the Greek and Turkish armies were stalemated. Both armies had more than 200,000 men. Developments during the stalemate, however, favored the Turks. The French and Italians had withdrawn from their occupation zones in southwestern and southeastern Turkey respectively, not only leaving the Greeks more vulnerable to attack, but also actively supplying the Turkish Nationalists with arms and supplies. No arms or financial support were coming from the British or Americans, and the Greek Government was not in a fiscal condition that could sustain an army in Turkey for long. A highly significant development was that the new Soviet Union had started supplying the Turks with considerable military and financial support. Moreover, the Greek Navy, which had been conducting a successful blockade of Turkish Black Sea ports and bombarding them at will, was curtailed in that activity by the British and Americans.

    The American High Commissioner in Constantinople was Admiral Mark Bristol. He reported to the Secretary of State but also had command of U.S. Naval Forces in Near Eastern Waters. His orders from the State Department were strict neutrality with not even a hint of helping an enemy of Turkey. His conversation, however, was obviously pro-Turkish and anti-Greek, anti-Armenian, anti-Jewish, and Anglophobic. His priority was to develop the maximum commercial benefit for American firms investing or trading in Turkey. This led him to minimize the significance of Turkish mistreatment of and atrocities against Christian minorities. He was also able to minimize and shape the news going to the U.S. by favoring or restricting the activities and travel of American newspaper reporters in Turkey. His influence can still be seen today and is one reason why the Greek genocides of 1922 are so little known.

    A British military attaché in June 1921 was quoted as calling the Greek Army in Turkey “a more efficient fighting machine than I have ever seen.” He also praised their high morale. But these were now their only advantages. In August 1922, the Greeks were in bad need of almost everything, even food. Their last hope was a British loan, which never came.

    On August 26, 1922, the Turks launched a major counter attack with unexpected force and ferocity. The major Greek defensive positions had fallen before the end of the day, and the next day, Afyon was taken. On August 30, the Greek Army was decisively defeated at the Battle of Dumlupinar. The major Turkish advantage turned out to be superior artillery, in size, range, and accuracy. They were nowhere close to having such an artillery advantage until they started receiving Soviet, French, and Italian arms. The largest share probably came from the Soviet Union. By September 7, the Greek Army had suffered between 101,000 to 130,000 casualties and had lost all their major equipment. By September 9, they had been chased 250 miles, all the way back to the outskirts of Smyrna.

    Smyrna was normally a city of just over 400,000. It was majority Greek, but had a Turkish population of 150,000 and about 20,000 Armenians. There were many European residents as well, associated with its prosperous commerce with Europe and America. The surrounding vilayet contained about 300,000 people and was predominantly Greek. But now more than 300,000 Greek refugees swelled Smyrna’s population to uncomfortable levels, and they kept coming. The reputation of the approaching Turkish Army for brutal treatment of military prisoners and civilians alike was well known in Smyrna. Normally a prosperous city with a reputation for happy people and a good life, its broad crescent quay, well over a mile long, had the finest shops, luxurious hotels, wonderful restaurants, three modern cinemas, and beautiful public and commercial buildings. It was a city with many fine homes, churches, and cathedrals, and even had an American YMCA, YWCA, and many Christian academies and schools sponsored by American and British missionary societies. It had three archbishops: Greek Orthodox, Roman Catholic, and Armenian Orthodox. It was a city, where music, art, and learning thrived. But now it was a city of many extremely frightened people. The last remnants of the Greek Army withdrew by September 8. There were 19 British, American, French, and Italian warships in the harbor, but their orders were to remain strictly neutral, while evacuating only their own nationals and scrupulously honoring Turkish sovereignty.

    The city of Smyrna was divided into residential “quarters” corresponding to ethnic background. These were Turkish, Jewish, Armenian, Greek, and European. The suburbs were predominantly Greek with some European and American favored neighborhoods.

    On September 5, four days before the first elements of the Turkish Army entered Smyrna, the League of Nations received a note from the Turkish National Government alluding to alleged atrocities committed by Greek troops during their advance, concluding with the statement:

    “Turkey declines all responsibility for consequences that may arise from these terrible provocations.”

    The League correctly interpreted this as a notification that the Turks intended to exterminate the Christian population of Smyrna and Asia Minor, but they were powerless to intervene. The League did notify the governments of Great Britain, France, and Italy of Turkish intentions with the hope that they would notify the Turks that they would indeed hold them responsible for their actions. Nothing was done. It was obvious that the European governments had no intention of holding Turkey responsible for anything unless it affected their own commercial or military interests.

    At 9:00 AM on Saturday, September 9, the Fourth Turkish Cavalry Regiment entered Smyrna, proclaiming that there was no danger. No one believed this, however, because they had heard that Mustafa Kemal had placed his cruelest general, Noureddin Pasha, in charge of the occupation of Smyrna. In addition, the Turks posted notices changing the penalty for murdering a Christian from death to mere punishment. This is actually according to Sharia Law, in which there need not be any punishment for killing a Christian. The Turks encountered only a few riffle shots and bombs thrown.

    In 156 AD, Polycarp, the patron saint of Smyrna was burned alive in a stadium, the outline of which could still be seen there in 1922.

    According to Dr. Niki Karavasilis, author of The Whispering Voices of Smyrna, Noureddin sent two policemen to St. Fotini Cathedral, who took Archbishop Chrysostomos and two Deacons to Noureddin’s office. There Noureddin asked Chrysostomos to write down the needs of the Greeks in Smyrna and promised their fulfillment in exchange for their turning in their guns for the sake of public safety—which they did. In the evening, the policemen returned to take Chrysostomos and the Deacons to see Noureddin again. This time he cursed the Archbishop and turned him over to a Turkish mob of several hundred. From his balcony, he shouted to the mob, “Treat him as he deserves.” They attacked him with stones and rods and dragged him through the narrow streets. Near a barber shop, they ripped off his beard, gouged out his eyes and cut off his nose, ears, and hands. Nearly nude, he kept on walking, praying continuously: “Father forgive them! They don’t know what they are doing!” Finally, he gave up his last breath and fell into a bloody heap. His body was hung for awhile in a public place. Most of this was witnessed by a small group of French Marines, who were kept at gun point from interfering.

    The systematic destruction of the Armenian quarter and the extermination of its inhabitants had already begun. The Turks first blocked entry or exit to the Armenian quarter Armenian men in the streets were robbed and marched off in small groups to be shot. Many were shot on the spot and left lying in the streets. Turkish soldiers and civilians went from house to house looting and then killing the inhabitants. Some houses were set on fire. Only some of the prettier girls and women were saved for the Turkish Army. The next day, Turkish Army troops began looting and killing in the Greek quarter of Smyrna. To be continued.

    ABOUT THE AUTHOR

    Mike Scruggs
    Author and Columnist
    a.k.a. Leonard M. Scruggs

    Mike Scruggs is the author of two books: The Un-Civil War: Shattering the Historical Myths; and Lessons from the Vietnam War: Truths the Media Never Told You, and over 600 articles on military history, national security, intelligent design, genealogical genetics, immigration, current political affairs, Islam, and the Middle East.

    He holds a BS degree from the University of Georgia and an MBA from Stanford University. A former USAF intelligence officer and Air Commando, he is a decorated combat veteran of the Vietnam War, and holds the Distinguished Flying Cross, Purple Heart, and Air Medal. He is a retired First Vice President for a major national financial services firm and former Chairman of the Board of a classical Christian school.

    His viewpoint is unapologetically Christian, conservative, and patriotic. He has been a Republican County Chairman in two Southern states and remains an active participant in church, political, and veterans’ affairs.

    http://www.thetribunepapers.com/2016/07/20/jihad-and-genocide-come-to-smyrna/

  52. Μαρτυρία Παναγιώτη Μαρσέλου

    Τον Αύγουστο του 1922 ήμουν στρατιώτης στη Θράκη. Ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο, που γίνονταν η οπισθοχώρηση της Μικρασίας, μας πήγαν στη Σμύρνη κι από κει στη Μαγνησιά. Δεν προχωρούσαμε άλλο, γιατί ο στρατός είχε οπισθοχωρήσει. Πήραμε κάτι κατάδικους και τους κατεβάσαμε στη Σμύρνη και πήγα εν τω μεταξύ να δω τους γονείς μου. Εκεί με κλείσαν τα τουρκικά στρατεύματα. Δεν μπόρεσα να φύγω. Ξαναγκάστηκα και ντύθηκα πολίτης. Πήγαμε σε κάποιο γαλλικό εργοστάσιο και φυλαχτήκαμε μέχρι δέκα μέρες. Στο διάστημα αυτό είχε αρχίσει το κακό∙ σκοτώναν, λεηλατούσαν, ατίμαζαν κορίτσια κ.λπ. Έβαλαν και τη φωτιά. Οι Γάλλοι μας βγάλαν από το εργοστάσιο. Αναγκαστήκαμε και πήγαμε στο σπίτι μας.

    Όταν μπήκαν τα τουρκικά στρατεύματα μέσα στη Σμύρνη και άρχισαν και σκοτώναν και λεηλατούσαν, στα Ταμπάχανα επαρουσιάσθη μια πυρκαγιά. Έτρεξαν οι αντλίες να τη σβήσουν, αλλά, δυστυχώς, αντί να τη σβήσουν, την άναβαν περισσότερο∙ έριχναν πετρέλαια και βενζίνες. Η φωτιά προχωρούσε. Ο κόσμος, που ήταν χωμένος μέσα στα σπίτια, εξαναγκάστηκε και βγήκε στους δρόμους και τραβήξαν όλοι στην παραλία. Στο λεγόμενο «Κορδόνι» συγκεντρώθηκε όλος ο πληθυσμός. Και εκεί έφταξε η φωτιά. Από τη μια μεριά και την άλλη του δρόμου είχαν βάλει φωτιές. Όταν έφταξε η φωτιά κι εκεί, ο κόσμος προσπαθούσε να βγεί όξω από την πόλη, πηγαίνοντας στη φρουρά κοντά. Οι φρουροί τούς σκοτώναν και δεν τους άφηναν να σπάσουν τη ζώνη, να βγούνε όξω και να φύγουν από κει. Από την άλλη μεριά ήταν η φωτιά, δεν μπορούσαν να περάσουν, να φύγουν. Τότε, όσοι ξέραν μπάνιο, πέφταν στη θάλασσα. Αν τους βλέπαν οι Τούρκοι, τους σκότωναν μέσα εκεί. Εάν δεν τους βλέπαν, έφταναν στα συμμαχικά πολεμικά καράβια που ήταν αραγμένα και υποστήριζαν τους Έλληνες. Τ

    ους άφηναν και σκαρφαλώναν απάνω στα καράβια και μόλις μπαίναν μέσα, τους ξανάριχναν στη θάλασσα! Άλλοι πνιγόντουσαν κι άλλοι έβγαιναν πάλι όξω. Οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και Ιταλοί καθόντουσαν στα καφενεία και γλεντούσαν. Κάποια στιγμή έσπασε η ζώνη και άφησαν τον κόσμο να βγει προς τα όξω. Μετά από δυο-τρεις ημέρες ήρθε μια διαταγή να κατεβούν στην παραλία για να φύγουνε. Διώξαμε τον πατέρα μας, τη μητέρα μας, την αδελφή μας για την παραλία και μείναμε εκεί τα δύο αδέλφια. Μετά από μια ώρα φύγαμε κι εμείς και πήγαμε προς την παραλία. Φτάνοντας στην Πούντα μας πιάσαν Τούρκοι πολίτες και μας κλείσαν μέσα σε κάτι φυλακές. Κατά τις δέκα η ώρα το βράδυ μας βγάλαν και μας πήγαν στο εστιατόριο. Η σφαγή συνέχιζε∙ γδύναν, παίρναν ρούχα, παπούτσια. Αφήναν τον κόσμο, που δεν εσκότωναν, γδυτό. Κατεβαίνω στο ποτάμι και πάω σε μια γούβα που είχε νερό μέσα, αλλά κι ένα ελληνικό πτώμα που από την πολυκαιρία είχε πρηστεί και είχε σπάσει. Ωστόσο, δεν άντεχα τη δίψα∙ ήπια και γέμισα ένα καπέλο και το πήγα στον αδελφό μου. Ήπιε κι εκείνος και τα λίπη από το σπασμένο πτώμα κολλούσαν στα χείλη μας!

    Το πρωί συγκεντρωθήκαμε πέντε χιλιάδες αιχμάλωτοι. Περνούσαμε από τους τουρκομαχαλάδες. Περάσαμε και από την Οβριακή. Οι Οβραίοι μας αποδοκίμαζαν χειρότερα από τους Τούρκους. Φτάξαμε στον Άγιο Κωνσταντίνο, στα Χιώτικα, όπου άρχισε η μεγάλη σφαγή. Μέσα στις πέντε χιλιάδες ήταν και πενήντα παπάδες. Πρώτα πρώτα άρχισαν να σφάζουν τους παπάδες. Φτάσαμε στον Κουκλουτζά από κάτω, στον δημόσιο δρόμο. Πιάνει ένας Τούρκος έναν παπά∙ ο παπάς, βλέποντας τον θάνατό του, κατορθώνει και παίρνει το μαχαίρι του Τούρκου και τον βάζει κάτω για να τον σφάξει. Τρέξαν τότε οι Τούρκοι αξιωματικοί και γλύτωσαν τον Τούρκο. Φέραν τον παπά πάλι μαζί μας. Δεν πρόλαβε να πάει πέντε βήματα και τον σκοτώσαν. Εκεί, στην ίδια τοποθεσία, έγινε μεγάλη πανωλεθρία. Ξαναγκάστηκε ο αδελφός μου και μου λέει: «Θα πέσω κάτω να με σκοτώσουν, γιατί δεν πρόκειται να ζήσουμε». Του λέω να κάνει υπομονή, και αν είναι το τυχερό μας, θα μας σκοτώσουνε.

    Η σφαγή δεν σταματάει. Προχωρούμε για το Μπουνάρμπασι, όπου φθάσαμε το βράδυ και μας βάλανε σε συρματοπλέγματα. Άρχισαν και παίρναν πέντε πέντε και πηγαίναν και τους σφάζαν. Είχα μαζί μου ένα ψωμί και μέσα είχα μερικά λεπτά. Ήρθε κάποιος και έκοψε το ψωμί και βρήκε τα λεπτά και άρχισε και χτύπαγε τον κόσμο να μαρτυρήσουν ποιανού ήταν το ψωμί. Κανείς δεν μίλησε και δεν μπόρεσε να ανακαλύψει τίνος ήταν το ψωμί. Αφού ο Τούρκος δεν έβρισκε αυτόν που είχε το ψωμί, ήθελε να βρει κανένα ζευγάρι παπούτσια. Έψαξε στα πόδια μου, γιατί ήμουν κοντά στο ψωμί, βλέπει τα παπούτσια μου που τα είχα κόψει, γιατί με στένευαν, και με αρχινάει με το ξίφος στους ώμους. Η σφαγή εξακολουθούσε μέχρι το πρωί. Το πρωί φύγαμε από το Μπουνάρμπασι. Άρχισαν και γδύναν όλους, και τον αδελφό μου. Φτάνοντας ανάμεσα Μπουρνόβα και Μαγνησιά ήταν μια βρύση. Είχαμε τρεις μέρες να πιούμε νερό. Σταματούμε στη βρύση και διατάζουν τον κόσμο να πάει να πιει νερό. Μόλις πήγε ο κόσμος στη βρύση να πιει λίγο νερό, έβαλαν οι Τούρκοι το πολυβόλο και άρχισαν και σκότωναν γραμμή. Εγώ, βλέποντας αυτό, κατεβαίνω στο ποτάμι και πάω σε μια γούβα που είχε νερό μέσα, αλλά κι ένα ελληνικό πτώμα που από την πολυκαιρία είχε πρηστεί και είχε σπάσει. Ωστόσο, δεν άντεχα τη δίψα∙ ήπια και γέμισα ένα καπέλο και το πήγα στον αδελφό μου. Ήπιε κι εκείνος και τα λίπη από το σπασμένο πτώμα κολλούσαν στα χείλη μας! Μετά, κινήσαμε για τη Μαγνησιά.

    Εφτάξαμε το βράδυ και παραμείναμε εκεί. Έναν-έναν μας γδύσαν, όπως μας γέννησε η μάνα μας, και ψάχναν όλα τα μέρη των ρούχων, μήπως βρουν χρήματα. Το πρωί μπήκαμε μέσα στη Μαγνησιά. Εμαζεύτηκαν όλοι οι Τούρκοι με σίδερα στα χέρια, με σπαθιά, και στάθηκαν από τη μια κι από την άλλη άκρια του δρόμου που θα περνούσαμε, και ανεβοκατέβαζαν τα σίδερα και τα σπαθιά και όποιος πρόφταινε κι έσκυβε είχε καλώς, όποιος δεν πρόφταινε τον σκότωναν. Ύστερα μας βαλαν στις αποθήκες κάποιου εργοστασίου. Οι αποθήκες αυτές ήταν από ασβέστη. Όπως επατούσαμε μέσα, σηκωνόταν η σκόνη του ασβέστη και με την αναπνοή μας απορροφούσαμε τη σκόνη του. Είχαν κάνει εγκαύματα τα χείλη μας και το στόμα μας. Δεν άκουγες τίποτε άλλο παρά μόνο τη φράση: «Θεέ μου, νερό!». Σε τρεις μέρες μας βγάλανε, να μας ποτίσουν. Στο προάυλιο του εργοστασίου ήταν μια στέρνα∙ μέσα σ’ αυτή έτρεχαν τα ζεστά νερά του εργοστασίου, ενώ δίπλα είχε ένα αποχωρητήριο, που οι ακαθαρσίες του έπεφταν μέσα στη στέρνα. Μας πήγαιναν τρεις-τρεις και πίναμε νερό.

    Ο προορισμός των αιχμαλώτων ήταν μέχρι τη Μαγνησιά. Εκεί ήρθε κάποια διαταγή να σταματήσει ο σκοτωμός και να καταγραφούν οι αιχμάλωτοι. Από τις πέντε χιλιάδες είχαμε μείνει χίλιοι∙ οι τέσσερις χιλιάδες σκοτώθηκαν στον δρόμο. Έπρεπε να φύγουμε από τη Μαγνησιά και μας βάλαν κατά τετράδες. Στο μέσον βρισκόμουν εγώ και ο αδερφός μου. Όπως βαδίζαμε, έρχονται και κόβουν τους μισούς. Εάν παίρναν μια τετράδα ακόμη, θα παίρναν εμένα και τον αδερφό μου. Τώρα από τις πέντε χιλιάδες μείναν μόνο πεντακόσιοι. Μας δίνουν από εκατό δράμια μπομπότα και ετοιμαζόμαστε να προχωρήσουμε για το Αϊδίνι. Εδιψάγαμε πάρα πολύ. Εκεί που στεκούμαστε, έρχεται ένας Τούρκος και αρχινάει να με γδύνει. Μου τα πήρε όλα και με αφήνει με ένα σωβρακάκι, το οποίο ζητησε να μου το πάρει κι εκείνο, αλλά τον είπα: «Δεν είναι ντροπή να με γδύσεις τελείως και να περνάω να με βλέπουν οι γυναίκες σας και τα κορίτσια σας;». Εκείνος μου είπε: «Περίμενε να σου φέρω ένα παλιό να μου δώσεις αυτό». Εγώ έπιασα και το έσκισα σε μερικές μεριές και το εγλύτωσα, αυτό κι ένα ζωνάρι, που το έβγαλα και το επρόσφερα σ’ έναν Τούρκο για να μου δώσει λίγο νερό. Ο Τούρκος πήρε το ζωνάρι και μου λέει: «Άνοιξε το χέρι σου». Ανοίγω το χέρι μου με τις δύο φούχτες να μου ρίξει νερό, και μου λέει: «Όχι και τις δύο φούχτες, μόνο τη μία!». Μου έριξε λίγο νερό και αφού ήπια, τον λέω: «Δεν μου βάνεις λίγο να δώσω και στον αδερφό μου;». Και μου λέει: «Άνοιξε τη φούχτα σου». Μου έριξε λίγο∙ άρχισα και φώναζα τον αδερφό μου: «Τρέχα να πιεις νερό». Ώσπου να έρθει κοντά μου, το νερό είχε φύγει από την παλάμη μου και, για να δροσιστεί, έγλυφε το χέρι μου.

    Αναχωρήσαμε για το Αϊδίνι. Μου λέει ένας τσαούσης να πάρω τον γυλιό του, να τον σηκώνω εγώ, και δύο σακίδια. Του λέω: «Να δώσω τα σακίδια του αδελφού μου;». «Δώσ’ του τα» μου λέει. Όπως βαδίζαμε, βρίσκομε μια λίμνη. Ο αξιωματικός μάς λέει: «Πιέστε νερό, νιφτείτε και ξεκουραστείτε». Ήπιαμε νερό και ξεκουραστήκαμε. Μόλις κινήσαμε να φύγουμε, δύο αιχμάλωτοι προχώρησαν μέσα στη λίμνη. Τους λέει ο αξιωματικός: «Βγείτε όξω!». Όσο τους έλεγε «βγείτε όξω», τόσο εκείνοι προχωρούσαν μέσα. Διατάζει τους στρατιώτες και τους σκοτώνουν. Αυτό το κάναν οι αιχμάλωτοι για να πεθάνουν μέσα σε νερό δροσισμένοι, ευχαριστημένοι… Στο στόμα μου εφόραγα χρυσά δόντια. Οι Τούρκοι, όταν δεν εύρισκαν τίποτε άλλο για να πάρουν, ζητούσαν να βγάζουν τα δόντια των αιχμαλώτων. Ήρθαν να με πιάσουν, να με σφάξουν, για να μου βγάλουν τα δόντια. Εγώ τους έλεγα: «Γιατί να με σφάξετε; Αφήστε να βγάλω εγώ τα δόντια μου και να σας τα δώσω». Ξαναγκαζόμουν και έπαιρνα μόνος μου πέτρα και εβάραγα μέσα στο στόμα, για να τα βγάλω.

    Ήρθαν να με πιάσουν, να με σφάξουν, για να μου βγάλουν τα δόντια. Εγώ τους έλεγα: «Γιατί να με σφάξετε; Αφήστε να βγάλω εγώ τα δόντια μου και να σας τα δώσω». Ξαναγκαζόμουν και έπαιρνα μόνος μου πέτρα και εβάραγα μέσα στο στόμα, για να τα βγάλω. Αλλά εστάθη αδύνατο. Εφτάξαμε στο Ντεμίσι. Εκεί μας βγάλαν τη νύχτα να μας ποτίσουν. Εχώρισαν εμένα από τον αδερφό μου και έναν Οντεμίση και μας βγάλαν μια κατηγορία ότι επήγαμε στο χωριό, ερίξαμε χειροβομβίδες και εκάναμε ζημιές. Μας χώρισαν από τους άλλους αιχμαλώτους. Έβαλαν χωριστή φρουρά και μας φυλούσε. Έρχεται τη νύχτα ένας τσαούσης μ’ ένα σπαθί στα χέρια, και μας λέει: «Εσείς οι δυο είσαστε αδέρφια, να σκοτώσω τον ένα, και να πάει ο άλλος στο σπίτι του, εάν γλυτώσει στον δρόμο». Εσηκώθηκε ο αδερφός μου και του λέει: «Σφάξε εμένα». Όταν είδε ο τσαούσης αυτό, λέει στον αδερφό μου: «Κάθισε χάμω». Και λέει εμένα: «Σήκω απάνω, εσύ βρε!» Εσηκώθηκα απάνω, ασφαλώς περιμένοντας τον θάνατό μου, αλλά μου λέει: «Δάγκασε το αυτί του Οντεμισλή, να του το κόψεις με τα δόντια σου». Τι να έκανα εγώ; Εξαναγκάστηκα και του δάγκωσα λίγο το αυτί και τον έσπρωχνα με το γόνατό μου ώστε να φωνάζει. Αλλ’ αυτός δεν μιλούσε καθόλου και ο τσαούσης το κατάλαβε. Σηκώνει τότε το σπαθί και μου λέει: «Κερατά γκιαούρη, με κοροϊδεύεις». Αλλά προτού κατεβάσει το σπαθί, ξαναγκάστηκα να δαγκώσω δυνατότερα το αυτί του και, από τους πολλούς τους πόνους, ο άνθρωπος εφώναζε από τη γη ως τον ουρανό. Μας άφησε και έφυγε ο τσαούσης. Μετά από δέκα λεπτά ήρθανε και σφάξανε τον Οδεμισλή! Εμείς εκείνη τη στιγμή περιμέναμε τη σειρά μας! Αλλά –η τύχη μας– δεν μας πείραξαν. Το πρωί μας βάλαν έναν άλλο σκοπό και μας φύλαγε. Αυτός ήτανε ένας άνθρωπος του Θεού και μας έλεγε: «Τις ελπίδες σας στον Θεό, και μη φοβόσαστε».

    Ήρθε ο αξιωματικός∙ σηκώνεται ο αδερφός μου και παρουσιάζεται και του λέει: «Φέρτε τον μουχτάρη και αν έχομε κάνει τίποτα στο χωριό, ας μας σκοτώσουν». Λέει ο αξιωματικός: «Ζητάς τώρα να βρεις το δίκιο σου; Πού θα το ’βρεις; Μπείτε μέσα στους πολλούς, να γλυτώσετε, να φύγετε!». Αφού γλυτώσαμε απ’ αυτή την περιπέτεια, πάει ένας Αρμένης και με προδίνει ότι φορούσα χρυσά δόντια. Έρχεται ένας τσαούσης με τον Αρμένη μαζί. Είχαν μια τανάλια κι ένα σκεπάρνι, με ρίχνουν κάτω και πιάνει ο Αρμένης και μου βγάνει τα δόντια. Αλλά πάλι ήμουν ευχαριστημένος, που γλύτωσα τη ζωή μου. Για δώρο, που μου πήρε τα δόντια, μου έφερε ένα ζευγάρι τσόκαρα. Μετά αναχωρήσαμε από εκεί, εφτάξαμε σ’ ένα άλλο χωριό και μας βάλανε μέσα σε ένα δωμάτιο, να κοιμηθούμε το βράδυ. Το δωμάτιο δεν μας έπαιρνε, ήταν ο ένας απάνω στον άλλο. Το βράδυ άνοιξαν την πόρτα και πήραν δέκα νοματαίους ότι θα τους πάνε να μας φέρουν ψωμί, αλλά δεν ξαναγύρισαν. Δίπλα υπήρχε και ένα άλλο δωμάτιο, ταβανωμένο. Ανέβηκαν μερικοί να μπορέσουν να ξεκουραστούνε λιγάκι. Όταν ανέβηκε ο αδερφός μου, μου φωνάζει και εμένα. Ανέβηκα ως τη μέση του τοίχου και έξαφνα έπεσε ένας πυροβολισμός στον πληθυσμό. Εγώ, ακούγοντας τον πυροβολισμό, αφήνω τα χέρια μου και πέφτω κάτω. Πέφτω απάνω σε τρεις σκοτωμένους. Αλλά εγώ δεν το κατάλαβα ότι ήταν σκοτωμένοι, αιματώθηκα όλος.

    Ο αδελφός μου, γλέποντας εμένα να πέφτω, του εφάνηκε ότι με σκότωσαν και ξαναγκάζεται κι αυτός και πέφτει από το ταβάνι και μου φωνάζει: «Σε χτύπησαν;». «Δεν ξέρω», του λέω, «κάτι υγρασία αισθάνομαι επάνω μου, αλλά δεν ξέρω». Με έπιασε να δει αν είμαι χτυπημένος∙ είδε τα αίματα. «Πάντως», μου λέει, «δεν φαίνεται τίποτα». Το πρωί είδαμε τους σκοτωμένους που έπεσα επάνω τους. Μας βράσαν λίγο σιτάρι και μας πήγαν να φάμε. Ετρώγαμε ανά δέκα σε μισό δοχείο του πετρελαίου. Όπως βρισκόμαστε πεινασμένοι –είχαμε περίπου έναν μήνα να φάμε–, έριξαν τα χέρια τους όλοι μέσα στον τενεκέ για να προλάβουν να φάνε από μια φούχτα ο καθένας, και όλοι εζεματίστηκαν τα χέρια τους, και έμειναν με ένα χέρι, ακόμη βγήκαν και τα νύχια τους. Μετά φύγαμε απ’ αυτού και βαδίζαμε προς το Αϊδίνι. Στον δρόμο που πηγαίναμε οι μαχαζάρες (τούρκικη λέξη «mahazar» που σημαίνει τον έτοιμο, τον ικανό να κάνει κάτι. Εδώ χρησιμοποιείται στην έννοια του φρουρού, που είναι έτοιμος και ικανός να εκτελέσει τα σχετικά του καθήκοντα) που μας φυλάγανε, επούλαγαν τους αιχμαλώτους. Επούλαγαν δύο αιχμαλώτους ένα κυδώνι! Στο αναμεταξύ αυτό, οι πολίτες επήραν έναν, του κόψαν μύτες, αυτιά και άλλα, κατόπιν έμπηξαν ένα παλούκι στη γη μυτερό και τον έβαλαν διά της βίας επάνω. Εμπήκε το παλούκι μέσα του και κατόπιν του ’βαλαν φωτιά και τον κάψανε. Εφθάσαμε στο Αϊδίνι. Επήρανε κι εκεί αρκετούς και τους σφάξανε. Μετά προχωρήσαμε, περάσαμε απ’ τον Αξέ.

    Επήραν κι εκεί μερικούς τους οποίους έσφαξαν και εφτάξαμε στο Ναζλί. Εκεί μας καταγράψανε, ευρήκαμε και άλλους και κάθε πρωί μας δίνανε στους πολίτες τους Τούρκους και εργαζόμαστε με ξύλο και με πείνα. Με πήραν και με πήγαιναν για το Μπουλαντάνι. Ξαναγκαστικώς ήρθε και ο αδερφός μου μαζί για να μη χωρίσουμε. Μέσα στον χειμώνα, στη βροχή, στον κατακλυσμό, προχωρούσαμε. Εφτάσαμε. Εκεί μας βάλαν σ’ έναν στάβλο μέσα και όπως ήμαστε γδυτοί, το πρωί μας βγάλαν για εργασία μέσα στα χιόνια. Επρήστηκε το κεφάλι μου, που από το πρήξιμο το πολύ δεν μπορούσα να το στερεώσω στον λαιμό μου. Ετυραννίστηκα περίπου έναν μήνα. Κατόπιν μας παίρνουν και μας φέρνουν πίσω στο Ναζλί, γιατί θα περνούσε Επιτροπή για να πάρει τους Έλληνες υπηκόους. Αφού κατεβήκαμε κάτω, μας παίρνουν οι Τούρκοι και μας πάνε στον ποταμό Μαίανδρο, δήθεν ότι θα κάναμε μπάνιο και θα πλέναμε τα ρούχα μας. Και τι ρούχα να πλύνομε, που δεν είχαμε τίποτα! Αλλά αυτά τα κάναν για να μη μας βρει η Επιτροπή και μας πάει στην Ελλάδα, επειδή είμαστε Έλληνες υπήκοοι. Γενάρης ήτανε∙ έβρεχε και χιόνιζε και μας είχαν στο ύπαιθρο. Για να αποφύγουμε λίγο τη βροχή, είχαμε ένα παλιοτσούβαλο στην πλάτη μας, το οποίο μας κάναν και το βγάλαμε και εκείνο για να το πλύνουμε στον ποταμό. Κατόπιν μας βάλαν και πλυθήκαμε κι εμείς. Από το πολύ το κρύο ήμαστε ένα κουβάρι και φωνάζαμε όλοι: «Θεέ μου, γλύτωσέ μας». Κατά τις οχτώ η ώρα το βράδυ ήρθε η διαταγή και μας πήγαν στον θάλαμο που μέναμε. Ο θάλαμος χωρίς πόρτα, χωρίς παράθυρα, χωρίς κεραμίδια, μόνο οι τοίχοι του βρίσκουνταν. Μας πιάνει μια «λυσαντερία». Οι καμπίνες ήταν με δύο ξύλα από πάνω και πατούσαν και κάναν προς νερού τους. Από την εξάντληση που είχε ο κόσμος, έπεφτε μέσα στις βρώμες και δεν έβγαινε έξω. Εκεί πεθάνανε πολλοί.

    Κατόπιν μας σηκώνουν και μας πάνε στο Αφιόνι (πρόκειται για το Αφιόν-Καραχισάρ). Από το Αφιόνι στο Ικόνιο, από το Ικόνιο στα Άντανα, από τα Άντανα εφύγαμε και περάσαμε όλοι στο Γκιαούρ Ντάγι. Η ονομασία αυτού του βουνού ήταν γιατί είχαν σφάξει όλους τους Αρμεναίους εκεί απάνω. Εφτάξαμε σε κάποιο χωριό που λεγόταν Ίντιλι [Ίντιλι (Ιντελί), χωριό ΝΔ της Φιλαδέλφειας). Ήμαστε τρία τάγματα. Μένει το ένα τάγμα εκεί, τα άλλα δύο προχωρούνε περίπου εκατό χιλιόμετρα και βρίσκουν κάποιο άλλο χωριό, το Σαζεγκιόζ, το οποίο είχε κάποιο φρούριο. Το χωριό κατοικούνταν από Άραβες, τα σπίτια τους ήταν μέσα στη γη. Είχαν υπόγειους δρόμους και βγαίναν μέσα στο φρούριο. Μόλις μας είδαν οι άνθρωποι, δεν ξέραν τι είδους είμαστε. Έτρεξαν όλοι και πήγαν πάνω στο φρούριο και ήταν έτοιμοι για πόλεμο, διότι δεν τα ’χαν καλά με τους Τούρκους. Αλλά κατόπιν τους κάλεσε ο αξιωματικός, ο οποίος μας πήγαινε, και τους είπε πως είμαστε αιχμάλωτοι και άλλα εναντίον μας. Τους είπε ακόμη ότι θα ανοίξουμε δρόμο για συγκοινωνία, διότι οι Αράπηδες δεν είχαν συγκοινωνία. Εργαζόντουσαν μόνον με καραβάνια. Πάντως, εναντίον μας δεν ήταν αυτοί οι άνθρωποι, γιατί δεν μας ήξεραν. Καμιά πεντακοσαριά μέτρα απόξω από το χωριό έμεινε το ένα τάγμα, το άλλο τάγμα επροχώρησε για το Χαλέπι. Πρωτού φτάσουν στο Χαλέπι, ήταν κάποιος ποταμός και εκεί ήταν τα σύνορα τα γαλλοτουρκικά. Έμεινε και το άλλο τάγμα εκεί και άρχιζαν και χάραζαν τον δρόμο. Εργαζόμασταν και τα τρία τάγματα. Εχαράζαμε τον δρόμο και ετοιμαζούμαστε να τον στρώσουμε με πέτρες.

    Αλλά στο αναμεταξύ αυτό λιποταχτούσαν πολλοί αιχμάλωτοι και περνούσαν τα σύνορα τα γαλλοτουρκικά και έφταναν στο Χαλέπι. Εκεί ήταν Έλληνες και τους προστάτευαν και τους στέλναν στην Ελλάδα. Αλλά όποιος έπεφτε επάνω στα γαλλικά φυλάκια και τον πιάναν οι Γάλλοι, αμέσως τον παράδωναν στους Τούρκους. Και η τυραννία που τους κάναν ήταν απερίγραπτο πράγμα. Αυτού που βρισκόμαστε είχαμε κάποιον γιατρό, λοχαγό, ο οποίος έσωσε πολύ κόσμο. Στο αναμεταξύ αυτό ήρθε διαταγή να φύγουν οι αξιωματικοί, να γίνει Ανταλλαγή. Φεύγοντας ο αξιωματικός, μας είπε: «Παιδιά, να μείνετε ξέγνοιαστοι και μόλις φτάσω στην Ελλάδα θα ειδοποιήσω την Επιτροπή και θα ’ρθει αμέσως να σας πάρει».

    Οι Τούρκοι, στο αναμεταξύ αυτό, έπιαναν έναν-έναν Έλληνα και τον ρωτούσαν πού μένει η οικογένειά του στην Ελλάδα, σε ποιο ακριβώς μέρος. Οι περισσότεροι δήλωναν σε διάφορα μέρη∙ άλλοι στην Κρήτη, στην Αθήνα. Εξακόσιοι από αυτούς δήλωσαν ότι δεν ξέρουν πού είναι η οικογένειά τους. Ο λοχαγός, στο αναμεταξύ αυτό, είχε ειδοποιήσει την Επιτροπή. Η Επιτροπή ειδοποιεί το τουρκικό κράτος και τους λέει τα τρία τάγματα που έχετε στη Συρία να τα κατεβάσετε στο πλησιέστερο λιμάνι. Μας συγκεντρώνουν αυτοί και τα τρία τάγματα, μας φωνάζουν τα ονόματά μας. Χωρίζουν τους εξακόσιους, οι οποίοι είπαν ότι δεν ξέρουν πού βρίσκονται οι οικογένειές τους, και τους λένε: «Τι θέλετε να πάτε στην Ελλάδα, εφ’ όσον δεν ξέρετε πού βρίσκονται οι οικογένειές σας; Να καθίσετε εδώ πέρα». Και εκίνησαν οι υπόλοιποι και φεύγανε, και τους εξακόσιους τους κράτησαν εκεί. Εκεί έπρεπε να ακούς τα κλάματα και τους δαρμούς, και από αυτούς που έφευγαν και από αυτούς που έμεναν. Εφτάσαμε σε κάποιο χωριό πλησίον της Μερσίνας, το οποίο λέγονταν Ταρσό. Εκεί αρχίσαμε και χαράζαμε άλλους δρόμους και επεριμέναμε την Επιτροπή με μεγάλη αγωνία. Εκαθίσαμε περίπου τρεις μήνες. Στο αναμεταξύ έφτασε η Επιτροπή.

    Mας κατεβάσαν στο λιμάνι, εφώναζαν τα ονόματά μας. Εμπήκαμε στο καράβι, μας δώσαν τροφές και αναχωρήσαμε προς την Ελλάδα. Μόλις φτάσαμε στα ελληνικά νερά ειδοποιήσαμε την Επιτροπή ότι εκράτησαν εκεί εξακόσιους νοματαίους. Μας πρόσβαλαν, γιατί δεν ειδοποιήσαμε εγκαίρως να γυρίσει το καράβι να πάρει και τους άλλους. Μας φέραν στον Πειραιά. Κατόπιν ήρθε διαταγή και μας πήγαν σε κάποιο νησάκι, στον Άη Γιώργη. Μας κάναν λίγες μέρες καραντίνα, κατόπιν μας βγάλαν στον Πειραιά και μας αμόλησαν μέσα στους δρόμους και δεν είχαμε προστασία από κανέναν. Εγυρίζαμε δεξιά κι αριστερά να βρούμε την τύχη μας. Έμαθα ότι η οικογένειά μου πήγαινε στην Πάτρα. Εμπήκαμε στο τραίνο από την Αθήνα, εφτάσαμε στην Πάτρα. Στον σταθμό μάς περίμεναν. Στην αρχή μείναμε σε κάποιο σπιτάκι στου Μαρούδα, στην Απάνω Χώρα. Ύστερα πήραμε αγροτικό κλήρο κι εγκατασταθήκαμε στην κοινότητα Αγίου Γεωργίου, στα προσφυγικά του Ρίου. ________

    Η Έξοδος, Τόμος Α’, Μαρτυρίες από τις επαρχίες των Δυτικών παραλίων της Μικρασίας, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1980 (εξαντλημένο). Πηγή: http://www.lifo.gr

  53. ΒΙΒΛΙΟ

    Ο Λιου Γιουρένεκ γράφει για την καταστροφή της Σμύρνης

    Στο βιβλίο του «Η μεγάλη φωτιά» μιλάει για έναν Αμερικανό που διέσωσε πολλές χιλιάδες πρόσφυγες στη Μικρασιατική καταστροφή

    -Έχετε δεσμούς με τους Έλληνες της Μικράς Ασίας; Τι σας έκανε να γράψετε αυτό το βιβλίο;

    -Δεν έχω προσωπική σχέση με τη Μικρά Ασία. Με άγγιξε η ιστορία του πάστορα Asa Jennings που προσέφερε σωτηρία σε τόσους έλληνες πρόσφυγες. Αναρωτιόμουν «ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος που κατάφερε τόσο πολλά κι όμως ο κόσμος δεν γνωρίζει καν την ύπαρξή του;» Ακολούθησα τα χνάρια και την ιστορία του και έμαθα πολλά περισσότερα – τόσο για την ίδια τη Μικρά Ασία και τη μαγική πόλη της Σμύρνης, όσο και για τη «γενοκτονία» που σκότωσε 3 εκατομμύρια Έλληνες και Αρμένιους.

    -Σίγουρα κάνατε εκτεταμένη έρευνα για τις ανάγκες του βιβλίου – μήπως η συγγραφή του αποδείχτηκε τελικά μια όμορφη περιπέτεια;

    -Μια μεγάλη περιπέτεια! Ανέβηκα στην κορυφή του Κοτσάτεπε, του βουνού απ’ όπου ο Μουσταφά Κεμάλ εξαπέλυσε την επίθεσή του προς τον ελληνικό στρατό. Περπάτησα πάνω κάτω την προκυμαία της Σμύρνης αμέτρητες φορές, κρατώντας χάρτες και φωτογραφίες ώστε να μπορώ να «αναπαραστήσω» στο μυαλό μου την τρομακτική σκηνή της φωτιάς και της σφαγής τον Σεπτέμβρη του 1922. Τον τρόμο διαδεχόταν η συγκίνηση, με τις καλύτερες στιγμές να διαδραματίζονται στη Λέσβο, σε ένα μικρό χωριουδάκι που λέγεται Σκάλα Λουτρών. Εκεί γνώρισα τους απογόνους των παλιών Σμυρνιών. Όλοι στο χωριό κατάγονται από πρόσφυγες της Σμύρνης. Διατηρούν μάλιστα ένα όμορφο μικρό μουσείο με αντικείμενα που έφεραν οι δικοί τους από τη Σμύρνη.

    -Πείτε μου για την Τουρκία. Θα πρέπει να ήταν επιφυλακτικοί να σας βοηθήσουν, ειδικά αφού η κυβέρνησή τους εξακολουθεί να αρνείται τη γενοκτονία των Αρμενίων;

    -Πολλοί άνθρωποι στην Τουρκία με βοήθησαν με τις έρευνές μου – ήταν κυρίως καθηγητές πανεπιστημίων, οπότε δεν αντιπροσώπευαν το σύνολο του τουρκικού λαού. Αυτό που νιώθω εγώ είναι πως οι Τούρκοι δεν γνωρίζουν την ιστορία τους, παρά μόνο όπως διαμορφώνεται μέσα από το ιδεολογικό πρίσμα της κυβέρνησής τους, που βλέπει τους Έλληνες και τους Αρμένιους ως ανατρεπτικούς και επικίνδυνους. Η άρνηση της γενοκτονίας είναι προϊόν της τουρκικής κυβέρνησης. Η άρνηση είναι μια προσβολή στο πρόσωπο όλων εκείνων που σκοτώθηκαν και μια διαστρέβλωση της ίδιας της Ιστορίας.

    -Σημειώνετε στο βιβλίο σας πως για εκείνη τη σφαγή τότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η λέξη «γενοκτονία». Ωστόσο, η ιστορία της Σμύρνης είναι από τις ξεχασμένες στο χρόνο. Γιατί;

    -Πράγματι, τη λέξη «γενοκτονία» επινόησε ένας Εβραίος λόγιος για να χαρακτηρίσει τι συνέβη στην Τουρκία. Το όνομά του ήταν Ραφαέλ Λέμκιν (Raphael Lemkin) και μελετούσε τις γενοκτονίες Αρμενίων και Ελλήνων, οι οποίες αποσκοπούσαν στην πραγματικότητα στη «θρησκευτική κάθαρση» της Ανατολίας. Τα γεγονότα στη Σμύρνη έχουν ξεχαστεί για δυο λόγους. Πρώτον, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, και ειδικότερα το Υπουργείο Εξωτερικών, την ήθελε «ξεχασμένη» μόλις από το 1920 γιατί αυτό βοηθούσε τα σχέδιά τους για ανάπτυξη εμπορικών και διπλωματικών σχέσεων με την Τουρκία. Μάλιστα υπήρξε και επίσημη προπαγανδιστική καμπάνια στις ΗΠΑ που σκοπό είχε να «υποβαθμίσει» τη φρίκη. Δεύτερον, η τουρκική κυβέρνηση προσπάθησε να καλλιεργήσει την αμφιβολία και την αμφισβήτηση γύρω από τα πραγματικά γεγονότα της εποχής, και μέχρι κάποιο σημείο το κατάφερε. Ελπίζω το βιβλίο μου –και η δουλειά πολλών άλλων πάνω στο συγκεκριμένο θέμα– να ρίξει φως και να σβήσει κάθε αμφιβολία για το αν αυτή η γενοκτονία πράγματι συντελέστηκε. Τα στοιχεία είναι αδιάσειστα και αδιάψευστα.

    -Οι Τούρκοι αφιέρωσαν χρόνο, ενέργεια, προσπάθεια και χρήμα προσπαθώντας να πείσουν τον υπόλοιπο κόσμο πως δεν ήταν εκείνοι οι «αυτουργοί». Έχετε σήμερα «δεύτερες σκέψεις» ως προς το ότι οι Τούρκοι έβαλαν σκόπιμα τη φωτιά που έκαψε τη Σμύρνη;

    -Καμία αμφιβολία. Υπάρχουν πάρα πολλοί αμερικανοί στρατιώτες που είδαν με τα μάτια τους τούρκους στρατιώτες να βάζουν τη φωτιά. Και δεν είχαν κανένα λόγο να πουν ψέματα για αυτά που είδαν. Υπάρχουν επίσης επίσημες καταθέσεις που πάρθηκαν στο Λονδίνο που επιβεβαιώνουν την αιτία της πυρκαγιάς. Αρχικά οι Τούρκοι είπαν πως οι Αρμένιοι έβαλαν τη φωτιά, αλλά όταν ζητήθηκε επίμονα από αξιωματικούς του αμερικανικού ναυτικού να παραδώσουν στοιχεία και αποδείξεις για αυτό που ισχυρίζονταν, οι τουρκικές αρχές δεν μπόρεσαν. Μεταγενέστερες μελέτες δείχνουν πως οι Τούρκοι ήθελαν να «εξαφανίσουν» τη Σμύρνη καθώς τη θεωρούσαν προπύργιο της Δύσης και του Χριστιανισμού.

    -Τι μας έμαθαν εκείνα τα γεγονότα και τι μας μαθαίνουν ακόμα;

    -Πρώτον, γενοκτονία είναι όταν μια ομάδα ανθρώπων θεωρεί μια άλλη ομάδα ανθρώπων «λιγότερο ανθρώπους». Αυτή η πεποίθηση τους παρέχει και συνειδησιακά την άδεια να τους σκοτώσουν. Αυτό συνέβη και στην Τουρκία, όπου τους χριστιανούς τους έβλεπαν ως «άπιστα σκυλιά» ή βόδια. Δεύτερο μάθημα, μεγάλες και ισχυρές χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία (εκείνη την εποχή) δεν είναι πρόθυμες να αποτρέψουν μια γενοκτονία, εάν τα εθνικά τους συμφέροντα δεν δείχνουν να κλονίζονται από μια τέτοια εξέλιξη. Αυτό είναι θλιβερό, αλλά αληθινό. Ασκήθηκε μεγάλη πίεση στον πρόεδρο Warren Harding να σταματήσει τις δολοφονίες των Ελλήνων στη Σμύρνη, αλλά εκείνος αρνήθηκε να στείλει αμερικανικά στρατεύματα να βοηθήσουν. Τρίτον, ένα πρόσωπο σαν τον Asa Jennings, ο οποίος έδρασε χωρίς επίσημες εντολές αλλά ορμώμενος από την ίδια την ψυχή του, μπορεί να κάνει τεράστια διαφορά στην Ιστορία. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σήμερα χάρη στον Asa Jennings και τη βοήθεια που «υποκίνησε» έχοντας στο πλευρό του τον έτερο φίλο-υποκινητή, τον αμερικανό υποδιοικητή Halsey Powell. 

    Η συνέντευξη δόθηκε στην Kate Tuttle για το «The Boston Globe». {Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση του Χρήστου Καψάλη}

    http://www.athensvoice.gr/politismos/books/o-lioy-gioyrenek-grafei-gia-tin-katastrofi

  54. […] 1) Ο εγκλωβισμός των χριστιανικών πληθυσμών οφείλεται στη στάση της ελληνικής μοναρχικής κυβέρνησης Γούναρη-Πρωτοπαπαδάκη που απαγόρευσε νομοθετικά την διαφυγή.  Ενώ είχαν αποφασίσει από νωρίς (χωρίς όμως να προλάβουν να υλοποιήσουν την απόφαση) την απαγγίστρωση από τη Μικρά Ασία και την παράδοσή της στους Κεμαλικούς, απαγόρευσαν νομοθετικά (2870/1922) από τον Ιούλιο του  ’22 στον ελληνικό πληθυσμό της Ιωνίας να αναχωρήσει. Και μετά την κατάρρευση του Μετώπου τον Αύγουστο του ΄22, ο Δημήτριος Γούναρης τηλεγραφεί στον Έλληνα αρμοστή Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη και του ζητά να μην επιτρέψει τους Έλληνες της Ιωνίας να φύγουν για την Ελλάδα και δημιουργηθεί έτσι «προσφυγικό πρόβλημα». Ουσιαστικά ο Γούναρης και η κυβέρνησή του παρέδωσαν τον ελληνισμό της Ιωνίας στα τουρκικά εθνικιστικά στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ  και με μια έννοια είναι συνυπεύθυνοι για τη σφαγή που επακολούθησε. 2) Η σωτηρία του ελληνικού πληθυσμού στη Σμύρνη και την υπόλοιπη Ιωνία από τη βέβαιη ολοκληρωτική σφαγή οφείλεται στη δράση του Αμερικανού πάστορα Asa Jennings, από το αμερικανικό YMCA. Ο  Jennings κατάφερε να πάρει την άδεια για αναχώρηση των πληθυσμών από τον Μουσταφά Κεμάλ, υποδυόμενος τον εκπρόσωπο της αμερικανικής κυβέρνησης. Δεν ήταν όμως εύκολο να πείσει την μοναρχική κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου (που είχε διαδεχτεί την κυβ. Γούναρη-Πρωτοπαδάκη) να στείλει με αμερικανική εγγύηση τα πλοία για να παραλάβουν τους εγκλωβισμένους. Μόνο με την τρίτη επικοινωνία και αφού απείλησε με δημόσιο διασυρμό την Ελλάδα, ο Τριανταφυλλάκος αποδέχτηκε το αίτημα του Jennings θέτοντας όμως τον όρο να πληρώσει η αμερικανική κυβέρνηση τα απαιτούμενα καύσιμα.  https://kars1918.wordpress.com/2013/09/23/who-burned-down-izmir/ […]
  55. Edward Hale Bierstadt : Η μεγάλη προδοσία

    Τις πρώτες τρεις ημέρες της κατοχής οι λεηλασίες, οι βιαιότητες και οι φόνοι συνεχίστηκαν. Ήταν μια σφαγή με όλες τις συνακόλουθές της φρικαλεότητες, αλλά Τούρκοι φρουροί είχαν τοποθετηθεί σε όλες τις εισόδους της αρμενικής συνοικίας για να εμποδίσουν όσο ήταν δυνατόν τους Ευρωπαίους να μάθουν τι συνέβαινε. Την πρώτη ημέρα οι πρόξενοι των διάφορων ∆υνάμεων τρόμαξαν και διαμαρτυρήθηκαν στον Τούρκο στρατιωτικό διοικητή Νουρεντίν, που τους διαβεβαίωσε ότι η τάξη επρόκειτο να αποκατασταθεί. Αυτή η υπόσχεση τηρήθηκε σε γενικές γραμμές μέχρι την πυρκαγιά, όσον αφορά την ευρωπαϊκή συνοικία, αλλά στο μεταξύ απερίγραπτες σκηνές εκτυλίσσονταν στον ελληνικό και στον αρμενικό τομέα. Είναι αξιοσημείωτο ότι, όταν προτάθηκε στο γενικό πρόξενο της Γαλλίας να συνοδεύσει τους άλλους πρόξενους για να διαμαρτυρηθούν στον Νουρεντίν, εκείνος αρνήθηκε και αντιπρότεινε να πάνε όλοι μαζί και να συγχαρούν τον κυβερνήτη για την τουρκική νίκη. Η πρότασή του απορρίφθηκε.

    Το Σάββατο το βράδυ σημειώθηκε η πρώτη καταστροφή αμερικανικής περιουσίας. Το σπίτι του δρα και της κυρίας Μπιρτζ, κοντά στο Αμερικανικό ∆ιεθνές Ινστιτούτο Αρρένων στον Παράδεισο, ένα προάστιο της Σμύρνης, λεηλατήθηκε άγρια αν και είχε αναρτημένη την αμερικανική σημαία. Πρέπει να σημειωθεί ότι όλο αυτό τον καιρό στο ένα μέρος της πόλης ήξεραν πολύ λίγο τα όσα συνέβαιναν στο άλλο. Στο όλο πανόραμα μπορούσες μόνο να δεις φευγαλέα τι συνέβαινε εδώ κι εκεί. Το Σάββατο, η Κυριακή, η ∆ευτέρα και η Τρίτη αφιερώθηκαν στη λεηλασία της ελληνικής και της αρμενικής συνοικίας, στη σφαγή των κατοίκων τους και στις εναντίον τους βιαιοπραγίες. Όσο ήταν δυνατόν όμως αυτά αποκρύπτονταν, γιατί ο Κεμάλ παρίστανε στον κόσμο τον ηγέτη του «νέου τουρκικού πολιτισμού» και ήταν ουσιώδες γι’ αυτόν να διατηρηθεί τούτη η αυταπάτη. Την Κυριακή, ο ίδιος ο Κεμάλ μπήκε στην πόλη επευφημούμενος σαν «γαζί», δηλαδή κατακτητής…

  56. Α.Β. on

    08 Nisan 2010, Perşembe

    EMRE AKÖZ

    Bir Kemalist’in itirafları: İzmir’i niçin yakıyorduk?

    Atatürk’ü en iyi anlatan kitaplardan biri, hiç kuşkusuz su katılmamış bir Kemalist olan gazeteci Falih Rıfkı Atay’ın ‘Çankaya’sıdır.
    Falih Rıfkı (1894-1971), zaman zaman Köşk sofrasında yer aldı. Atatürk’ü yakından gözlemledi. Onu genç kuşaklara anlatan birçok kitap ve makale yazdı.
    Beş yıl kadar önce ‘Çankaya’dan yapılmış çok çarpıcı bir alıntı okumuştum. Şaşırdım.
    Aradım, aradım: Yok!
    Meğer bendeki, ‘Çankaya’nın sansürlenmiş baskısıymış.
    Sahaflardan eski bir baskısını aldım. İki cilt. Bu kez sansürlenen bölümü buldum.
    İlk cildin sonuna doğru, Eylül 1922’deki İzmir yangınını Falih Rıfkı şöyle anlatıyor…
    («Aynen» aşağıya alıyorum. Ermeni tehcirine değindiği cümleye de dikkatinizi çekerim:
    ***

    «İzmir’i niçin yakıyorduk? Kordon konakları, oteller ve kazinolar kalırsa, azlıklardan kurtulamıyacağımızdan mı korkuyorduk. Birinci Dünya Harbinde Ermeniler tehcir olunduğu vakit, Anadolu şehir ve kasabalarının oturulabilir ne kadar mahalle ve semtleri varsa, yine bu korku ile yakmıştık. Bu kuru kuruya tahripçilik hissinden gelen bir şey değildir. Bunda bir aşağılık duygusunun da tesiri var. Bir Avrupa parçasına benzeyen her köşe, sanki hıristiyan veya yabancı olmak, mutlaka bizim olmamak kaderinde idi. Bir harb daha olsa da yenilmiş olsak, İzmir’i arsalar halinde bırakmış olmak, şehrin Türklüğünü korumaya kâfi mi gelecekti? Koyu bir mutaassıp, öfkelendirici bir demagog olarak tanımış olduğum Nureddin Paşa, ta Afyon’dan beri Yunan’lıların yakıp kül ettiği Türk kasabalarının enkazını ve ağlayıp çırpınan halkını görerek gelen subayların ve neferlerin affetmez hınç ve intikam hislerinden de şüphesiz kuvvet almakta idi.» (Çankaya, 1958 baskısı, Dünya Yayınları, s. 212-213)
    ***

    Yukarıdaki bölümü Falih Rıfkı, henüz İzmir yanarken sıcağı sıcağına yazıyor, daha sonra da Çankaya kitabında kullanıyor.
    Falih Rıfkı’nın anlatımından çıkan temel noktalar şunlar:
    İzmir’i, kente giren ilk birliklere kumanda eden «Sakallı» lakaplı Nureddin Paşa yakmıştır.
    Bu tercihte, çeşitli toplumsal kompleksler kadar, «aman azınlıklar ileride hak iddia etmesin» kaygısı da vardır.
    Benzeri bir yakma faaliyeti 1915 tehcirinde Ermeni malları için de uygulanmıştır.
    (Not: Soykırım mı, bilemem ama «etnik temizlik» olduğuna eminim.)
    ***

    Ben olaya şöyle bakıyorum:
    Nureddin Paşa’nın adamlarının ellerinde gaz tenekeleriyle oradan oraya koşuşturduğunu biliyoruz ama… Farz edelim ki İzmir’i, Rumlar (veya Ermeniler) tutuşturmuş olsun…
    Şu kesin gerçek değişmez:
    İzmir yangınını söndürmedik!
    Kentin harap olmasına izin verdik…
    O İzmir ki 1922’de en ileri, en modern, en Batılılaşmış kentlerimizden biriydi. Hatta belki de birinciydi.
    Ancak yanmasına izin verildi.
    Peki yangını kim çıkardı?
    Şöyle söyleyeyim: Yüzde 90 biliyoruz ama oran yüzde 100 olmadığı için, arada kalan yüzde 10’luk cücükten hareket eden sansürcülerle uğraşmak zorunda kalıyoruz.
    İzmir yangınını kimin söndürmediğini ise yüzde 100 biliyoruz.
    Peki, bir soru daha: Bütün bunlar olurken «Büyük Kurtarıcı» neredeydi?
    Artık ona da ben değil, liberalizmden ulusalcılığa savrulan arkadaşlar cevap versin.

    http://www.sabah.com.tr/yazarlar/akoz/2010/04/08/bir_kemalistin_itiraflari_izmiri_nicin_yakiyorduk

  57. «Ἀφοῦ τούς πῆραν ὅ,τι εἶχαν, τούς ἀνάγκασαν μέ κοντακιές καί χτυπήματα, ν΄ ἀλλάξουν δρόμο κατά τόν Ἅι Κωνσταντῖνο. Σάν προχώρησαν λίγο, σκόνταψαν σ΄ ἕνα μπουλούκι τούρκικο πού ἔσερνε κοπέλες κι ἄντρες. Ὕστερα κι ἄλλοι Τοῦρκοι κι ἄλλοι, πού σπρώχνουν πρός τό μέρος τους γυναικόπαιδα… Σπρῶξε ἀπ΄ ἐδῶ, σπρῶξε ἀπ΄ ἐκεῖ, καρφώθηκαν στή μέση οἱ χριστιανοί. Τώρα χτυπᾶνε ἀπό παντοῦ. Σάν εἶδε μιά γυναίκα νά σκοτώνουν μπροστά της τήν γκαστρωμένη κόρη της, ἅρπαξε τό χέρι τοῦ Τούρκου. Θεριό ἔγινε ἐκεῖνος. Δίνει μιά στή γυναίκα καί τήν ξαπλώνει κάτω. Αὐτό λές κι ἦταν τό σύνθημα. Ἀμέσως ἀρχίζει ἡ σφαγή. Ἡ Ἰφιάνασσα[21] κι οἱ δικοί της βρίσκονται πιό ἄκρη, κοντά στό δρόμο. Μές στό μακελειό, τά κλάματα, τά ξεφωνητά, ξέφυγαν ἀπ τούς Τούρκους. Τρέχοντας σάν παλαβοί φτάσανε στό Κιαί[22]. Ἐκεῖ ἔσμιξαν μέ τόν κόσμο. Ὅλοι σπρώχνουν καί σπρώχνονται γιά τήν ἀποβάθρα, ὅπου εἶναι ἀραγμένα τά πλοῖα. Ἀπ΄ τήν ἐξάντληση καί τό συνωστισμό, κάθε τόσο κι ἀφήνουν ὅλοι ἀπό κανένα μπόγο. Ὅλα τά πολύτιμα καί τ΄ ἀκριβά τῆς Μικρασίας ἦταν σκορπισμένα στήν παραλία τῆς Σμύρνης. Κανείς γιά τίποτα δέ νιάζεται. Μονάχα, πῶς νά φτάσουν στά καράβια. «Παναγιά μου, βοήθησε νά σωθοῦμε, καί ζητιάνοι ἄς γυρίζουμε σ΄ ὅλη μας τή ζωή». «Χριστέ μου, δῶσε νά φτάσουμε στήν Ἑλλάδα, κι ὅρκο δίνω, σέ μοναστήρι νά κλειστῶ». «Ἄι Λεφτέρη μου, λευτέρωσέ μας, καί τάμα κάνω, ξυπόλητη νἄρχομαι στήν ἐκκλησιά σου, νά σοῦ ἀνάβω τό καντήλι.»

    Ἀκόμη λίγο καί κοντεύουν.

    Στά πλάγια ἡ θάλασσα λερωμένη, καί τά πτώματα τουμπανιασμένα χτυπολογιοῦνται ἀναμεταξύ τους. Ἀλίμονο, ἄν παραπατήσει κανείς. Δέ θά σηκωθεῖ. Ἀλίμονο ἄν πέσει κανείς στή θάλασσα. Ἐκεῖ θά μείνει.»[1]

    Ἐξ ἴσου διαφωτιστική εἶναι καί ἡ μαρτυρία μιᾶς ἀκόμη προσφυγοπούλας, τῆς Φιλιῶς Χαϊδεμένου ἀπό τά Βουρλά τῆς Μικρᾶς Ἀσίας[2]. Ἡ μόνη διαφορά ἀπό τίς προηγούμενες εἶναι, ὅτι ἡ ἀείμνηστη Χαϊδεμένου καί ἡ οἰκογένειά της βρέθηκαν στίς Κλαζομενές, λιμάνι εὑρισκόμενο εἴκοσι χιλιόμετρα δυτικά τῆς Σμύρνης, ἀπό ὅπου μέ χίλιους κινδύνους ἐπιβιβάσθηκαν σέ πλοῖο γιά τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα:

    «Ὅλοι ἤμασταν βρόμικοι καί τά ροῦχα μας εἶχαν κουρελιαστεῖ, ἀλλά ἐμεῖς οἱ κοπέλες πασαλείβαμε τό πρόσωπό μας μέ λάσπη καί βάζαμε ὅ,τι κουρέλια βρίσκαμε στήν πλάτη μας, γιά νά δείχνουμε καμποῦρες καί ἄσχημες, γιά νά γλιτώσουμε τό βιασμό.

    Ἦταν τόσος πολύς ὁ κόσμος τῶν ἐξαθλιωμένων ἀνθρώπων, πού οἱ στρατιῶτες, πού ὑποτίθεται πώς μᾶς συνόδευαν, μᾶς ἔχασαν, κι ἐμεῖς τρέξαμε μέ ὄση δύναμη μᾶς εἶχε ἀπομείνει τά πέντε χιλιόμετρα πού μᾶς ἔμεναν μέχρι τή Σκάλα, τό Λεμάν τεμπεσί. Ἐκεῖ βρίσκονταν ἑλληνικά φορτηγά πλοῖα πού τά εἶχαν ἐπιτάξει Ἀμερικανοί καί μερικά ἀμερικανικά. Οἱ Κλαζομενές ἤ Λοιμοκαθαρτήριο, ὅπως λεγόταν ἐπίσης ἤ περιοχή, ἦταν χερσόνησος. Ἐκεῖ ἀρχίσαμε νά μπαίνουμε σέ ὅ,τι πλοῖο βρίσκαμε μπροστά μας, στοιβαγμένοι ὁ ἕνας πάνω στόν ἄλλο. Τά πτώματα στή θάλασσα ἔφθαναν μέχρι τό ὕψος τοῦ μόλου. Πατούσαμε πάνω σέ ἀνθρώπινες σάρκες καί κόκαλα πού εἶχε παρασύρει τό ρεῦμα τοῦ νεροῦ. Δύο μέρες καί δύο νύκτες μείναμε ὄρθιοι στήν παραλία περιμένοντας νά μποῦμε σέ κάποιο πλοῖο. Χιλιάδες κόσμος, ἀπελπισμένος καί ἐξαθλιωμένος, μέ μάτια ἄδεια ἀπ΄ τά ὅσα εἴχαμε δεῖ καί τήν ψυχή ματωμένη ἀπ΄ τόν πόνο τῆς ἀπώλειας τῶν ἀγαπημένων μας. Κάρα ἄδειαζαν πεθαμένους δίπλα μας, ὅπου ἔβρισκαν. Τό βράδυ, ὅταν οἱ Τοῦρκοι ἄρχιζαν νά βιάζουν καί νά κακοποιοῦν ὅποια γυναίκα ἔβρισκαν, οἱ Ἀμερικανοί ἄναψαν τούς προβολεῖς τῶν πλοίων καί τούς ἔριξαν πάνω μας, γιά νά σταματήσουν κάπως τό κακό. Φωνές ἀκούγονταν: «Τά γυναικόπαιδα νά μπαρκάρουν πρῶτα!» – θαρρεῖς καί ὑπῆρχε καί κανένας ἄνδρας ἀνάμεσά μας…

    Κάποτε ἔφτασε κι ἡ δική μου σειρά νά μπῶ στό πλοῖο. Οἱ Ἀμερικανοί μᾶς ἔγνεφαν: «Ἔλα… ἔλα…» δείχνοντάς μας μέ νοήματα νά περάσουν οἱ ὄμορφες πρῶτα! Τήν ὥρα πού κάνω νά περάσω τό συρματόσχοινο πού εἶχαν στήσει οἱ Τοῦρκοι καί νά μπῶ ἀπ΄ τή μεριά πού εἶχαν συρματόσχοινο οἱ Ἀμερικανοί, κάποιος Τοῦρκος μέ τραβάει πίσω. Βάζω ὅλη μου τή δύναμη καί τόν σπρώχνω νά περάσω. Ἐκεῖνος μοῦ δίνει μιά μέ τό ὅπλο του στόν ὦμο – ἀκόμα μέ πονάει! –, ἀλλά ἐγώ ἔχω ἤδη πιάσει τό χέρι ἑνός Ἀμερικανοῦ, πού μέ τραβάει πρός τό μέρος του. Μέ σπρώχνει σέ μιά βάρκα καί ἀρχίζω νά σκέφτομαι ὅτι μπορεῖ καί νά γλιτώσω τελικά. Ἡ βάρκα ξεκινάει πρός τό καράβι πού θά μᾶς ἀνεβάσουν κι ἐγώ κάνω τό σταυρό μου. Τήν ὥρα πού ἀνέβαινα τή σκάλα γιά νά ἐπιβιβαστῶ στό πλοῖο, ρίχνω μιά ματιά πίσω μου, στά Βουρλά, τήν πατρίδα μου. Τήν εἰκόνα πού εἶδα τήν κουβαλάω μέσα μου μέχρι σήμερα καί θά τήν κουβαλάω μέχρι νά πεθάνω. Καπνοί, φωτιές, ρημαγμένο τοπίο, σκηνές Κόλασης καῖνε τά μάτια μου, καί τ΄ ἀφτιά μου βουΐζουν ἀπ΄ τίς σπαρακτικές κραυγές πού γεμίζουν τό δειλινό. Οἱ ἀκτίνες τοῦ ἥλιου πού δύει πέφτουν πάνω σ΄ αὐτό τόν κρανίου τόπο, πού μέχρι τότε ἦταν ἡ ἀγαπημένη καί ὄμορφη γῆ μου. Τόση ἀγάπη, τόσα γέλια, τόση εὐτυχία πού ἔζησα μέχρι τότε στά ἀγαπημένα μου Βουρλά χάθηκαν γιά πάντα. Δέ θά ξαναδῶ τόν τόπο μου, ἀλλά δέ θά τόν ξεχάσω ποτέ.[3]»

    ———————

    [1] Ἰφιγένεια Χρυσοχόου, Πυρπολημένη γῆ, ἐκδ. Γκόνη, Ἀθῆναι 1973, σ. 261-2.
    [2] 1899-2007.
    [3] Φιλιώ Χαϊδεμένου, Τρεῖς αἰῶνες, μιά ζωή, Γιαγιά Φιλιώ ἡ Μικρασιάτισσα, ἐκδ. Ἐκδοτικός Ὀργανισμός Λιβάνη, Ἀθήνα 2005, σ. 136-138.

  58. «Μία ἀπό τίς πιό ἔξυπνες διαδόσεις πού ἔθεσαν ποτέ σέ κυκλοφορία οἱ Τοῦρκοι προπαγανδιστές εἶναι ἐκείνη, σύμφωνα μέ τήν ὁποία οἱ χριστιανοί πού σφάχτηκαν ἦταν τόσο κακοί ὅσο καί οἱ ἐκτελεστές τους, ὅτι δηλαδή τό λάθος ἦταν πενήντα – πενήντα, μισό – μισό. Ἡ θεωρία αὐτή εἶναι ἰδιαίτερα ἑλκυστική στήν ἀγγλοσαξονική αἴσθηση περί δικαίου, ἀπαλλάσσει τούς πρωταγωνιστές ἀπό κάθε περαιτέρω ἐνόχληση ἤ εὐθύνη καί καθησυχάζει τίς συνειδήσεις. Πρέπει ὅμως νά εἶναι κανείς πολύ ἐπιπόλαιος γιά νά δεχθεῖ μιά τέτοια θεωρία, τή στιγμή μάλιστα πού δέν χρειάζεται παρά λίγη σκέψη γιά νά ἀποδείξει πόσο λανθασμένη εἶναι. Πρῶτα – πρῶτα, ἀκόμα κι ἄν ἤθελαν, οἱ χριστιανοί πού βρισκόντουσαν κάτω ἀπό τήν τουρκική κυριαρχία δέν εἶχαν ποτέ τήν εὐκαιρία νά κάνουν σφαγές. Ἄν στή μακρά ἱστορία τῶν σφαγῶν πού πότισαν τήν αὐτοκρατορία μέ αἷμα, σκοτώθηκαν καί μερικοί Τοῦρκοι, τότε ὁ μαθηματικός ὑπολογισμός ὄχι μόνο δέν εἶναι πενήντα πρός πενήντα, ἀλλά οὔτε κἄν ἕνας πρός δέκα χιλιάδες. Ἐπίσης, παρ΄ ὅλα τά ἐλαττώματα τῶν χριστιανῶν σέ ὅλον τόν κόσμο, σέ γενικές γραμμές ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ἔχει ἐπιφέρει βελτιώσεις. Σέ ὅλες τίς πρώην ὀθωμανικές ἐπαρχίες πού πέτυχαν νά ἀποτινάξουν τόν τουρκικό ζυγό – Οὐγγαρία, Βουλγαρία, Σερβία, Ἑλλάδα – ὑπάρχουν ἐλάχιστα, ἴσως καθόλου, περιστατικά σφαγῶν Τούρκων ἀπό χριστιανούς.

    Σέ ὅλο τό διάστημα πού συνέβαιναν οἱ τρομακτικές σφαγές, ἐνῷ ἡ Σμύρνη καιγόταν καί πρόσφυγες τραυματισμένοι καί κατεστραμμένοι ξεχύνονταν σέ κάθε λιμάνι τῆς Ἑλλάδας, ἡ συμπεριφορά τῶν Ἑλλήνων ἀπέναντι στίς χιλιάδες τῶν Τούρκων πού κατοικοῦν στή χώρα ἔγραψε ἕνα ἀπό τά ὡραιότερα καί πιό θαυμαστά κεφάλαια τῆς ἱστορίας της. Δέν ὑπῆρξαν ἀντεκδικήσεις. Οἱ Τοῦρκοι πού κατοικοῦν στήν Ἑλλάδα δέν πειράχτηκαν καθόλου καί καμία θύελλα μίσους ἤ ἀντεκδίκησης δέν ξέσπασε στά κεφάλια τους. Αὐτή ἦταν μιά μεγάλη, ὄμορφη νίκη πού, μέ τόν τρόπο της, φτάνει στό ἐπίπεδο τοῦ Μαραθώνα καί τῆς Σαλαμίνας.

    Ἀναρωτιέται κανείς ἄν ἄλλος χριστιανικός λαός θά μποροῦσε νά φερθεῖ καλύτερα. Πραγματικά, ἡ ὅλη συμπεριφορά τῆς Ἑλλάδας, τόσο κατά τή διάρκεια τῶν διωγμῶν τῶν χριστιανῶν στήν Τουρκία ὅσο καί ἀργότερα, ἦταν ἀξιοθαύμαστη. Τό γεγονός αὐτό μαρτυρεῖ καί ἡ μεταχείριση τῶν Τούρκων αἰχμαλώτων πολέμου, ἀλλά καί οἱ ἑλληνικές προσπάθειες γιά τήν περίθαλψη τῶν χιλιάδων προσφύγων, Ἑλλήνων καί μή, πού κατέφυγαν στό ἔδαφός της. Ξέρω τί λέω γιατί βρισκόμουν στήν Ἑλλάδα καί τά εἶδα μέ τά μάτια μου. Δέν νομίζω ὅτι κανείς θά τολμοῦσε νά ἀμφισβητήσει τά γεγονότα αὐτά.

    Ἄν οἱ Ἕλληνες, μετά τίς σφαγές τοῦ Πόντου καί τῆς Σμύρνης, εἶχαν σφάξει ὅλους τούς Τούρκους πού ζοῦσαν στήν Ἑλλάδα, τότε ἴσως ὁ ὑπολογισμός νά ἔφτανε τούς πενήντα πρός πενήντα.»[1]

    Ὁ τότε πρεσβευτής τῶν ΗΠΑ Henry Morgenthau γράφει κατά τό τέλος τοῦ βιβλίου του, ἀφοῦ πρῶτα ἔχει περιγράψει ἀρκετές λεπτομέρειες ἀπό τά τραγικά αὐτά γεγονότα:

    «Μοναδικός σκοπός γιά τόν ὁποῖο ἐπιμένω σ΄ αὐτά τά φρικιαστικά γεγονότα εἶναι ὅτι χωρίς αὐτές τίς λεπτομέρειες τό ἀγγλόφωνο ἀναγνωστικό κοινό δέν θά μποροῦσε νά σχηματίσει ἀκριβή ἰδέα γιά τό ἔθνος πού ἀποκαλοῦμε Τούρκους. Ἔχω παραλείψει τίς πιό φρικτές λεπτομέρειες γιατί μία πλήρης ἐξιστόρηση τῶν σαδιστικῶν ὀργίων, θύματα τῶν ὁποίων ὑπῆρξαν οἱ Ἀρμένιοι, ἄντρες καί γυναῖκες, δέν θά ἦταν δυνατό νά δημοσιευθεῖ στήν Ἀμερική. Ἐγκλήματα πού μόνο τό πιό διεστραμμένο ἔνστικτο μπορεῖ νά φανταστεῖ, μέθοδοι βασανισμοῦ, πού μόνο ἡ πιό μοχθηρή φαντασία μπορεῖ νά συλλάβει, ἔπλητταν καθημερινά αὐτόν τό ἄτυχο λαό. Εἶμαι πεπεισμένος ὅτι ἡ παγκόσμια ἱστορία δέν ἔχει νά ἐπιδείξει πιό φρικτό ἐπεισόδιο. […] Οἱ Ἀρμένιοι δέν ἦταν ὁ μόνος λαός πού ἐπλήγη ἀπό τό δόγμα: «Ἡ Τουρκία στούς Τούρκους». Τά ὅσα διηγήθηκα θά μποροῦσαν νά εἰπωθοῦν, μέ μερικές τροποποιήσεις καί γιά τούς Ἕλληνες καί γιά τούς Σύρους. Στήν πραγματικότητα οἱ Ἕλληνες ὑπῆρξαν τά πρῶτα θύματα τοῦ σχεδίου τουρκοποίησης.»[2]

    ———–

    [1] George Horton, Ἡ μάστιγα τῆς Ἀσίας, μετάφραση καί σχόλια Β. Γ. Σολομωνίδου, ἐκδ. Βιβλιοπωλεῖον τῆς «Ἑστίας», 5η ἔκδοση, Ἀθήνα 2002, σ. 233-4.

    [2] Henry Morgenthau, Τά μυστικά τοῦ Βοσπόρου, Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος – Ἐκστρατεία Καλλίπολης – Διωγμοί Ἑλλήνων – Γενοκτονία Ἀρμενίων, μετάφρ. Ἰ. Κασεσιάν, ἐκδ. Τροχαλία, Ἀθήνα ἄ.ἔ. σ. 236-238.

  59. Akόμα έως και σήμερα υπάρχει διαφωνία για την ευθύνη ή μη του Μουσταφά Κεμάλ για τη σφαγή και την πυρπόληση της Σμύρνης.

    Ας δούμε τι απάντησε ο Lou Ureneck στη σχετική ερώτηση: ?

    -Turks have spent a fair amount of time, energy, effort and money trying to convince the world that they weren’t the perpetrators of the fire that burned Smyrna. Is there any doubt in your mind that they started the fire intentionally?

    -No doubt. There are too many American eye-witnesses to Turkish soldiers setting the fire. These were witnesses who had no reason to lie about what they saw. There was also sworn testimony taken in London that established the cause of the fire. At first, the Turks claimed the Armenians started the fire, but when pressed by U.S. naval officers in the city to produce the evidence, the Turkish authorities were unable to supply it. Subsequent scholarship points to a desire to eliminate Smyrna as a western and Christian outpost as the reason the Turkish army burned Smyrna.

    http://www.pappaspost.com/the-word-genocide-first-coined-by-a-jewish-scholar-to-describe-what-transpired-in-turkey-ten-questions-with-author-lou-ureneck/

  60. Η Σμύρνη υπήρξε ένα από τα κύρια κέντρα του νεοελληνικού διαφωτισμού.

    Απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι τα περισσότερα από τα μισά των αντιτύπων της Χάρτας του Ρήγα, «πρώτον εκδοθείσα παρά του Ρήγα Βελεστινλή Θετταλού, χάριν των Ελλήνων και φιλελλήνων», στάλθηκαν και πωλήθηκαν στη Σμύρνη.

    Η Χάρτα κυκλοφόρησε το 1797 σε 1.220 αντίτυπα, εκ των οποίων εκτιμάται ότι 624 στάλθηκαν στη Σμύρνη, 300 στο Βουκουρέστι και 296 στη Βιέννη, ενώ η τιμή της είχε οριστεί στα 36 γρόσια, όσο δηλαδή κόστιζε ένα καλό βιβλίο της εποχής……

  61. http://www.taraf.com.tr/yazarlar/izmir-hatirliyor-izmirin-kurtulus-ve-ganimet-bayrami-2/

    Η Σμύρνη θυμάται: Γιορτή απελευθέρωσης και λεηλασίας

    Κάθε 9η Σεπτεμβρίου εορτάζεται η «απελευθέρωση της Σμύρνης». Το να γιορτάζεται η επέτειος της πυρπόλησης και της καταστροφής μια πόλης, είναι κάτι που ταιριάζει μόνο σε μυαλά που έχουν «τυφλωθεί» από την ιστορία του «κεμαλικού εκσυγχρονισμού».

    Στην πραγματικότητα, η 9η Σεπτεμβρίου 1922 είναι η μέρα που εκπληρώθηκε ο στόχος που είχε αναθέσει η οργάνωση «Ένωσις και Πρόοδος» στον Τζελάλ Μπαγιάρ, μετέπειτα τρίτο Πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, «να απαλλάξει την οικονομία και να την πάρει από τα χέρια των Χριστιανών και να εκτουρκίσει την Σμύρνη των απίστων». Εκείνοι που αρέσκονται να παρουσιάζουν την είσοδο των λυτρωτών εφίππων στρατιωτών στη Σμύρνη και να μιλούν για «την πυρπόληση της Σμύρνης από τους Έλληνες και από τους Αρμενίους», αποφεύγουν να μιλήσουν για τη λεηλασία της Σμύρνης.

    Τα μυστικά πρακτικά (*) της «Ιδρυτικής βουλής», που άνοιξαν «με εθνική άνεση» γιατί είναι γραμμένα στην παλιά γλώσσα και γραφή, αποδεικνύουν ότι οι Νεότουρκοι εκπλήρωσαν αυτόν το στόχο τους στις 9 Σεπτεμβρίου 1922, που απελευθέρωσαν τη Σμύρνη.

    Αυτά που συνέβαιναν στη Σμύρνη ζητείται να συζητηθούν στη Βουλή, στις 11 Σεπτεμβρίου, όμως δεν γίνεται δεκτή η συζήτησή τους. Μόνον στις 25 Νοεμβρίου, ημέρα Παρασκευή, 2,5 μήνες μετά την «απελευθέρωση», αναγιγνώσκεται μια επιστολή που ήλθε από τη Σμύρνη, η οποία αναφέρεται «στη διαφθορά και τις παρανομίες που γίνονται στο ζήτημα της διαχείρισης της κινητής περιουσίας και των αντικειμένων που εγκαταλείφθηκαν στις απελευθερωμένες περιοχές», και στη συνέχεια αναγιγνώσκεται ένα τηλεγράφημα που αναφέρεται στις «απελευθερωθείσες περιοχές».

    Το τηλεγράφημα αναφέρει ότι «τα αντικείμενα που έχει σφραγίσει η κυβέρνηση ή εκείνα που έχει πάρει από διάφορους, χάνονται στην κυριολεξία». Και συνεχίζει: «Τα αντικείμενα που αποτελούν προϊόν λεηλασίας, οι έμποροι λεηλατημένων δίνουν τρεις, πέντε, εκατό λίρες στον πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Εγκαταλειφθέντων Αντικειμένων (Emvali Metruke Komisyonu) και τα βγάζουν ελεύθερα από τους χώρους όπου φυλάσσονται».

    Τα χρηματοκιβώτια που ανατινάχτηκαν

    Ο βουλευτής Ερζερούμ, Σαλίχ Εφέντη, που πήρε πρώτος το λόγο, τα είπε όλα με μια φράση: « Όλα λεηλατήθηκαν, το ζήτημα τελείωσε».

    Σε εκείνους που ζητούν να συζητηθεί το θέμα σε μυστική σύνοδο της βουλής, ο βουλευτής Κιουτάχειας Μπεσίμ Αταλάι λέει: «Σύντροφοι, ολόκληρη η χώρα, από τον Πόντο μέχρι τη Μεσόγειο έχει λεηλατηθεί. Αυτό πρέπει να το συζητήσουμε ανοικτά. Να τα μάθει ο κόσμος. Δεν θα ήταν σωστό να κρύβουμε τις κλεψιές, όπως έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση».

    Συνεχίζοντας την αγόρευσή του είπε: «Να πάτε να δείτε ποιοι κατοικούν σε εκείνα τα λεηλατημένα σπίτια. Να δείτε σε ποιους φίλους τα έδωσαν και παρέδωσαν αυτά τα σπίτια. Να δείτε πώς κάποιοι έσπασαν τις σφραγίδες και πήραν τα αντικείμενα, υποτίθεται για να καλυφθούν ανάγκες του στρατού. Από εκεί πολλά αντικείμενα έχουν κλαπεί, σύντροφοι».

    Ο υπουργός Οικονομικών, Χασάν Φεχμί, βουλευτής Αργυρούπολης, σε μια μακρά ομιλία, αφού είπε ότι «δεν πρέπει να στενοχωριέστε για τα αντικείμενα που εκλάπησαν», κατέληξε: «Κύριοι, η Σμύρνη κάηκε… Όμως δεν έχουν βρεθεί όλα τα χρηματοκιβώτια που έμειναν κάτω από τις στάχτες και τα ερείπια των σπιτιών. Τα άλλα χρηματοκιβώτια έχουν μπει σε αποθήκες. Κάποια, όμως, από αυτά που έμειναν κάτω από τα ερείπια τα βρίσκουν οι έφεδροι στρατιώτες, τα ανατινάζουν για να τα ανοίξουν και παίρνουν ό,τι υπάρχει μέσα».

    Παρεμβαίνοντας ο βουλευτής Ερζερούμ Σαλίχ Εφέντη, ερωτά: «Και ποιος έκλεψε τόσα χρήματα κύριε;»

    Κατηγορίες για το στρατό
    Στη συνέχεια ακολουθεί η κριτική από τον Ιμπραήμ μπέη, βουλευτή Μάρντιν: «Κύριε, ακούμε ότι στη λεηλασία της Σμύρνης συμμετείχαν αξιωματικοί και ανώτατοι διοικητές. Αυτό έγινε όντως; Ο διοικητής της Πρώτης Στρατιάς πήρε όλα τα λεφτά και τα αντικείμενα και αρκετά από αυτά τα διαμοίρασε. Είναι αλήθεια; Εκείνα τα λεφτά πόσα ήταν; Επίσης, αρκετοί βουλευτές μας μπήκαν σε επιπλωμένα σπίτια και μένουν ακόμα σ’ αυτά. Είναι αλήθεια;»

    Για χρόνια επικρατεί η άποψη ότι «στρατός-πολίτες-διανοούμενοι λύτρωσαν και απελευθέρωσαν τη χώρα». Ναι κύριοι, υπάρχει λύτρωση, όμως αυτή πιο πολύ σχέση έχει με τις «τσέπες» κάποιων.

    Ο υπουργός Οικονομίας προσπαθεί να κατευνάσει τα πνεύματα: «Όπως ξέρετε, όταν ο στρατός μας έκανε προέλαση από το Ουσάκ στη Φιλαδέλφεια (Alaşehir), στείλαμε τρεις Επιτροπές Πολεμικών Λαφύρων. Οι επιτροπές αυτές άρχισαν να καταγράφουν τα λάφυρα. Όμως τα λάφυρα ήταν τόσο πολλά, που το μόνο που μπόρεσαν να κάνουν ήταν να τα καταγράψουν… Δεν έγινε τίποτα για την προστασία τους. Επίσης, υπήρχαν πολλά λάφυρα που δεν καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων. Αυτά όλα χάθηκαν».

    Ώστε έτσι λοιπόν, όλοι οι Χριστιανοί της Σμύρνης, ακόμα και τα παιδιά που ήταν στις κούνιες, είναι «προδότες», «εχθροί», και η περιουσία τους είναι «λάφυρο» και μάλιστα «χαλάλ» (καθαγιασμένο)! Τι νοοτροπία είναι αυτή; Λες και έγινε εκστρατεία για να καταληφθεί η Σμύρνη!

    Όμως δεν ήταν έτσι. Οι Χριστιανοί κάτοικοι της Σμύρνης, ήταν ισότιμοι πολίτες με τους μουσουλμάνους. Η λεηλασία και η κλοπή των περιουσιών αυτών των ανθρώπων και ο διωγμός τους από τα σπίτια τους, δεν μπορεί να λέγεται «απελευθέρωση» της πόλης.

    Διαβάστε την ανακοίνωση της Διοίκησης Έκτακτης Ανάγκης της εποχής:
    «Οι Έλληνες και οι Αρμένιοι που είναι σε θέση να κρατήσουν όπλο […] Από 18 μέχρι 45 χρονών, θα κρατηθούν αιχμάλωτοι στα στρατόπεδα. Όλοι οι άλλοι, καθώς και οι ελληνικές και αρμενικές οικογένειες που ήλθαν στη Σμύρνη από την ενδοχώρα, έχουν διορία να εγκαταλείψουν την Τουρκία μέχρι τις 30 Ιουλίου 1922.»

    Η περιουσία των Χριστιανών ως λάφυρο είναι καθαγιασμένη;
    Η κλοπή με βάση το δίκαιο είναι αδίκημα, ενώ με βάση την πίστη είναι χαράμ (αμαρτία). Όποιος κι αν είναι αυτός από τον οποίο κλέβουμε την περιουσία του, ο κλέφτης είναι κλέφτης και διαπράττει αμαρτία. Μάλιστα, «επειδή η συγχώρηση είναι πιο δύσκολη, η ευθύνη να παραβιάσεις τα δικαιώματα ενός μη μουσουλμάνου είναι ακόμα μεγαλύτερη». (**)

    Τον τελευταίο λόγο είχε ο Ρεσάτ μπέη, βουλευτής Μούγλων: «Τα όσα έγιναν στη Σμύρνη, οι κλοπές, δεν είναι κάτι κρυφό. Οι κλοπές και η διαφθορά είναι στο προσκήνιο. Είναι τόσα τα γεγονότα της κλοπής και της διαφθοράς, που δεν μπορώ να τα απαριθμήσω. Πλούτος που θα μπορούσε να τροφοδοτεί τον κρατικό προϋπολογισμό, διασπαθίζεται. Και ο κύριος υπουργός Οικονομικών έχει ένα σπίτι που του έχει δοθεί εκεί στη Σμύρνη. Το σπίτι αυτό το είχε αρπάξει με τη βία από τους ιδιοκτήτες του ο Σεραφετίν μπέη, υπασπιστής του στρατηγού Καζίμ Καραμπεκίρ. Συμμορίες στρατιωτικών που δρουν στη Σμύρνη και είναι υπό τις διαταγές του Αρχηγού του Στρατού, δεν υπακούν σε κανέναν…»

    Η άποψη που έχουν οι «συντηρητικοί ισλαμιστές» με τους «εκσυγχρονιστές κεμαλιστές» για την 9η Σεπτεμβρίου 1922, είναι ίδια. Με μια διαφορά. Οι μεν μιλούν για «Πόλεμο Θρησκευτικής Λύτρωσης» και οι δε για «Απελευθερωτικό Πόλεμο».

    Και οι δυο, όμως, δεν βλέπουν τη λεηλασία και τις κλοπές, μιλούν μόνο για «ιερομάρτυρες» που έπεσαν στον πόλεμο.

    Όμως όσο δεν βλέπουμε και δεν μιλάμε για τις λεηλασίες που κάναμε όταν απελευθερώναμε και ιδρύαμε αυτή τη χώρα, όσο δεν λέμε ότι «αυτό δεν πρέπει να ξαναγίνει ποτέ», δεν θα έλθει και δεν θα επικρατήσει ποτέ σ’ αυτά τα χώματα η δικαιοσύνη και η αλήθεια.

    (*) TBMM Gizli Oturum Tutanakları 11.9.1922; 29 Kasım 1922; 25 Kasım 1922; 7 Aralık 1922
    (**) https://sites.google.com/ diyanetin213soruyaverdiğicevaplar-2, cevap no 166

  62. http://www.taraf.com.tr/yazarlar/izmir-hatirliyor-izmirin-kurtulus-ve-ganimet-bayrami-2/

    Talât Ulusoy: İzmir hatırlıyor: İzmir’in kurtuluş ve ganimet bayramı

    by as
    09/09/2015
    Her 9 Eylül’de “İzmir’in Kurtuluşu” kutlanır. Bir şehrin yanıp kül oluşunun yıldönümlerini kutlamak, ancak “inkılâp tarihi” ile körleştirilmiş akıllara yakışır. Aslında 9 Eylül 1922, İttihat Terakki’nin, ileride üçüncü cumhurbaşkanı olacak Celâl Bayar’a verdiği “ekonomiyi Hıristiyanların elinden kurtarmak, Gâvur İzmir’i Türkleştirmek” hedefine ulaştığı gündür. İzmir’e “kurtarıcı süvariler”in girişini göstermeyi, bir de “Rumlar ve Ermeniler yaktı” demeyi sevenler, İzmir’in “yağma” edilmesinden söz etmezler. Eski yazı ve eski dilde olduğu için “milli gönül rahatlığı” ile açılan “kurucu meclis”in gizli oturum tutanakları(*), İttihatçıların bu hedefe 9 Eylül 1922’de İzmir’i kurtararak ulaştıklarını belgeler.

    İzmir’de olanlar, daha yangın başlamadan, 11 Eylül günü Meclis gündemine gelir, ama geçiştirilir. Nihayet “Kurtuluş”un üstünden iki buçuk ay geçtikten sonra, 25 Kasım Cumartesi günlü Meclis oturumunda İzmir’den gelen, “Kurtarılmış yerlerdeki terkedilmiş mallar üzerinde yapılan yolsuzluk” hakkında bir mektup ve ardından “kurtarılmış yerlerin durumu” hakkında bir telgraf okunur ve kendiliğinden bir tartışma gelişir.

    “Hükümetin mühür altına aldığı veya elinden alarak topladığı mallar tümüyle boşa gitmektedir” diye başlar ve devam eder: “Yağma edilen mallar için yağmacılar üçer, beşer yüz lira vererek Emvali Metruke (Terkedilmiş Mallar) Komisyonu başkan ve komisyon üyeleriyle uzlaşıp ellerindeki malları serbest olarak çıkarmakta…” diye şikâyetler yer alır telgrafta.

    PATLATILAN PARA KASALARI
    İlk söz alanlardan Salih Efendi (Erzurum milletvekili) tek cümlede özetler İzmir’in hâlini:

    –Her şey yağma edilmiş, mesele bitmiştir.

    Bu görüşmeleri gizli oturumda yapalım diyenlere Besim Atalay (Kütahya) cevap verir:

    –Arkadaşlar, bugün Karadeniz’den Akdeniz’e kadar bütün memleket soyulmuştur… Bunu açık görüşmeli. Halka duyurmalıyız. Eski hükümetin yaptığı gibi hırsızlığı biz de saklarsak doğru olmaz” der ve devamında:

    –Gidin, görün, bugün evlerde kimler oturuyor?.. Nasıl yârân ve ahbaplara peşkeş çekildi gidin, görün!.. Mühür altında bırakılan malların bir kısmı da sorumsuz ellerle, güya bugün askeriyenin ihtiyacı var diyerek mühürleri kırıldı. Oradan birçok mallar alındı, aşırıldı arkadaşlar…” diye “soygun”u ihbar eder.

    Maliye Bakanı Hasan Fehmi (Gümüşhane) uzun konuşmasının sonlarında “çalınanlar için üzülmeyin” dercesine sözler eder:

    –Efendim, İzmir yandı… Yangın yerlerinde gömülü olan servet, hâlâ enkaz altından çıkarılan kasaların sonu gelmemiştir… Diğer kasalar tamamıyla ambarlara kaldırılmıştır. Fakat yangında arsa haline gelen yerlerde tahrip müfrezeleri tarafından atılmış (patlatılmış) kasalar mevcuttur.

    –Efendim, bu kadar parayı kim çaldı?

    Salih Efendi’nin (Erzurum) bu sorusu şamar gibidir.

    ORDUYA KUMPAS GİBİ
    Bir şamar da İbrahim Bey (Mardin) indirir:

    –Efendim, işitiyoruz ki, İzmir’in yağmasına bir çok subay, ordu kumandanları katılmıştır. Bu olmuş mudur? Sonra Birinci Ordu Kumandanı bütün nakit para ve eşyayı almış, birçoklarını da dağıtmıştır. Bu doğru mudur? O paralar ne miktardadır? Sonra birçok mebus arkadaşlarımız mobilyasıyla beraber evlere girmiş ve şimdiye kadar o evleri kullanıyorlar, bu da doğru mudur?

    Yıllardır millete anlatılan “Asker- sivil aydın zümre memleketi kurtardı” hikâyesinde gerçekten bir “kurtuluş” vardır ama, bu daha çok “cep”ler ile ilgili gibidir.

    Maliye Bakanı ortalığı yatıştırmak ister:

    –Bildiğiniz gibi ordu Uşak’tan Alaşehir’e doğru ilerlerken biz, üç tane Ganimet-i Harbiye Komisyonu gönderdik. Bunlar, üç kol üzerinden ganimeti yazmaya başladılar. Fakat ganimet o kadar çoktu ki, bu yalnız tespit ve yazma ile kaldı… Yani işlem başlamıştır, ele geçenler kaydediliyor; fakat arada bir harekât sırasında hiçbir tutanak yapılmamış, haber veya bilgi alınmamış ganimetler kalırsa kalabilir.

    Bütün İzmir Hıristiyanları, kundaktaki bebekler bile “hain”dir, “düşman”dır ve dahi malları “ganimet”tir ve “helâl”dir, öyle mi?! Bu nasıl bir anlayış? Sanki “Ege Seferi”ne çıkılmış, sanki İzmir “fethedilmiş”!

    İzmirli Hıristiyanlar Müslümanlar ile eşit haklı yurttaştır. Bu yurttaşların tümünü hem “soymak”, hem de yurtlarından kovmak “kurtuluş” olarak nitelendirilemez. Gün aşırı yayınlanan sıkıyönetim bildirisine bakın, her şey apaçık: “Rum ve Ermenilerin eli silah tutanlarının… On sekiz yaşından kırk beş yaşına kadar olanlar esir garnizonlarında bulundurulacaktır. 18-45 Yaşının dışında kalan gerek İzmirli ve gerekse memleket içlerinden gelmiş olan Rum ve Ermeni ailelerinin Türkiye haricine gitmeleri hakkındaki izin 30 Eylül 1922 akşamına kadar geçerlidir.”(**)

    HIRİSTİYAN’IN MALI HELÂL Mİ
    Hırsızlık hukuken suçtur, dinen haramdır. Soyulanın inancı ne olursa olsun, soyan suçludur, günahkârdır. Hattâ “Helalleşmek daha zor olacağı için, gayr-ı müslimin hakkına tecavüzün sorumluluğu daha da önemlidir.”(***)

    Son söz Reşat Bey’in (Saruhan) olsun: [İzmir’de yapılan] “Hırsızlık gizli değildir, yolsuzluklar meydandadır. Bunlar açıklayamayacağım derecede çoktur… Yolsuzluklar olağanüstüdür. Senelerce bütçemize konulabilecek yüksek miktarda parayı sağlamaya yetecek millet malı heder oluyor… Maliye Bakanı Beyefendiye orada tahsis edilmiş bir ev vardı. Bu ev Kâzım Paşa Hazretlerinin yaverleri Şerafettin Bey tarafından zorla işgal edilmiştir.. Başkumandanlık emrinde silahlı kıyafetle bulunan çeteler hiç bir şey dinlemiyorlar… ”

    “İslâmcı- muhafazakâr” ile “laikçi-modern”in 9 Eylül 1922’ye bakışı aynı “inkılâp tarihi” gözlüğüyledir. Tek farkla: “Kurtuluş Savaşı”, diğeri “İstiklâl Harbi” şaşılığıyla bakar. İkisi de yağmayı, soymayı görmez, “şehit” edebiyatı yapar. Kurtuluş ve kuruluşunda olan “yağmacılık” görülmediği ve “bir daha asla!” denilmediği sürece, hak ve adalet bu topraklara zor gelir, zor barınır.

    (*) TBMM Gizli Oturum Tutanakları 11.9.1922; 29 Kasım 1922; 25 Kasım 1922; 7 Aralık 1922

    (**) 19 Eylül 22 tarihli Ahenk Gazetesi.

    (***) https://sites.google.com/ diyanetin213soruyaverdiğicevaplar-2, cevap no 166

    Kaynak: taraf.com.tr

  63. Αλέξης Αλεξίου [από Σμύρνη – Αθήνα] «Ένα μεσημέρι έγινε μεγάλη φασαρία και κακό, μαθεύτηκε ότι οι Τούρκοι βάλαν φωτιά στη συνοικία της Αρμενίας. Είχα ένα προαίσθημα. Μια κατάθλιψη μου βάραινε την ψυχή και δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Δεν αργήσαμε να δούμε τους πρώτους καπνούς της φωτιάς. Δεν θυμούμαι αν την ίδια μέρα ή έπειτα από μερικές μέρες ο κόσμος άρχισε να φεύγει από τη Σμύρνη, γιατί η φωτιά όλο μεγάλωνε. Από κει φύγαμε∙ πήγαμε και μείναμε στο σπίτι της αδελφής της νενές μου που ήταν στην Πούντα, γιατί εκείνη ήταν παντρεμένη με έναν Ιταλό και βέβαια η οικογένειά της, σαν ιταλική που ήταν, ήταν εξασφαλισμένη. Δε θυμούμαι ούτε τους λόγους, ούτε την αιτία που ύστερα από λίγες μέρες μας πήρε ο πατέρας μου όλους, εκτός από τον παππού και τη νενέ, και ξεκινήσαμε προς την παραλία της Πούντας, όπου ήταν διάφορα κέντρα. Προχωρήσαμε ακόμη πιο πολύ∙ περάσαμε το νεκροταφείο της Σμύρνης και το γήπεδο του αθλητικού ομίλου Πανιωνίου Σμύρνης. Από κει και πέρα άρχισε να μαζεύεται χιλιάδες κόσμος σε μια πορεία στο δρόμο που ήταν κοντά στην παραλία, με κατεύθυνση προς το Μπαργιακλί. Από το δρόμο προς τη θάλασσα ήταν διάφορα παραλιακά κέντρα. Σε ένα από αυτά είδα κάτι, που όσο ζω δεν θα το ξεχάσω∙ θα έχω τη φοβερή εικόνα, που αντίκρισα μπροστά μου. Λίγο αριστερά από το δρόμο κι έξω από ένα κέντρο είδα ένα πτώμα ανάσκελα, αποκεφαλισμένο, ντυμένο μόνο μ’ ένα πουκάμισο και μαύρο πανταλόνι∙ το κεφάλι, λίγο πιο πέρα από το σώμα, το τσιμπολογούσαν οι κότες που βόσκαν αδέσποτες. Μια άλλη κότα ήταν ανεβασμένη στο στήθος του πτώματος και τσιμπολογούσε τον κομμένο λαιμό. Σε κάτι τραπέζια, που ήταν πάρα κάτω, ήταν πεταμένα δύο ή τρία πτώματα. Όλος αυτός ο κόσμος, ο χιλιάδες κόσμος, προχωρούσε προς το Κορδελιό, γιατί διαδίδονταν πως στο Κορδελιό αράζουν διάφορα βαποράκια και σώνουν τον κόσμο. Κατά το απογευματάκι φτιάξαμε στο Μπαργιακλί που κι αυτό είχε εκκενωθεί από τους κατοίκους του. Οι δρόμοι και η πλατεία του χωριού με τα πλατάνια ήταν γεμάτα από κόσμο, που κάθισε να ξαποστάσει. Ο πατέρας μου βρήκε ένα ωραίο άδειο σπίτι και πήγαμε εκεί μαζί με άλλους να περάσουμε τη νύχτα. Αφού μας άφησε, βγήκε όξω να ζητιανέψει τρόφιμα∙ θυμούμαι που μας έφερε σατσόπιτες που του δώσαν άλλοι χριστιανοί. Φαίνεται πως κάπου βρήκαν λίγο αλεύρι, κάναν όπως-όπως λίγο ζυμάρι και το ψήσαν πάνω σε λαμαρίνα με κουκουνάρες που πέφταν από τα πεύκα. Νερά είχε τρεχούμενα. Όταν έπεσε η νύχτα, ήθελα να πάω κάπου, πριν να κοιμηθούμε. «ΣΚΟΥΝΤΟΥΦΛΗΣΑ ΣΕ ΚΑΤΙ ΜΑΛΑΚΟ· ΜΠΑΖΩ ΤΙΣ ΦΩΝΕΣ. Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ ΑΝΑΨΕ ΚΙ ΑΛΛΟ ΣΠΙΡΤΟ ΚΑΙ ΠΡΟΧΩΡΟΥΣΕ ΠΡΟΣ ΕΜΕΝΑ. ΣΤΟ ΤΡΕΜΑΜΕΝΟ ΦΩΣ ΕΙΔΑΜΕ ΜΕ ΦΡΙΚΗ ΟΤΙ ΕΙΧΑ ΣΚΟΥΝΤΟΥΦΛΗΣΕΙ Σ’ ΕΝΑ ΚΟΜΜΕΝΟ ΧΕΡΙ ΚΑΙ ΛΙΓΟ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΕΙΔΑ ΦΕΥΓΑΛΕΑ ΕΝΑ ΠΤΩΜΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ. ΕΙΧΕ ΓΙΝΕΙ ΜΕΣΑ ΕΚΕΙ ΜΑΚΕΛΕΙΟ».Όλα γύρω πίσσα, σκοτάδι, μέσα κι όξω. Ανάβαμε σπίρτα κι ο πατέρας μου έψαχνε να βρει το αποχωρητήριο∙ στο ίδιο πάτωμα που μέναμε δεν υπήρχε∙ βρήκαμε μια σκάλα. Ανάβει κι άλλο σπίρτο στο σκοτάδι, βρήκε το αποχωρητήριο και με φώναξε να πάω. Ξεκινώ να πάω εγώ εκεί που έβλεπα τη φλόγα του σπίρτου. Το σπίρτο έσβησε, αλλά συγχρόνως σκουντούφλησα σε κάτι μαλακό∙ μπάζω τις φωνές. Ο πατέρας μου άναψε κι άλλο σπίρτο και προχωρούσε προς εμένα. Στο τρεμάμενο φως του σπίρτου είδαμε με φρίκη ότι είχα σκουντουφλήσει σ’ ένα κομμένο χέρι και λίγο πάρα κάτω είδα φευγαλέα ένα πτώμα γυναικείο. Είχε γίνει μέσα εκεί μακελειό. Ο πατέρας μου είπε να μην πω τίποτα απ’ αυτά που είδαμε στη μητέρα. Όταν έφεξε η μέρα, άρχισε ο κόσμος να φεύγει από το Μπαργιακλί με κατεύθυνση προς το Κορδελιό κι έτσι τους ακολουθούσαμε κι εμείς∙ όπως πηγαίναμε όμως, στ’ αριστερά του παραλιακού δρόμου, είδαμε να έρχεται από το Κορδελιό προς τη Σμύρνη τούρκικη καβαλαρία, οπλισμένη με σπαθιά. Κρατούσαν ακόμη στο δεξί τους χέρι ένα ακόντιο μ’ ένα σημαιάκι στην κορφή. Στήριζαν το ακόντιο στον αναβατήρα. Πιο πίσω ακολουθούσαν Τσέτες. Τότε μας βρήκαν τα χειρότερα∙ οι Τσέτες πέσαν απάνω στον κόσμο και κάναν όλων των ειδών τα εγκλήματα. Χτυπούσαν τους άντρες και τους ζητούσαν παράδες, και μαλαματικά από τις γυναίκες. Αρπούσαν όποια κοπέλα τους σφαντούσε (σφαντώ=κάνω εντύπωση, φαντάζω) και την ντρόπιαζαν∙ φόβος και τρόμος μας έπιασε όλους. Οι καβαλαραίοι μόνο που μας τρόμαξαν, αλλά οι Τσέτες κάναν τα εγκλήματα. Ωστόσο, όπως πηγαίναμε, ένας από τους καβαλαραίους ξέκοψε από τη σειρά του, στάθηκε μπροστά στη μητέρα μου και της είπε σε καθαρά ελληνικά: «τσερά, δώσε μου τα δαχτυλίδια σου». Ο πατέρας κρατούσε αγκαλιά την αδερφή μου κι ένα μπόγο∙ ό,τι άρπαξε φεύγοντας από το σπίτι. Η μητέρα μου από το ένα χέρι κρατούσε τον αδερφό μου, ενώ στο δεξί της χέρι βαστούσε ένα μπόγο στηρίζοντάς τον στην πλάτη της, κι εγώ ένα μπόγο∙ πήγαινα κοντά στη μητέρα μου για να μη χαθούμε. Έτσι σφάνταζαν τα δαχτυλίδια της μητέρας. Σταθήκαμε και η μητέρα προσπαθούσε να βγάλει τα δαχτυλίδια. Από την ταραχή της όμως και το φόβο της δεν μπορούσε να βγάλει τα δαχτυλίδια. Τότε ο Τούρκος καβαλάρης, επειδή έχασε τη σειρά της, βιαζόταν κι ετοιμάστηκε να κόψει το δάχτυλο της μητέρας με την κάμα του. Ο πατέρας τότε σάλιωσε το δάχτυλο της κι έτσι έβγαλε τα δαχτυλίδια και τα δώσε στον εξαγριωμένο Τούρκο. Ήταν ο κόσμος θάλασσα, χιλιάδες κόσμος, που έκλαιε και βογκούσε. Προχωρούσαμε όπου προχωρούσαν όλοι, προς το Κορδελιό∙ από κει θα σωθούμε. Αλίμονο σ’ εμάς! Η ελπίδα να σωθούμε από κει, από τη θάλασσα του Κορδελιού, χάθηκε. -Θεέ μου, λυπήσου μας, έλεγε η μητέρα κι έκλαιγε. Ο κόσμος τα ’χασε πια, απελπίστηκε τελείως. Άλλοι κλαίγαν, άλλοι χτυπιούνταν και μοιρολογούσαν κι άλλοι σέρναν τα πόδια τους και σώπαιναν. Ο βόγγος, ο θρήνος έγιναν ένα δυνατό βουητό. Σε μια στιγμή δεν πιστεύαμε τα μάτια μας∙ γυναίκες πολλές, μια σειρά ατελείωτη από το μπουλούκι που ερχόνταν από το Κορδελιό, σπρώχνοντας η μία την άλλη και σκύφτοντας, τραβούσαν κατά τους ψηλούς βράχους, εκεί στα Πετρωτά. Ώσπου να καλοκαταλάβεις, πηδούσαν και χάνονταν μέσα στη θάλασσα. Πολλές κρατούσαν αγκαλιά και τα μωράκια τους. Πλάι τους, πάνω από τα κεφάλια τους, ήταν οι Τσέτες, έτοιμοι να τις ντροπιάσουν, και ήθελαν να γλυτώσουν από τα χέρια τους, να πέσουν όσο πιο γρήγορα γινόταν στο γκρεμό, να χαθούνε». Πηγή: http://www.lifo.gr

    —————————————————————————

    Παναγιώτης Μαρσέλος [από Σμύρνη – Αθήνα]

    «Κάποια στιγμή έσπασε η ζώνη και άφησαν τον κόσμο να βγει προς τα όξω. Μετά από δυο-τρεις ημέρες ήρθε μια διαταγή να κατεβούν στην παραλία για να φύγουνε. Διώξαμε τον πατέρα μας, τη μητέρα μας, την αδελφή μας για την παραλία και μείναμε εκεί τα δύο αδέλφια. Μετά από μια ώρα φύγαμε κι εμείς και πήγαμε προς την παραλία. Φτάνοντας στην Πούντα μας πιάσαν Τούρκοι πολίτες και μας κλείσαν μέσα σε κάτι φυλακές. Κατά τις δέκα η ώρα το βράδυ μας βγάλαν και μας πήγαν στο εστιατόριο. Η σφαγή συνέχιζε∙ γδύναν, παίρναν ρούχα, παπούτσια. Αφήναν τον κόσμο, που δεν εσκότωναν, γδυτό. Το πρωί συγκεντρωθήκαμε πέντε χιλιάδες αιχμάλωτοι.

    Περνούσαμε από τους τουρκομαχαλάδες. Περάσαμε και από την Οβριακή. Οι Οβραίοι μας αποδοκίμαζαν χειρότερα από τους Τούρκους. Φτάξαμε στον Άγιο Κωνσταντίνο, στα Χιώτικα, όπου άρχισε η μεγάλη σφαγή. Μέσα στις πέντε χιλιάδες ήταν και πενήντα παπάδες. Πρώτα πρώτα άρχισαν να σφάζουν τους παπάδες. Φτάσαμε στον Κουκλουτζά από κάτω, στο δημόσιο δρόμο. Πιάνει ένας Τούρκος έναν παπά∙ ο παπάς, βλέποντας το θάνατο του, κατορθώνει και παίρνει το μαχαίρι του Τούρκου και τον βάζει κάτω για να τον σφάξει. Τρέξαν τότε οι Τούρκοι αξιωματικοί και γλύτωσαν τον Τούρκο. Φέραν τον παπά πάλι μαζί μας. Δεν πρόλαβε να πάει πέντε βήματα και τον σκοτώσαν. Εκεί, στην ίδια τοποθεσία, έγινε μεγάλη πανωλεθρία. Ξαναγκάστηκε ο αδελφός μου και μού λέει: “Θα πέσω κάτω να με σκοτώσουν, γιατί δεν πρόκειται να ζήσουμε”. Του λέω να κάνει υπομονή, και αν είναι το τυχερό μας, θα μας σκοτώσουνε. Η σφαγή δε σταματάει.

    Προχωρούμε για το Μπουρνάρμπασι, όπου φθάσαμε το βράδυ και μας βάλανε σε συρματοπλέγματα. Άρχισαν και παίρναν πέντε πέντε και πηγαίναν και τους σφάζανε. Είχα μαζί μου ένα ψωμί και μέσα είχα μερικά λεπτά. Ήρθε κάποιος και έκοψε το ψωμί και βρήκε τα λεπτά και άρχισε και χτύπαγε τον κόσμο να μαρτυρήσουν ποιανού ήταν το ψωμί. Κανείς δεν μίλησε και δεν μπόρεσε να ανακαλύψει τίνος ήταν το ψωμί. Αφού ο Τούρκος δεν έβρισκε αυτόν που είχε το ψωμί, ήθελε να βρει κανένα ζευγάρι παπούτσια. Έψαξε στα πόδια μου, γιατί ήμουν κοντά στο ψωμί, βλέπει τα παπούτσια μου που τα είχα κόψει, γιατί με στένευαν και με αρχινάει με το ξίφος στους ώμους. Η σφαγή εξακολουθούσε μέχρι το πρωί. Το πρωί φύγαμε από το Μπουρνάρμπασι. Άρχισαν και γδύναν όλους και τον αδελφό μου. Φτάνοντας ανάμεσα Μπουρνόβα και Μαγνησιά ήταν μια βρύση. Είχαμε τρεις μέρες να πιούμε νερό. Σταματούμε στη βρύση και διατάζουν τον κόσμο να πάει να πιει νερό.

    Μόλις πήγε ο κόσμος στη βρύση να πιει λίγο νερό, έβαλαν οι Τούρκοι το πολυβόλο και άρχισαν και σκότωναν γραμμή. Εγώ βλέποντας αυτό, κατεβαίνω στο ποτάμι και πάω σε μια γούβα που είχε νερό μέσα, αλλά κι ένα ελληνικό πτώμα που από την πολυκαιρία είχε πρηστεί και είχε σπάσει. Ωστόσο δεν άντεχα τη δίψα∙ ήπια και γέμισα ένα καπέλο και το πήγα στον αδελφό μου. Ήπιε κι εκείνος και τα λίπη από το σπασμένο πτώμα κολλούσαν στα χείλη μας! Μετά κινήσαμε για τη Μαγνησιά. Εφτάξαμε το βράδυ και παραμείναμε εκεί. Έναν-έναν μας γδύσαν, όπως μας γέννησε η μάνα μας, και ψάχναν όλα τα μέρη των ρούχων, μήπως βρουν χρήματα. Το πρωί μπήκαμε μέσα στη Μαγνησιά.

    ΗΡΘΑΝ ΝΑ ΜΕ ΠΙΑΣΟΥΝ, ΝΑ ΜΕ ΣΦΑΞΟΥΝ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΟΥ ΒΓΑΛΟΥΝ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ. ΕΓΩ ΤΟΥΣ ΕΛΕΓΑ: «ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΜΕ ΣΦΑΞΕΤΕ; ΑΦΗΣΤΕ ΝΑ ΒΓΑΛΩ ΕΓΩ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΣΑΣ ΤΑ ΔΩΣΩ». ΞΑΝΑΓΚΑΖΟΜΟΥΝ ΚΑΙ ΕΠΑΙΡΝΑ ΜΟΝΟΣ ΜΟΥ ΠΕΤΡΑ ΚΑΙ ΕΒΑΡΑΓΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΤΑ ΒΓΑΛΩ.

    Εμαζεύτηκαν όλοι οι Τούρκοι με σίδερα στα χέρια, με σπαθιά, και στάθηκαν από τη μια κι από την άλλη άκρια του δρόμου που θα περνούσαμε και ανεβοκατέβαζαν τα σίδερα και τα σπαθιά και όποιος πρόφταινε κι έσκυβε είχε καλώς, όποιος δεν πρόφταινε τον σκότωναν. Ύστερα μας βάλαν στις αποθήκες κάποιου εργοστασίου. Οι αποθήκες αυτές ήταν από ασβέστη. Όπως επατούσαμε μέσα, σηκωνόταν η σκόνη του ασβέστη και με την αναπνοή μας απορροφούσαμε τη σκόνη του. Είχαν κάνει εγκαύματα τα χείλη μας και το στόμα μας. Δεν άκουγες τίποτε άλλο παρά μόνο τη φράση: “Θεέ μου, νερό!”.

    […] Τώρα από τις πέντε χιλιάδες μείναν μόνο πεντακόσιοι. Μας δίνουν από εκατό δράμια μπομπότα και ετοιμαζόμαστε να προχωρήσουμε για το Αϊδίνι. Εδιψάγαμε πάρα πολύ. Εκεί που στεκούμαστε, έρχεται ένας Τούρκος και αρχινάει να με γδύνει. Μου τα πήρε όλα και με αφήνει με ένα σωβρακάκι, το οποίο ζήτησε να μου το πάρει κι εκείνο, αλλά τον είπα: “Δεν είναι ντροπή να με γδύσεις τελείως και να περνάω να με βλέπουν οι γυναίκες σας και τα κορίτσια σας;”. Εκείνος μου είπε: “Περίμενε να σου φέρω ένα παλιό να μου δώσεις αυτό”. Εγώ έπιασα και το έσκισα σε μερικές μεριές και το εγλύτωσα, αυτό κι ένα ζωνάρι, που το έβγαλα και το επρόσφερα σ’ ένα Τούρκο για να μου δώσει λίγο νερό. Ο Τούρκος πήρε το ζωνάρι και μου λέει: “Άνοιξε το χέρι σου”. Ανοίγω το χέρι μου με τις δύο φούχτες να μου ρίξει νερό, και μου λέει: “Όχι και τις δύο φούχτες, μόνο τη μία!”. Μου έριξε λίγο νερό και αφού ήπια τον λέω: “Δεν μου βάνεις λίγο να δώσω και στον αδερφό μου;”. Και μου λέει: “Άνοιξε τη φούχτα σου”. Μου έριξε λίγο∙ άρχισα και φώναζα τον αδερφό μου: “Τρέχα να πιεις νερό”. Ώσπου να έρθει κοντά μου, το νερό είχε φύγει από την παλάμη μου και, για να δροσιστεί, έγλυφε το χέρι μου. […] Στο στόμα μου εφόραγα χρυσά δόντια. Οι Τούρκοι, όταν δεν εύρισκαν τίποτε άλλο, για να πάρουν, ζητούσαν να βγάζουν τα δόντια των αιχμαλώτων. Ήρθαν να με πιάσουν, να με σφάξουν, για να μου βγάλουν τα δόντια. Εγώ τους έλεγα: “Γιατί να με σφάξετε; Αφήστε να βγάλω εγώ τα δόντια μου και να σας τα δώσω”. Ξαναγκαζόμουν και έπαιρνα μόνος μου πέτρα και εβάραγα μέσα στο στόμα, για να τα βγάλω. Αλλά εστάθη αδύνατο. Εφτάξαμε στο Ντεμίσι. Εκεί μας βγάλαν τη νύχτα να μας ποτίσουν. Εχώρισαν εμένα από τον αδερφό μου και έναν Οντεμίση και μας βγάλαν μια κατηγορία ότι επήγαμε στο χωριό, ερίξαμε χειροβομβίδες και εκάναμε ζημιές. Μας χώρισαν από τους άλλους αιχμαλώτους.

    Έβαλαν χωριστή φρουρά και μας φυλούσε. Έρχεται τη νύχτα ένας τσαούσης μ’ ένα σπαθί στα χέρια και μας λέει: “Εσείς οι δυο είσαστε αδέρφια, να σκοτώσω τον ένα, και να πάει ο άλλος στο σπίτι του, εάν γλυτώσει στο δρόμο”. Εσηκώθηκε ο αδερφός μου και του λέει: “Σφάξε εμένα”. Όταν είδε ο τσαούσης αυτό, λέει στον αδερφό μου: “Κάθισε χάμω”. Και λέει εμένα: “Σήκω απάνω, εσύ βρε!”. Εσηκώθηκα απάνω, ασφαλώς περιμένοντας τον θάνατό μου, αλλά μου λέει: “Δάγκασε το αυτί του Οντεμισλή, να του το κόψεις με τα δόντια σου”. Τι να έκανα εγώ; Εξαναγκάστηκα και του δάγκωσα λίγο το αυτί και τον έσπρωχνα με το γόνατό μου ώστε να φωνάζει. Αλλ’ αυτός δεν μιλούσε καθόλου και ο τσαούσης το κατάλαβε. Σηκώνει τότε το σπαθί και μου λέει: “Κερατά γκιαούρη, με κοροϊδεύεις”. Αλλά προτού κατεβάσει το σπαθί, ξαναγκάστηκα να δαγκώσω δυνατότερα το αυτί του και, από τους πολλούς τους πόνους, ο άνθρωπος εφώναζε από τη γη ως τον ουρανό. Μας άφησε και έφυγε ο τσαούσης. Μετά από δέκα λεπτά ήρθανε και σφάξανε τον Οδεμισλή!». Πηγή: http://www.lifo.gr

    http://www.lifo.gr/articles/archaeology_articles/123856

  64. […] της Μικράς Ασίας. Η οικογένεια κατάφερε να γλυτώσει τη σφαγή του Σεπτέμβρη του ’22 και να εγκατασταθεί σε περιοχές του […]
  65. Σχετικά με τους Έλληνες της Σμύρνης ο Αμερικανός Πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, Henry Morgenthau, στο βιβλίο του «I was sent to Athens» κεφάλαιο 5 «The Storm Breaks at Smyrna» αναφέρει:

    «H καταστροφή της Σμύρνης του 1922 […] Ήταν η αιτία της μεγάλης εξόδου όλων των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, αλλά έγινε τόσο πρόσφατα που πολλές από τις λεπτομέρειες είναι ακόμα φρέσκες στη δημόσια μνήμη.

    Επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε μερικές από αυτές τις λεπτομέρειες:
    Ο συστηματικός εμπρησμός της ελληνικής συνοικίας της Σμύρνης από τα τουρκικά στρατεύματα κάτω από το μάτια του Κεμάλ.
    Η συστηματική σφαγή Ελλήνων ανδρών, γυναικών και παιδιών.

    Η οργανωμένη λεηλασία σπιτιών και εκκλησιών. Η ανεξέλεγκτη, σε μεγάλη κλίμακα βία κατά των γυναικών και των νεαρών κοριτσιών.

    Ο διαχωρισμός όλων των ανδρών ηλικίας από δεκαέξι ετών έως πενήντα, οι οποίοι στη συνέχεια οδηγήθηκαν στην ενδοχώρα, όπου σχεδόν όλοι χάθηκαν εξαιτίας της καταναγκαστικής εργασίας και η εξαφάνισή τους επιταχύνθηκε από την πείνα και τη δολοφονία.

    Η απέλαση των υπόλοιπων γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων στην Ελλάδα.

    Όλες αυτές οι φρικαλεότητες ήταν σαφής απόδειξη της σκόπιμης πρόθεσης των Τούρκων να απομακρύνουν απόλυτα ολόκληρο τον ελληνικό πληθυσμό από τη Μικρά Ασία, σύμφωνα με το πρόγραμμα των Τούρκων εθνικιστών υπό την επίβλεψη του Κεμάλ, με το οποίο η Μικρά Ασία έπρεπε να είναι εντελώς «Τουρκοποιημένη».

    Αυτό το σχέδιο για την απέλαση ή την εξολόθρευση του ελληνικού πληθυσμού, όπως φάνηκε από τις φρικαλεότητες της Σμύρνης, προκάλεσε την άμεση φυγή χιλιάδων ελληνικών οικογενειών κι από τα άλλα λιμάνια της Μικράς Ασίας»

  66. Χρήστος Σωκρ. Σολομωνίδης

    Ο αφανισμός της Σμύρνης. Η θυσία του Χρυσοστόμου.
    Γιὰ τὰ 50 χρόνια τῆς καταστροφῆς.

    ἔκδ. Συλλόγου Φοιτησάντων εἰς τὴν Εὐαγγελικὴν Σχολὴν Σμύρνης, Ἀθήνα 1972.

    Μέρος Τρίτο

    Γιὰ τὴ μαρτυρικὴ θανάτωση τοῦ Χρυσοστόμου οἱ Τοῦρκοι, τόσο στὰ ἱστορικά τους συγγράμματα, ὅσο καὶ στὸν τύπο, ἀπέφυγαν ν’ ἀναφέρουν ὅτι ὁ Χρυσόστομος κρεουργήθηκε ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ὄχλο κι ἀνέγραφαν πὼς ἀπαγχονίστηκε σ’ ἐκτέλεση ἀποφάσεως ποὺ εἶχε ἐκδώσει παλαιότερα τὸ Δικαστήριο τῆς Ἀνεξαρτησίας τῆς Ἄγκυρας (Ἰστικλὰλ Μαχκεμεσί). Γιὰ πρώτη φορὰ ὁμολογεῖται στὸ φύλλο τῆς 6ης Σεπτεμβρίου 1970 τῆς πολιτικῆς καθημερινῆς ἐφημερίδος τῆς Κων/πόλεως «Μιλγιέτ» ὅτι ὁ Μητροπολίτης Σμύρνης λυντσαρίστηκε ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ὄχλο.

    Γιὰ τὴν κρεούργηση τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τῶν μυριάδων Ἑλλήνων τῆς Σμύρνης οἱ Μεγάλοι Σύμμαχοί μας ἔδειξαν ἀχαρακτήριστη ἀδιαφορία. Καὶ ἰδιαίτερα οἱ Γάλλοι ποὺ ἡ ἔχθρα τους ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἦταν ἀπερίγραπτη. Πρόεδρος τῆς Γαλλικῆς Κυβερνήσεως, ὁ Πουανκαρέ, ἔδειχνε φανερὰ τὴν ἀντιπάθειά του πρὸς τὴν πατρίδα μας. Μόλις ἔγινε γνωστὴ στὸ Παρίσι ἡ κατακρεούργηση τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Παρισίων Λουΐ Ντυμπουά, σὰν πραγματικὸς Χριστιανός, τοιχοκόλλησε στὶς ἐκκλησίες καὶ στοὺς δρόμους ἔκκληση πρὸς τὸ ποίμνιό του καλώντας το σὲ σταυροφορία πρὸς ὑπεράσπιση τῆς Χριστιανοσύνης. Ἡ ἀνθρωπιστικὴ ὅμως καὶ χριστιανικὴ συμπεριφορὰ τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐξώργισε τὸν Πουανκαρέ, γιατί θὰ ἐπηρέαζε τὸ γαλλικὸ λαὸ ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος καὶ διέταξε τὴν ἀστυνομία νὰ σκίση κι ἐξαφανίση τὴν ἔκκληση, συμβούλεψε δὲ τὸν Γάλλο Ἱεράρχη νὰ περιοριστῆ στὰ καθαρῶς θρησκευτικά του καθήκοντα καὶ νὰ μὴν ἀναμιγνύεται στὴν πολιτική.

    Τὴν ἀφήγηση τοῦ μαρτυρίου τοῦ Χρυσοστόμου, ἄκουσε ἡ γαλλικὴ Βουλὴ μὲ πλήρη ἀδιαφορία. Τόσος ἦταν ὁ φιλοτουρκισμὸς τῶν Γάλλων, ὥστε ὁ βουλευτὴς Ἰζραὲλ «ἀνεκάγχασε», ὁ βουλευτὴς Κλωζὲλ «ἐμηκτύρισε», ὁ βουλευτὴς Μπακὸν εἶπε πὼς οἱ Τοῦρκοι εἶναι «πολιτισμένοι» ἐνῷ, ἀντίθετα, οἱ Ἕλληνες εἶναι «βάρβαροι»! Ὁ βουλευτὴς Τισεγγκρὲ ἐπετέθη κατὰ τῶν Ἑλλήνων γιατί εἶχαν δολοφονήση καὶ ληστέψη τοὺς Γάλλους ναῦτες στὴν Ἀθήνα τὸ Νοέμβριο τοῦ 1916. Τέλος ὁ περίφημος Φρανκλὲν Μπουγιόν, ποὺ εἶχε παραδώσει ὅλο τὸ γαλλικὸ πολεμικό τῆς Κιλικίας στοὺς Τούρκους, τὸ 1921, διαμαρτυρήθηκε γιατί ὡρισμένοι ἀποκαλοῦν τοὺς Κεμαλικοὺς ληστές, ἐνῷ εἶναι ἥρωες!

    Ὁ μισελληνισμὸς τῶν Γάλλων ἦταν τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἀφάνταστος. Ὁ Γάλλος Ναύαρχος στὴ Σμύρνη, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν ἐξόντωση τοῦ Χρυσοστόμου εἶπε «πὼς τοῦ ἄξιζε». Οἱ φιλοτουρκικὲς πάλι ἐφημερίδες στὴ Γαλλία, Ἀγγλία καὶ Ἰταλία ἀνέγραψαν τὴν κρεούργηση τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τὴ σφαγὴ τῶν
    Ἑλλήνων στὴ Σμύρνη χρονογραφικὰ καὶ μὲ κάποια κακεντρέχεια. Καὶ ὁ Μπριάν, ὄχι μόνον δὲν ἐξεδήλωσε συμπάθεια γιὰ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Χρυσοστόμου, ἀλλὰ συνεχῶς ἐπαινοῦσε κι ἐγκωμίαζε τοὺς «πατριῶτες» καὶ «πολιτισμένους» Τούρκους!

    Ἐδῶ σημειώνομε, πὼς οἱ μεγάλοι Χριστιανοὶ Σύμμαχοί μας τῆς Εὐρώπης ὑπῆρξαν στυγνοὶ κι ἀνοικτίρμονες μπρὸς στὴ σφαγὴ καὶ τὴν πυρπόληση τῆς Σμύρνης ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Κάτω ἀπὸ τὰ τηλεβόλα τοῦ συμμαχικοῦ στόλου συνετελέσθη ἡ κρεούργηση τοῦ Χρυσοστόμου κι ἡ φρικωδέστερη ἀνθρωποσφαγή.

    Τριανταδύο μεγάλα πολεμικὰ ἦσαν ἀραγμένα στὸ λιμάνι τῆς Σμύρνης. Τὰ νερά, ποὺ χτυποῦσαν τὰ πλοῖα τους, ἦσαν κατακόκκινα ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν Ἑλλήνων, ποὺ χάνονταν σὲ λίγη ἀπ’ αὐτὰ ἀπόσταση. Ναύαρχοι, ἀξιωματικοί, ναῦτες, παρακολουθοῦσαν ἀπὸ τὰ πλοῖα τους, μὲ ἀπάθεια, τὴ σφαγὴ καὶ τὴν πυρπόληση τῶν ἑλληνικῶν συνοικιῶν τῆς Σμύρνης. «Νέρωνες ἀσυμπόνετοι τῆς Δύσης τὰ καράβια», ὅπως ἔγραψε μὲ στίχους, γεμάτους πικρία, ὁ Σμυρναῖος ποιητὴς Ἀνδρέας Παπαδόπουλος:

    Κεῖνο τὸ βράδυ, ποὺ ἡ φωτιὰ σὲ σκέπαζε κ’ ἡ λάβα
    κι’ ἀπὸ τὸ αἷμα τῆς σφαγῆς κοκκίνησαν οἱ δρόμοι,
    δὲν ἤσουν ἡ Γκιαοὺρ Ἰζμίρ — ἡ πουλημένη σκλάβα
    στὰ χέρια τῶν Ἀγαρηνῶν. Ἤσουν ἡ Ρώμη, ἡ Ρώμη!
    Στὸ τσίρκο μέσα, τὰ θεριὰ τοῦ Ἰσλάμ, ἀγριεμένα
    σπαράζανε τοὺς Χριστιανούς. Καὶ πέρα κεῖ μ’ εὐλάβεια,
    σκύβανε πάνω ἀπ’ τὰ νερὰ τὰ φλογοφωτισμένα
    —Νέρωνες ἀσυμπόνετοι—τῆς Δύσης τὰ καράβια!

    Κι ὄχι μόνο δὲν ἔσπευσαν νὰ σώσουν, τὰ πληρώματα τῶν συμμαχικῶν πλοίων, τοὺς σφαζόμενους Ἕλληνες καὶ Ἀρμενίους, ἀλλ’ ὅταν μερικοὶ κατώρθωναν κολυμπώντας νὰ φτάσουν ὡς τὰ πολεμικά, οἱ ναῦτες των τοὺς χτυποῦσαν μὲ ἁρπάγες ἢ τοὺς ἒρριχναν ζεματιστὰ νερὰ γιὰ νὰ μὴν ἀνέβουν ἐπάνω.

    Ὁ Πάλμερ Κίεμεργκ στὸ βιβλίο του «Κορωνίδα ἐγκλήματος τοῦ πολιτισμοῦ», γράφοντας γιὰ τὴν κρεούργηση, τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τῶν μυριάδων Ἑλλήνων ἀναφέρει: «Οἱ ἐπιβαίνοντες στὰ πολεμικὰ τῶν «λεγομένων Χριστιανικῶν Ἐθνῶν», ποὺ ἦσαν ἀραγμένα στὸ λιμάνι τῆς Σμύρνης, ἔβλεπαν μὲ ἀδιαφορία τὴ σφαγὴ καὶ ἄκουγαν μὲ ἀπάθεια τὶς φωνὲς τῶν ἀτιμαζόμενων γυναικῶν, τοὺς θρήνους τῶν παιδιῶν καὶ τοὺς βόγγους τῶν σφαζομένων ἀνδρῶν».

    Στὴν «Ἐπιθεώρηση τῶν Παρισίων», ἀναγράφονται: «Οἱ φωνὲς τῶν κρεουργούμενων Ἑλλήνων ἔφταναν ἀπὸ τὴν παραλία καὶ τὰ πτώματά των ἐπέπλεαν γύρω ἀπὸ τὰ συμμαχικὰ πολεμικά. Καὶ μέσα στὴν ἀγριότητα αὐτὴ ἀκούστηκαν, ἀπὸ ἀγγλικὸ πολεμικό, ἦχοι ἐλαφρᾶς μουσικῆς «πρὸς τέρψιν τῶν ἐπιβαινόντων»!

    Ὁ φιλέλλην Πρόξενος τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν Χόρτων, ἀφηγεῖται ὅτι ὁ συνάδελφός του Ἄγγλος Πρόξενος στὴ Σμύρνη, δικαιολογώντας καθυστέρηση προσελεύσεώς του σὲ γεῦμα, ποὺ παρέθετε στὴ ναυαρχίδα ὁ Γάλλος Ναύαρχος στοὺς δύο τους, εἶπε πὼς ἡ ἀργοπορία του δὲν ὠφείλετο σ’ αὐτόν, ἀλλὰ στὰ πολλὰ πτώματα τῶν Ἑλλήνων, ποὺ εἶχαν ρίξει οἱ Τοῦρκοι στὴ θάλασσα καὶ στὰ ὁποῖα προσέκρουε ἡ ἀτμάκατος ποὺ τὸν μετέφερε στὴ ναυαρχίδα! Καὶ ὁ φιλάνθρωπος Ἀμερικανὸς Πρόξενος προσθέτει: —Ὤκτειρα, τὴ στιγμὴ ἐκείνη τὸν ἑαυτόν μου, ὅτι ἀνήκω στὸ ἀνθρώπινο γένος!»

    Στὸ μεταξὺ στὶς ἑλληνικὲς καὶ ἀρμενικὲς συνοικίες τῆς Σμύρνης ἀρχίζουν οἱ λεηλασίες καὶ οἱ σφαγές. Οἱ κάτοικοι τρομοκρατημένοι παραμένουν κλειστοὶ στὰ σπίτια τους. Οἱ θύρες ὅμως παραβιάζονται, τὸ περιεχόμενό τους διαρπάζεται καὶ οἱ ἔνοικοι φονεύονται. Ἡ λεηλασία καὶ ἡ σφαγὴ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα γενικεύεται. Στὴ συνοικία Τεπεντζῆκι, σφάζονται 450 ἄνδρες, 300 γυναῖκες καὶ 66 βρέφη. Στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου ἀτιμάζονται πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα δεκάδες Ἑλληνίδες. Ἑκατοντάδες Ἕλληνες, ποὺ κατέφυγαν στὸ ἐργοστάσιο τοῦ Παναρέτου, στὴ συνοικία τοῦ Ἁγίου Βουκόλου, σκοτώνονται μὲ χειροβομβίδες. Στὰ προάστια τοῦ Μπουρνόβα καὶ τοῦ Μπουτζᾶ τὸ αἷμα ξεχειλᾶ στοὺς δρόμους. Τὸ ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης 31ης Αὐγούστου πύρινες γλῶσσες ξεχύνονται ἀπὸ τὴν ἀρμενικὴ συνοικία. Οἱ
    Τοῦρκοι ἀφοῦ κατέβαλαν τὴν ἡρωικὴ καὶ ἀπεγνωσμένη ἀντίσταση τῶν Ἀρμενίων, ποὺ εἶχαν καταφύγει στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου καὶ ἀφοῦ ἔσφαξαν 5.000 ἄτομα, βάζουν φωτιὰ καὶ τὸν πυρπολοῦν. Ταυτόχρονα οἱ Τοῦρκοι καταβρέχουν μὲ πετρέλαιο καὶ βενζίνη σπίτια σὲ δυὸ ἄλλες ἑλληνικὲς συνοικίες καὶ ρίχνουν ἐμπρηστικὲς βόμβες. Ἡ φωτιὰ λαβαίνει γρήγορα τεράστιες διαστάσεις, μιὰ ποὺ ὂχι μόνο κανεὶς δὲν φροντίζει γιὰ τὴν καταστολή της ἀλλ’ ἀντίθετα Τοῦρκοι στρατιῶτες δημιουργοῦν καὶ νέες ἑστίες πυρός. Ἔτσι μέσα σὲ λίγες ὧρες ἡ Σμύρνη—τὸ ἀποκλειστικὰ χριστιανικό της τμήμα—παραδίδεται, στὶς φλόγες. Οἰκοδομήματα παλαιά, ἀκλόνητα, στερεά, ὅλες οἱ ἑστίες τοῦ μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ κράτησαν μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ τὴν ἐθνική μας παράδοση, τόσα καὶ τόσα χρόνια, μεταβάλλονται σὲ τέφρα. Τὸ θέαμα τῆς πυρκαϊᾶς εἶναι κάτι τὸ τρομακτικό. Οἱ φλόγες ἀνοίγουν τὶς πόρτες, χαϊδεύουν τοὺς τοίχους, σκαρφαλώνουν, ἁπλώνονται παντοῦ, τυλίγουν, χτυποῦν, καίουν. Προχωροῦν καὶ μεταβάλλουν σ’ ἐρείπια τὰ πάντα. Οἱ κρότοι ἀπὸ τὶς ἀνατινάξεις δονοῦν καταθλιπτικὰ τὸν αἰθέρα. Ἡ φωτιά
    —ὁλοπόρφυρο φεῖδι— παρασύρει στὴν καταστρεπτική του μανία τὸ κάθε τι. Ἡ ἑλληνικὴ Σμύρνη δοσμένη, τώρα, στὴν πύρινη ἀκολασία. Καπνὸς καὶ στάχτη παντοῦ. Ξεσκλίδια καὶ ἀποκαΐδια ὁλοῦθε. Σπίτια καὶ σχολεῖα καὶ μαζὶ μ’ αὐτὰ ἡ αἰωνόβια Εὐαγγελική, τὸ Ὀρφανοτροφεῖο, τὰ ἄσυλα, τὰ ἀγαθοεργὰ ἱδρύματα, ὅλα λαμπαδιάζουν καὶ καίγονται. Γκρεμισμένες κι ἀποτεφρωμένες οἱ Ἐκκλησιὲς μὲ τοὺς βυζαντινοὺς Ἁγίους καὶ τοὺς Ἀγγέλους. Οἱ Ἐσταυρωμένοι καὶ τὰ δισκοπότηρα στάχτη. «Κι ὅπου ἠχοῦσαν οἱ Ναοὶ Ὠσαννά, γέρνουν γκρεμισμένοι, βουβοὶ λίθοι…». Κατεστραμμένες ὅλες οἱ Ἐκκλησιές -καὶ οἱ 46- τῆς Σμύρνης. Ὁ ναὸς «ἡ καρδιὰ τοῦ Γένους» γραμμένο εἶναι πρῶτος αὐτὸς νὰ δέχεται τὸ χτύπημα στὶς συμφορὲς τοῦ Γένους.

    Ἀλλόφρονες οἱ Ἕλληνες ἐγκαταλείπουν τὰ σπίτια καὶ τ’ ἀγαθά τους. Ξεχύνονται στοὺς δρόμους, σὲ δρόμους αἱματόβρεχτους, σὲ δρόμους ὅλο στάχτη μ’ ἕνα κακοῦργο ἄνεμο ὅλο φωτιὰ καὶ λύσσα. Βαδίζουν πρὸς τὴν παραλία ἐλπίζοντας νὰ σωθοῦν ἐκεῖ. Ἀλλὰ σὲ κάθε γωνιὰ τοὺς παραμονεύει ἡ λόγχη καὶ τὸ βόλι. Ἡ σφαγή, καὶ ἡ ἁρπαγή. Τὸ σχοινὶ καὶ ὁ βρόχος. Τὸ μαχαίρι καὶ τὸ ψυχορράγημα. Ὁ θάνατος μὲ σάβανο γυρνᾶ σκούζοντας καὶ οὐρλιάζοντας στοὺς δρόμους καὶ στὶς συνοικίες. Οἱ στίχοι τοῦ ἐθνικοῦ ποιητῆ στὴν πλήρη ἐνσάρκωσή τους:

    Παντοῦ φόβος καὶ τρομάρα καὶ φωνὲς καὶ στεναγμοί,
    παντοῦ κλάψα, παντοῦ ἀντάρα καὶ παντοῦ ξεψυχισμοί.

    Παντοῦ ρήγματα καὶ χαλάσματα καὶ λιτανεῖες θανάτου κι’ ἐρείπια καὶ συντρίμμια. Πυραμίδες τὰ πτώματα. Ποτάμι τὸ αἷμα. Κύματα κόσμου σὲ κατάσταση ἔξαλλης ἀγωνίας καὶ ἀπόγνωσης ξεχύνονται στὴν προκυμαία. Συνωθοῦνται σὲ μιὰ ἀνθρωπόμαζα πυκνή, συμπαγῆ, ἀδιαπέραστη. Γέροντες καὶ ἀσθενεῖς, ἀνίκανοι νὰ περπατήσουν, σκοντάφτουν καὶ πέφτουν, ποδοπατοῦνται ἀπὸ χιλιάδες πρόσωπα, ποὺ κινοῦνται ὁρμητικὰ γιὰ νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὸ μαχαῖρι τοῦ Τούρκου. Κορίτσια ἀτιμάζονται μπρὸς στοὺς γονεῖς τους. Ἄνδρες κρεουργοῦνται μπρὸς στὶς γυναῖκες τους. Ἀπ’ ὅλα τὰ σημεῖα ἀκούγονται θρῆνοι καὶ κοπετοί, φωνὲς ἀπελπισίας καὶ κραυγὲς σπαραγμοῦ. Ἐν τῷ μεταξὺ οἱ φλόγες συνεχίζουν τὴν καταστρεπτική τους πορεία. Ἕνα δαιμονιῶδες τριζοβόλημα ἀντηχεῖ. Γδοῦποι τῶν καταρρεόντων τοίχων ἀκούγονται. Κρότοι πυροβόλων καὶ μυδραλιοβόλων τοὺς συνοδεύουν. Ὀσμὴ ἀνυπόφορη καιομένων ξύλων καὶ πετρελαίου. Ἀποπνικτικὴ καπνιὰ γεμίζει τὰ στήθη καὶ δυσκολεύει τὴν ἀναπνοή. Καὶ κοντὰ σ’ αὐτά, ποδοδολητὰ ἀλόγων, γοερὰ κλάματα, προσευχές, κατάρες, ἄγριες φωνὲς σφαγέων, ρόγχοι σφαζομένων. Ἀπὸ τὴ μία οἱ φλόγες κι’ ἀπ’ τὴν ἄλλη τὸ σπαθὶ κι’ ἡ θάλασσα! Ἐδῶ ἕνας γέρος ξεψυχᾶ πάνω στοὺς ὤμους τοῦ γυιοῦ του, ποὺ τὸν μεταφέρει στοὺς ὤμους. Ἐκεῖ, μιὰ παρθένος ρίχνετα στὶς φλόγες γιὰ νὰ ξεφύγη στοὺς Τούρκους ποὺ θέλουν νὰ τὴν βιάσουν. Ἐδῶ, μιὰ μητέρα παραφρονεῖ γιὰ τὸ φριχτὸ θάνατο τοῦ γυιοῦ της καὶ χορεύει μισόγυμνη γύρω ἀπὸ τὸ πτῶμα του. Ἐκεῖ, μιᾶς γυναίκας κόβουν τὰ δάχτυλα• γιὰ νὰ πάρουν γρηγορότερα τὰ δαχτυλίδια της. Ἕνας ἱερέας κρεμασμένος, αἰωρεῖται, καὶ τὸ ράσο του ἀνεμίζει σὰ μαύρη σημαία. Τραυματίες ἀπὸ λογχισμοὺς ξεψυχοῦν στὰ πεζοδρόμια, πτώματα ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ἐπιπλέουν στὴ θάλασσα. Πρὸς τὸ τελωνεῖο λόχος Τούρκων περιζώνει μεγάλη ὁμάδα Ἑλλήνων, τοὺς ἐπιβιβάζει σὲ φορτηγίδα ποὺ εἶχε καταβρέξει μὲ βενζίνη καὶ πετρέλαιο καὶ τὴν πυρπολεῖ.

    Καὶ ἡ καταστροφὴ συνεχίζεται. Ἡ βιβλικὴ ρήση σὲ ὅλη της τὴν ἔκταση: «Νέμεται τὸ αἷμα, τὸ πῦρ καὶ αἱ ἀτμῖδες καπνοῦ». Μαῦροι ὄγκοι καπνοῦ ἀποτελοῦν τὸ νεκρώσιμο θυμίαμα τῆς ἀνείπωτης Καταστροφῆς.

    Ὁ χείμαρρος τοῦ πανικόβλητου πλήθους διωκόμενου καὶ σφαζόμενου σπεύδει πρὸς τὴ θέση Δαραγάτς, πρὸς τὸ ἐκεῖ ὀρθόδοξο νεκροταφεῖο. Κύματα ἀπὸ ἀλλόφρονες ἀνθρώπινες ὑπάρξεις κατακλύζουν τὸ κοιμητήριο. Στή συνοικία τῶν νεκρῶν οἱ ζωντανοί. Τὰ μνήματα μεταβάλλονται σὲ κατοικία. Τὰ μαυσωλεῖα σὲ ἄσυλα.

    Εὐτυχισμένοι ὅσοι βρίσκουν μιὰ γωνιὰ μέσα στὸ νεκροταφεῖο. Μαζεύουν οἱ δύστυχοι ρίζες γιὰ νὰ παρηγορήσουν τὴν πείνα τους, μασοῦν φύλλα γιὰ νὰ δροσίσουν τὰ φλογισμένα ἀπὸ τὴ δίψα χείλη τους. Ἄλλοι κατορθώνουν νὰ μαζέψουν λίγα ἄγρια χόρτα καὶ τὰ μαγειρεύουν χρησιμοποιώντας γιὰ καύσιμη ὕλη τὰ ξύλα τῶν φερέτρων. Κάτω ἀπὸ τοὺς θόλους τῶν μαυσωλείων ἀντηχοῦν ψίθυροι προσευχῶν, λυγμοὶ ἀπελπισίας καὶ θρῆνοι γιὰ κείνους, ποὺ βρῆκαν τὸ θάνατο καὶ γιὰ ὅσους μέλλουν νὰ τὸν βροῦν.

    Γεμάτο τὸ νεκροταφεῖο. Ἴσως ἐδῶ θὰ νόμιζε κανεὶς ὅτι θὰ σταματοῦσε ὁ ἀπροσδόκητος νικητὴς κάθε βία καὶ κτηνωδία. Μὰ οὔτε καὶ ἐδῶ σταματᾶ. Κι ὁ τόπος τῆς αἰωνίας γαλήνης, τὸ λιμάνι ποὺ δὲν φθάνει ἡ ἐγκόσμια τρικυμία, γίνεται γιὰ τοὺς δυστυχισμένους καινούργιας ἀγωνίας καὶ τρόμου σταθμός.

    Σβηστὰ τὰ καντήλια τῶν τάφων. Τὰ κυπαρίσσια, σὰν μαῦρες λαμπάδες ὑψώνονται δεητικὰ στὸν οὐρανό, ποὺ ξάστερος κι ὁλόλαμπρος σκεπάζει τὸ Μέγα Δρᾶμα. Νεκροὶ καὶ ζωντανοὶ μαζί. Στὸ λιθόστρωτό του Δαραγατσιοῦ δὲν σταματᾶ τὸ ποδοβολητὸ τῶν τσέτηδων. Συχνὰ φτάνουν καὶ κάποιες πνιγμένες φωνὲς ἀπὸ τὰ περίγυρα, ποὺ καλοῦν βοήθεια. Καὶ πάντα ὁ οὐρανὸς ξάστερος, καὶ πάντα τὰ κυπαρίσσια δέονται…

    Καὶ κάτω ἡ ἴδια ἀγωνία καὶ τρόμος. Κι ἡ ἀγωνία μεγαλώνει ὅταν ἀρχινᾶ νὰ φέγγη. Τότε ἀνοίγουν τὰ κενοτάφια καὶ σφαλοῦν μέσα τὶς Ἑλληνοποῦλες παρθένες, ὂχι πιά γιὰ νὰ μὴ τὶς δῆ ὁ ἥλιος, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ τὶς δῆ ὁ τσέτης καὶ τὶς σύρει στὸ κτηνῶδες μεθύσι του. Ἔτσι μένουν ὅλη τὴ μέρα μέσα στὰ μνήματα καὶ κάτω ἀπὸ τὶς ταφόπετρες. Οἱ Τοῦρκοι παίρνουν μυρωδιὰ καὶ μπαίνουν μέσα. Βλέπουν μόνον γέρους καὶ γρηὲς κι ἀγριεύουν:
    —Ποῦ εἶναι τὰ κορίτσια σας;
    —Μᾶς τὰ πῆραν ἄλλοι…

    Ψάχνουν παντοῦ, πάνω κάτω. Τοὺς παίρνουν τοὺς παράδες, τὰ ροῦχα, τὸ κάθε τί. Κάτω ἀπὸ τὰ μνήματα ἀκοῦν οἱ κρυμμένες Ἑλληνοποῦλες τὸ θόρυβο καὶ σταματοῦν τὴν ἀναπνοή τους…

    —Ποῦ εἶναι τὰ μωρά, ποὺ κλαῖνε; ρωτοῦν ἀγριωποὶ οἱ τσέτες ἀκούγοντας μωρουδιακίστικες κλάψες… Καὶ οἱ κλάψες δὲν ἀκούγονται πιά… Καὶ φεύγουν οἱ Τοῦρκοι, βλαστημῶντας καὶ ξεκοιλιάζοντας, μὲ τὴ λόγχη, ὅποιον τύχαινε μπροστά τους!

    Ὅταν ἄνοιγαν οἱ γέροι τοὺς τάφους, γιὰ νὰ βγάλουν τὰ κορίτσια τους καὶ τὶς νέες γυναῖκες, τὶς περισσότερες τὶς βρίσκουν λιποθυμισμένες. Βρίσκουν καὶ νεκρὰ βρέφη. Τὰ ἔπνιξαν οἱ μάνες τους γιὰ νὰ σώσουν τὰ κορίτσια τους ἀπὸ τὴν ἀτίμωση!…

    Σὲ 30.000 ψυχὲς ὑπολογίζονται ὅσοι κατέφυγαν στὸ νεκροταφεῖο τῆς Σμύρνης. Ἡ τραγικὴ ζωή τους, στὸν ἱερὸ χῶρο τῶν νεκρῶν, διήρκεσε 17 ὁλόκληρα μερόνυχτα, μέχρις ὅτου ἐπετράπει στὰ γυναικόπαιδα καὶ τοὺς γέροντες νὰ ἐπιβιβαστοῦν σὲ πλοῖα καὶ νὰ μεταφερθοῦν στὴν Ἑλλάδα.

    Ἡ πυρπόληση τῆς Σμύρνης διήρκεσε ἀπὸ τὸ ἀπομεσήμερο τῆς Τετάρτης 31 Αὐγούστου ἕως τὸ πρωὶ τοῦ Σαββάτου 3 Σεπτεμβρίου. Μυριάδες σπίτια καὶ καταστήματα πυρπολήθηκαν. Ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ «ἑλληνούπολη», τὴν καρδιὰ τῆς Σμύρνης, τίποτε δὲν ἀπομένει. Κάηκαν καὶ οἱ 65 συνοικίες της, 55.000 σπίτια καὶ 5.000 καταστήματα, ὅλα σχεδὸν ἑλληνικά. Ἐπίσης ἀποτεφρώθηκαν ὅλες οἱ ἐκκλησίες, τὰ σχολεῖα καὶ τὰ εὐαγῆ ἑλληνικὰ ἱδρύματα.

    Ἐδῶ πρέπει νὰ σημειώσωμε ὅτι τὰ θύματα στὴ Σμύρνη καὶ στὴν περιοχή της, ὑπερβαίνουν τὶς 50.000 ἄτομα, γενικὰ δὲ οἱ θανατωθέντες κι ἐξαφανισθέντες Ἕλληνες σ’ ὅλη τὴ Μικρασία, φθάνουν τὶς πεντακόσες χιλιάδες!

    Ἀλλὰ καὶ πόσων λειτουργῶν τοῦ Ὑψίστου χύθηκε τὸ αἷμα σὰν ἱερὴ σπονδή! Γνώριμος πάντα ὁ δρόμος τοῦ Γολγοθᾶ στὸν ἑλληνικὸ κλῆρο. Ἀπὸ τοὺς Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὶς χρυσὲς μίτρες καὶ τὰ ἀδαμαντοποίκιλτα ἐγκόλπια, ἕως τὸν τελευταῖο ἱερέα μὲ τὸ ξεβαμμένο καλιμαῦχι καὶ τὸ ξεφτεισμένο ράσο, ἕτοιμοι πάντα ὅλοι, γιὰ κάθε θυσία. Πόσες φορὲς τὸ αἷμα, ποὺ ἔβρεξε τὰ ὁλόμαυρα ἄμφιά τους, τὰ κοκκίνησε, ἀλλὰ καὶ τὰ μετέτρεψε σὲ πορφύρες δόξας!

    Ἀπὸ τοὺς 450 κληρικοὺς τῆς Ἐπαρχίας Σμύρνης οἱ 347 βρῆκαν οἰκτρὸ θάνατο. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Χρυσόστομο Σμύρνης, ἐμαρτύρησαν ὁ Μοσχονησίων Ἀμβρόσιος, ποὺ ἔσφαξαν, ὁ Κυδωνιῶν Γρηγόριος, ποὺ ἔθαψαν ζωντανό, ὁ Εὐθύμιος Ἰκονίου, ποὺ κρεούργησαν. Τὸν ἀρχιερατικο ἐπίτροπο τοῦ Μπουτζᾶ Ἀρχαντζικάκη σούβλισαν, τὸν διάκονο Γρηγόριο τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Ἄννης τοῦ Κορδελιοῦ, ἔκαψαν ζωντανό, τὸν ἱερέα Μελέτιο τοῦ ναοῦ Εὐαγγελιστρίας κάρφωσαν σὲ πεῦκο! «Καὶ σώματα ἱεραρχῶν καὶ ἱερέων ἅμα, ἄσκεπα, ἄταφα, κόνιν μεμεστωμένα», γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὸν ἄγνωστο στιχουργὸ τοῦ «Θρήνου τῆς Πόλης».

    Δυὸ χιλιάδες ὀκτακόσιες πάλι ἐκκλησίες καὶ τρεῖς χιλιάδες πεντακόσα ἑλληνικὰ σχολεῖα τῆς Μικρασίας, μετεβλήθησαν σ’ ἐρείπια, σὲ τζαμιά, σὲ ἀποθῆκες ἢ καὶ σὲ σταύλους!

    Κι ἐπανερχόμαστε, ὕστερα ἀπὸ τὴν τραγικὴ αὐτὴ παρένθεση, στὸν μεγάλο Ἐθνομάρτυρα Ἱεράρχη τῆς Σμύρνης.

    Ἀπ’ ὅλες τὶς ἀφηγήσεις καὶ τὶς πληροφορίες ἀπὸ αὐτόπτες μάρτυρες τῆς σφαγῆς τοῦ Χρυσοστόμου, εἶναι ἀπόλυτα ἐξακριβωμένο πὼς ὁ Μητροπολίτης ὥδευσε πρὸς τὸν θάνατο, σὰν ἀληθινὸς μάρτυς τῆς Ἐκκλησίας καὶ ψιθυρίζοντας, ἀσφαλῶς, τὰ λόγια τῆς Ἀποκαλύψεως, τὰ τόσο σ’ αὐτὸν προσφιλῆ:
    —Γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς.

    Ὁ Χρυσόστομος πέθανε σὰν Χριστιανὸς μάρτυς, σὰν ἥρωας Ἕλληνας. Τὸ σκήνωμά του ἦταν μοιραῖο νὰ μὴ τὸ καλύψει ἡ ἀγαπημένη του γῆ.

    Κατὰ μιὰ πληροφορία τὸ κρεουργημένο σῶμα του ρίχτηκε στὴ θάλασσα, κατ’ ἄλλη πετάχτηκε σὲ ξεροπόταμο, στὴ θέση «Σταῦρος», καὶ κατ’ ἄλλη τὸ πῆραν οἱ Τοῦρκοι καὶ τὸ ἐνταφίασαν σ’ ἀπομονωμένα χώματα τοῦ Ἐσωτερικοῦ, γιὰ νὰ μὴν ἀνακαλύψουν ποτὲ οἱ Χριστιανοὶ τὰ λείψανά του.

    Ἂν ὅμως τὸ σκήνωμα τοῦ Χρυσοστόμου χάθηκε κι ἐξαφανίστηκε, τάφηκε στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Λήκυθός του ἡ ψυχὴ τοῦ Γένους καὶ μνήμη του αἰώνια ἡ Ἱστορία. Ἀπὸ τότε:

    Ὅπου καρδιά, ὅπου φρόνημα, τὸ Γένος, ἡ Ἐκκλησία,
    καὶ τῶν Ἑλλήνων οἱ χοροὶ καὶ τῶν πιστῶν τὰ πλήθη,
    Σοῦ προσκηνοῦνε, ἄμωμε, τὴ θεία δοκιμασία
    καὶ τὸ μεταλαβαίνουνε τὸ αἷμα σου ποὺ ἐχυθη,

    τραγουδᾶ ὁ Παλαμᾶς. Κι ὁ ποιητὴς τῆς Ἰωνίας Νῖκος Τουτουντζάκης, ψάλλει:

    Μάταια ἡ Σμύρνη ἀναζητᾶ τὸ σκυλεμένο σου κορμί,
    μὲ μοιρολόγια σκάβοντας τῆς Ἰωνίας τὸ χῶμα,
    ἐλπιδοφόρος φοίνικας ἡ φλογισμένη σου ψυχὴ
    λυτρωτικὰ φτερούγισε πρὸς τὸ γαλάζιο δῶμα.

    Ὁ καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καὶ Πρύτανις Λεωνίδας Φιλιππίδης, γράφει:

    «…Θρόνον ἀχειροποίητον ἀντὶ τάφου ἔστησεν εἰς αὐτὸν ἡ ψυχὴ τῆς Ἑλλάδος εἰς τὰ μυχιαιότατα βάθη της, θρόνον περίοπτον ἀπὸ τὰς ἑλληνικὰς γενεάς, παρούσας καὶ μελλούσας, καὶ ἀνὰ τὴν Οἰκουμένην, θρόνον διαιώνιον…».

    Καὶ ὁ δημοσιογράφος Κωνσταντῖνος Σπανούδης:

    «… Οὔτε σποδός, οὔτε τέφρα ἔμεινεν ἀπὸ τὸ σῶμα του τὸ φθαρτόν. Ἡ ὕλη ἐσεβάσθη τὸν ἐξαϋλωθέντα μάρτυρα καὶ ἀφῆκεν εἰς τὴν θέσιν της κυρίαρχον τὸ πνεῦμα, τὴν ἰδέαν, τὸ σύμβολον».

    Στὸ ἀτίμητο ψηφιδωτὸ ποὺ ἀπεικονίζει τοὺς μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πατρίδας, προσετέθη μιὰ ἀκόμη ψηφῖδα στίλβουσα, τοῦ Χρυσοστόμου ἡ ψηφῖδα.

    Τοῦ μεγάλου Ἐθνομάρτυρα τῆς Σμύρνης, ποὺ ὑπὸ τὶς κωδονοκρουσίες ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανοσύνης, θὰ ψάλλεται—σύντομα πιὰ—ὁ ἀπολυτίκιος ὕμνος ποὺ συνέθεσε ὁ καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Λεωνίδας Φιλιππίδης:

    Μέγαν μάρτυρα τῆς Ἐκκλησίας,
    μέγαν πρόμαχον Γένους Ἑλλήνων,
    τὸν τῆς Σμύρνης ὑμνοῦμεν Χρυσόστομον
    καὶ γὰρ γενναίως ἀθλήσας ὑπέμεινε
    ὑπὲρ Πατρίδος καὶ Πίστεως θάνατον,
    Ἱεράρχου τε ὑπόδειγμα ἑαυτὸν ἀνέδειξε
    τὸν στέφανον λαβὼν τὸν ἀμάραντινον.

    Ποτίζοντας μὲ τὸ αἷμα του ὁ Χρυσόστομος τὰ ἰωνικὰ χώματα,
    ἔγραψε ὑποθήκη, μ’ ἐκτελεστὴ τὸ Πανελλήνιο καὶ εἰδικώτερα τὸ Μικρασιατικὸ λαό.

    Ἡ θεία μορφὴ τοῦ Χρυσοστόμου, ἄστρο φωτεινό, ἄστρο λαμπερό, θὰ σελαγίζει πάντα στὶς σκοτεινὲς νύχτες τῆς Ἰωνίας, φωτίζοντας τὸ δρόμο, ποὺ ὁδηγεῖ πρὸς τὸ Σπήλαιον, ὅπου στὴν ἄχραντη φάτνη του, λικνίζονται πάντοτε οἱ ἐλπίδες καὶ τὰ ὄνειρα τοῦ Γένους.

    Ἀπὸ τὸ ὑπέρλαμπρο αὐτὸ ἄστρο Ἕλληνες, Ἕλληνες, δεῦτε λάβετε φῶς!…

  67. Χρήστος Σωκρ. Σολομωνίδης

    Ο αφανισμός της Σμύρνης. Η θυσία του Χρυσοστόμου.
    Γιὰ τὰ 50 χρόνια τῆς καταστροφῆς.

    ἔκδ. Συλλόγου Φοιτησάντων εἰς τὴν Εὐαγγελικὴν Σχολὴν Σμύρνης, Ἀθήνα 1972.

    Μέρος Δεύτερο

    » Καὶ νῦν, φίλτατε, ἀδελφέ, Σὲ μόνον θεωροῦμεν τὸν ἀπὸ μηχανῆς Θεόν, Σὲ βράχον, Σὲ ἐλπίδα, Σὲ σωτηρίαν καὶ Μεσσίαν μας. Περίζωσε τὴν ρομφαίαν τοῦ λόγου Σου καὶ κατευοδοῦ πρὸς ἡμᾶς καὶ κόψον τὸν ἄλυτον διὰ τὴν διπλωματίαν, μέχρι σήμερον, δεσμὸν τοῦ Ἀνατολικοῦ ζητήματος.

    » Πίπτων ἐπὶ τοῦ τραχήλου Ὑμῶν, περιλούω Ὑμᾶς δι’ ἀπείρων φιλημάτων σεβασμοῦ καὶ ἀγάπης.

    » Ἐν Σμύρνῃ τῇ 25 Αὐγούστου 1922. Ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος».

    Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ τοῦ Χρυσοστόμου κρύβεται ὅλο τὸ Μικρασιατικὸ δρᾶμα καὶ φανερώνεται ταυτόχρονα ὁλόκληρος ὁ Χρυσόστομος—ὁ ἄνθρωπος, ὁ πατριώτης, ὁ ἱεράρχης, ὁ μάρτυς…

    Ἀπὸ τὸ ἀπόγεμά τῆς ἰδίας μέρας ἀρχίζει ὁ ρόγχος τῆς ἑτοιμοθάνατης Σμύρνης. Ἀργὰ τὴ νύχτα ἐξαντλημένοι, ἀπελπισμένοι οἱ ἐκεῖ Ἕλληνες, ἀποσύρονται ἀπὸ τὴν προκυμαία στὰ σπίτια τους. Κατὰ διαταγὴ τοῦ Στεργιάδη τὰ ἐπίτακτα πλοῖα ἀρνοῦνται νὰ τοὺς παραλάβουν. Κι ὅμως χιλιάδες θὰ μποροῦσαν νὰ σωθοῦν, γιατί πολλὰ πλοῖα βρισκόνταν στὸ λιμάνι, ποὺ μποροῦσαν, σὲ λίγες ὧρες, νὰ τοὺς μεταφέρουν στὴ Χίο, Μυτιλήνη καὶ Σάμο.

    Ἡ 26η Αὐγούστου εἶναι ἡ μέρα τῆς ἀγωνίας καὶ τῆς ἀπόγνωσης τῶν Ἑλλήνων τῆς Σμύρνης. Ἡ ἐφιαλτικὴ ἡμέρα τῆς προσμονῆς. Ἀπὸ τὶς τουρκικὲς συνοικίες ἀκούγονται πυροβολισμοί, ποὺ ἐντείνουν τὴν ἀπελπισία. Οἱ τελευταῖοι δημόσιοι ὑπάλληλοι καὶ ἡ χωροφυλακὴ ἔχουν φύγει. Ἡ πόλη ἀνυπεράσπιστη! Ἔξαλλα τὰ πλήθη, ζητοῦν καταφύγιο σὲ σπίτια Εὐρωπαίων καὶ στὶς ἐκκλησίες. Πλημμυρίζει ὁ αὐλόγυρος τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς ἀπὸ Σμυρναίους καὶ πρόσφυγες τοῦ ἐσωτερικοῦ. Ὁ Χρυσόστομος τοὺς παραμυθεῖ καὶ προσπαθεῖ νὰ τονώσει τὸ ἠθικό τους.

    Τὸ δειλινὸ τῆς 26ης Αὐγούστου διατάσσεται ἡ ἄπαρση τῶν πολεμικῶν μας ἀπὸ τὴ Σμύρνη. Προηγεῖται ἡ «Λῆμνος», ἀκολουθεῖ ἡ «Ἕλλη» καὶ ἕπονται τὰ ἀντιτορπιλλικά. Ἡ ὕστατη στιγμὴ τῆς ἑλληνικῆς παρουσίας στὴ Σμύρνη. Ἡ στερνὴ ἐλπίδα χιλιάδων Ἑλλήνων, ποὺ κατακλύζουν τὴν προκυμαία χάνεται. Δακρυσμένα μάτια, παρακολουθοῦν τὴ θλιβερὴ πομπή. Ἀπὸ μακριὰ φτάνουν οἱ στροφὲς τοῦ ἐθνικοῦ μας ὕμνου. Εἶναι οἱ ὀρχῆστρες τοῦ ἰταλικοῦ θωρηκτοῦ «Ντουΐλιο» καὶ τῶν γαλλικῶν «Βαλδὲκ Ρουσσὼ» καὶ «Ἐρνέστ Ρενάν», ποὺ παιανίζουν, καθὼς τὰ πολεμικά μας περνοῦν πλάϊ τους. Εἶναι ὁ τελευταῖος χαιρετιστήριος ὕμνος πρὸς τὴ Γαλανόλευκη… Σὲ λίγο τὰ πολεμικά μας φτάνουν στὸ Ξώκαστρο. Οἱ μαῦρες τολύπες καπνοῦ, ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὶς καπνοδόχες των καὶ ποὺ τὶς ἀπομάκρυνε ὁ μπάτης, ἔμοιαζαν μὲ στίγματα, μὲ κουκίδες, μὲ ἀποσιωπητικά της μεγάλης τραγῳδίας…

    Στὶς 71/2 τὸ βράδυ, τῆς ἰδίας ἡμέρας, ὁ μοιραῖος Ἁρμοστὴς Στεργιάδης, φρουρούμενος ἀπὸ σωματοφύλακες καὶ Ἄγγλους πεζοναῦτες «περιδεής» καὶ μὲ τὶς κατάρες καὶ γιουχαϊσμοὺς τοῦ πλήθους ἐπιβιβάζεται σὲ ἀγγλικὴ ἀτμάκατο κι ὁδηγεῖται στὸ ἀγγλικὸ θωρηκτὸ «Σιδηροῦς Δούξ» γιὰ νὰ καταφύγει στὴ Γαλλία… Ὁ τύραννος Ἁρμοστής, ὁ «ἀνισόρροπος», ὁ «βδελυρὸς καὶ ἀντεθνικός», κατὰ τὸν Ἀρχιστράτηγο τῆς Νίκης Λεωνίδα Παρασκευόπουλο, ὁ «στιγματίσας τὴν Ἑλλάδα», κατὰ τὴ φράση τοῦ ἄλλου Ἀρχιστρατήγου Ἀναστασίου Παπούλα, ὁ κυριώτερος παράγων τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς καὶ νεκροθάφτης τῆς Μικρασίας, δὲν τόλμησε νὰ πατήσει σὲ ἑλληνικὸ ἔδαφος. Πέθανε ἔξω στὴ Γαλλία, μὲ τὸ βάρος τοῦ ἀναθέματος τῶν μυριάδων θυμάτων του. Ἔχει ταφεῖ ἀμετάκλητα στὴ συνείδηση ὅλων τῶν Ἑλλήνων.

    Κι ἐνῶ ὁ Στεργιάδης ὑπὸ τὴν προστασία τῶν ἀγγλικῶν λογχῶν φυγαδεύτηκε ἀπὸ τὴ Σμύρνη, ὁ Χρυσόστομος ἀντίθετα θὰ παραμείνει ἐκεῖ καὶ θ’ ἀγωνιστεῖ ὡς τὴν τελευταία του στιγμὴ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ποιμνίου του. Ὁ Πρόξενος τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν στὴ Σμύρνη Χόρτων, γράφει στὸ βιβλίο του γιὰ τὴν Καταστροφὴ τῆς Σμύρνης:
    «Ἡ σκιὰ τοῦ ἐγγίζοντος θανάτου ἁπλωνόταν στὸ πρόσωπο τοῦ Μητροπολίτου Σμύρνης κι ὅμως δὲν σκεπτόταν παρὰ τὸ πῶς νὰ σώσει τὸ ποίμνιόν του».

    —Πρέπει νὰ φύγετε, τοῦ συνιστᾶ ὁ Χόρτων. Ἀμερικανικὸ ἀντιτορπιλλικὸ εἶναι πλευρισμένο στὴν προκυμαία. Θὰ σᾶς συνοδέψω ὡς ἐκεῖ γιὰ νὰ ἐπιβιβαστῆτε ἀσφαλῶς».

    Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Καθολικῶν τὸν ἐξορκίζει νὰ φύγει μαζί του. Τοῦ εἶχε ἐξασφαλίσει θέση σὲ γαλλικὸ πολεμικό. Ὁ Γάλλος Πρόξενος Γκραγιὲ τοῦ προσφέρει ἄσυλο στὸ γαλλικὸ Προξενεῖο. Πολλοὶ πάλι Σμυρναῖοι πρόκριτοι, γνωρίζοντας ποιὰ τύχη τὸν ἐπιφυλάσσει τὸν παροτρύνουν νὰ φύγει. Σὲ ὅλους ὁ Χρυσόστομος ἀπαντᾶ:
    —Παράδοσις τοῦ ἑλληνικοῦ κλήρου, ἀλλὰ καὶ καθῆκον τοῦ καλοῦ ποιμένος, εἶναι νὰ παραμένει μὲ τὸ ποίμνιό του.

    Ἡ ἀπόφασή του εἶναι ἀκλόνητη, ἀμετάκλητη. Δὲν θ’ ἀφίσει ὁ «καλὸς ποιμήν» τὸ ποίμνιό του μόνο στὶς τραγικές του στιγμές. Καὶ παραμένει.

    Ἐγκαταλειμένοι οἱ Σμυρναῖοι ἀπ’ ὅλους, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Δεσπότη, τὶς τελευταῖες αὐτὲς μέρες τοῦ καλοκαιριοῦ.

    «. . .Τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1922 εἶχε πετάξει σὰν τὸ φοβισμένο πουλί. Οἱ ἄνθρωποι ἐγέρασαν ἀπὸ τὴ μιὰ μέρα στὴν ἄλλη. Ὁ ἥλιος χλώμιασε ἀπὸ τὴ μιὰ μέρα στὴν ἄλλη. Κι ἀπ’ τὸ γαλάζιο βάθος τοῦ Ἐσωτερικοῦ, ὅπου, κάθε βράδυ, ἔφθανε μὲ τὸ σιδηρόδρομο ὁ ρωμαλέος παλμὸς τοῦ Μετώπου, ξεχύνονταν τώρα φαντάσματα στρατιωτῶν μὲ ἄλλα φαντάσματα τρομαγμένων προσφύγων.

    Τὰ παράθυρα, οἱ πόρτες, οἱ στέγες, τὰ κωδωνοστάσια, τὰ κύματα τῆς θάλασσας, τ’ ἄστρα, ὅλα εἶχαν γίνει χείλη καὶ ρωτοῦσαν: Εἶναι ἀλήθεια; Ὅλα εἶχαν γίνει αὐτιὰ καὶ ἀφουγκρίζονταν: Κοντοζυγώνουν οἱ Τοῦρκοι;..

    Ὅλα τρέμουν, ὅπως τρέμουν τ’ ἀδύνατα καλάμια στὸ ἄγριο φύσημα τοῦ βορριᾶ. Τρέμουν τὰ χείλη τῶν ἀνθρώπων, ὅπου δὲν ἔσβησαν τὰ χαρούμενα τραγούδια. Οἱ καρδιὲς τῶν γυναικῶν, τὰ λευκὰ κεφάλια τῶν γερόντων. Τ’ ἄστρα τρέμουν νὰ πέσουν, τὰ λαμπρὰ ἄστρα, ποὺ φώτισαν τὰ λαμπρὰ χρόνια. Καὶ τὰ σπίτια τρέμουν, γιατί καταλαβαίνουν τὴ μοῖρα τους. Καὶ τὰ κωδωνοστάσια, στὸν ἀνήσυχο οὐρανό, καὶ τὰ φτερὰ τῶν ἀγγέλων στὰ παλιὰ βυζαντινὰ τέμπλα. Καὶ τὰ κύματα, στὸ μεγάλο λίκνο τοῦ λιμανιοῦ, τὰ τρελλὰ κύματα, ποὺ χόρεψαν τὶς ὦρες τῆς ἀλησμόνητης ἐλευθερίας.

    Κι ἀπ’ τὰ «ντουρσέκια» κι ἀπ’ τοὺς «βερχανέδες», κι ἀπ’ τὰ πολύχρονα, τὰ χιλιοπατημένα ἑλληνικὰ «καλντερίμια», ἕνα ξόδι φριχτό, ἕνα κῦμα πολυτάραχο. Αἰώνων ζωή, ἅγιες θύρες, ποὺ τὶς πέρασαν ζωντανοὶ καὶ πεθαμένοι, αἰώνων παράθυρα, ὅπου ἀκούμπησαν τὸν ἄγκωνά τους, τόσες γενεές, ἐγκαταλείπονται.

    Κι ὅσοι εἶναι ἄρρωστοι, δὲν βλέπουν πότε νὰ πεθάνουν, γιὰ νὰ μείνουν στὸν τόπο τους. Κι ὅσοι εἶναι τυφλοὶ μακαρίζουν τὴν τύχη, γιατί δὲν θὰ δοῦν κατάματα τὴ συμφορά. Κι ὅσοι ἀναπαύονται στὸ κοιμητῆρι, ἀκόμη κι ἐκεῖνοι ξυπνοῦν ἀπόψε, μέσα στὴ γαλήνη τῶν τάφων τους. Κι οἱ Παναγιές, οἱ γλυκὲς Παναγιές, ποὺ χαμογελοῦσαν στοὺς τοίχους τῶν ἐκκλησιῶν, ἀρχίζουν νὰ κλαῖνε, νὰ κλαῖνε, νὰ κλαῖνε.

    Ἀπόψε; Αὔριο; Μεθαύριο; Σὲ πέντε μέρες; Δὲν ξαίρει κανείς. Οὔτε κανεὶς τὸ ρωτᾶ, γιὰ νὰ μὴ τ’ἀκούση ἡ καρδιά του. Ὡστόσο ἡ ἐλπίδα ἔφυγε ἀπὸ τὸν οὐρανό, κρύβοντας τὰ δακρυσμένα μάτια της. Οἱ σημαῖες, δεμένες ἀκόμη στὰ κοντάρια τους, φτεροκοπᾶνε, σὰ νὰ θέλουν μόνες τους νὰ σχιστοῦν προτοῦ τὶς κουρελιάσει τὸ χέρι τοῦ Τούρκου.

    Κι ἀπάνω στὸ θολωμένο καθρέφτη τῆς θάλασσας, χιλιάδες χιλιάδων μάτια στάζουν τὰ τελευταῖα τους δάκρυα, τὸ φαρμάκι τοῦ χωρισμοῦ. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι οἱ ξερριζωμένοι ἀπ’ τὸ Ἐσωτερικό. Καὶ πίσω τους τὰ φαντάσματα τῶν νεκρῶν, οἱ ψυχὲς τῶν σκοτωμένων. Ἦρθαν κι αὐτὲς ἀπὸ τὰ βουνὰ καὶ τοὺς κάμπους, ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Ἀνατολῆς γιὰ νὰ ἰδοῦν στερνὴ φορὰ τὴν ἑλληνικὴ Σμύρνη!

    Κι ἕνα πρωΐ, τὸ φριχτὸ πρωΐ, ποὺ πῆγε, τώρα, νὰ πιάση τὸ παγωμένο χέρι τῆς Ἁλώσεως, ἀπὸ τὸ κάτω μέρος τῆς προκυμαίας, ἀκούστηκαν ἄλογα νὰ κατεβαίνουν μὲ καλπασμό. Μιὰ ταραχή, μιὰ χλαλοή, μιὰ κραυγή:
    —Οἱ Τοῦρκοι!
    Κι οἱ ἑλληνικὲς καρδιές, σὰν καμπάνες μέσα στὰ στήθη, ἄρχισαν νὰ χτυποῦν λυπητερά:

    Γλάν—γλάν—γλάν…
    Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ἡ Σμύρνη!
    Σήμερα θανατώνεται ὁ Δεσπότης!. . .

    Σάββατο 27 Αὐγούστου. Τὸ τέλος τῶν ὀνείρων τοῦ Γένους. Ὁ θάνατος τῆς Σμύρνης. Ἡ σφαγή, ἡ Καταστροφή… Πρωΐ-πρωΐ ὁ Χρυσόστομος κατεβαίνει ἀπ’ τὸ Μητροπολιτικὸ Μέγαρο καὶ πορεύεται πρὸς τὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς.

    Τὰ τρομαγμένα πλήθη τῶν Ἑλλήνων, ἔχουν κατακλύσει τὴν ἐκκλησία καὶ τὸ μεγάλο της αὐλόγυρο. Μοναδικὴ ἐλπίδα ὁ Θεός. Μοναδικὴ καταφυγὴ ἡ ἁγνὴ κι ἡρωικὴ Σαμαρεῖτις, ποὺ ὅταν τὴν κάλεσαν ν’ ἀπαρνηθῆ τὸ Χριστὸ δὲν δέχτηκε καὶ θανατώθηκε, ψάλλοντας: —«Κύριε, ἐδοκίμασάς με καὶ ἔγνως με». Τὰ ἴδια λόγια θὰ ψιθυρίσουν, σὲ λίγο καὶ τὰ χείλη τοῦ Δεσπότη.

    Οἱ ἐκκλησιαζόμενοι βλέπουν τὸν Χρυσόστομο νὰ γονατίζει μπρὸς στὴν Ἁγία Τράπεζα. Νὰ σκύβει τὸ σεπτό του κεφάλι καὶ νὰ τὸ ἀκουμπᾶ στὴν ἄκρη τοῦ Θείου Βωμοῦ. Παραμένει, λίγα λεπτά, σκυφτὸς κι ἀκίνητος. Ποιὸς ξαίρει ποιὰ εὐλαβικὴ δέηση ψιθυρίζει, πρὸς τὴ Μητέρα τοῦ Ἐλέους καὶ τῆς Εὐσπλαχνίας. Ἀναθυμᾶται τὰ λόγια, ποὺ σὰν ὑπόσχεση εἶχε δώσει στὸν Πατριάρχη ὅταν τὸν μετέθεταν στὴ Δράμα: «Ζητῶ σταυρόν, μεγάλον σταυρὸν ἐπὶ τοῦ ὁποίου νὰ δοκιμάσω τὴν εὐχαρίστησιν καθηλούμενος, καὶ μὴ ἔχων ἕτερόν τι νὰ δώσω πρὸς σωτηρίαν τῆς ἡμετέρας πατρίδος νὰ δώσω τὸ αἷμα μου».

    Ὁ Δεσπότης τελειώνει τὴ δέησή του κι ἀνεβαίνει καὶ πάλι στὸ μητροπολιτικὸ θρόνο. Τὸ πρόσωπό του φωτίζεται ἀπὸ τὸ φέγγος τῆς μεγάλης ἀποφάσεως. Ἀτάραχος, μεγαλειώδης, γαλήνιος, ἀπευθύνει λόγια παρηγοριᾶς, λόγια ἐγκαρτερήσεως, λόγια χριστιανικά, πρὸς τὸ φοβισμένο καὶ τρομοκρατημένο ποίμνιό του:

    «Ἡ θεία Πρόνοια, δοκιμάζει τὴν πίστιν μας καὶ τὸ θάρρος μας καὶ τὴν ὑπομονήν μας τὴν ὥρα ταύτην. Εἰς τὰς μεγάλας δοκιμασίας του ἀναδεικνύεται ὁ καλὸς Χριστιανός. Προσεύχεσθε, προσεύχεσθε. Θαρρεῖτε ὡς ἐμπρέπει εἰς καλοὺς Χριστιανούς…».

    Ὁ σεπτὸς Ἱεράρχης θὰ λειτουργήσει γιὰ τελευταία φορὰ κάτω ἀπὸ τοὺς θόλους τῆς αἰωνόβιας ἐκκλησίας τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, σὰν μιὰ δεύτερη Ἅγια Σοφιὰ τὶς παραμονὲς τῆς Ἀλώσεως. Ὕστερα ἡ σιωπή. Δὲν θ’ ἀκουστοῦν πιὰ οἱ δοξαστικοὶ πρὸς τὸν Ὕψιστο ὕμνοι κι οἱ ψαλμοί, οἱ δεήσεις κι οἱ ἱκεσίες…

    Τὸ μαρτυρικὸ κορμὶ τοῦ Χρυσοστόμου θὰ συρθεῖ, σὲ λίγο, στὰ καλντερίμια τῆς Σμύρνης γιὰ νὰ τὰ βάψει μὲ τὸ τίμιο αἷμα του.

    Ὁ Δεσπότης τελειώνει τὴ στερνὴ Λειτουργία κι ἀνεβαίνει στὸ Μητροπολιτικὸ Μέγαρο. Καὶ πάλι φίλοι καὶ γνωστοί του τὸν παροτρύνουν νὰ φύγει. Καὶ πάλι ἡ ἴδια ἀρνητικὴ ἀπάντηση:
    —Δὲν θὰ ἐγκαταλείψω ποτὲ τὸ ποίμνιό μου.

    Στὶς 11 τὸ πρωΐ τῆς ἰδίας ἡμέρας (27 Αὐγούστου π.ἡ.) ἔφιππο ἀπόσπασμα ἀπὸ 125 ἀτάκτους Τούρκους στρατιῶτες (τσέτες), εἰσέρχεται ἀπὸ τὴ συνοικία Πούντας, στὴ Σμύρνη. Τὸ ἀπόσπασμα διασχίζει τὴν προκυμαία καὶ κατευθύνεται πρὸς τὸ Διοικητήριο καὶ τοὺς ἐκεῖ στρατῶνες. Οἱ Ἕλληνες πανικόβλητοι κλείνονται στὰ σπίτια τους. Ἀντίθετα Τοῦρκοι τῆς Σμύρνης ξεχύνονται μαινόμενοι στοὺς δρόμους, ὡπλισμένοι μὲ ρόπαλα καὶ μαχαίρια.

    Τὴν ἴδια ὥρα στὴ μεγάλη αἴθουσα τοῦ Μητροπολιτικοῦ Μεγάρου βρίσκεται ὁ Χρυσόστομος, μαζὶ μὲ λίγους προκρίτους καὶ τέσσαρες ἱερωμένους. Ὅλοι μὲ τὴν ἀπόγνωση ζωγραφισμένη στὸ πρόσωπο. Ἀπὸ τὸν ἀπέραντο αὐλόγυρο τοῦ ναοῦ φτάνουν φωνὲς ἀπελπισίας. Κάποιος ἀπὸ τοὺς προκρίτους ρωτᾶ τὸ Δεσπότη:
    —Καὶ τώρα τί σκέπτεσθε, Σεβασμιώτατε;
    —Δὲν σκέπτομαι τίποτε ἄλλο παρὰ τὸ ποίμνιό μου. Τὰ ἄλλα θὰ πάρουν τὸ δρόμο, ποὺ τοὺς ἔταξε ἡ θεία Πρόνοια.

    Στὸν αὐλόγυρο ἐξακολουθεῖ τὸ θρηνολόϊ κι οἱ φωνὲς ἀπελπισίας. Ἥσυχα θροοῦν τὰ φυλλώματα τῶν δέντρων, χωρὶς νὰ ταράσσωνται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη καταιγίδα. Ἀπ’ τ’ ἀνοιχτὰ παράθυρα τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς ξεχύνεται ἡ εὐωδιὰ τοῦ τελευταίου θυμιάματος, ποὺ ὑψώθηκε πρὸς τὸν Κύριο. Πάνω ἀπ’ ὅλα, φαντάζει τὸ ὁλομάρμαρο κωδωνοστάσιο, τριάντα μέτρα ὕψος, ποὺ θὰ τὸ μεταβάλλει σὲ συντρίμμια ὁ ἀδυσώπητος ἐχθρός.

    Τὸ καμπαναριὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς! Πάνω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῆς Σμύρνης. Πάνω ἀπὸ τὴν ἀγριάδα καὶ τὴ φρίκη. Πάνω ἀπὸ τὶς φλόγες καὶ τοὺς καπνούς. Πάνω ἀπὸ τοὺς χείμαρρους τοῦ αἵματος. Σὰν ἄγρυπνο μάτι Θεοῦ. Παρατηρητήριο τῆς Φυλῆς. Σὰν σύμβολο, ὑψωνόταν τελευταῖο, μὲ τὸν πελώριο χρυσὸ δικέφαλο ἀετό. Ἀκίνητα τὰ σχοινιά. Βουβὲς οἱ καμπάνες. Δὲν μένει χέρι νὰ τὸ χτυπήση. Δὲν μένει ἐκκλησιὰ νὰ λειτουργηθῆ! Καὶ φέρνουν χαλαστάδες, καὶ φέρνουν γκρεμιστάδες, καὶ φέρνουν δυναμίτη. Οἱ Τοῦρκοι γκρεμίζουν τὸ καμπαναριό, ποὺ τοὺς βάραινε τὰ στήθη σὰν βουνό. Καὶ σωριάζεται τὸ καμπαναριό! Καὶ ὅσοι ἀκόμη μένουν στὴ Σμύρνη, τὴ μέρα ἐκείνη, γυναῖκες καὶ παιδιά, γέροι καὶ αἰχμάλωτοι, στιβαγμένοι στοὺς στρατῶνες, ὅλος αὐτὸς ὁ δυστυχισμένος ἑλληνόκοσμος, τοῦ φαίνεται πὼς ἀκούει μύριες μυστικὲς ἀόρατες καμπάνες νὰ χτυποῦν ἀργά, ἀργά, σὰ νὰ καλοῦν σὲ κηδεία, σὲ νεκρώσιμη ἀκολουθία…

    Ὁ Δεσπότης κρατᾶ τὴν ψυχραιμία του. Κατεβαίνει στὸν αὐλόγυρο, ἐνθαρρύνει τὰ πλήθη, μοιράζει τρόφιμα καὶ φάρμακα κι ἀνεβαίνει καὶ πάλι στὴ Μητρόπολη. Τὴν ἴδια ὥρα ἔρχεται τὸ πρῶτο μήνυμα. Μὲ θόρυβο ἀνοίγει τὴν πόρτα ἀστυνόμος μὲ συνοδεία ἔνοπλου Τούρκου στρατιώτη καὶ διατάσσει τὸν Χρυσόστομο νὰ τὸν ἀκολουθήσει ὡς τὸ φρουραρχεῖο. Γαλήνιος τὸν ἀκολουθεῖ ἐνῶ ἀπὸ μακριὰ ἀκούγονται ἰαχὲς τῶν Τούρκων, ποὺ πανηγυρίζουν.

    Μετὰ τρία τέταρτα τῆς ὥρας ὁ Μητροπολίτης ἐπιστρέφει στὴ Μητρόπολη, κάπως ἀνακουφισμένος. —«Διετάχθηκα, εἶπε, νὰ συντάξω προκήρυξη πρὸς τὸν ἑλληνικὸ λαὸ τῆς Σμύρνης καὶ νὰ τοῦ συνιστῶ τὴν ἄμεση παράδοση τῶν ὅπλων».

    Συντάσσει τὴν προκήρυξη, τὴν γραφομηχανεῖ καὶ δίδει σὲ παρισταμένους στὴ Μητρόπολη ἀντίτυπα νὰ τὴ δώσουν καὶ τὴν τοιχοκολλήσουν ἔξω ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες.

    Τὴν ἑσπέρα τῆς ἴδιας ἡμέρας δέχεται δεύτερο μήνυμα. Τοῦρκος ἀρχιαστυνόμος, μὲ ἕξη ἔνοπλους στρατιῶτες, διατάσσει τὸ Χρυσόστομο νὰ παρουσιαστεῖ, μὲ τοὺς Δημογέροντες, στὸ στρατιωτικὸ διοικητὴ Νουρεντὶν πασά. Ἀπὸ τοὺς Δημογέροντες δυὸ μόνον ἀνευρέθηκαν ὁ Νικόλαος Τσουρουκτσόγλου καὶ ὁ Γεώργιος Κλημάνογλου.

    Προηγουμένως καὶ προτοῦ παραλάβει τοὺς τρεῖς ὁ Τοῦρκος ἀρχιαστυνόμος, ὁ Χρυσόστομος εἶχε ἀνοίξει τὸ Εὐαγγέλιο καὶ διάβαζε, ἀπὸ τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο τὸ κεφάλαιο τῆς προσαγωγῆς τοῦ Ἰησοῦ στὸν Πιλᾶτο: «. . .Τότε οὖν ἔλαβεν ὁ Πιλάτος τὸν Ἰησοῦν καὶ ἐμαστίγωσε, καὶ οἱ στρατιῶται πλέξαντες στέφανον ἐξ ἀκανθῶν, ἐπέθηκαν τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ καὶ ἔδιδον εἰς αὐτὸν ραπίσματα…».

    Τὸ Εὐαγγέλιο, ἀνοιχτὸ στὴ σελίδα αὐτή, βρέθηκε στὸ Μητροπολιτικὸ γραφεῖο τοῦ Χρυσοστόμου. Τὸ διέσωσε ὁ πιστός του κλητήρας καὶ τὸ παρέδωκε στὸν ἀνεψιὸ τοῦ ἐθνομάρτυρα, Χρυσόστομο Καβουνίδη. Σὲ ἄλλη σελίδα τοῦ Εὐαγγελίου ὑπάρχει ἰδιόγραφη σημείωση τοῦ Χρυσοστόμου: «Συγχωρῶ ὅλους καὶ ζητῶ τὴν συγχώρησιν ὅλων».

    Ὁ Μητροπολίτης προσάγεται πρὸ τοῦ Νουρεντίν. Ὁ αἱμοβόρος στρατηγὸς ἀφοῦ τὸν ὕβρισε χυδαῖα, τὸν ἀποπέμπει, λέγοντας:
    —Δὲν θὰ σὲ κρίνω ἐγώ. Θὰ σὲ κρίνει ὁ λαός μου.

    Καὶ τὸν παραδίδει στ’ ἄγρια τουρκικὰ στίφη, ποὺ εἰδοποιημένα, εἶχαν κατακλύσει τὴν πλατεῖα τοῦ Διοικητηρίου. Καὶ τότε ὅπως πλατειὰ καὶ φουρτουνιασμένη θάλασσα σκεπάζει καὶ καταποντίζει ἀνερμάτιστο καράβι, ἔτσι κι ὁ Χρυσόστομος καταποντίζεται ἀνάμεσα στὸ λυσσαλέο ἐχθρικὸ ὄχλο.

    Τοῦ ξερριζώνουν τὰ γένεια. Τοῦ βγάζουν μὲ ξιφολόγχη τὰ μάτια. Τοῦ κόβουν τὴ γλῶσσα, τ’αὐτιά, τὰ χέρια. Κι ἔτσι κομματιασμένος σέρνεται. Ἀπ’ τὸ κορμὶ του τὰ μεθυσμένα ἀπὸ κτηνωδία πλήθη ἀποσποῦν ράκη ἀπὸ τὸ ράσο του καὶ κομμάτια ἀκόμη ἀπὸ τὴ σάρκα του γιὰ τρόπαιο. Τὸ κεφάλι του, μὲ τὰ βγαλμένα μάτια καὶ ξερριζωμένα τὰ μαλλιὰ καὶ τὰ γένεια τὸ περιφέρουν στοὺς τουρκομαχαλάδες. Ὅ,τι ἀπόμεινε ἀπ’ τὸ διαμελισμένο σῶμα του τὸ
    ρίχνουν στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μέλη βορᾶ τῶν σκύλων!

    Τὴν ἴδια ὥρα μαρτυροῦσαν κι οἱ δυὸ Δημογέροντες Τσουρουκτσόγλου καὶ Κλημάνογλου.

    Ὁ Ἀμερικανὸς Πρόξενος Χόρτων, γράφει:
    «Περὶ τοῦ τρόπου τῆς θανατώσεως τοῦ Χρυσοστόμου ἐξιστοροῦνται πολλά. Γεγονὸς εἶναι ὅτι θανατώθηκε ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ὄχλο, στὸν ὁποῖο τὸν εἶχε παραδώσει ὁ Νουρεντὶν πασᾶς. Τὸν ξυλοκόπησαν, τὸν βασάνισαν, τὸν ἔσυραν στοὺς δρόμους, τὸν διαμέλισαν. Τὸ μόνο του ἁμάρτημα ἦταν ὅτι ὑπῆρξε καλὸς πατριώτης. Ἀπέθανε ὡς μάρτυς καὶ ἡ μνήμη του πρέπει νὰ τιμᾶται, μὲ τὶς μεγαλύτερες τιμὲς ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ Ἐκκλησία καὶ τὸ ἑλληνικὸ Κράτος. Ἡ ὕστατη σκηνὴ τῆς ἐξοντώσεως τῶν Χριστιανῶν τῆς Σμύρνης, τὸ 1922, δοξάστηκε μὲ τὸν ἡρωϊκὸ θάνατο τοῦ τελευταίου Χριστιανοῦ ἐπισκόπου».

    Ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος, ἀπὸ Καβάλας, διηγεῖται:

    «…Ἡμεῖς, οἱ εὑρισκόμενοι ἐν τῇ Μητροπόλει ἀναμένοντες, οὐδεμίαν εἴχαμεν γνῶσιν τῶν συμβαινόντων. Συνεῖχεν, ὅμως ἡμᾶς ἡ ἀγωνία, διότι ἐγνωρίζομεν τὸ αἱμοβόρον τῆς διαθέσεως τοῦ Νουρεντίν. Ἀργὰ τὴν νύκτα ἐτόλμησα νὰ ἐξέλθω ἐκ τῆς θύρας τοῦ κωδωνοστασίου διὰ νὰ ἐρωτήσω τὸν μόνιμον, ἀπὸ πολλοῦ, Τουρκοκρῆτα ἀστυνομικὸν τῆς ἔναντι Τραπέζης Ἀθηνῶν, περὶ τῆς τύχης τοῦ ἀοιδίμου Γέροντός μου καὶ τῶν Δημογερόντων. Ἡ ἀπάντησίς του ἦτο: «Τὸν ἰδικόν σας τὸν ἐξηφάνισαν αἰσχρά». Μοῦ προσέθεσε δὲ ὅτι αὐτὸς ἔρριψε κατὰ τῆς κεφαλῆς του τρεῖς χαριστικὰς βολάς, διότι ὤκτειρε τὴν ἐλεεινήν του κατάστασιν εἰς ἥν ἠθέλησε νὰ δώσει τέλος. Προσέθηκεν ἐπίσης, ὅτι οἱ δύο δημογέροντες ἔσχον τὴν εὐθανασίαν τῆς διὰ πυροβολισμῶν τελέσεως».

    Πολλὲς ἀκόμη ἀφηγήσεις ὑπάρχουν γιὰ τὴ μαρτυρικὴ θανάτωση τοῦ Χρυσοστόμου. Ἡ ἀσφαλέστερη ὅμως εἶναι ἐκείνη, ποὺ ἐξιστόρησε μετὰ ἕνα μῆνα, στὴ Γαλλική Βουλή, ὁ βουλευτὴς Παρισίων καὶ πάστωρ Ἐδουάρδος Σουλιέ:

    «Τὸ ἀπόγεμα τῆς 27ης Αὐγούστου, τὸ γαλλικὸ προξενεῖο, εἰδοποιήθηκε πὼς ὁ Ἕλλην Μητροπολίτης Χρυσόστομος διέτρεχε σοβαρὸ κίνδυνο καὶ ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ σταλεῖ ἄγημα ἀπὸ Γάλλους ναῦτες γιὰ νὰ τὸν προστατεύσει. Πράγματι ὁ Γάλλος Πρόξενος Σμύρνης Γκραγιὲ ἔστειλε ἀμέσως ἄγημα, ὁ δ’ ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ ἀγήματος ἀξιωματικὸς πρότεινε στὸ Χρυσόστομο νὰ τὸν ὁδηγήσει στὸ γαλλικὸ Προξενεῖο ὅπου θὰ τοῦ χορηγούταν ἄσυλο. Ὁ Χρυσόστομος δὲν ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία τῆς Γαλλίας, ἀλλ’ αὐτὸ δὲν μ’ ἐμποδίζει νὰ ἐκφράσω βαθύτατο σεβασμὸ πρὸς τὴ μνήμη του. Μὲ ὡραιότητα ψυχῆς ἀρνήθηκε νὰ δεχτεῖ τὸ προσφερόμενο καταφύγιο, λέγοντας ὅτι καθῆκον του εἶναι νὰ μείνει μαζὶ μὲ τὸ ποίμνιό του.

    Ὅταν τὸ γαλλικὸ ἄγημα ἀπεχώρησε, κατέφθασε μὲ ἅμαξα Τοῦρκος ἀξιωματικός, συνοδευόμενος ἀπὸ ἐνόπλους στρατιῶτες καὶ διέταξε τὸ Χρυσόστομο νὰ τὸν ἀκολουθήσει. Ὁδήγησαν, τότε, τὸν Ἱεράρχη στὰ ἄκρα τῶν εὐρωπαϊκῶν συνοικιῶν μπρὸς σ’ ἕνα κουρεῖο. Ἐκεῖ τοῦ φόρεσαν ἄσπρη μπλοῦζα, ἴσως γιὰ νὰ διακρίνεται καλύτερα, κι ἐκεῖ ἔλαβε χώραν φρικτὸ κακούργημα, ἀπὸ κεῖνα, ποὺ εἶναι γεμάτη ἡ ἱστορία τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦ ξερρίζωσαν τὰ γένεια, τὸν μαχαίρωσαν, τοῦ ἔκοψαν τὴ μύτη καὶ τ’ αὐτιά. Πλάϊ στοὺς Τούρκους παίρνουν μέρος καὶ Τούρκισσες. Οἱ παρόντες ναῦτες μας πάνοπλοι, ἀγανακτησμένοι, ἔξαλλοι παρακολουθοῦν τὴ φρικτὴ σκηνὴ καὶ θέλουν νὰ ἐπέμβουν. Ὑποχρεωμένος ὅμως ἀπὸ τὶς διαταγές, ποὺ εἶχε λάβει ὁ ἐπὶ κεφαλῆς των ἀξιωματικὸς τοὺς ἀπειλεῖ, μὲ τὸ περίστροφο στὸ χέρι, ὅτι θὰ πυροβολήσει ἐκείνους ποὺ θὰ ἐπιχειρήσουν νὰ ἐπέμβουν. Μετέφεραν ὕστερα οἱ Τοῦρκοι τὸν Ἱεράρχη, στὶς τουρκικὲς συνοικίες, ὅπου τὸν διεμέλισαν, καὶ τὸν ἀφῆκαν βορὰ τῶν σκύλων…».

  68. Χρήστος Σωκρ. Σολομωνίδης

    Ο αφανισμός της Σμύρνης. Η θυσία του Χρυσοστόμου.
    Γιὰ τὰ 50 χρόνια τῆς καταστροφῆς.

    ἔκδ. Συλλόγου Φοιτησάντων εἰς τὴν Εὐαγγελικὴν Σχολὴν Σμύρνης, Ἀθήνα 1972.

    Μέρος Πρώτο

    Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας
    γράψον… Γίνου πιστὸς μέχρι θανάτου
    καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς».
    Ἀποκάλυψις Ἰωάννου

    Πενῆντα χρόνια συμπληρώνονται ἐφέτος ἀπὸ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ καὶ τὸ ξερριζωμὸ τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὶς προγονικές τους πατρίδες.

    Πέντε δεκαετηρίδες ἀπὸ τὶς φλόγες, τὸ αἷμα καὶ τὸν ἀφανισμὸ τῆς Σμύρνης. Ἱερὰ χώματα, ἑλληνικώτατες πατρίδες, σεπτοὶ βωμοί, θερμὲς ἑστίες στὴ Μικρασία, ὅλα χαμένα, ἀφανισμένα ὅλα.

    Στὸ νοῦ μας ἔρχονται οἱ στίχοι τοῦ Σμυρναίου σοφιστῆ καὶ ποιητῆ Αἴλιου Ἀριστείδη, ὅταν ἀντίκρυσε, στὰ 178 μ.Χ. τὰ ματωμένα ἐρείπια καὶ τὰ καπνισμένα, ἀπὸ τὶς φλόγες, συντρίμμια τῆς ὡραίας ἰωνικῆς πολιτείας:

    Ὦ Σμύρνη, οἵας ἐκληρονόμησας τύχης;
    Ὦ κοινὴ τοῖς Ἕλλησιν ἀποφράς,
    οἵαν κεφαλὴν τοῦ γένους ἀπήνεγκας;

    Καὶ στὰ 1922 ἡ Σμύρνη, ἡ «πρώτη Ἀσίας κάλλει καὶ μεγέθει», ἡ «καλλίστη πόλεων αἱ ὑφ’ ἡλίῳ εἰσί», ἡ «κύκνων ὠδὴ καὶ ἀηδόνος χορός», τὸ «Νυμφῶν καὶ Χαρίτων ὕφασμα», τὸ «δάσος τῆς καλλιφωνίας», τὸ «Γῆς ἄγαλμα καὶ Στέμμα τῆς Ἰωνίας», ἡ «χαριεστάτη πόλις» καὶ «περιμάχητος ἀεί», σὲ ματωμένα συντρίμμια καὶ καπνισμένα ἐρείπια, ἀπὸ ἕναν ἀδυσώπητο ἐχθρό.

    Μαῦρο σάβανο, ἡ στάχτη τῆς φωτιᾶς, τὴν κάλυψε πέρα ὡς πέρα:

    Καὶ βούλιαξε κατακλυσμὸς
    καὶ τίποτα δὲ μένει
    ἀπὸ τὰ νέα θέμελα
    κι ἀπὸ τ’ ἀρχαῖα παλάτια.

    Ἡ πατρώα γῆ, ὁλοκαύτωμα τῆς μοίρας κι ὁλόγυρά της ὁ καπνὸς ἀκράτητος, τὸ σκοτεινό του ξετύλιγε ἀδράχτι. Τὸ ὄνειρο τῆς μεγάλης ὑπερπόντιας ‘Ελλάδος, θαμμένο στὰ φλογισμένα ἐρείπια τῆς ἰωνικῆς πολιτείας.

    Ἡ τραγουδημένη, μὲ χίλιους σκοποὺς κι ἀπὸ χιλιάδες στόματα Σμύρνη, κάτω καὶ πάλι ἀπὸ τὴν Ἡμισέληνο.

    Κι ἡ Εἰμαρμένη, τὸ μοιραῖο Σεπτέμβρη τοῦ 1922, ἐναπόθεσε καὶ χάραξε στὴν ἐπιτύμβια πλάκα της:
    —Ἐδῶ, στὴν αἱματόβρεχτη γῆ. Ἐδῶ, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ γελαστοῦ καὶ σμαραγδένιου κόλπου, ποὺ ζείδωρες οἱ αὖρες τὴν χάϊδευαν, ἦταν κάποτε ἡ ἑλληνικὴ Σμύρνη…

    Ἡ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ εἶναι ἡ τραγικώτερη σελίδα τῆς τρισχιλιόχρονης ἱστορίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, δραματικώτερη κι ἀπὸ τὴν πτώση τοῦ Βυζαντίου. Γιατί, ἂν ἔπεσε στὰ 1453 ἡ πόλις τοῦ Κωνσταντίνου, ἡ «ὑπερέχουσα πασῶν ἄλλων ὅσον γαίης οὐρανὸς ἀστερόεις», παρέμειναν οἱ ρίζες τῆς Φυλῆς μας, στὰ ἐδάφη τῆς ἄλλοτε βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.

    Κι ὁ Ἑλληνισμός, παρὰ τὶς διώξεις καὶ τοὺς κατατρεγμούς, ἀπὸ τὸν βάρβαρο κατακτητή, παρὰ τὶς σφαγὲς καὶ τὸ παιδομάζωμα κατώρθωνε, χάρις στὴν πνευματική του ἀνωτερότητα, τὴν τιμιότητα κι ἐργατικότητά του νὰ ἐπιζῆ, νὰ ἀκμάζη καὶ νὰ θάλλη στὶς ὑποδουλωθεῖσες πατρίδες.

    Τὸ 1922 ὅμως ὑπῆρξε ἡ τελευταὶα φάση τοῦ ὑπερπόντιου Ἑλληνισμοῦ. Κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῆς ἀνείπωτης ἐκείνης συμφορᾶς, θάφτηκαν ὅλες οἱ Μικρασιατικὲς ἑλληνικὲς πατρίδες καὶ τὸ ἐκπολιτιστικὸ ἔργο τῶν Ἑλλήνων τῆς Τουρκοκρατίας.

    Τὴν ἐποχὴ αὐτή, ποὺ εἶναι καθαγιασμένη μὲ τὸ ἁγιότερο ἑλληνικὸ αἷμα, τὸ Ἔθνος μας ἔχει καταγράψει στὶς αἱματηρότερες σελίδες τοῦ μαρτυρολογίου του καὶ δὲν θὰ πάψει ποτὲ νὰ προσφέρη σ’ αὐτὴ τὸ θυμίαμα τῆς σκέψης καὶ τὸ λιβανωτὸ τῆς μνήμης του.

    Εἴμαστε ἕνας λαὸς μνήμης. Κι οἱ μνῆμες τῶν καιρῶν πάντα θὰ μᾶς μιλοῦν γιὰ ματωμένους θρύλους κι ὀδυνηρὲς τραγωδίες. Γιὰ δράματα καὶ γιὰ κλάματα.

    Γιὰ τελευταίους Αὐτοκράτορες καὶ στερνὲς Λειτουργίες. Γιὰ τραγικοὺς χοροὺς Ζαλόγγου καὶ αἱματόβρεχτες σελίδες Μεσολογγίου.Γιὰ Σούλια καὶ γι’ Ἀρκάδια. Γιὰ κόκκινες ἀπὸ ἑλληνικὸ αἷμα πλαγιὲς τῆς Χίου καὶ γιὰ ὁλόμαυρες ράχες τῶν Ψαρῶν. Γιὰ βρόχους Φεραίων καὶ ἀνασκολοπίσματα Διάκων. Γιὰ σχοινὶ τοῦ Πατριάρχη καὶ κρεούργηση τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης. Γιὰ σφαγὴ Ἀμβροσίου Μοσχονησίων καὶ ζωντανὸ θάψιμο Γρηγορίου Κυδωνιῶν. Γιὰ συμφορὲς καὶ καταστροφές. Γιὰ διωγμοὺς καὶ ξερριζωμούς.

    Ἀπὸ τὰ βάθη τῶν ἑλληνικῶν αἰώνων τὸ δάκρυ κι ἡ ὀδύνη ἀχώριστοι σύντροφοι τοῦ Γένους. Ὅλα αὐτὰ σπαράσσουν τὴν καρδιὰ καὶ τὴ μνήμη.

    Ἔτσι καὶ ἡ συμφορὰ τοῦ 1922 δὲν θὰ λησμονηθῆ. Δὲν θὰ τὴ σκεπάσουν οἱ ἀραχνιασμένοι ἱστοὶ τῆς λήθης. Δὲν θὰ γίνει «παληὰ ἱστορία». Στὴν ἀνάμνηση τῶν χαμένων Μικρασιατικῶν Πατρίδων οἱ Πανέλληνες θὰ κλίνουν πάντα εὐλαβικὰ τὸ γόνυ.

    Καὶ ἱερὸ καθῆκον μας εἶναι ν’ ἁπλώνεται ἡ σκέψη μας στὶς ἀκρογιαλιὲς τῆς Σμύρνης καὶ τῆς Ἐρυθραίας, τῆς Αἰολίδος καὶ τῆς Προποντίδος καὶ σ’ ὅλες τὶς ἄλλες πολιτεῖες τῆς Ἀνατολῆς.

    Ἐκεῖ τ’ ἅγια τῶν ἁγίων τῆς Φυλῆς μας. Ἐκεῖ καὶ οἱ τάφοι τῶν προγόνων μας. Πρὸς τὴ γῆ τοῦ μαρτυρίου νοῦς, ψυχὴ καὶ στοχασμοὶ στρέφονται. Εὐλαβικὴ λιτανεία ὁδεύουν πρὸς τὸ αἱματηρὸ θυσιαστήριο τοῦ Χρυσοστόμου. Μυροφόρες οἱ σκέψεις μας, σκορποῦν νάρδους καὶ ἀρώματα μπρὸς στὸ βωμὸ τῆς θυσίας ὅλων ἐκείνων, ποὺ πρόσφεραν τὴ ζωή τους στὴν ἱερότητα τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος. Οἱ νεκροί τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς δὲν λησμονοῦνται. Οἱ ἱερὲς σκιές των δὲν σβήνουν.
    —Εἰ ἐπιλαθώμεθά σας ἐπλησθείη ἡ δεξιά μας…

    Μὲ δέος στρέφομε τὰ φύλλα τῆς ἱστορίας μας ἀρχικὰ στὰ 1911, γιὰ νὰ σταθοῦμε ἔπειτα, στὴν τραγικώτερη σελίδα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ ἐγράφη πρὶν πενῆντα χρόνια.

    Στὶς 15 Ὀκτωβρίου 1911 δολοφονεῖται, ἀπὸ ὄργανα τοῦ τουρκικοῦ κομιτάτου, στὸ δάσος τοῦ Σνίχοβο τῆς Μακεδονίας, σὲ ἡλικία 32 ἐτῶν, ὁ Μητροπολίτης Γρεβενῶν Αἰμιλιανός, ἀπὸ τὰ Περγάτα τοῦ Ἰκονίου. Ἡ δολοφονία τοῦ Μικρασιάτη Ἱεράρχη προκαλεῖ ἀπερίγραπτο σάλο στὴν Ἑλλάδα καὶ στοὺς χριστιανικοὺς πληθυσμοὺς τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἰδιαίτερα στὴ Σμύρνη προκάλεσε ἀλγεινὴ ἐντύπωση καὶ ὁ σμυρναϊκὸς λαὸς πένθησε καὶ θρήνησε εἰλικρινὰ τὸν μάρτυρα Μητροπολίτη.

    Ὁ Χρυσόστομος τελεῖ στὸ μητροπολιτικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς ἐπιβλητικὸ μνημόσυνο καὶ σὲ συνέχεια, ἀπὸ τοῦ ὕψους τῆς κλίμακος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ἐκφωνεῖ πρὸς τὸ «ἀσφυκτικῶς κατακλῦζον μεγάλον αὐλόγυρον τοῦ ναοῦ πλῆθος» λόγο, δονούμενο ἀπὸ πατρωτικὸ παλμό.

    «Προσήλθομεν σήμερον πλήρεις ἄλγους καὶ ὀδύνης ἵνα ἀποτίσωμεν φόρον τιμῆς, εὐγνωμοσύνης καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὸν θανατωθέντα Ἐθνομάρτυρα. Εἰς τὴν τελετὴν ὅμως ταύτην τὸ ἄλγος καὶ τὸ πένθος δὲν ἔχουσιν θέσιν.

    » Ὀφείλομεν νὰ εἴμεθα εὐγνώμονες εἰς τὴν θείαν πρόνοιαν, ἥτις ηὐδόκησεν, ὅπως ἡ ἰδική μας Ἐκκλησία, ἐξ ὅλων τῶν στρατευομένων ἀποβῆ μαρτύριον τοῖς Ἔθνεσιν ὡς ἡ μόνη ἐκκλησία ἡ παρέχουσα ὁλοκαυτώματα εἰς τὸν θρόνον τοῦ Κυρίου. Ἐγιγαντώθη ἡ Ἐκκλησία μὲ δάκρυα καὶ πόνους. Ὀφείλομεν νὰ εἴμεθα ὑπερήφανοι, διότι ἀναβιοῦν οἱ παλαιοὶ χρόνοι καὶ παρουσιάζονται ἄνδρες ἐφάμιλλοι πρὸς τοὺς παλαιούς.

    » Ἡμέραν ἐθνικῆς μας παλιγγενεσίας θὰ ἔπρεπε νὰ καλέσωμεν τὴν σημερινήν. Ὅταν Ἀρχιερεῖς καίωσιν ἑαυτοὺς ὡς λαμπάδας ἐνώπιον τοῦ εἰδώλου τῆς Πατρίδος, ὁ δὲ μαρτυρικός των θάνατος γίνεται ζωῆς καὶ δόξης ὑπόθεσις καὶ θεμέλιον ἀνωτέρου βίου, τὸ μνημόσυνόν των δὲν ἐναρμονίζεται μὲ δάκρυα καὶ θλῖψιν, ἀλλὰ μὲ ὑπερηφάνειαν καὶ ἀγαλλίασιν…».

    Θὰ ἔπρεπε κι ἐμεῖς νὰ μὴν «ἐναρμονίσωμεν μὲ δάκρυα καὶ θλῖψιν» τὴν ἐξιστόρησιν τῆς θυσίας τοῦ ἥρωα καὶ μάρτυρα Ἱεράρχη τῆς Σμύρνης ἀλλὰ νὰ ἀναφέρωμε αὐτὴν μὲ «ὑπερηφάνειαν καὶ ἀγαλλίασιν».

    Ἀλλὰ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ κρατήσωμε τοὺς σπαραγμοὺς τῆς ὀδύνης μας γιὰ τὴν αἱματόβρεχτη θυσία τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τῶν μυριάδων μαρτύρων τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς;

    Πῶς ἡ ἀβάσταχτη λύπη νὰ μὴν πλημμυρᾶ τὴν ψυχή μας καὶ τὸ φόρεμα τοῦ πένθους νὰ μὴν περιβάλλει τὴν καρδία μας γιὰ τὸ χαμὸ τοῦ Δεσπότη κι ἑνὸς ἁγνοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἰωνίας;

    Μὲ δέος, γι’ αὐτὸ θὰ ὁδεύσωμε νοερὰ πρὸς τὴ Χώρα τοῦ ἀνιστόρητου ὀλέθρου καὶ θὰ ζήσωμε τὸ δρᾶμα τῆς Μικρασίας, ποὺ ἔκλεισε, μὲ τὴν κατακόκκινη ἀπὸ τὶς φλόγες καὶ τὸ αἷμα, αὐλαία τῆς Σμύρνης.

    Ἕνα θλιβερὸ ἀναπόλημα μνήμης καὶ καρδιᾶς. Ἕνας στεναγμὸς κι ἕνας λυγμός. Ἕνα ἀναφυλλητὸ κι ἕνα δάκρυ…

    Αὔγουστος 1922. Ὕστερα ἀπὸ τὶς τόσες νίκες καὶ τὶς δάφνες τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στὴ Μικρασία, ἡ ἐχθρικὴ ἐπίθεση ἐκδηλώνεται στὶς 15 Αὐγούστου.

    Ἡ κακιὰ ὥρα τῆς Φυλῆς φτάνει. Ἀκούγεται ἡ βοὴ τοῦ ὀλέθρου. Ἡ ἀσπίδα τῶν Ἀκριτῶν μας λυγίζει. Ἡ ἀήττητη, ὥς τότε, ἑλληνικὴ στρατιὰ διαρρέει. Οἱ πολεμιστές μας, ποὺ εἶχαν φέρει τὴν ἐθνικὴ ἀνάσταση στὶς Μικρασιατικὲς πατρίδες, γυρνοῦν, τώρα, στοὺς δρόμους τῶν τροπαίων, τσακισμένοι, ἐξουθενωμένοι. Σβησμένη ἡ νικητήριος ἰαχὴ!

    Τὸ Μέτωπο ἔσπασε! Τὸ ἄγγελμα μεταδίδεται, σὰν ἀστραπή, στὴ Σμύρνη. Ἀπὸ συνοικία σὲ συνοικία, ἀπὸ δρόμο σὲ δρόμο, ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, ἀπὸ καρδιὰ σὲ καρδιά… Ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς συντριμμένος, σκορπισμένος. Καὶ μαζί του, μὲ χείλη σφιγμένα ἀπὸ θλίψη καὶ πόνο, μυριάδες πρόσφυγες ὁδεύουν πρὸς τὴν ἰωνικὴ πρωτεύουσα, ἐλπίζοντας πὼς θὰ βροῦν ἐκεῖ σωτηρία. Οἱ πῦλες τοῦ Ἅδου ἐξαπολύουν τὸν ὄλεθρο. Ἡ θεία Ἀποκάλυψη γίνεται πραγματικότητα:

    «Ὦ πόλις αἱμάτων, φωνὴ μαστίγων καὶ φωνή σεισμοῦ, τροχῶν καὶ ἵππου διώκοντος καὶ ἅρματος ἀναβράζοντος καὶ ἱππέως ἀναβαίνοντος καὶ στιλβούσης ρομφαίας καὶ ἐξαστραπτόντων ὅπλων καὶ πλήθους τραυματιῶν καὶ βαρείας πτώσεως. Ἀνοιγόμενοι ἀνοιχθήσονται αἱ πῦλαι τῆς γῆς σου, ἐκεῖ κατάφαγεταί σε πῦρ, ἐξολοθρεύσει σε ρομφαία…».

    Σὲ λίγο ἡ λεηλασία, ἡ ἀνελέητη σφαγή. Ἡ ἑλληνικὴ Σμύρνη θὰ παραδοθεῖ σὲ πύρινη ἀκολασία.

    Ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἄλλοτε τόσο αἰσιόδοξος, ἀντιλαμβάνεται πὼς τὸ πᾶν πιὰ χάνεται. Ὑποβάλει στὶς 23 Αὐγούστου στὰ δυὸ Κοινοτικὰ Σώματα τῆς Σμύρνης, ὡς μόνη λύση, τὴν ἀποστολὴ ἐκπρόσωπού των στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ ἐκθέσει στοὺς ἐκεῖ ἀξιωματικοὺς τῆς Ἀμύνης τὸν ἄμεσο κίνδυνο τῆς Σμύρνης κι ἐπικαλεστεῖ τὴν κάθοδό τους πρὸς ἀναχαίτιση τοῦ ἐχθροῦ.

    Ἡ πρόταση τοῦ Μητροπολίτη γίνεται ὁμόφωνα δεκτὴ ἀπὸ τὰ Κοινοτικὰ Σώματα κι ἀναθέτουν στὸ δημογέροντα καὶ διευθυντὴ τῆς ἐφημερίδος «Ἀμαλθείας» Σωκράτη Σολομωνίδη νὰ μεταβεῖ στὴν Πόλη. Ὁ Χρυσόστομος τὸν ἐφοδιάζει μὲ τὴν ἀκόλουθη ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Μελέτιο:

    «Παναγιώτατε. Πιστεύω ὅτι ἐλήφθη τὸ ἀπὸ 18 καὶ 19 Αὐγούστου γράμμα μου, τὸ ἐξαγγέλλον τὰς μεγάλας καὶ ἀθεραπεύτους συμφορὰς τῆς Μικρασίας. Μὴ δυνάμενος διὰ τοῦ χάρτου καὶ μελάνης νὰ περιγράψω τὴν ἀφαντάστως κρίσιμον καὶ ὀδυνηρὰν κατάστασιν, ἔκρινα εὔλογον νὰ προτείνω εἰς τὰ δύο Κοινοτικὰ Σώματα τῆς πόλεως νὰ ἐξαποστείλωμεν εἰς τὴν Κων/πολιν τὸν ἐπιδότην γνωστὸν καὶ φίλον τῆς Ὑμετέρας Παναγιότητος ἔντιμον κ. Σωκράτην Σολομωνίδην, ἐκ τῶν δημογερόντων τῆς πόλεως, ὅστις θὰ ἐκθέση Ὑμῖν προφορικῶς τὰ πάντα καὶ θὰ συσκεφθῆ μεθ’ Ὑμῶν καὶ τῶν ἀξιωματικῶν τῆς Ἀμύνης, ἔστω καὶ κατὰ τὴν δωδεκάτην ταύτην ὥραν, ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνη τι διὰ τὴν δυνατὴν θεραπείαν τῆς καταστροφῆς. Ὑποδιετελῶ μετὰ σεβασμοῦ. Ἐν Σμύρνῃ τῇ 23 Αὐγούστου 1922. Τῆς Ὑμετέρας θειοτάτης Παναγιότητος ἐλάχιστος ἐν Χριστῷ ἀδελφός. Ὁ Σμύρνης Χρυσόστομος».

    Στὸ μεταξὺ τὰ γεγονότα ἐξελίσσονται ραγδαῖα. Ὁ ἐχθρὸς βρίσκεται λίγα πιὰ χιλιόμετρα ἔξω ἀπὸ τὴ Σμύρνη…

    Στὶς δραματικὲς αὐτὲς στιγμὲς γιὰ τὸ Μικρασιατικὸ Ἑλληνισμό, ἦταν μοιραῖο γιὰ τὸ Χρυσόστομο, νὰ ὑποστεῖ τρομερὴ δοκιμασία, τρεῖς μέρες ἀκριβῶς πρὸ τοῦ μαρτυρίου του.

    Στὸ λιμάνι τῆς Σμύρνης κατέπλευσαν στὶς 24 Αὐγούστου, ἀπὸ τὴ Ραιδεστό, τρία ἐπίτακτα, ἑλληνικὰ πλοῖα κατάφορτα ἀπὸ στρατό. Ὁ συγκεντρωμένος στὴν προκυμαία κόσμος ἄρχισε νὰ ἐλπίζει, πὼς μὲ τὴν ἀπόβαση τῶν ὁπλιτῶν μας, θὰ γινόταν κάποια ἀνασυγκρότηση τῶν στρατιωτικῶν μας δυνάμεων καὶ ἄμυνα. Ὅμως οἱ στρατιῶτες δὲν ἀποβιβάζονταν στὴν ξηρά. Εἶχε ἁπλώσει καὶ σ’ αὐτοὺς τὸ πνεῦμα τῆς αὐτοσυντηρήσεως κι οἱ φαντάροι δὲν ἐννοοῦσαν ν’ ἀφήσουν τὰ πλοῖα.

    —Δὲν βγαίνουμε! Στὰ σπίτια μας! Στὰ σπίτια μας!

    Οἱ ἀξιωματικοί των εἶχαν χάσει τὸ κῦρος καὶ τὴν ἐπιβολή τους. Ἦταν φανερὸ πὼς ὁ στρατὸς κουρασμένος κι ἐξουθενωμένος δὲν ἤθελε πιὰ νὰ πολεμήσει. Τὸ Κράτος βρισκόταν σ’ ἀδυναμία νὰ ἐπιβάλει τὴ θέλησή του.

    Ὁ Ἀρχιστράτηγος Πολυμενάκος, ποὺ εἶχε διαδεχτεῖ τὸν ἤδη αἰχμάλωτο τοῦ ἐχθροῦ, Τρικούπη, μαζὶ μὲ τὸν ὑποστράτηγο Σκαρλᾶτο, ἀνεβαίνουν στὸ ἐπίτακτο «Βασιλεὺς Κωνσταντῖνος» γιὰ νὰ πείσουν τοὺς στρατιῶτες κι ἀποβιβαστοῦν, ἀλλ’ ἀποδοκιμάζονται.

    Σ’ ἄλλο ἐπίτακτο, τὴ «Βασίλισσα Σοφία», ἀνεβαίνει ξαφνικὰ ὁ Χρυσόστομος. Δραματικὴ ἀπόπειρα τοῦ Δεσπότη νὰ ἐκθέσει στοὺς πολεμιστὲς τὴν τραγικότητα τῆς καταστάσεως καὶ νὰ ζητήσει τὴ σωτηρία τῆς Σμύρνης ἀπὸ τὸ στρατό. Τὸν συνοδεύουν δυὸ δημογέροντες καὶ τρεῖς ἀξιωματικοὶ τῆς Ἀμύνης.

    Μὲ πρόσωπο χλωμό, μὲ τὸν ἀόρατο στέφανο τοῦ μελλοντικοῦ του μαρτυρίου, ὁ Χρυσόστομος δὲν ἦταν πιὰ ὁ ὑμνητὴς καὶ δοξαστὴς τῆς μεγάλης ἐθνικῆς δημιουργίας. Ἦταν ὁ ἱκέτης! Συγκινητικὴ ἡ ἔκκλησή του «ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Πατρίδος, τῆς Ἱστορίας καὶ τοῦ Ἀνθρωπισμοῦ!».

    Στὴν ἔκκλησή του ἀπήντησε ἀρχικὰ ἡ εὔγλωττη σιωπὴ κι ἔπειτα ἡ κατηγορηματικὴ ἄρνηση.

    Ὁ νικημένος Ἱεράρχης, ἀπελπισμένος ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἁλκή, ἔφυγε τρικλίζοντας ἀπὸ βαθύτατη συγκίνηση, γιὰ νὰ ζητήσει τὴν ἐλπίδα ψηλὰ στὸν Οὐρανό. Ὅταν βρέθηκε στὸ μητροπολιτικὸ μέγαρο, κλείστηκε στὸ δωμάτιό του, ἔσκυψε μπρὸς στὸ εἰκονοστάσι καὶ μ’ ἀναφυλλητὰ ψιθύρισε συγκλονιστικὴ δέηση.

    Ὁ Σωκράτης Σολομωνίδης, ποὺ βρισκόταν στὸ Μητροπολιτικὸ Μέγαρο, ἔκρουσε δειλὰ τὴ θύρα τοῦ δωματίου τοῦ Δεσπότη καὶ μπῆκε μέσα. Τὸν εἶδε νὰ κλαίει:
    —Κλαῖτε, Δέσποτά μου, Σεῖς.

    Ὁ Χρυσόστομος, μόλις κρατώντας τοὺς λυγμούς του ἀπήντησε:

    —Κλαίω, ὄχι γιὰ τὴν τύχη μου, ποὺ ἔχω προεξοφλήσει, μὰ γιὰ ὅλα τὰ σβησμένα ὄνειρα, γιὰ τὰ συντρίμμια τῆς Πατρίδας. Αὐτό, ποὺ ἀντίκρυσα στὸ πλοῖο, δὲν εἶναι μόνο ὁ αὐριανὸς χαμὸς τῆς Σμύρνης, ἀλλ’ ἀλοίμονο, ὁ χαμὸς κάθε ἐλπίδος γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος…

    Τὸ βράδυ τῆς μέρας ἐκείνης ἡ Σμύρνη εἶχε κατακλυστεῖ ἀπὸ φυγάδες στρατιῶτες κι ἀπὸ χιλιάδες πρόσφυγες. Σκηνὲς ἀλλόφρονες διαδραματίζονται. Φαντάροι καὶ πολίτες δὲν ζοῦν παρὰ μὲ τὸ ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντηρήσεως. Ὁ σώζων ἑαυτὸν σωθήτω…

    Ὁ Χρυσόστομος δὲν παύει ν’ ἀγωνίζεται γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ποιμνίου, γιὰ τὴ σωτηρία τῆς τιμῆς τῆς Ἑλλάδος. Στὶς 25 Αὐγούστου, δυὸ μέρες πρὸ τοῦ μαρτυρίου του, γράφει πολυσέλιδη ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο καὶ τὴν ἐγχειρίζει στὸν Κυβερνήτη τῆς «Λήμνου», παρακαλώντας τον νὰ φροντίσει καὶ δοθεῖ τὸ ταχύτερο, στὸν τέως Πρωθυπουργό, ποὺ βρισκόταν στὸ Παρίσι.

    Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ ἀποκαλύπτει τὸν ἀνώτερον ἄνθρωπο, τὸν καρτερικὸν Ἱεράρχη. Ἀναμένει τὸν θάνατο καὶ τὸν θεωρεῖ σὰν ἐπισφράγιση ἡρωϊκῆς σταδιοδρομίας, ποὺ ἦταν ὁλόκληρη ἡ ζωή του. Μὲ ψυχραιμία καὶ θάρρος, τὴ στιγμὴ τοῦ ἐγγίζοντος ὀλέθρου, προσπαθεῖ ν’ ἀνακαλύψει κάποια ἐλπίδα:

    «Ἀγαπητὲ φίλε καὶ ἀδελφὲ κ. Ἐλευθέριε Βενιζέλε. Ἐπέστη ἡ μεγάλη στιγμὴ τῆς μεγάλης ἐκ μέρους σας χειρονομίας. Ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τὸ ἑλληνικὸν Κράτος, ἄλλα καὶ σύμπαν τὸ ἑλληνικὸν Ἔθνος, κατεβαίνει πλέον εἰς τὸν Ἅδην, ἀπὸ τοῦ ὁποίου καμμία πλέον δύναμις δὲν θὰ δυνηθῆ νὰ τὸ ἀναβιβάση καὶ τὸ σώση. Τῆς ἀφαντάστου ταύτης καταστροφῆς, βεβαίως αἴτιοι εἶναι οἱ προσωπικοί σας ἐχθροί, πλὴν καὶ Ὑμεῖς φέρετε μέγιστον τῆς εὐθύνης βάρος διὰ δύο πράξεις Σας.

    » Πρῶτον, διότι ἀποστείλατε εἰς Μ. Ἀσίαν ὡς Ὕπατον Ἀρμοστὴν ἕνα τοῦτ’ αὐτὸ παράφρονα καὶ ἐγωϊστήν, φλύαρον, ἀπερροφημένον ἐν τῷ αὐτοθαυμασμῷ του καὶ καταφρονοῦντα καὶ ὑβρίζοντα καὶ δέροντα καὶ ἐξορίζοντα καὶ φυλακίζοντα ὅλα τὰ ὑγιῆ καὶ σώφρονα στοιχεῖα τοῦ τόπου, διότι ἐν τῷ φρενοκομείῳ» του βεβαίως δὲν εἶχεν τόπον, καὶ εἰς τὸ τέλος ἀποδώσαντα αὐτοὺς τοὺς ἀγλαοὺς καρποὺς τῆς τελείας τοῦ Μικρασιατικοῦ λαοῦ καταστροφῆς, τοὺς ὁποίους νῦν θερίζομεν.

    Καὶ δεύτερον, διότι πρὶν ἀποπερατώσετε τὸ ἔργον Σας καὶ θέσητε τὴν κορωνίδα καὶ τὸ ἐπιστέγασμα ἐπὶ τοῦ ἀνεγερθέντος ἀφαντάστως ὡραίου καὶ μεγαλοπρεποῦς δημιουργήματός Σας, τῆς καταθέσεως τῶν θεμελίων τῆς περικλεεστάτης ποτὲ Βυζαντινῆς μας Αὐτοκρατορίας, εἴχατε τὴν ἀτυχῆ καὶ ἔνοχον ἔμπνευσιν νὰ διατάξητε ἐκλογάς, κατ’ αὐτὰς ἀκριβῶς τὰς παραμονὰς τῆς εἰσόδου Σας εἰς τὴν Κων/πολιν καὶ τῆς καταλήψεως αὐτῆς ὑπὸ τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ πρὸς ἐκτέλεσιν τῶν ὅρων τῆς—οἴμοι—τῆς διὰ παντὸς καταστραφείσης συνθήκης τῶν Σεβρῶν.

    » Ἀλλὰ γέγονεν ὅ γέγονεν. Ἀκόμη ὑπάρχει καιρός, ἂν ὄχι νὰ σωθῆ ἡ συνθήκη τῶν Σεβρῶν, ἀλλὰ τουλάχιστον νὰ μὴ καταστραφῆ πλέον τὸ ἑλληνικὸν Ἔθνος διὰ τῆς ἀπώλειας ὄχι μόνον τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀλλὰ καὶ τῆς Θράκης καὶ αὐτῆς ἴσως τῆς Μακεδονίας. Καὶ ἐπειδὴ οἱ καιροὶ οὐ μενετοὶ πλέον, ἔκρινα καθῆκον καὶ ἐμὸν ἀπαραίτητον, νὰ κυλίσω τὸν λίθον μου ἐν μέσῳ τῆς γενικῆς κινήσεως τῆς παγκοίνου ἐδῶ συμφορᾶς μας.

    » Καὶ πρῶτον μὲν ἔγραψα, μὲ ἡμερομηνίαν 21 Αὐγούστου, πρὸς τὸν ἐπὶ τοῦ θρόνου τοῦ Ἑλληνισμοῦ εὑρισκόμενον Κωνσταντῖνον νὰ προβῆ εἰς τὰς μεγάλας ἀποφάσεις, ἐν αἷς πρωτίστην θεωρῶ τὴν ἀνάληψιν τῆς πηδαλουχίας τοῦ ἑλληνικοῦ σκάφους, παρὰ τὴν πάγκοινον τὴν εὐρωπαϊκὴν ὑπόληψιν κεκτημένης Σας κορυφῆς. Τὴν παράδοσιν τῆς διοικήσεως τοῦ στρατοῦ εἰς τοὺς ἐκδιωχθέντας ἀξιωματικούς της Ἀμύνης, οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν πῶς ἀνασυντάσσεται κατεστραμμένος στρατὸς καὶ ὁδηγεῖται εἰς τὴν νίκην καὶ τὴν ἄμεσον ἐντεῦθεν ἐκδίωξιν Στεργιάδου καὶ Χατζηανέστη καὶ ἄλλα σχετικά.

    »Ἔκρινα δὲ πρὸ παντὸς ἀπαραίτητον ἐκ τῶν φλογῶν τῆς καταστροφῆς ἐν αἷς ὀδυνᾶται ὁ Μικρασιατικὸς Ἑλληνισμός, καὶ ζήτημα εἶναι ἐάν, ὅταν τὸ παρόν μου γράμμα ἀναγιγνώσκεται ὑπὸ τῆς Ὑμετέρας Ἐξοχότητος, ἡμεῖς ὑπάρχωμεν πλέον ἐν τῇ ζωῇ, προοριζόμενοι—τις οἶδε—κατὰ ἀνεξερευνήτους βουλὰς τῆς θείας προνοίας εἰς θυσίαν καὶ μαρτύριον, νὰ ἀπευθύνω τὴν ὑστάτην ταύτην ἔκκλησιν πρὸς τὴν φιλογενῆ καὶ μεγάλην ψυχήν Σας καὶ νὰ Σᾶς εἴπω μόνον δύο λέξεις.

    » Ἐὰν διὰ νὰ σώσητε τὴν Ἑλλάδα ἐκρίνατε καθῆκον Σας νὰ προβῆτε εἰς τὸ ἐπαναστατικὸν κίνημα τῆς Θεσσαλονίκης, μὴ διστάσητε τώρα νὰ προβῆτε εἰς ἑκατὸν τοιαῦτα κινήματα, ἵνα σώσητε τώρα ὁλόκληρον τὸν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καὶ ἰδίᾳ τὸν Μικρασιατικὸν καὶ Θρακικὸν Ἑλληνισμόν, ὁ ὁποῖος τόσον θρησκευτικὴν λατρείαν τρέφει ,πρὸς Ὑμᾶς.

    » Δὲν εἶναι ἀνάγκη ὁ Ἑλληνισμὸς οὗτος καὶ αἱ Χῶραι αὗται μετὰ τῆς Κων/πόλεως, νὰ ἑνωθῶσιν μετὰ τῆς Ἑλλάδος, διότι τὸ ὄνειρον τοῦτο ἀπεμακρύνθη ἀφ’ ἡμῶν τουλάχιστον δι’ ἑκατὸν ἔτη• ἀλλὰ νὰ ὑψώσετε πανταχοῦ τὴν ἐπιβλητικὴν φωνήν Σας, ὥστε αὐταὶ αἱ Χῶραι νὰ ἀποτελέσουν ἕνα αὐτόνομον ἀνατολικὸν Χριστιανικὸν Κράτος, ἔστω ὑπὸ τὴν κυριαρχίαν τοῦ Σουλτάνου, καὶ Ὕπατον Ἁρμοστήν, τὴν σὴν περινουστάτην κορυφήν.

    Εἶναι ἡ μόνη καὶ ἐνδεδειγμένη λύσις, ἥτις θὰ θέση τέρμα εἰς τὰς συμφορὰς τῶν κατοίκων τῆς Ἀνατολῆς καὶ θὰ δώση τὴν ἡσυχίαν καὶ εἰρήνην εἰς τὴν εὐρωπαϊκὴν διπλωματίαν, διότι δι’ ὅλους τότε θὰ ὑπάρχη τόπος καὶ τρόπος ἐκμεταλλεύσεως τῶν ἀνεκμεταλλεύτων πηγῶν τοῦ πλούτου, τῆς τόσον ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εὐνοηθείσης καὶ εὐλογηθείσης, ἀλλὰ τόσον οἰκτρῶς κακοδαιμονούσης πλουσίας καὶ εὐδαίμονος ταύτης Χώρας.

    http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/solomonidis_afanismos1.html

  69. Αθήνα-Σμύρνη, μια πληθυσμιακή σύγκριση

    Όσα ακολουθούν απέσπασα από ένα κείμενο του Χρήστου Σ. Σολομωνίδη, δημοσιευμένο στο περιοδικό «Νέα Εστία» στο τεύχος της των Χριστουγέννων του 1972 – αναφέρονται στον πληθυσμό της Αθήνας και της Σμύρνης στα 1830, στα 1870 και στα 1920.

    Να τι ακριβώς λέγει ο Χρήστος Σ. Σολομωνίδης:

    «Είναι άξιο να σημειωθεί πως στα 1830 η Αθήνα είχε 12.000 κατοίκους ενώ η Σμύρνη 130.000, στα 1870 κατά την επίσημη απογραφή της Ελλάδος η Αθήνα είχε 44.510 κατοίκους ενώ η Σμύρνη είχε 187.000 και τέλος στα 1920 η Αθήνα είχε 300.000 κατοίκους ενώ η Σμύρνη είχε 365.000».

    Σε άλλο πάλι σημείο του κειμένου ο Χρήστος Σ. Σολομωνίδης διαφωτίζει για τη σύνθεση του πληθυσμού της Σμύρνης, σημειώνοντας:

    «Στα 1830, επί πληθυσμού 130.000 κατοίκων, οι Έλληνες ήσαν 55.000, οι Τούρκοι 45.000, οι Αρμένιοι 5.000, οι Ισραηλίτες 13.000 και οι Ευρωπαιοι 12.000 (Στατιστική Bargili)…

    Στα 1870, επί πληθυσμού 187.000 κατοίκων, οι Έλληνες ήσαν 75.000, οι Τούρκοι 40.000, οι Αρμένιοι 12.000, οι Ισραηλίτες 20.000 και οι Ευρωπαίοι 20.000 (Στατιστική Slaars)».

    Κώστας Π. Παντελόγλου

    kars1918.wordpress.com

Διαβάστε επίσης...

Εκδήλωση για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου, με θέμα: «Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά»

TweetO Πειραϊκός Σύνδεσμος, το Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων και η Φιλολογική Στέγη Πειραιώς σας …

Κριτήρια επιλογής και όροι υποβολής διδακτικών σειρών και προαιρετικών βοηθημάτων για τη β’ ξένη γλώσσα δημοτικού σχολείου για το σχολικό έτος 2024-2025

Tweet Από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ανακοινώνεται ότι για το σχολικό έτος 2024-2025 θα …

Οι απαντήσεις του υπ. Παιδείας σε θέματα σχολείων της Γερμανίας

TweetΣε συνάντηση του ΔΣ της ΕΛΜΕ Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας  Γερμανίας με τον Γενικό Γραμματέα   …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *